Το παραμύθι με τα “μηδενικά επιτόκια”

Με θερμά λόγια υποδέχτηκαν την περασμένη βδομάδα οι εφημερίδες τη νέα δέσμη μέτρων πιστωτικής χαλάρωσης, που ανακοίνωσε ο Μάριο Ντράγκι, ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Το Έθνος έβαλε τον κεντρικό τραπεζίτη στο πρωτοσέλιδο: “Ώρα Ντράγκι”. Οι αποφάσεις της ΕΚΤ ήταν, σύμφωνα με την εφημερίδα του Μπόμπολα, “ιστορικής σημασίας”: ένα ”μπαζούκας... για την ανάπτυξη”. Τα Νέα, η εφημερίδα του Συγκροτήματος Λαμπράκη, έβαλε τις λέξεις “Μηδενικά επιτόκια” φαρδιά-πλατιά στον κεντρικό της τίτλο. Η Καθημερινή του Αλαφούζου πανηγύριζε για την “ομοβροντία ριζοσπαστικών μέτρων” που -ω τι αγαλλίαση- “εξέπληξε (ελαφρώς έστω) τις αγορές”.

Οι “αγορές” δεν εξεπλάγησαν απλά: ενθουσιάστηκαν. Τα μεγάλα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια ξεπέρασαν όλα τα ρεκόρ της τελευταίας εξαετίας, επιστρέφοντας στα επίπεδα του 2007- στα επίπεδα της προ Λήμαν Μπράδερς εποχής. Η Γουόλ Στριτ, το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, έκλεισε με άνοδο, σπάζοντας ένα ακόμα ρεκόρ. Και ο παγκόσμιος χρηματιστηριακός δείκτης (FTSE-All-World) δεν ανέκαμψε απλά στα επίπεδα του 2007, αλλά τα ξεπέρασε κιόλας.

Οι απλοί άνθρωποι όμως -οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι άνεργοι, οι φτωχοί- όμως δεν έχουν απολύτως κανένα λόγο να συμμερίζονται τη χαρά των “αγορών”. Κάθε άλλο. Αυτό που ενθουσίασε τις αγορές δεν ήταν η προοπτική της ανάπτυξης, αλλά η προοπτική ενός ακόμα κύκλου κερδοσκοπίας -χρηματοδοτημένου από το φτηνό και εύκολο χρήμα του Ντράγκι. Όπως έγραφε πριν από λίγες μέρες ο μαρξιστής οικονομολόγος Μάικλ Ρόμπερτς, “οι επενδυτές των χρηματιστηρίων (και της γης) λατρεύουν κάθε είδηση που δείχνει ότι τα επιτόκια δανεισμού πρόκειται να μειωθούν ακόμα περισσότερο, πράγμα που θα σημάνει ότι θα έχουν κάθε είδους φτηνά δάνεια στη διάθεσή τους για να επενδύσουν”.

Στην πραγματικότητα το πακέτο μέτρων που ανακοίνωσε την περασμένη βδομάδα ο Ντράγκι ούτε “ομοβροντία” αποτελεί, ούτε ριζοσπαστικό είναι. Από τα τρία βασικά μέτρα που αποφάσισε -τη μείωση των επιτοκίων, τη δημιουργία ενός ειδικού ταμείου για την ενίσχυση της χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τις τράπεζες (TLTRO) και την αγορά τιτλοποιημένων ιδιωτικών δανείων- κανένα δεν είναι νέο.

Το πρόβλημα του Ντράγκι είναι η απειλή του αποπληθωρισμού. Ο έλεγχος του πληθωρισμού είναι, από τις ευρωπαϊκές συνθήκες, η βασική αποστολή της ΕΚΤ. Ο στόχος της είναι να τον διατηρεί κάτω αλλά κοντά στο 2%. Στο πρώτο τετράμηνο του 2014 ο πληθωρισμός έτρεχε με 0.5% στην Ευρωζώνη.

Ο αποπληθωρισμός είναι επικίνδυνος για την καπιταλιστική οικονομία -πολύ πιο επικίνδυνος ακόμα και από τον υψηλό πληθωρισμό. Κανένας δεν πρόκειται να αγοράσει ένα καινούργιο αυτοκίνητο, φέτος αν ξέρει ότι του χρόνου θα μπορεί να το αγοράσει φτηνότερα. Και κανένας βιομήχανος δεν πρόκειται να χτίσει ένα νέο εργοστάσιο, αν ξέρει ότι η ίδια επένδυση θα του στοιχίσει του χρόνου μερικά εκατομμύρια λιγότερα.

Δεν μπορεί

Η κεντρική τράπεζα συνήθως αντιμετωπίζει τον υψηλό πληθωρισμό ανεβάζοντας τα επιτόκια. Τον αποπληθωρισμό, όμως, δεν μπορεί να τον ελέγξει -τραπεζικό σύστημα με αρνητικά επιτόκια δεν μπορεί να υπάρξει (θα σήμαινε ότι οι τράπεζες θα έπρεπε να πληρώνουν τόκο στους δανειολήπτες και να εισπράττουν τόκο από τους καταθέτες).

Η “ομοβροντία” του Ντράγκι είναι μια απεγνωσμένη προσπάθεια να αυξηθεί η ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί στην πραγματική οικονομία -με την ελπίδα ότι αυτή η αύξηση της ρευστότητας θα αρχίσει να παρασέρνει τις τιμές προς τα πάνω.

Πόσες πιθανότητες έχουν αυτά τα μέτρα να λειτουργήσουν; Η απάντηση είναι απλή: από ελάχιστες ως μηδενικές.

Η ΕΚΤ κατέβασε το βασικό της επιτόκιο στο 0.15% -πολύ κοντά στο μηδέν με άλλα λόγια. Το επιτόκιο, όμως, ήταν ήδη πολύ κοντά στο μηδέν -στο 0.25%. Η πραγματική είδηση δεν είναι ότι το μείωσε: η πραγματική είδηση είναι ότι η μείωση ήταν μόνο 1/10 της ποσοστιαίας μονάδας, πολύ απλά γιατί μικρότερο επιτόκιο δεν νοείται. “Η ΕΚΤ βρίσκεται τώρα στο κατώτατο δυνατό επίπεδο”, γράφει στους Φαινάνσιαλ Τάιμς ο Μύνχαου. Το όπλο των επιτοκίων, με απλά λόγια, εξαντλήθηκε.

Ο Ντράγκι ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός ειδικού ταμείου (TLTRO), το οποίο η ΕΚΤ θα προικοδοτήσει με 400 δις, για την χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Η χρηματοδότηση φυσικά δεν θα γίνει άμεσα αλλά έμμεσα μέσα από τις εμπορικές τράπεζες. Το σχέδιο αυτό δοκιμάστηκε πριν από δυο χρόνια στη Βρετανία και απέτυχε παταγωδώς. “Αυτό που έχει σημασία”, γράφει ο Ρόμπερτς, “δεν είναι η προσφορά ρευστότητας αλλά η ζήτηση. Περισσότερη ρευστότητα μέσα σε ένα περιβάλλον χαμηλής κερδοφορίας στην Ευρώπη, λιτότητας και μειούμενων εισοδημάτων είναι σαν να προσπαθείς να σπρώξεις ένα σκοινί... ”. Αυτό θυμίζει την στασιμότητα της Ιαπωνίας της δεκαετίας του 1990, γράφει ο Μύνχαου. “Οι επιχειρήσεις δεν θέλουν να δανειστούν -όσο μεγάλα και να είναι τα κίνητρα”. Ούτε οι τράπεζες, όμως, που εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες με τα παλιά κόκκινα δάνεια, έχουν καμιά διάθεση να πάρουν νέα ρίσκα, όσα και πάλι να είναι τα κίνητρα.

Όσο για το τρίτο μεγάλο μέτρο που ανακοίνωσε ο Ντράγκι - την αγορά τιτλοποιημένων ιδιωτικών χρεών, ανήκει προς το παρόν στο χώρο της φαντασίας. “Το πρόβλημα”, γράφει ο Μύνχαου, “είναι ότι αυτοί οι τίτλοι δεν υπάρχουν ακόμα... Η ΕΚΤ πρέπει να πείσει πρώτα την Κομισιόν να αλλάξει τους κανόνες. Μετά πρέπει να δημιουργήσει την αγορά και ύστερα να αρχίσει να αγοράζει. Αυτό δεν είναι ένα ρεαλιστικό εργαλείο άσκησης νομισματικής πολιτικής σήμερα...”

Πεντέμισι χρόνια μετά την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς η ευρωπαϊκή οικονομία συνεχίζει να βρίσκεται στη μέση του ωκεανού. “Στο πρώτο τετράμηνο του 2014”, γράφει ο Μάρτιν Γουλφ, “η οικονομία της Ευρωζώνης ήταν 2% μικρότερη από ότι ήταν 6 χρόνια πριν... Το παρελθόν είναι σκοτεινό και στον ορίζοντα υπάρχει μόνο μια αναιμική ανάκαμψη.”


Η Λαγκάρντ έκανε τον προγραμματισμό

Το αντικείμενο της συνάντησης του Στουρνάρα με την Κριστίν Λαγκάρντ στο Παρίσι δεν ήταν η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, όπως έτρεξαν να γράψουν οι μνημονιακές εφημερίδες. Ο Στουρνάρας δεν συναντήθηκε με την γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για να “πάρει” αλλά για να “δώσει”.

Το πραγματικό περιεχόμενο της συνάντησης ήταν “ο προγραμματισμός των δόσεων”. Όπως γράφει η Καθημερινή (μετά τις απαραίτητες σάλτσες για την αναδιάρθρωση), “η αξιολόγηση που αναμενόταν να κλείσει στο τέλος του καλοκαιριού είναι πιθανό να τραβήξει ως το τέλος του 2014 ή ακόμη ως τις αρχές του 2015, καθώς είναι σημαντικό να έχουν τελειώσει τα stress test της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Εκεί θα φανεί αν το “μαξιλάρι” των 11 δις ευρώ του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που είναι για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, θα χρησιμοποιηθεί για τις τράπεζες ή για το χρηματοδοτικό κενό που μπορεί να προκύψει. Χωρίς την αξιολόγηση δεν μπορούν να γίνουν και οι καταβολές των δόσεων συνόλου 7 δις που αναμένονται από την Ουάσιγκτον...”

Παρά τα προεκλογικά τεχνάσματα με τη “πετυχημένη έξοδο στις αγορές” η κυβέρνηση εξακολουθεί να εξαρτάται από τη “βοήθεια” της Τρόικας. Το χρέος εξακολουθεί, παρά τα δρακόντια μέτρα και τις “θυσίες του ελληνικού λαού” να μην είναι βιώσιμο. Η συνεχιζόμενη ύφεση της Ευρωζώνης κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα.

Η Κομισιόν αναθεώρησε πρόσφατα την πρόβλεψή της για τους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη μέσα στο 2014 - προς τα κάτω, μόλις στο 1%. Οι υπολογισμοί του Στουρνάρα για το χρέος, την ανάπτυξη, την κάλυψη των ελλειμμάτων, δεν “βγαίνουν” αν επιβεβαιωθούν οι νέες προβλέψεις. Και το πρόβλημα δεν είναι απλά και μόνο μακροπρόθεσμο: η κυβέρνηση έχει άμεση ανάγκη τις δόσεις για να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες υποχρεώσεις της.

Προγραμματισμός των δόσεων, όμως, σημαίνει προγραμματισμός των μέτρων. Για αυτό στην “άτυπη” συνάντηση εκτός από την Λαγκάρντ και τον Στουρνάρα συμμετείχαν και ο Πολ Τόμσεν, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ για την Ελλάδα και ο σύμβουλος του Σαμαρά Σταύρος Παπασταύρου.

Το τι ακριβώς συμφώνησαν στο Παρίσι αυτό ίσως να μην το μάθουμε με ακρίβεια ποτέ. Την Δευτέρα ο Στουρνάρας έφυγε από το υπουργείο Οικονομικών. Άφησε, όμως, πίσω του τον προγραμματισμό των μέτρων που συμφώνησε με τη Λαγκάρντ.