πολιτισμός
38 Μάρτυρες

«Για να επικρατήσει το κακό, το μόνο που χρειάζεται είναι οι καλοί να μην κάνουν τίποτα». Ακούγεται ηθικολογικό, όμως περιγράφει την αλήθεια απόλυτα στην πραγματική ιστορία της Κίτυ Γενοβέζε, μιας νεαρής γκαρσόνας που μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου στην είσοδο της πολυκατοικίας της στο Κουίνς της Ν.Υόρκης το 1964. 

\r\n
\r\n
38 γείτονες της Κίτυ πήραν είδηση το συμβάν, όμως κανείς δεν έκανε την παραμικρή ενέργεια να το εμποδίσει ή έστω να βοηθήσει τη γυναίκα, να φωναξει το 100 ή κάτι άλλο. Πολλά έχουν γραφτεί από τότε, από δακρύβρεχτα άρθρα για τον εγωισμό και την αναισθησία του σύγχρονου ανθρώπου των μεγαλουπόλεων μέχρι την εισαγωγή νέων λημμάτων στην ψυχολογία, όπως «διάχυση ευθύνης» και το φαινόμενο του «παρατηρητή/bystander». Κοινό σημείο όλων των αναλύσεων, η απόδοση ευθύνης στον «κυνικό, αδιάφορο, ανεύθυνο» ανθρωπάκο της μοντέρνας εποχής.
\r\n
 
\r\n
Το 2012, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του Ντιντιέ Ντεκουάν «Έτσι πεθαίνουν οι γυναίκες;», ο Βέλγος κινηματογραφιστής Λουκά Μπελβό γυρίζει μια ταινία πάνω στο ίδιο θέμα, μεταφερμένη στη σύγχρονη Χάβρη. 
\r\n
Η Λουίζ επιστρέφει από επαγγελματικό ταξίδι και βρίσκει τη γειτονιά της ανάστατη από την άγρια δολοφονία μιας κοπέλας στην απέναντι πολυκατοικία. Οι 38 ένοικοι, μαζί και ο αρραβωνιαστικός της, Πιέρ, «δεν είδαν ούτε άκουσαν τίποτα». Η Λουίζ εργάζεται σε ναυτιλιακή εταιρία, ο Πιέρ είναι πλοηγός μεγάλων πλοίων στο κολοσσιαίο λιμάνι της Χάβρης. Φαινομενικά τα έχουν όλα: Καλή δουλειά, ωραίο μεσοαστικό διαμέρισμα, μια «σοβαρή» σχέση. Συμπονούν το θάνατο της γυναίκας, μέχρι εδώ όλα καλά, ο φάκελος της υπόθεσης βαίνει προς το κλείσιμο. Αλλά σύντομα ο Πιερ σπάει. 
\r\n
 
\r\n
Κραυγές
\r\n
 
\r\n
Ομολογεί ότι το βράδυ του φόνου ήταν στο διαμέρισμα και ενώ άκουσε τις σπαρακτικές παρατεταμένες κραυγές του θύματος, έμεινε αδρανής σαν στήλη άλατος, χωρίς να κατανοεί το γιατί. 
\r\n
Οι τύψεις του τον οδηγούν σε ένορκη κατάθεση στους μπάτσους, θα «δώσει» τους γείτονες και θα χαλάσει την ανώδυνη σούπα που τόσο βόλευε την αστυνομία, τον εισαγγελέα και όλη την τοπική κοινωνία. Με την αρωγή ενός επιθεωρητή και μιας δημοσιογράφου, το θέμα δημοσιοποιείται και οι αρχές αναγκάζονται να ανοίξουν το φάκελο και να ζητήσουν ευθύνες από τους 38 ενοίκους-μάρτυρες. 
\r\n
 
\r\n
Τι τρέχει λοιπόν; Είμαστε όλοι αναίσθητα «ζώα» που αδιαφορούμε για τον πλησίον μας; Έχει να κάνει με την ανθρώπινη φύση; Με τον πολιτισμό; Ο Μπελβό με την ταινία του ανοίγει μια διαφορετική ερμηνεία. Παρακολουθούμε ανθρώπους που ζουν, δουλεύουν, κινούνται σε ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της Ευρώπης. Οι γερανοί και τα μηχανήματα εκφόρτωσης είναι πανταχού παρόντα, μαζί με τα hi-tech γραφεία, τα πελώρια πλοία, το καρνάγιο παραδίπλα. 
\r\n
 
\r\n
Όλοι συνδέονται μεταξύ τους μέσω της εργασίας τους στο γιγάντιο λιμάνι, αλλά δεν συνδέονται πραγματικά, μέσω κοινωνικών σχέσεων. Δεν γνωρίζει ο ένας τον άλλο, κλεισμένοι μέσα σε διαμερίσματα ή μοντέρνα αυτοκίνητα, αποστασιοποιημένοι από την ίδια την καθημερινότητα, από την καταραμένη επιταγή να τελειώσει άλλη μια μέρα και να ξεκινήσει η επόμενη χωρίς μπλεξίματα, χωρίς ταρακουνήματα και η ζωή να συνεχιστεί «ομαλά». Αλλοτρίωση είναι ο όρος που χρησιμοποίησε ο Μαρξ για το φαινόμενο και είναι επίκαιρος κι ας έχουν περάσει τόσα χρόνια. Δεν έχει να κάνει με την ανθρώπινη αθλιότητα, είναι βασικό συστατικό του καπιταλισμού, ριζωμένο στην παραγωγή και κυριαρχεί σε όλες τις σφαίρες της ζωής.
\r\n
 
\r\n
Η ταινία σε μπάζει στην προβληματική χωρίς διδακτισμό, αντίθετα είναι στενάχωρη, αργή, βασανιστική. Η υποβλητική μουσική δένει τέλεια με το μουντό καιρό και τις δαιδαλώδεις εικόνες από το λιμάνι και από τη γειτονιά των 38 ενοίκων. Απογοητεύει όσους περίμεναν ένα αστυνομικό θρίλερ όμως αποζημιώνει όλους εμάς που περιμέναμε το θεμελιώδες από την τέχνη: Να θέσει τα ερωτήματα της εποχής μας.
\r\n
 
\r\n
Δήμητρα Κυρίλλου
\r\n