Συνεντεύξεις
Συνέντευξη με τον Eρρίκο Λίτση: Mπορεί να είμαστε “Mε την ψυχή στο στόμα” αλλά δεν το βάζουμε κάτω

Η νέα ταινία του Γιάννη Οικονομίδη: “Με την ψυχή στο στόμα” βγαίνει επιτέλους στους κινηματογράφους.

Η ταινία όντως επιτέλους βγαίνει στην αίθουσα. Αυτό το “επιτέλους” σηματοδοτεί ότι περάσαμε -και ιδιαίτερα ο Οικονομίδης που είναι ο αμεσος δημιουργός- μεγάλη περιπέτεια ώσπου να βρει το δίαυλο για να φτάσει στο κοινό. Τώρα, μετά τις διακρίσεις θα παιχτεί στον κινηματογράφο Μικρόκοσμο από τις 22 Φλεβάρη.

Τι διακρίσεις υπήρξαν;

Η ταινία παίχτηκε στο Φεστιβάλ Καννών, στο Φεστιβάλ 2006 Θεσσαλονίκης πήρε το βραβείο καλύτερης ταινίας της Πανελλήνιας Ενωσης Κριτικών Κινηματογράφων και το βραβείο Β’ γυναικείου ρόλου δόθηκε στη Μαρία Ναυπλιώτου. Ομως παρά τις διακρίσεις πάλι χρειάστηκαν αγώνες για να βρει διανομή.

Γιατί τέτοια δυσκολία για διανομή;

Η ταινία είναι έτοιμη από το Νοέμβρη του 2005. Οι εταιρίες διανομής την απορρίψανε εκ προοιμίου ως μη εμπορική επειδή τάχα έχει πολλές βρισιές και “λεκτική βία”, λέγοντας ότι αυτά δεν πουλάνε. Πιστεύω πως ο πραγματικός λόγος είναι ότι τα ίδια τα στελέχη των εταιριών διανομής σοκαρίστηκαν από το περιεχόμενο της ταινίας.

Ποιο είναι το περιεχόμενο;

Είναι μια ανατομία της “λούμπεν” κατάστασης που επικρατεί στα κατώτερα εργατικά στρώματα. Είναι μια ακτινογραφία για τα πάθη, τους έρωτες, την εργατική καταπίεση. Δεν έχει συνθηματολογίες, είναι μια απλή αποτύπωση και αυτό από μόνο του είναι σοκαριστικό. Τραβάμε το παραβάν και βλέπουμε το τι παίζει πραγματικά στα κατώτερα λαϊκά στρώματα πέρα από την αποχαύνωση που περνάνε τα περιοδικά λάιφ-στάιλ. Αυτά είναι μια ψευδαίσθηση ενός κόσμου που δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Σίγουρα είναι μυθοπλασία, δεν είναι ντοκιμαντέρ. Ομως ο κόσμος που δείχνει ο Οικονομίδης είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα από τις νερόβραστες σούπες της τηλεόρασης.

Η ταινία ξεκινάει με τον ήρωα να λέει “Ολα καλά, όλα καλά ρε”. Τι συμβολίζει;

Είναι μια δική μου φράση που τη λέω για να χαλαρώσω, η οποία άρεσε στον Οικονομίδη και τη χρησιμοποίησε. Ο Τάκης κοιτιέται στον καθρέφτη και προσπαθεί να δώσει κουράγιο στον ίδιο του τον εαυτό ξέροντας ότι τίποτα δεν πάει καλά στην πραγματικότητα στη ζωή του και επαναλαμβάνει το “Ολα καλα” σε διάφορους τόνους. Είναι μια ειρωνία για το τι θα επακολουθήσει στην ταινία.

Είναι μια ταινία για λίγους;

Κάθε άλλο. Εγώ τη χαρακτηρίζω λαϊκή ταινία. Γιατί λαϊκά είναι ζητήματα όπως ο έρωτας και το πάθος ενός εργάτη για την γυναίκα του που τον κερατώνει, η αγωνία του πώς θα προστατεύσει την άρρωστη αδερφή του, πώς θα ξεχρεώσει τον τοκογλύφο που έχει μπλέξει στα γρανάζια του για να μπορέσει να τα φέρει βόλτα, πώς με ένα μεροκάματο θα μεγαλώσει το μωρό του. Και το σημαντικότερο κεφάλαιο είναι το εργατικό περιβάλλον. Ο ήρωας έχει ένα αφεντικό το οποίο ξεκινάει από τα όρια του τέρατος και φτάνει ως τον φιλαράκο. Χαρακτηριστικά, το αφεντικό, ενώ τους καταπιέζει ασύστολα, λέει μια φράση που όλοι οι εργαζομενοι την έχουν ακούσει κατα καιρούς από το αφεντικό τους: “Ολοι μια οικογένεια δεν είμαστε ρε;”

Τι σχέση υπάρχει με την προηγούμενη ταινία που έκανες με τον Οικονομίδη, “Το σπιρτόκουτο”;

Το “Σπιρτόκουτο” μαζί με την Ψυχή στο στόμα κάνουν μια “διλογία” του Οικονομίδη και κατ’ επέκταση δική μου. Εχουν δυο κοινά χαρακτηριστικά: πρώτον την άμεση γλώσσα. Οι διάλογοι δεν είναι λογοτεχνικοί αλλά η καθομιλουμένη. Είναι η γλώσσα που ακούμε στα καφενεία, τα πεζοδρόμια. Γι’ αυτό ακούγονται πολλά μπινελίκια, “να πούμε”, “ρε μαλάκα”. 

Το δεύτερο κοινό στοιχείο είναι η οικογένεια που αγωνίζεται για τον επιούσιο. Στην Ψυχή στο Στόμα η οικογένεια είναι εργατική, ο Τάκης είναι μισθωτός σε μια βιοτεχνία φωτιστικών ενώ στο “Σπιρτόκουτο” ο Δημήτρης ήταν μικροιδιοκτήτης καφετεριας. Ομως και οι δύο ζουν σε οικογένειες που είναι αναγκασμένοι να τις θρέψουνε, με πάθη και προβλήματα. Στην “Ψυχή στο Στόμα” είναι πιο σκληρά τα πράγματα.

Το “Σπιρτόκουτο” παίζεται ακόμα σε φοιτητικά στέκια και σχολές. Πώς το εξηγείς;

 Το “Σπιρτόκουτο” είναι μια ταινία που παραμένει ζωντανή, ακόμα λειτουργεί. Παρότι ξεκίνησε το 2003 και φτάσαμε στο 2007. Προσφατα εκδόθηκε και το βιβλίο με το σενάριο.

Ο κόσμος που αμφιβάλλει για τα πράγματα το αγκάλιασε γιατί είδε ειλικρίνεια στην ταινία, ότι δεν κοροϊδεύουμε το κοινό. Λέμε μια ιστορία και θέλουμε να ξυπνήσουμε συνειδήσεις.  Ευελπιστώ να γίνει το ίδιο και με την Ψυχή στο Στόμα. Ελπίζω να αγκαλιαστεί από όσους δεν εφησυχάζουν, από άτομα “ανήσυχα” που δεν λένε “Ολα καλά ρε”.

Στις συνεντεύξεις σου δεν κρύβεις ότι είσαι πολιτικοποιημένος

Ολοι οι άνθρωποι ως ενα βαθμό είναι πολιτικοποιήμένοι. Ακόμα και το “δεν ασχολούμαι” είναι άποψη. Εγώ ασχολούμαι με την έννοια ότι ανησυχώ για τα παγκόσμια δρώμενα. Γιατί δεν είναι μόνο η Ελλάδα, αλλά ό,τι συμβαίνει παγκόσμια μας επηρεάζει άμεσα. Είναι καθήκον κάθε ανθρώπου να παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις. Γιατί κάτι μπορεί να φαίνεται πολύ μακριά από τη γειτονιά μας, πχ Ιράκ, Μέση Ανατολή, Αφρική ή Λατινική Αμερική αλλά είναι πολύ κοντά. 

Αρα παρακολουθώ και ανησυχώ. Είναι κατάκτηση της γενιάς μου, της γενιάς της μεταπολιτευσης, να λεμε τη γνώμη μας και να μη φοβόμαστε να δηλώσουμε αριστεροί. Γι’ αυτό δεν χανω ευκαιρία να δηλώνω ότι εμπνέομαι απο τα οραματα της ευρύτερης αριστεράς.

Είναι γνωστό ότι έχω συνδραμει δίνοντας ηθική στήριξη, συμμετέχοντας στο ψηφοδέλτιο της Αντικαπιταλιστικής Συμμαχίας. Δεν είμαι ενταγμένος αλλά υπάρχει ένα κοινό όραμα για έναν καλύτερο κόσμο, ειρηνικό, όπου αν είναι δυνατό να παψει να υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από ανθρωπο. Τα δικά μου πολιτικά οράματα προέρχονται από ένα χώρο που έχει πάψει να υπάρχει, την ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος και το ΚΚΕ (Εσωτερικού).

Είπες ότι είσαι στη γενιά της Μεταπολίτευσης. Τότε πολιτικοποιήθηκες;

Ηταν την εποχή της κατάληψης στη Νομική το 1972. Ενας γείτονας, ο Γιάννης, καλή του ώρα, ήταν ήδη πολιτικοποιημένος και ενταγμένος στον παρανομο Ρήγα Φεραίο. Εγώ ήμουν 16-17 χρονών, πήγαινα 5η Γυμνασίου. Σιγά σιγά αρχισε να μου μιλάει με αφορμή τη μουσική. Εγω άκουγα μόνο ροκ και μου έλεγε “υπαρχουν και σημαντικοί έλληνες καλλιτέχνες διεθνούς αναγνώρισης”. Μου έδωσε παράνομες κασέτες του Μίκη Θεοδωράκη και ενθουσιάστηκα. Με τους μελοποιημένους στίχους των ποιητών με έμπασε σε ενα πολιτικό κλίμα,  μου μίλησε για μαρξισμό, για ρώσικη επανάσταση, για τους μπολσεβίκους, για κομμουνιστικό κόμμα. Δεν είχα ακούσει τίποτα για όλα αυτά αλλά μπήκα και και εγώ και πολιτικοποιήθηκα και ήδη στα γεγονότα του Πολυτεχνείου ήμουν μέλος του Ρήγα Φεραίου.

Τι θα έλεγες στον κόσμο που παλεύει σήμερα;

Σήμερα η θάλασσα δεν είναι λάδι. Υπάρχουν κυματάκια και όλο και ανακατεύεται το χαλίκι και μπορεί κάτι καινούργιο να ξεπροβάλει. Γιατί το στάσιμο νερό θολώνει ενώ το νερό που κουνιέται όλο και κατι φέρνει στην επιφάνεια. Δεν ξέρω αν σίγουρα θα έρθει καμιά τρικυμία που θα τα φέρει όλα πάνω κάτω. 

Θα έλεγα λοιπόν στους νέους που παλεύουν, την ενεργητικότητα τους και το “γαμώτο” τους να τα κάνουν όσο γίνεται πιο συγκεκριμενοποιημένα και πιο πολιτικοποιημένα. Να μην είναι μια “λούμπεν” αντίδραση και εκτόνωση, τύπου “Παμε να τα κάψουμε” αλλά πολιτικοποιημένη αντίδραση με προοπτική για έναν καλύτερο κόσμο. Γιατί και ο Τάκης στην Ψυχή στο Στόμα “χουλιγκανίζει” αλλά αυτό δεν είναι λύση. Το καθήκον των πρωτοποριών είναι να κάνουν την αντίδραση πολιτική.

Ευχομαι καλή δύναμη σε όσους αγωνίζονται για καλύτερη Παιδεία για ενα καλύτερο κόσμο. Στο βαθμό που μπορώ να λέω κάτι θα είμαι κοντά τους σε όποιο χώρο και να ανήκουν και εύχομαι το κοινό της Εργατικής Αλληλεγγύης να έρθει σε επαφή με την ταινία και να την εκτιμήσει αναλόγως.

Tην συνέντευξη πήρε ο Γιάννης Mαραβελάκης