Ιστορία
60 χρόνια από την ανεξαρτησία του Πακιστάν και της Ινδίας: 60 XPONIA AΠO THN ANEΞAPTHΣIA TOY ΠAKIΣTAN KAI THΣ INΔIAΣ Διαίρει και βασίλευε: H φρικτή κληρονομιά της αποικιοκρατίας

Mε βάρβαρες εκτελέσεις και βασανηστίρια και την πολιτική του “διαίρει και βασίλευε”, οι βρετανοί ιμπεριαλιστές άφησαν την πιο φρικτή κληρονομιά στους λαούς της Iνδίας και του Πακιστάν.

Η Ινδία και το Πακιστάν θα γιορτάσουν σε λίγες μέρες τα 60 χρόνια της ανεξαρτησίας τους. Στις 14 Αυγούστου του 1947 η Βρετανία εγκατέλειψε οριστικά, ύστερα από μια «παρουσία» που είχε κρατήσει πάνω από δύο αιώνες, την ινδική υποήπειρο. Εκατομμύρια άνθρωποι ξεχύθηκαν εκείνη την ημέρα στους δρόμους για να γιορτάσουν την ανεξαρτησία τους. Την ίδια στιγμή στο Λονδίνο κυριαρχούσε το πένθος και η θλίψη: η βρετανική αυτοκρατορία είχε μόλις πεθάνει. 

Η Βρετανία δεν είχε διστάσει, μέσα σε αυτούς τους δύο αιώνες, να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέσο, όσο φριχτό, βρώμικο ή απάνθρωπο και να ήταν, για να συνεχίσει να ελέγχει «τις Ινδίες» -το «κόσμημα της αυτοκρατορίας». Η καταστολή, οι εκτελέσεις, οι σφαγές συμπληρώνονταν πάντα με μια συστηματική πολιτική διαίρεσης και καλλιέργειας μίσους ανάμεσα στις διαφορετικές θρησκευτικές κοινότητες των Ινδιών. Έκαναν ότι μπορούσαν για να στρέψουν τους Ινδουιστές, τους Μουσουλμάνους και τους Σιχ τον έναν ενάντια στον άλλο. Η Ινδία, το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές, οι χώρες που προέκυψαν τελικά από την αποχώρηση των Βρετανών από την ινδική υποήπειρο πλήρωσαν πολύ ακριβά, με πόνο, εκατομμύρια πρόσφυγες και αίμα την κληρονομιά αυτής της πολιτικής του «διαίρει και βασίλευε». Και συνεχίζουν να πληρώνουν μέχρι και σήμερα.

Εταιρία Ανατολικών Ινδιών

Η «βρετανική εποχή» εγκαινιάστηκε στις Ινδίες πριν από τρεις αιώνες με την διαβόητη «Εταιρία των Ανατολικών Ινδιών». Η κλωστοϋφαντουργία ήταν τότε πολύ πιο αναπτυγμένη στις Ινδίες από ότι στην Ευρώπη. Η Εταιρία αντάλλασσε τα, πανάκριβα στην Ευρώπη, υφάσματα της Ινδίας με ασήμι –που άρπαζε από τις αποικίες της στον «Νέο Κόσμο». Η διείσδυσή της στην Ινδία στηριζόταν στην στενή της συμμαχία με την τοπική άρχουσα τάξη, που λάτρευε το βρετανικό ασήμι αλλά και όλο και περισσότερο στα δικά της στρατεύματα που εξασφάλιζαν την «ασφάλεια» των εμπόρων της –όπου δεν μπορούσε να της το εξασφαλίσει ο στρατός του αυτοκράτορα.

Το 1757 οι δυνάμεις της εταιρίας ήρθαν σε σύγκρουση με τον στρατό ενός τοπικού άρχοντα –και τον νίκησαν. Το αποτέλεσμα ήταν να γίνει η Εταιρία η «ντε φάκτο» κυβέρνηση της Βεγγάλης: εγκατέστησε έναν δικό της άρχοντα στο παλάτι, ζήτησε από τον Αυτοκράτορα να τον αναγνωρίσει και ύστερα άρχισε να προσθέτει στα έσοδά της από το «ινδικό εμπόριο», τους φόρους που συνέλεγε από τους φτωχούς «υπηκόους» της. Το Σίτι του Λονδίνου παραληρούσε. Η Εταιρία μπορούσε να συγκριθεί στα μάτια του μόνο με την Τράπεζα της Αγγλίας. Το μέρισμα που μοίραζε στους επενδυτές της ήταν εθνικό γεγονός. Μέσα στα επόμενα χρόνια η Εταιρία εξαπλώθηκε σε όλες τις Ινδίες. Στα μέσα του 19ου αιώνα η πραγματική επικράτεια του Ινδού “Αυτοκράτορα” είχε περιοριστεί στο Νέο Δελχί. Όσο μεγάλωνε όμως η δύναμή της, τόσο μεγάλωνε και το μίσος των απλών ανθρώπων -που έβλεπαν να μετατρέπονται σκουπίδια μέσα στην ίδια τους την χώρα.

Το 1857 ξέσπασε μια μαζική εξέγερση που απλώθηκε σε ολόκληρη την χώρα. Η εξέγερση ξεκίνησε από τον στρατό- από μια ανταρσία των αυτοχθόνων φαντάρων ενάντια στους εξευτελισμούς, τις διακρίσεις και τον ρατσισμό των ευρωπαίων αξιωματικών τους. Ακολούθησε η ύπαιθρος με μια μαζική εξέγερση των αγροτών ενάντια στους άρχοντες τους -πιστούς συνεργάτες της εταιρίας. Στις πόλεις τεράστια πλήθη πυρπόλησαν τα κυβερνητικά κτίρια, λεηλάτησαν τα θησαυροφυλάκια, κατέστρεψαν τα στρατόπεδα και γκρέμισαν τις πόρτες των φυλακών. Η εξέγερση κράτησε έναν ολόκληρο χρόνο. Το μεγαλύτερο κομμάτι της άρχουσας τάξης παρέμεινε στο πλευρό των Βρετανών -αλλά όχι όλο. 

Στο τέλος τα στρατεύματα των Βρετανών νίκησαν. Η «τιμωρία» ήταν αμείλικτη. Οι αντάρτες που συλλαμβάνονταν δολοφονούντο με τους πιο άγριους τρόπους: τους εκτόξευαν, σφηνώνοντας τους σαν βλήματα μέσα σε κανόνια, τους διαμέλιζαν σαδιστικά, τους κρέμαγαν ή τους πυροβολούσαν. Ολόκληρα χωριά πυρπολήθηκαν, ναοί ισοπεδώθηκαν, χιλιάδες άνθρωποι συνελήφθηκαν, βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν. Στο Νέο Δελχί οι υποτιθέμενοι υπεύθυνοι της Σφαγής  της Κανπόρ -όπου 200 Ευρωπαίοι, δολοφονήθηκαν- υποχρεώθηκαν να γλύψουν το αίμα των νεκρών από το δάπεδο. Ύστερα κρεμάστηκαν. 

Η Βρετανία, όμως, δεν μπορούσε πια να εμπιστευθεί τα συμφέροντά της στην Ινδία στην Εταιρία. Το 1858 η διοίκηση των Ινδιών πέρασε στα χέρια της βρετανικής κυβέρνησης. Λίγο αργότερα η Βασίλισσα της Αγγλίας στέφθηκε Αυτοκράτειρα των Ινδιών. 

Διαίρει και βασίλευε

Το πέρασμα από την Εταιρία στην κυριαρχία του «κυβερνήτη» δεν άλλαξε φυσικά τις βρετανικές προτεραιότητες: την καταλήστευση των Ινδιών. 

Η μεγαλύτερη πηγή εσόδών για την Βρετανία από τις Ινδίες ήταν η φορολογία των αγροτών. Καθόλου παράξενο, το πρώτο σχεδόν πράγμα που έκανε ο νέος κυβερνήτης ήταν να προσπαθήσει να την εκσυγχρονίσει. Οι Βρετανοί δεν παραιτήθηκαν από το δικαίωμά τους στην φορολογία των αγροτών ακόμα και τη δεκαετία του 1890, όταν ο λιμός μάστιζε τις Ινδίες. Ταυτόχρονα πριμοδότησαν τις εξαγωγές πρώτων υλών -βαμβάκι, τσάι, ρύζι, όπιο. Στα τέλη του 19ου αιώνα η Ινδία είχε γίνει ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Βρετανίας: όχι μόνο μια φτηνή πηγή πρώτων υλών αλλά και αποδέκτης των βρετανικών βιομηχανικών προϊόντων. Τα 2/3 των προϊόντων της βρετανικής κλωστοϋφαντουργίας κατέληγαν, τη δεκαετία του 1880, στις Ινδίες.

Αυτό που εξασφάλιζε αυτή την διαρκή ληστεία ήταν ο στρατός και η πολιτοφυλακή. Και τα δύο σώματα στελεχώνονταν από τους ίδιους τους πληθυσμούς των Ινδιών αλλά βρίσκονταν κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο των Βρετανών. Οι αξιωματικοί ήταν όλοι Βρετανοί. Η μοναδική εξαίρεση ήταν το πυροβολικό –στο οποίο υπηρετούσαν αποκλειστικά Ευρωπαίοι. Οι Βρετανικές κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν πολλές φορές των Ινδικό Στρατό σε άλλες επιχειρήσεις –στην Κίνα, το Αφγανιστάν, την Μπούρμα, την Αίγυπτο, την Ουγκάντα, το Σουδάν. Στον Α’Παγκόσμιο Πόλεμο ο Ινδικός στρατός «προσέφερε» ένα εκατομμύριο άνδρες. Στον Β’Παγκόσμιο Πόλεμο δύο εκατομμύρια. Οι Ινδίες δεν πλήρωναν το τίμημα της αποικιοκρατίας μόνο σε ιδρώτα: το πλήρωναν, ακριβά και σε αίμα.

Η εμπειρία της εξέγερσης του 1857 συνέχισε να κατατρέχει μέχρι το τέλος τους Βρετανούς. «Θέλω να έχω ένα πνεύμα διαφορετικό και εχθρικό στα διαφορετικά στρατιωτικά σώματα» έλεγε ένας αξιωματικός. «έτσι ώστε οι Σιχ να μπορούν να πυροβολήσουν Ινδουιστές, Γκούρκα ή ενάντια και στους δυο, χωρίς δισταγμούς σε ώρα ανάγκης...». Η ιδέα αυτή μεταφράστηκε σε μια συστηματική προσπάθεια καλλιέργειας μίσους ανάμεσα στους Ινδουιστές και τους Μουσουλμάνους –τις δυο μεγαλύτερες θρησκευτικές ομάδες των Ινδιών- από τις αρχές του 20ου αιώνα. Καθόλου τυχαία, η απαρχή αυτής της προσπάθειας συνέπεσε με τις πρώτες εθνικιστικές «ταραχές» ενάντια στην βρετανική παρουσία. 

Στην κορυφή του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος ήταν το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο, μια οργάνωση που είχε ιδρυθεί από μια ομάδα μορφωμένων Ινδών που μισούσε όχι μόνο τον ρατσισμό αλλά και τα όρια που έθετε η βρετανική αποικιοκρατία στην δική τους κοινωνική ανάπτυξη και προέλαση. Στην αρχή το Κογκρέσο ήταν μετριοπαθές και νομιμόφρον.

Το 1906 δημιουργήθηκε η Μουσουλμανική Ένωση. Η αρχική της διακήρυξη ήταν ταυτόχρονα μια δήλωση νομιμοφροσύνης απέναντι στην Βρετανική κυριαρχία: «να προάγει την πίστη στην βρετανική κυβέρνηση, να προστατεύει και να προωθεί τα πολιτικά δικαιώματα των Μουσουλμάνων της Ινδίας και να αντιπροσωπεύει, με αξιοπρέπεια, τις ανάγκες τους και τις ελπίδες τους, στην κυβέρνηση». Λίγα χρόνια αργότερα η Ένωση υιοθέτησε την «θεωρία των δύο εθνών». Στις Ινδίες δεν ζούσε ένας λαός με πολλές και διαφορετικές θρησκείας αλλά δυο ξεχωριστά έθνη: οι Ινδουιστές και οι Μουσουλμάνοι. Η απελευθέρωση από τους Βρετανούς δεν ήταν αρκετή: οι Μουσουλμάνοι θα έπρεπε να απελευθερωθούν και από τους Ινδουιστές. Οι Μουσουλμάνοι χρειάζονταν το δικό τους κράτος -το Πακιστάν. 

Οι ίδιοι οι ηγέτες του Κογκρέσου- παρόλο που μιλούσαν για ένα κοσμικό κράτος -έκαναν, πρακτικά, ότι μπορούσαν για να καλλιεργήσουν και αυτοί από την μεριά τους την δυσπιστία των Μουσουλμάνων. Ο Γκάντι -ένας δικηγόρος, που είχε σπουδάσει στην Δύση- υιοθέτησε την εμφάνιση ενός Ινδουιστή χωρικού, «για να φτάσει η φωνή του σε κάθε χωριό της Ινδίας». Πολλά στελέχη του Κογκρέσου ανήκαν στις ανώτερες κάστες των Ινδουιστών και φοβούνταν κάθε συνεργασία των φτωχών Ινδουιστών με τους φτωχούς Μουσουλμάνους. 

Απελευθέρωση

Οι πληθυσμοί των Ινδιών πλήρωσαν πολύ ακριβά –σε ιδρώτα, πόνο και αίμα- την συμμετοχή της χώρας τους στον Β’Παγκόσμιο Πόλεμο. Πολλοί έτρεφαν αυταπάτες ότι η Βρετανία θα χάριζε στις Ινδίες την ανεξαρτησία της –σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις θυσίες της. Φυσικά έπεσαν τραγικά έξω. Σε όλη την διάρκεια του πολέμου ο Τσόρτσιλ και το επιτελείο του είχαν μόνο μια έγνοια: πως θα εξασφαλίσουν τις «αυτοκρατορικές κτίσεις» στον μεταπολεμικό κόσμο. Κάποιοι καταλάβαιναν πόσο απατηλή ήταν αυτή η ελπίδα. Ο Σουμπχας Τσάντρα Μπόουζ, παλιό στέλεχος του Κογκρέσου, ίδρυσε έναν στρατό από Ινδούς αιχμαλώτους που θα πολεμούσε στο πλευρό της Ιαπωνίας –μόνο αν συντρίβονταν θα έφευγαν οι Βρετανοί από την Ινδία.

Μόλις έκλεισε ο Β’Παγκόσμιος Πόλεμος οι Ινδίες ξεσηκώθηκαν. Μαζικές διαδηλώσεις, εξεγέρσεις αγροτών, διαδηλώσεις, συγκρούσεις με την αστυνομία έγιναν κυριολεκτικά καθημερινά φαινόμενα. Η Βρετανία απάντησε με ένα ακόμα κύμα καταστολής. Το 1945 συνέλαβε τους ηγέτες του Ινδικού Εθνικού Στρατού του Μπόουζ. Η κατηγορία την «εσχάτη προδοσία». Η χώρα ξεσηκώθηκε. Στο ναυτικό ξέσπασε ανταρσία: οι ναύτες έδεσαν τις τρεις σημαίες –του Κογκρέσου, της Μουσουλμανικής Ένωσης και του Κομμουνιστικού Κόμματος- και τις ύψωσαν στους ιστούς των πλοίων.  Ο κόσμος στάθηκε μαζικά στο πλευρό των ναυτών: στην Βομβάη ξέσπασε γενική απεργία ενώ η ίδια η ανταρσία απλωνόταν από τον ένα ναύσταθμο στον άλλο.  Οι Βρετανοί κατάφεραν μόνο χάρη στη βοήθεια του Κογκρέσου και της Μουσουλμανικής Ένωσης να την σταματήσουν 

Στο Λονδίνο χτύπησε το καμπανάκι του συναγερμού. Τον Νοέμβρη του 1946, ύστερα από μια δραματική συνεδρίαση στο υπουργικό Συμβούλιο οι υπουργοί αναγκάστηκαν να συμφωνήσουν ότι δεν ήταν πια σε θέση να ελέγξουν τις Ινδίες. Μια μόνο λύση υπήρχε: η φυγή. Έναν μόνο όρο έθεσαν πριν υπογράψουν το διάταγμα για την ανεξαρτησία της χώρας: τον χωρισμό της σε δύο κράτη, στην «ινδουιστική» Ινδία και το «μουσουλμανικό» Πακιστάν στο οποίο ανήκε το σημερινό Mπαγκλαντές. Η βρετανική αυτοκρατορία πέθαινε. Ποια άλλη κληρονομιά θα μπορούσε να αφήσει πίσω της πέρα από το ψέμα, το μίσος και το αίμα;


Πακιστάν: Aνάμεσα στην φτώχεια και τους δικτάκτορες 

Η ιστορία του Πακιστάν ήταν μια φοβερή διάψευση για όλους και όλες που πίστεψαν στην αυταπάτη ένός «δικού τους» Μουσουλμανικού κράτους. Και η διάψευση άρχισε από την ίδια κιόλας την επόμενη μέρα της ανεξαρτησίας.

Τα μεσάνυχτα τις 14 Αυγούστου οι Ινδίες γιόρτασαν την αποχώρηση των Βρετανών αλλά ο χάρτης της διαίρεσης της χώρας δεν είχε διαμορφωθεί ακόμα. Το αποτέλεσμα ήταν ένας άγριος αγώνας δρόμου για την εκτόπιση των «λάθος» πληθυσμών που άφησε πίσω του χιλιάδες νεκρούς. Εκατομμύρια άνθρωποι, τρομοκρατημένοι από την βία, έτρεξαν μέσα στις επόμενες μέρες να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους στις «αμφισβητούμενες» περιοχές. Κάπου 17 εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν εκείνες τις μέρες –η μεγαλύτερη εθνοκάθαρση στην μέχρι σημερα ιστορία.

Οι εντάσεις που γέννησε αυτός ο βίαιος διαχωρισμός συνέχισαν να κατατρέχουν το Πακιστάν όλα τα επόμενα χρόνια -και συνεχίζουν να το κατατρέχουν ακόμα και σήμερα.

Τις τελευταίες βδομάδες μια σειρά από εκρήξεις έχουν συνταράξει το Πακιστάν. Πριν από μερικές ημέρες οι δυνάμεις του στρατηγού Μουσάραφ, του δικτάτρορα του Πακιστάν, επιτέθηκαν στο Κόκκινο Τζαμί του Ισλαμαμπάντ -που είχε καταληφθεί από «φανατικούς μουσουλμάνους». Κανένας δεν ξέρει ακριβώς πόσοι είναι οι νεκροί -οι δημοσιογράφοι μιλάνε για πάνω από 100- αφού ο στρατός έτρεξε να σφραγίσει και να καθαρίσει την περιοχή. 

Η σφαγή στο Κόκκινο Τζαμί απειλεί να διαταράξει ακόμα χειρότερα τις σχέσεις ανάμεσα στους συντηρητικούς ισλαμιστές -ένα από τα βασικά του σηρίγματα μέχρι σήμερα- και την δικτατορία του Μουσάραφ. 

Στο μεταξύ η σύγκρουση με το δημοκρατικό κίνημα έχει πάρει ξανά νέες διαστάσεις. Πριν από λίγες μέρες το ανώτατο δικαστήριο έκρινε την αποπομπή του Ιφτικάρ Τσόντρι, του δικαστή που είχε έρθει σε σύγκρουση με τον Μουσάραφ όταν τόλμησε να ανοίξει την υπόθεση των εξαφανισμένων αντικαθεστωτικών, παράνομη και ζήτησε την επιστροφή του στα καθήκοντά του. Η αποπομπή του Τσόντρι είχε ξεσηκώσει ένα τεράστιο κύμα συμπαράστασης με μαζικές διαδηλώσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Η απόφαση του δικαστηρίου είναι μια μεγάλη νίκη για το κίνημα και ένα ακόμα ηχηρό χαστούκι για την δικτατορία.

Για τους απλούς ανθρώπους του Πακιστάν, το Πακιστάν δεν ήταν ποτέ το «δικό τους κράτος». Ο στρατός, ένας τεράστιος και διεφθαρμένος γραφειοκρατικός μηχανισμός που αρπάζει την μερίδα του λέοντος από τους πόρους της χώρας, κυβερνάει άμεσα την χώρα τα μισά από τα 60 χρόνια της ανεξαρτησίας της. Το Πακιστάν είχε μέχρι σήμερα όλες και όλες πέντε εκλεγμένες κυβερνήσεις: καμιά δεν κατάφερε να ολοκληρώσει την θητεία της. Ολοι οι κρατικοί θσμοί είναι διαβόητοι για την διαφθορά τους.

Τη δεκαετία του 1960 ξέσπασε ένα μαζικό κίνημα ενάντια στην δικτατορία του Αγιούμπ Χάν. Το αποτέλεσμα αυτού του κινήματος ήταν να εκλεγεί, με μια μαζική πλειοψηφία, το Λαϊκό Κόμμα του Πακιστάν του Ζουλφιγκάρ Μπούτο. Το Πακιστάν είναι μια από τις πιο φτωχές και πιο άνισες χώρες του κόσμου. Στον κατάλογο του ΟΗΕ βρίσκεται στην 144 θέση -λίγο μόνο πάνω από τις εξαθλιωμένες χώρες της Αφρικής. Τουλάχιστον το ένα τέταρτο του πληθυσμού, 40 εκατομμύρια άνθρωποι, ζούνε σε κατάσταση απόλυτης φτωχειας.

Το σύνθημα του Μπούτο ήταν απλό: «ψωμί, ρούχα, στέγη». Αλλά δεν κατάφερε να προσφέρει τίποτα από όλα αυτά. Πολύ γρήγορα βρέθηκε αντιμέτωπος με τον ίδιο τον κόσμο που τον είχε στηρίξει. Οπως και οι προκάτοχοί του στράφηκε στην καταστολή και την συμμαχία με τους πιο διεφθαρμένους και συντηρητικούς ισλαμιστές. Ενας από αυτούς, ο στρατηγός Ζία οπργάνωσε πραξικόπημα, τον ανέτρεψε και τον εκτέλεσε. 

Τέσσερις μη στρατιωτικές κυβερνήσεις διαδέχτηκαν την δικατορία του Ζία. Ολες προσπάθησαν να εισάγουν νεοφιλελεύθερα μέτρα -τις συνταγές που συνιστούσε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Καμιά δεν κατάφερε να επιβιώσει. Το 1999 ο στρατηγός Μουσάραφ οργάνωσε ένα ακόμα πραξικόπημα και κατέλαβε την εξουσία. Η Δύση τον κατάγγειλε -αλλά όχι για πολύ. Μετά την 11 Σεπτέμβρη ο Μουσάραφ έγινε -παρά την συντριπτική αντίθεση του «λαού του»- ο πιο πιστός σύμμαχος του Μπους στην περιοχή. 

Τώρα θερίζει τις θύελες που έχει σπείρει. Οπως είναι φυσικό ο Μπους συνεχίζει να τον στηρίζει. Λίγες μέρες μετά την άγρια σφαγή στο Κόκκινο Τζαμί ο αμερικάνικος στρατός χάρισε δυο F-16 στον στρατό του «φίλου και συμμάχου» στραηγού Μουσάραφ. Για να μπορεί να σφάξει την επόμενη κατάληψη με καλύτερα μέσα. 


H Πακιστανική Kοινότητα γιορτάζει στην Aθήνα

Στις 14 Αυγούστου οι Πακιστανοί σε όλο τον κόσμο γιορτάζουν την ημέρα ανεξαρτησίας του Πακιστάν από τους Αγγλους. Είναι για εμάς πολύ μεγάλη ημέρα. Είναι ημέρα σύμβολο αγώνων, όπου τιμάμε τους 200 χιλιάδες νεκρούς μας που πάλεψαν για την ελευθερία.   

Η Πακιστανική Κοινότητα όπως και πέρσι, έτσι και φέτος οργανώνει μία μεγάλη γιορτή στην πλατεία Κοτζιά. Πέρσι είχαμε πλημμυρίσει την πλατεία από δεκάδες χιλιάδες κόσμο. Φέτος οργανώνουμε ένα τριήμερο που θα ξεκινήσει στις 12 Αυγούστου και θα ολοκληρωθεί στις 14. Εχουμε καλέσει Πακιστανούς καλλιτέχνες από όλη την Ευρώπη και εκπροσώπους από τη δημοκρατική αντιπολίτευση του Πακιστάν για να χαιρετήσουν σε αυτή τη γιορτή. Την πρώτη ημέρα στις 12 Αυγούστου θα στήσουμε περίπτερα στην πλατεία όπου θα υπάρχει πλούσια πακιστανική κουζίνα. Στις 13 Αυγούστου θα υπάρχει καλλιτεχνικό πρόγραμμα. Στις 14 θα σηκώσουμε από τις 10 το πρωί τη σημαία του Πακιστάν και από τις 7.30 το απόγευμα θα ξεκινήσει η μεγάλη γιορτή με μουσική και ομιλίες που θα κρατήσει μέχρι αργά το βράδυ. Και σε αυτή την πολύ σημαντική ημέρα έχουμε καλέσει όλους όσους συμπαραστάθηκαν στον αγώνα της Πακιστανικής Κοινότητας στην Ελλάδα στο ζήτημα των απαγωγών και στον αγώνα μας για δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες. Γιατί εκτός από τους αγώνες της ιστορίας μας θα γιορτάσουμε και τους καινούργιους που δώσαμε και θα συνεχίσουμε να δίνουμε.  

Τζαβέντ Ασλάμ 
πρόεδρος Πακιστανικής Κοινότητας

STOP PRESS

O δήμαρχος Kακλαμάνης, εντελώς αδικαιολόγητα και κάτω από τις υποδείξεις της Πακιστανικής Πρεσβείας αναίρεσε την άδεια για την διεξαγωγή της γιορτής στην Πλατεία Eθν.Aντιστάσεως (Kοτζιά).

H Πακιστανική Kοινότητα και η Συμμαχία Σταματήστε τον Πόλεμο μαζί με τα κόμματα της αντιπολίτευσης οργανώνει παράσταση διαμαρτυρίας με αίτημα να ακυρωθεί η αναίρεση της ΄άδειας.