Ιστορία
1848, 1917, 1968... H Aριστερά ξαναγεννιέται σε κάθε έφοδο του κινήματος

Το τελευταίο καταφύγιο του Καραμανλή και των υπουργών του καθώς στριμώχνονται από την πίεση του κινήματος είναι η “απειλή” ότι θα πάνε σε εκλογές. Προβάλλουν τις εκλογές σαν απειλή, εκτιμώντας πως παρότι το κίνημα ενάντια στη Νέα Δημοκρατία είναι πλειοψηφικό μέσα στους εργατικούς χώρους, τα Πανεπιστήμια και τους δρόμους, σε πολιτικό επίπεδο δεν υπάρχει αντίστοιχη εικόνα. 

Μπορεί η Αριστερά να βγαίνει “πρώτη δύναμη” στις συνελεύσεις, όμως πολιτικά δεν έχει καταφέρει να ξεπεράσει τα συνηθισμένα της όρια. Δεν πρέπει να μας φοβίζει αυτή η αντίφαση. Πάντα όταν ξεσπάει ένα κίνημα, υπάρχει μια “παλιά” Αριστερά, κόμματα και οργανώσεις που έχουν μείνει απομεινάρια ενός προηγούμενου κινήματος, που δυσκολεύονται να εκφράσουν το νέο. Ομως τα δυνατά κινήματα ανέδειξαν δικές τους οργανώσεις και δικά τους κόμματα που αντιπαρατέθηκαν όχι μόνο με το σύστημα αλλά και με το συντηρητισμό της παλιάς Αριστεράς.

Αυτή τη διαδικασία γέννησης μιας νέας Αριστεράς μπορεί να τη δει κανείς σε τρία μεγάλα κύματα: στις επαναστάσεις του 1848, στα χρόνια μετά τη Pώσικη Επανάσταση του 1917 και στον μεγάλο κύκλο εξεγέρσεων και επαναστάσεων του 1968.

Το 1848 ο Μαρξ και ο Ενγκελς έγραψαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Η συνηθισμένη περιγραφή μας μιλάει για το σοφό κεφάλι του Μαρξ που ίδρυσε την “Κομμουνιστική ιδεολογία”. Η πραγματικότητα είναι ότι το Κομμουνιστικό Μανιφέστο ήταν το Μανιφέστο της νέας Αριστεράς της εποχής. Οι ιδέες δεν βγήκαν από την πένα του Μαρξ, αλλά από τις εμπειρίες των εργατών που πάλευαν σε διάφορα σημεία της Ευρώπης.

Η “παλιά” Αριστερά της εποχής είχε βγει από τη γαλλική επανάσταση. Η ίδια η προέλευση της λέξης “Αριστερά” έχει να κάνει με τη θέση που πήραν οι πιο ριζοσπάστες αστοί στα έδρανα των Εθνοσυνελεύσεων του 1789. Μια σειρά από διανοούμενους οραματίζονταν μισό αιώνα μετά, να ολοκληρώσουν τις κατακτήσεις του 1789: να φτιάξουν έναν κόσμο με ελευθερία, ισότητα και αδελφοσύνη. Τα οράματα των Ουτοπικών, μιας μερίδας από αυτούς, όμως, παρέμεναν στο μυαλό τους ή το πολύ πολύ γράφονταν στο χαρτί. Μια άλλη μερίδα, άνθρωποι περισσότερο της πράξης, όπως ο Μπλανκί και οι οπαδοί του, οργανώνονταν σε μικρές συνωμοτικές ομάδες, ψάχνοντας το καλύτερο σχέδιο για να ανατρέψουν το σύστημα, για “λογαριασμό” των πολλών.

Και οι δυο ομάδες δεν έβλεπαν πόσο είχε αλλάξει ο κόσμος από το 1789. Η πιο σημαντική διαφορά ήταν ότι είχε διαμορφωθεί σε ορισμένα σημεία της Ευρώπης μια μεγάλη και συγκεντρωμένη εργατική τάξη που ήδη είχε αρχίσει να δίνει τους δικούς της αγώνες. Στην Αγγλία, το κίνημα των Χαρτιστών, ένα κίνημα εργατών που διεκδικούσαν το δικαίωμα στην καθολική ψηφοφορία, ξεκινώντας από το 1837 είχε μαζικοποιηθεί και οργάνωσε την πρώτη γενική απεργία της ιστορίας το 1842. Στη Λυών της Γαλλίας, οι εργάτες και οι εργάτριες στη μεταξουργία, είχαν προχωρήσει στις πρώτες μορφές συνδικαλισμού και δύο φορές, στα 1831 και 1834 εξεγέρθηκαν ενάντια στις άθλιες συνθήκες εργασίας. Το 1831 χρειάστηκαν 20.000 στρατιώτες και 150 κανόνια για να τους αντιμετωπίσουν.

Αυτό που προσπάθησαν να κάνουν ο Μαρξ και ο Ενγκελς ήταν να φωνάξουν στην παλιά αριστερά: “Ξεχάστε τις συνωμοσίες των μειοψηφιών και τις ουτοπίες. Οι αγώνες της εργατικής τάξης είναι η δύναμη που θα αλλάξει τον κόσμο”. Η νέα Αριστερά έβλεπε τον εαυτό της σαν κομμάτι του εργατικού κινήματος και ως καθήκον της όχι να δασκαλέψει τους εργάτες αλλά να οργανώσει τα συμπεράσματα από τις ίδιες τους τις μάχες. 

Πράξη

Δεν είχε προλάβει να στεγνώσει το μελάνι του Κομμουνιστικού Μανιφέστου όταν ξέσπασαν οι δημοκρατικές επαναστάσεις του 1848 ενάντια στα απολυταρχικά καθεστώτα. Πάλι η πράξη έγινε ο οδηγός για την αριστερά. Οι νέες επαναστατικές οργανώσεις και εφημερίδες που είχαν μόλις συσπειρωθεί, έβγαλαν νέα συμπεράσματα από τις μάχες, τις νίκες και κυρίως της ήττες του 1848. Το πιο σημαντικό συμπέρασμα απ’ όλα ήταν ότι η λεγόμενη “δημοκρατική” πτέρυγα της αστικής τάξης ήταν τελείως ανίκανη να τα βάλει με τους βασιλιάδες. Οι εργάτες έπρεπε να οργανωθούν τελείως ανεξάρτητα από τους αστούς και να παλέψουν ταυτόχρονα και για δημοκρατία και για το σοσιαλισμό.

Πολλά κόμματα δημιουργήθηκαν και μεγάλωσαν πάνω στα συμπεράσματα του 1848. Προσπάθησαν να συντονιστούν στην Πρώτη Διεθνή το 1864 και δύο δεκαετίες αργότερα στη Δεύτερη Διεθνή. Με εξαίρεση όμως την Παρισινή Κομμούνα το 1871, δεν υπήρξε στην Ευρώπη άλλος κύκλος επαναστάσεων για πολλά χρόνια. Ετσι, όταν ξέσπασε η μεγαλύτερη κρίση του συστήματος, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914, τα κόμματα αυτά φάνηκαν τελείως ανεπαρκή. Η παλιά Αριστερά δεν ήταν μόνο ανίκανη, σε κάποιες περιπτώσεις προχώρησε σε ανοιχτή προδοσία. Το καμάρι της Δεύτερης Διεθνούς, το μεγαλύτερο εργατικό κόμμα της εποχής, το SPD αντί να καταγγείλει τον πόλεμο και να παλέψει ενάντιά του, υποτάχθηκε στον “πατριωτισμό” και αποκάλεσε τον πόλεμο δίκαιο.

Μια τέτοια τεράστια προδοσία δεν ήταν απλή υπόθεση. Κάποιοι επαναστάτες έπαθαν νευρικό κλονισμό. Ο Λένιν για κάποιες μέρες νόμιζε πως η αστυνομία είχε ελέγξει τις εφημερίδες της γερμανικής αριστεράς και έγραφε ψέματα. Οταν πλέον συνειδητοποίησε την πικρή αλήθεια έγραψε: “Η Δεύτερη Διεθνής πέθανε. Ζήτω η Τρίτη Διεθνής”. Ομως άλλο να το εύχεσαι και άλλο να γίνεται. Οταν το 1916 οι σοσιαλιστές που ήθελαν να κοντράρουν τον πόλεμο συγεντρώθηκαν στο Τσίμερβαλντ της Ελβετίας, χωρούσαν όπως έλεγαν αυτοσαρκαστικά “μέσα σε τέσσερεις άμαξες”. Σίγουρα η προσπάθεια να χτιστεί μια νέα, αντιιμπεριαλιστική αριστερά δεν ξεκινούσε με τις καλύτερες προϋποθέσεις.

Και πάλι όμως, τη λύση δεν την έδωσε κάποιο σοφό μυαλό, αλλά το κίνημα. Οι εργάτες της Πετρούπολης εξεγέρθηκαν το Φλεβάρη του 1917 ενάντια στον πόλεμο, τη φτώχεια και την τσαρική απολυταρχία. Οι στρατιώτες, φτωχοί αγρότες στην πλειοψηφία τους, εγκατέλειπαν μαζικά το μέτωπο. Ο τσαρος έπεσε μέσα σε λίγες μέρες και η Ρωσία μπήκε σε μια τροχιά επανάστασης, όπου το ποια Αριστερά θα επικρατήσει κρίθηκε μέσα στις μαζικές διαδικασίες των απεργιών και των συμβουλίων που οργανώνονταν σε όλη τη χώρα. Οι μπολσεβίκοι όχι μόνο δεν πήραν την πρωτοβουλία για να ξεκινήσει η επανάσταση αλλά ούτε καν κατάλαβαν ότι ξεκινούσε. Κατάφεραν όμως να γίνουν η φωνή των χιλιάδων εργατών, αγροτών και στρατιωτών που ήθελαν “ψωμί και ειρήνη”. Αλλαξαν οι ίδιοι για να γίνουν η νέα αριστερά που χρειαζόταν το κίνημα. Οι μενσεβίκοι, το κόμμα της αριστεράς με τις παλιές ιδέες που πίστευε πως “οι συνθήκες δεν είναι ακόμη ώριμες” για σοσιαλιστική επανάσταση, έχασαν το μπρα-ντε-φερ από το Φλεβάρη μέχρι τον Οκτώβρη του 1917.

Το παράδειγμα των Ρώσων εργατών ακολούθησαν οι εργάτες και σε άλλες χώρες, στη Γερμανία, τη Φινλανδία, την Ουγγαρία. Λίγο αργότερα η επανάσταση έφτασε στην Ιταλία. Παντού εμφανίστηκαν νέα επαναστατικά κόμματα, είτε ως διασπάσεις της παλιάς αριστεράς, είτε ως καινούργιες πρωτοβουλίες. Οι εργάτες που εμπνέονταν από τη ρώσικη επανάσταση έφτιαξαν μια πραγματικά “νέα αριστερά” ακόμα και σε χώρες που δεν είχε ξαναϋπάρξει καμιά Αριστερά, στην Ασία και τη Μέση Ανατολή. Οι μπολσεβίκοι οργάνωσαν την Τρίτη Διεθνή για να συντονίσουν αυτή την προσπάθεια που ξεκινούσε αυθόρμητα σε όλο τον κόσμο. Σε λίγα χρόνια Κομμουνιστικά Κόμματα υπήρχαν σχεδόν παντού.

Η ρώσικη επανάσταση ήταν ο οδηγός για όλα αυτά τα κόμματα. Ηταν όμως ένας οδηγός που έχασε το δρόμο του και ηττήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ‘30, όταν το σταλινικό καθεστώς διέλυσε όλες τις κατακτήσεις της επανάστασης. Η σκιά της ήττας έπεσε βαριά πάνω στη νέα αριστερά που είχε δημιουργηθεί σε όλο τον κόσμο. Οπου δεν διαλύθηκε εντελώς, αποδιοργανώθηκε ιδεολογικά και πολιτικά. Τα κομμουνιστικά κόμματα από επαναστατικά έγιναν ρεφορμιστικά.

Το νήμα της επανάστασης το ξαναέπιασε η εργατική τάξη στο Μάη του ‘68. Τα χρυσά χρόνια του καπιταλισμού μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έφταναν στο τέλος τους. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 ξαναοργανώθηκαν σημαντικές απεργίες στην Ιταλία, τη Γαλλία και την Ισπανία. Στην Ελλάδα ένα νέο κίνημα εμφανίστηκε μετά από δύο δεκαετίες δεξιάς τρομοκρατίας. Ο πόλεμος του Βιετνάμ ριζοσπαστικοποιούσε τη νεολαία σε όλο τον κόσμο. Στις ΗΠΑ το κίνημα για τα δικαιώματα των μαύρων συνδέθηκε με το αντιπολεμικό κίνημα. Ο Μάης στη Γαλλία έγινε σύμβολο για μια νέα περίοδο εξέγερσης, μιας εξέγερσης που ξεκινούσε από τους φοιτητές αλλά έγινε αφορμή για να εκφραστεί η συσσωρευμένη οργή και στους εργατικούς χώρους. Στην Ιταλία οι εργατικοί αγώνες θα φτάσουν στο πιο προχωρημένο σημείο, με μαζικές απεργίες και καταλήψεις εργοστασίων. Σε όλες τις χώρες, τα σταλινικά Κομμουνιστικά Κόμματα και η Σοσιαλδημοκρατία αντιμετωπίζουν εχθρικά την έκρηξη εργατών και φοιτητών.

Με διαφορετικό τρόπο σε κάθε χώρα, δημιουργήθηκε μια νέα αριστερά. Στην Ιταλία οι ίδιες οι συνελεύσεις των κατειλημμένων εργοστασίων θα ιδρύσουν νέες επαναστατικές οργανώσεις. Στη Γαλλία οι μικρές τροτσκιστικές ομάδες που ως τότε ήταν οι “παππούδες” της Αριστεράς έγιναν πόλος έλξης για χιλιάδες φοιτητές. Στην Αμερική επαναστατικές οργανώσεις χτίστηκαν μέσα στα Πανεπιστήμια αλλά και στις εργατογειτονιές. Παντού, η μάχη για τους νέους ακτιβιστές ήταν να ξεθάψουν την πραγματική επαναστατική παράδοση από τη σκόνη του σταλινισμού και της σοσιαλδημοκρατίας για να εξοπλίσουν το νέο κίνημα, έχοντας απέναντι μια “παλιά” Αριστερά που καλούσε σε “αυτοσυγκράτηση”.

Πολυτεχνείο

Στην Ελλάδα η νέα Αριστερά έκανε την εμφάνισή της μέσα στις πιο δύσκολες συνθήκες, στη χούντα. Τα δύο ΚΚΕ που υπήρχαν τότε, απογοήτευμενα και αποπροσανατολισμένα έλπιζαν μόνο σε ένα σενάριο “δημοκρατικής” μετάβασης με τη θέληση της Χούντας. Η κατάληψη της Νομικής και η εξέγερση του Πολυτεχνείου τσάκισαν αυτά τα σενάρια που όντως προετοίμαζε η χούντα και διέψευσαν την αριστερά της ηττοπάθειας. Το ΚΚΕ έφτασε να αποκαλέσει τους πρώτους καταληψίες του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του ‘73, προβοκάτορες. Η επαναστατική αριστερά άνοιξε το δρόμο για την κατάρρευση της Χούντας και συνέχισε να δίνει το στίγμα της στους αγώνες της Μεταπολίτευσης.

Η στιγμή για μια νέα Αριστερά έχει ξαναφτάσει σε όλη την Ευρώπη και αυτό δεν είναι ευχολόγιο. Είναι μια απαίτηση του νέου κινήματος που καταγράφεται ακόμη και εκλογικά. Οι επιτυχίες του Respect στην Αγγλία, των τροτσκιστικών οργανώσεων στη Γαλλία, του Μπλόκου στην Πορτογαλία, του Αριστερού Κόμματος στη Γερμανία, του Σοσιαλιστικού Κόμματος στην Ολλανδία δείχνουν τη δυναμική. Παραμένουν ανοιχτά δύο ζητήματα: πώς από τη μία αυτή η δυναμική θα ξεπεράσει το εκλογικό επίπεδο και θα γίνει πραγματική οργανωτική δύναμη της νέας αριστεράς μέσα στους εργατικούς χώρους. Και από την άλλη πώς αυτή η νέα αριστερά θα είναι νέα στην ουσία και όχι μόνο στο όνομα. Η απάντηση όπως δείχνει η ιστορική εμπειρία δεν θα δοθεί μόνο θεωρητικά αλλά και στην πράξη. Θα τη δώσουν οι αγωνιστές του νέου κινήματος που θα αναλάβουν το καθήκον να χτίσουν την αριστερά που τους αξίζει. Τα μέλη του ΣΕΚ το καθήκον αυτό το έχουν ήδη αναλάβει.