Ιστορία
Γιατί να διαβάσουμε το «τι να κάνουμε;»

\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
Η εικόνα του Λένιν που έχει επικρατήσει είναι του υπερσυγκεντρωτικού και αμείλικτου ηγέτη που έδινε στην εργατική τάξη το ρόλο του παθητικού δέκτη των εντολών της «φωτισμένης ηγεσίας» ενός συνωμοτικά οργανωμένου κόμματος, μιας ελίτ εκείνων που ήξεραν την αλήθεια. Το «Τι να κάνουμε;» θεωρείται το εγχειρίδιο κι η κλασσική δήλωση αυτής της αντίληψης. Στην πραγματικότητα, αυτό το βιβλίο, που δημοσιεύτηκε στις αρχές του 1902, είναι ένα μανιφέστο της βαθιάς δημοκρατικότητας που διέτρεχε την πολιτική αντίληψη του Λένιν σε όλο το διάστημα της δράσης του, από τα πρώτα του βήματα.  
\r\n
 
\r\n
Το Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα (ΣΔΕΚΡ) είχε ιδρυθεί τυπικά το 1898, αλλά πριν καλά καλά κυκλοφορήσει την ιδρυτική του διακήρυξη, η μυστική αστυνομία του Τσάρου, η περιβόητη Οχράνα, συνέλαβε την κεντρική του ηγεσία. Το κόμμα έμεινε στα χαρτιά. Οι μαρξιστές συνέχιζαν να δρουν συσπειρωμένοι σε τοπικές οργανώσεις, οι «επιτροπές» που αναφέρει συχνά στο βιβλίο ο Λένιν. Σε τι συνίστατο η δράση τους; Σε αυτό που ο Λένιν ονομάζει «χειροτεχνισμό». Μια περίοδος έντονης δράσης, συνήθως προκηρύξεις που αναδείκνυαν τις σκληρές συνθήκες δουλειάς και τις αυθόρμητες διεκδικήσεις των εργατών σε εργοστάσια, που τις ακολουθούσαν τα χτυπήματα της μυστικής αστυνομίας, η σύλληψη της επιτροπής –ένας φαύλος κύκλος. 
\r\n
 
\r\n
Για ένα διάστημα, αυτού του τύπου η δράση ήταν μια καλοδεχούμενη αλλαγή έμφασης από την προηγούμενη φάση: των απορροφημένων στις «βαριές» θεωρητικές συζητήσεις εσωστρεφών ομάδων. Όμως, μπαίνοντας ο 20ος αιώνας, αυτή η κατάσταση γινόταν πολιτικά επικίνδυνη.
\r\n

“Οικονομισμός”

\r\n
Το βιβλίο είναι γεμάτο επιθέσεις σε ένα ρεύμα που ο Λένιν ονομάζει «οικονομισμό». Ένα κομμάτι των Ρώσων μαρξιστών θεωρούσε ότι η ενασχόληση με την οικονομική πάλη, τις οικονομικές διεκδικήσεις των εργατών, ήταν το πρωτεύον καθήκον. Αν θέλουμε να αποκτήσουμε ρίζες στους «πραγματικούς» εργάτες και το κίνημά τους, πρέπει να τους μιλάμε στο επίπεδό τους. Το κίνημα θα αναπτυχθεί «αυθόρμητα» προς τη σωστή κατεύθυνση. 
\r\n
 
\r\n
Για τον Λένιν αυτή η αντιμετώπιση ήταν απαράδεκτη. Ουσιαστικά σήμαινε την εγκατάλειψη της πολιτικής πάλης για την ανατροπή της τσαρικής απολυταρχίας, για τη δημοκρατία, για το μοίρασμα της γης στους αγρότες, στα χέρια της λεγόμενης φιλελεύθερης αστικής τάξης. Μιας τάξης που ήταν δεμένη με χίλια νήματα με το καθεστώς του Τσάρου, που δεν μπορούσε ούτε ήθελε να αναλάβει τέτοια καθήκοντα. 
\r\n
 
\r\n
Αντίθετα, για τον Λένιν η εργατική τάξη μπορούσε και έπρεπε να ηγηθεί αυτού του αγώνα ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την ανατροπή του ίδιου του καπιταλισμού στο μέλλον. Το 1902 ήταν η χρονιά που ξέσπασαν μεγάλες απεργίες στο Μπακού και σε άλλες περιοχές, έγιναν μεγάλες φοιτητικές διαδηλώσεις ενάντια σε καταπιεστικά μέτρα. Το κίνημα διατύπωνε αυθόρμητα πολιτικά αιτήματα. Το ζήτημα ήταν αν οι σοσιαλδημοκράτες θα ανταποκρίνονταν, αν θα κατόρθωναν να εξασφαλίσουν την συνεπή κατεύθυνση της συνολικής σύγκρουσης με τον τσαρισμό. Από δω πηγάζει η αίσθηση του επείγοντος, που αποτυπώνεται και στο τίτλο του βιβλίου: «τα φλέγοντα ζητήματα του κινήματός μας».
\r\n
 
\r\n
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, ωστόσο, ο Λένιν ξεκινάει την επίθεσή του κατηγορώντας τους οικονομιστές ότι αποτελούν τη ρωσική εκδοχή των ιδεών του Μπερνστάιν στη γερμανική σοσιαλδημοκρατία. Ο Μπερνστάιν, παλιός σύντροφος του Μαρξ και του Ένγκελς, υποστήριζε ότι ο καπιταλισμός έχει αλλάξει, και μπορεί να μεταρρυθμιστεί σταδιακά μέχρι η κοινωνία να γίνει σοσιαλιστική, από μια σοσιαλιστική πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Αυτός είχε πει ότι «το κίνημα είναι το παν, ο τελικός στόχος τίποτα» -η σοσιαλιστική επανάσταση δηλαδή. 
\r\n
 
\r\n
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να γίνει κατανοητή η πιο γνωστή –και παρεξηγημένη- φράση του βιβλίου: η ταξική συνείδηση, γράφει ο Λένιν, δηλαδή η συνείδηση της ιστορικής αποστολής του προλεταριάτου, έρχεται «απέξω», δεν αναπτύσσεται αυθόρμητα. Ο Λένιν δεν εννοεί ότι οι εργάτες χρειάζονται τους διανοούμενους να τους παίρνουν από το χέρι. Επισημαίνει το γεγονός ότι οι ιδέες που κυριαρχούν στην κοινωνία είναι οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης κι ότι χρειάζεται συνειδητή προσπάθεια για να καταπολεμηθούν και να καταρριφθούν.
\r\n
 
\r\n
Μερικά από τα ωραιότερα αποσπάσματα του βιβλίου είναι γραμμένα με αυτό τον σκοπό –αποσπάσματα που αναδίδουν την αφοσίωση του Λένιν στην υπόθεση της απελευθέρωσης όλης της κοινωνίας. Ο σοσιαλδημοκράτης, γράφει, δεν πρέπει να έχει πρότυπό του τον «τρεϊντγιουνιονιστή ηγέτη» (το στέλεχος του συνδικάτου) αλλά να είναι το «βήμα του λαού» αυτός που κάνει δικιά του την υπόθεση κάθε καταπιεσμένου κομματιού της κοινωνίας. 
\r\n
 
\r\n
Η εργατική τάξη δεν μπορεί να αποκτήσει ποτέ συνείδηση του ιστορικού προορισμού της, να απελευθερώσει τον εαυτό της από τα δεσμά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, αν δεν μάθει να παλεύει ενάντια σε κάθε εκδήλωση αδικίας, κάθε διάκριση, κάθε μορφή καταπίεσης. Είτε πρόκειται για τον αντισημιτισμό (την κύρια μορφή ρατσισμού στην Τσαρική Ρωσία) και το διωγμό θρησκευτικών μειονοτήτων, είτε για το ξυλοδαρμό φοιτητών, ή για τη λογοκρισία του Τύπου. Πόσο επίκαιρα είναι αυτά τα λόγια σήμερα! 
\r\n

“Σκαλωσιά”

\r\n
Η επαναστατική εφημερίδα παίζει κεντρικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια. Ο Λένιν δεν έγραφε σαν μοναχικός διανοούμενος. Ήταν βασικό στέλεχος της Ίσκρα, (Σπίθα) μιας οργάνωσης που εξέδιδε την ομώνυμη παράνομη εφημερίδα, και που είχε σκοπό να ενώσει όλες τις διάσπαρτες ομάδες σε ένα συγκροτημένο κόμμα. Η ραχοκοκαλιά, η «σκαλωσιά» σύμφωνα με την παρομοίωση του Λένιν, αυτού του κόμματος θα ήταν η συστηματική έκδοση μιας τέτοιας εφημερίδας που οι επαναστάτες θα τη διακινούσαν χέρι με χέρι σε όλη την Ρωσία. 
\r\n
 
\r\n
Για να γίνει κάτι τέτοιο κατορθωτό, υποστήριζε, χρειαζόταν η ρήξη με τις παλιές συνήθειες, και η συγκρότηση ενός δικτύου «επαγγελματιών επαναστατών» που μια από τις βασικές αποστολές τους θα ήταν να εξασφαλίζουν την έκδοση και κυκλοφορία της εφημερίδας. «Επαγγελματίας» σημαίνει αυτό που λέμε σήμερα «είναι καλός σε αυτό που κάνει» και στην συγκεκριμένη περίπτωση, καλός σήμαινε να μην πιάνεται από τους μπάτσους και τους χαφιέδες. 
\r\n
 
\r\n
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, χιλιάδες εργάτες θα εκπαιδεύονταν στην πράξη ώστε να μπορούν να γίνουν ηγέτες, ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά, σε κάθε αγώνα που θα ξεσπούσε, να ανταποκρίνονται στις απότομες στροφές της ταξικής πάλης χωρίς να έχουν ανάγκη για τις λεπτομερείς οδηγίες ενός απόμακρου «κέντρου». Το όραμά του δεν ήταν ελιτίστικο. Δεν έχτιζε ούτε κάστρο, ούτε μοναστήρι. Έχτιζε ένα επαναστατικό κόμμα, κομμάτι της τάξης και των αγώνων της. 
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
\r\n