Πολιτισμός
400 χρόνια Σαίξπηρ

Σε ποιον ανήκει ο Σαίξπηρ;
 
Φέτος κλείνουν 400 χρόνια από το θάνατο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Στα περισσότερα αφιερώματα παρουσιάζεται σαν μία μεγαλοφυΐα που ξεπέρασε την εποχή και τον τόπο καταγωγής του. Αναφέρονται τα ιδιαίτερα αισθητικά χαρακτηριστικά του έργου του όπως η γλώσσα, τα τεχνάσματα του λόγου, οι ιδιαιτερότητές του. Συχνά φαντάζει τόσο δυσνόητος ώστε το ευρύ κοινό αδυνατεί να παρακολουθήσει. Περιορίζεται έτσι μόνο  στην ελίτ, τους μορφωμένους, τελικά τους μυημένους στο θέατρο. Αυτή η εικόνα καλλιεργείται συστηματικά (αν και σιωπηλά) από τα μέσα και τους θεσμούς που σχετίζονται με την τέχνη, θέατρα, παραγωγούς, φεστιβάλ.
 
Πότε έζησε ο Σαίξπηρ;  
Για τη ζωή του λίγα πράγματα είναι γνωστά και αφορούν κυρίως επίσημες ημερομηνίες από δημόσια έγγραφα. Γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1564. Προερχόταν από μεσαία οικογένεια και φαίνεται ότι αποφοίτησε από το σχολείο της πόλης του έχοντας αποκτήσει ικανοποιητικό επίπεδο μόρφωσης. Βρέθηκε από νωρίς στο Λονδίνο όπου άρχισε να ασχολείται με το θέατρο, δουλεύοντας σαν ηθοποιός και στη συνέχεια σαν θεατρικός συγγραφέας. Πέρα από τα ποιήματά του, σώζονται 36 θεατρικά έργα του. Έγραψε κωμωδίες, ιστορικά δράματα και φυσικά δραματικά έργα. Ήταν μέλος του θιάσου King’s Men. Πέθανε το 1616.
 
Απέναντι σε μια ιδεαλιστική αντίληψη της ιδιοφυΐας, θα πρέπει κανείς να θυμάται και να θυμίζει πως ο Σαίξπηρ δεν αποτελούσε μοναχική περίπτωση. Μέσα σε διάστημα 50 χρόνων, από το 1590 και μετά, υπολογίζεται ότι παράχθηκαν στην Αγγλία περίπου 2000 θεατρικά έργα. Η κοινή συγγραφή μέρους των έργων θεωρείται ότι αποτελούσε συνήθη πρακτική εκείνη την περίοδο. Ως μέλος και μέτοχος του θιάσου King’s Men, ο Σαίξπηρ συμμετείχε στη δημιουργία του θεάτρου Globe στις όχθες του Τάμεση. Το Globe ανήκε στα δημόσια θέατρα που απευθύνονταν στο ευρύ κοινό (σε αυτή την ανάγκη ανταποκρινόταν η ανοιχτή δομή τους σαν αρένα), σε αντίθεση  με τα ιδιωτικά θέατρα για τους αριστοκράτες, που αντιστοιχούσαν σε κλειστές κατασκευές. 
 
Ποιο είναι το ιστορικό υπόβαθρο αυτού του καλλιτεχνικού ξεσπάσματος; 
Λίγα μόλις χρόνια από την ανακάλυψη της Αμερικής, στις αρχές του 16ου αιώνα, το χρυσάφι αρχίζει να ρέει στις αναπτυσσόμενες πόλεις της Βόρειας Ευρώπης. Τα πλοία που μεταφέρουν σκλάβους στον Νέο Κόσμο επιστρέφουν με αγαθά και μπαχαρικά που τροφοδοτούν το εμπόριο. Στα αγγλικά λιμάνια αναζητούνται χρηματοδότες για τα πλοία που ετοιμάζονται να σαλπάρουν. Στο Λονδίνο κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες τράπεζες. Μια νέα τάξη εμπόρων γεννιέται. Ο αναδυόμενος καπιταλισμός βρίσκει στον αγγλικό θρόνο την Ελισάβετ, κόρη του αμφιλεγόμενου Ερρίκου του 8ου. Ο Σαίξπηρ γράφει ακριβώς αυτήν την περίοδο, των συνταρακτικών αλλαγών. Την περίοδο που ο φεουδαρχικός κόσμος του κληρονομικού πλούτου και των τίτλων ευγενείας συγκρούεται και χάνει από την ανερχόμενη αστική τάξη που φέρνει μαζί της τις νέες ιδέες για την ατομικότητα και την ελεύθερη βούληση. 
 
Ο τρόπος που ο Σαίξπηρ ζωντανεύει αυτές τις συγκρούσεις στους ήρωές του είναι εντυπωσιακός. Ο Έντμοντ, ο νόθος γιος ενός ευγενούς στο Βασιλιά Ληρ αναρωτιέται γιατί δεν μπορεί να αλλάξει τη ζωή του βασιζόμενος στην εξυπνάδα του και όχι στους κληρονομικούς τίτλους που δεν έχει. Δεν πιστεύει εξάλλου στα άστρα και κοροϊδεύει τις προκαταλήψεις των ευγενών. Στον Έμπορο της Βενετίας ο Μπασάνιο αποφασίζει να διεκδικήσει την αγαπημένη του ποντάροντας ότι θα βγάλει χρήματα μέσω των πλοίων του φίλου του Αντόνιο, ενάντια στους πλούσιους ευγενείς που επίσης την διεκδικούν. Στον  Τίμονα τον Αθηναίο, στο περιβόητο απόσπασμα που αναφέρει ο Μαρξ στα «Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα», ο ήρωας κραυγάζει ειρωνικά: “Χρυσάφι! Κίτρινο, ακριβό... τόσο απ’ αυτό κάνει το μαύρο άσπρο, το άσχημο ωραίο, το άδικο δίκιο, το χυδαίο ευγενικό…ευλογεί καταραμένους, κάνει λατρευτή τη λέπρα, δίνει στους κλέφτες θέση πλάι στους γερουσιαστές…” (μετάφραση Βασίλη Ρώτα). Και γράφει ο Μαρξ: “Ο Σαίξπηρ μας δίνει μια λαμπρή εικόνα της φύσης του χρήματος… Αυτό που υπάρχει για μένα μέσα από το σύνδεσμο του χρήματος, αυτό που μπορεί να πληρώσει το χρήμα, αυτό ακριβώς είμαι εγώ. Οι ιδιότητες του χρήματος είναι δικές μου, εμένα του κατόχου. Ιδιότητες, και ουσιαστικές δυνάμεις”. Στην αρχική σκηνή του Κοριολανού βρισκόμαστε σε μια πλατεία της Ρώμης όπου πληβείοι σχεδιάζουν να εξεγερθούν παρά να πεθάνουν της πείνας. Ένας απ’ αυτούς σχολιάζει εύστοχα: «… μόνο η υπεραξία (superfluity) που κερδίζουν οι ευγενείς θα αρκούσε να καταλαγιάσουμε την πείνα μας,… η φτώχεια μας είναι ο τρόπος να μετρούν τον πλούτο τους…». Έρχεται όμως ένας πατρίκιος να τους εξευμενίσει λέγοντάς τους πως είναι οι θεοί και όχι οι πατρίκιοι που διανέμουν τον πλούτο.
 
Όσο λανθασμένη είναι μια ιδεαλιστική αφηρημένη προσέγγιση του δημιουργού, στην προκειμένη περίπτωση του Σαίξπηρ, τόσο προβληματικό θα ήταν να εκτιμάται το έργο του μόνο ως αντανάκλαση της εποχής του, μόνο στο μέτρο που αναλύεται κοινωνιολογικά. 
 
Ανατρεπτικές ιδέες
 
Ας επιστρέψουμε στο αρχικό ερώτημα. Γίνεται κριτική στον Σαίξπηρ πως ουσιαστικά δεν ήταν παρά ένας συντηρητικός. Εξάλλου σε όλα σχεδόν τα προηγούμενα παραδείγματα οι ήρωες-φορείς των νέων ή ανατρεπτικών ιδεών παρουσιάζονται είτε σαν άπληστοι είτε σαν απατεώνες ή καταστρέφονται. Σπανίως δικαιώνονται. Ένα μεγάλο μέρος της κριτικής απέναντι στον Σαίξπηρ επικεντρωνόταν και επικεντρώνεται στην αντίληψη ότι αποτέλεσε την ενσάρκωση των κυρίαρχων ιδεολογικών αντιλήψεων της Ελισαβετιανής εποχής.
 
Ακόμα περισσότερο έχει κατηγορηθεί για την αναπαραγωγή των στερεοτύπων που υπήρχαν χωρίς καμία αμφισβήτηση. Δύο χαρακτήρες του ιδιαίτερα συγκεντρώνουν τα πυρά. Ο πρώτος είναι ο ίδιος ο έμπορος της Βενετίας, ο Σάυλοκ, ένας κακεντρεχής, ύπουλος Εβραίος τοκογλύφος. Ο δεύτερος είναι ο Κάλιμπαν, ο πονηρός ιθαγενής-δούλος ενός εκθρονισμένου δούκα, του Πρόσπερο, που βρήκε καταφύγιο στο νησί του πρώτου. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για αντισημιτισμό, στη δεύτερη για εμφανή ρατσισμό απέναντι στους ιθαγενείς των αποικιών (την περίοδο εκείνη έχει ήδη αρχίσει η αγγλική αποικιοποίηση στην Αμερική). 
 
Ας τους ακούσουμε όμως: (Ο Σάυλοκ): «Είμαι Εβραίος. Δεν έχουν οι Εβραίοι χέρια, όργανα, διαστάσεις, αισθήσεις, αισθήματα, πάθη;… δεν ζεσταινόμαστε και παγώνουμε από το ίδιο καλοκαίρι και χειμώνα όπως οι Χριστιανοί; Αν μας γρατζουνήσεις δεν ματώνουμε; Αν μας γαργαλήσεις δεν γελάμε; Αν μας δηλητηριάσεις δεν πεθαίνουμε;». (Και ο Κάλιμπαν):  «Τούτο το νησί είναι δικό μου· το’χω από την Συκόρακα τη μητέρα μου, και συ μου το παίρνεις. Ότι πρωτώρθες, μ' εχάιδεψες και με στοχάσθηκες πολύ· … και τότε εγώ σ' αγάπησα, και σου εφανέρωσα όλα τα ιδιώματα του νησιού… Τα μάγια όλα της Συκόρακας, ζάμπες, κανδηλοσβύστες,νυκτερίδες, απάνου σας να πέσουν! γιατί απ' όσους έχετε υπηκόους εγώ είμαι, που πρώτα ήμουν του εαυτού μου βασιλέας· και σεις με κλείτε γουρούνι μέσα σε τούτον τον άγριο βράχο, και μου κρατείτε το επίλοιπο νησί» (μετάφραση Ιάκωβου Πολυλά).  
 
Θα ήταν μάλλον άστοχο αν όχι άδικο να κρίνουμε τον Σαίξπηρ στη βάση σύγχρονων πολιτικών αντιπαραθέσεων και αξιών. Οι κυρίαρχες ιδέες της εποχής του ήταν πολύ διαφορετικές από τις σημερινές. Αναλύσεις που αναπτύχθηκαν τη δεκαετία του ’70 στάθηκαν στο γεγονός ότι τα ίδια τα σαιξπηρικά έργα είναι περισσότερο αντιφατικά και λιγότερο συμπαγή σε σχέση με την κυρίαρχη ιδεολογία απ’ ό,τι καταρχήν εμφανίζονται. Τα έργα, ανεξάρτητα ακόμα από τη συνείδηση του συγγραφέα, βρίθουν από αμφιθυμίες, σιωπές, κενά που υπονομεύουν σιωπηλά τα λεγόμενα των ηρώων. Αυτές οι συγκρούσεις, οι αντιμαχόμενες φωνές και πλευρές, τόσο ηχηρά παρούσες σε όλο το έργο του Σαίξπηρ είναι το πιο δυνατό διαλεκτικό του στοιχείο. 
 
Ο Σαίξπηρ χρησιμοποιεί πράγματι τα στερεότυπα της εποχής του. Όμως, δεν στερεί ποτέ το λόγο στην άρνησή τους. Παρά το ότι ακολουθεί τις συμβάσεις της εποχής του, τους δίνει φωνή, και μάλιστα ολοζώντανη και επιτακτική. Τελικά αναιρεί αυτές τις ίδιες συρρικνωμένες καρικατούρες που αποτελούν τα στερεότυπα. Από αυτήν την άποψη ο Σαίξπηρ είναι πάντα δικός μας. 
Σύλβια Φεσσά 
 
Για περισσότερα στοιχεία, βλ. το άρθρο του Gareth Jenkins, Shakespeare belongs to us, International Socialism, Issue 150, και το βιβλίο William Shakespeare in his times, for our times, του Michael Rosen, εκδόσεις Redwords.