Ιστορία
H Aριστερά και το Μακεδονικό: Υπαρκτοί αγώνες για ένα “ανύπαρκτο έθνος”

Abecedar. Αλφαβητάρι της Μακεδονικής γλώσσας που κυκλοφόρησε το 1925 “εν Αθήναις”.

Οι προπαγανδιστές του «η Μακεδονία είναι μόνο ελληνική» λένε ότι μακεδονικό έθνος απλά δεν υπάρχει. Ο Τίτο το «έστησε» το 1944 γιατί είχε «αλυτρωτικές» βλέψεις για την Θεσσαλονίκη, λένε κάποιοι, η Κομιντέρν το «έστησε» το 1924 για να ικανοποιήσει τις -τι άλλο;- «αλυτρωτικές» βλέψεις των Βουλγάρων κομμουνιστών. Αυτά έλεγε η εθνικοφροσύνη δεκαετίες, αυτές τις «αναλύσεις» κληρονόμησαν οι διοργανωτές των εθνικιστικών συλλαλητηρίων του 1992 και τις ξαναζεσταίνουν κάθε λογής υποστηρικτές των σημερινών. Η Αριστερά χρειάζεται μαζί με την κόντρα στις εθνικιστικές εκστρατείες του σήμερα, να υπερασπίσει και την ιστορική αλήθεια. 

Καταρχήν, το «μακεδονικό» δεν εμφανίστηκε το 1944 ή το …1991, αλλά στα τέλη του 19ου αιώνα. Το 1893 ιδρύεται στη Θεσσαλονίκη η Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ). Οι ιδρυτές της θεωρούσαν την οθωμανική Μακεδονία ενιαία περιοχή και τους κατοίκους της Μακεδόνες, ανεξαρτήτως γλώσσας και θρησκείας και έθεταν σαν στόχο την απελευθέρωσή της από τον ζυγό του Σουλτάνου. 

Η ηγεσία της ΕΜΕΟ ήταν «διανοούμενοι» -δάσκαλοι, φοιτητές, υπάλληλοι- αλλά η επιρροή της απλώθηκε στους αγρότες γιατί οι ένοπλες ομάδες της τα έβαζαν με τους Τούρκους τσιφλικάδες και τους υποτακτικούς τους. Η «μεγάλη στιγμή» της ΕΜΕΟ ήρθε το καλοκαίρι του 1903, με την εξέγερση του Ίλιντεν στις 20 Ιούλη (με το παλαιό ημερολόγιο) στη γιορτή του Προφήτη Ηλία (εξ ου και Ίλιντεν). 

Οι «τσέτες» -οι αντάρτικες ομάδες της- κατέβηκαν απ’ τα βουνά, ενώθηκαν με αγρότες απ’ τα χωριά, έκοψαν τηλεγραφικούς στύλους και καλώδια, απέκλεισαν δρόμους και έκαψαν κονάκια μπέηδων και τσιφλικάδων. Στο Κρούσεβο, μια κωμόπολη κοντά στο Μοναστήρι (σήμερα βρίσκεται στη «ακατανόμαστη» Δημοκρατία) οι επαναστάτες πήραν την εξουσία και συγκρότησαν ένα Επαναστατικό Συμβούλιο στο οποίο αντιπροσωπεύτηκαν όλες οι εθνο-θρησκευτικές ομάδες της περιοχής. 

Βαλκανική Ομοσπονδία

Το επαναστατικό συμβούλιο κάλεσε τους μουσουλμάνους αγρότες να ενωθούν με τους χριστιανούς ενάντια στον Σουλτάνο και διακήρυξε ότι ο τελικός στόχος της εξέγερσης ήταν η Βαλκανική Ομοσπονδία με την Μακεδονία τμήμα της. Ηγέτης της «Δημοκρατίας του Κρούσεβο» ήταν ο Νικόλα Κάρεφ, ξυλουργός, αλλά και μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Βουλγαρίας και ιδρυτής της «ομάδας των Μακεδόνων σοσιαλιστών» ήδη από το 1900. 

Η εξέγερση του Ίλιντεν ξέσπασε πρόωρα, ήταν κακά οργανωμένη και ήρθε γρήγορα αντιμέτωπη με την ισχύ του οθωμανικού στρατού. Η «Δημοκρατία του Κρούσεβο» άντεξε  μόνο δέκα μέρες. Η κωμόπολη κάηκε από τα κανόνια του οθωμανικού στρατού, που παράλληλα έκαψε δεκάδες χωριά που είχαν ξεσηκωθεί. Τα πυροβόλα αυτής της επιχείρησης τα είχε ευλογήσει ο Γερμανός Καραβαγγέλης, μητροπολίτης της περιοχής. 

Η συντριβή της εξέγερσης του Ίλιντεν ανέδειξε έντονα το βασικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε το μακεδονικό εθνικό κίνημα. Ήταν αδύναμο, όχι γιατί εκπροσωπούσε κάτι ανύπαρκτο, αλλά γιατί δεν διέθετε μια δυνατή αστική τάξη που θα τα έβγαζε πέρα με τους «γείτονες» που εξορμούσαν για τον έλεγχο της Μακεδονίας, δηλαδή τα βασίλεια της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Σερβίας. 

Ο Χαρίλαος Τρικούπης σε μια συνέντευξη στην εφημερίδα Μάντσεστερ Γκάρντιαν το 1889 είχε πει προφητικά ότι: «όταν έλθη ο μέγας πόλεμος… η Μακεδονία θα γίνει ελληνική ή βουλγαρική κατά τον νικήσαντα. Αν τη λάβωσι οι Βούλγαροι δεν αμφιβάλλω ότι θα είναι ικανοί να εκσλαβίσωσι τον πληθυσμό μέχρι των θεσσαλικών συνόρων. Αν ημείς τη λάβωμεν θα τους κάνωμεν όλους Έλληνας μέχρι της Ανατολικής Ρωμυλίας». 

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι το 1912-13 ήταν η πραγματοποίηση αυτής της «προφητείας». Η Μακεδονία μοιράστηκε ανάμεσα στα παραπάνω τρία κράτη, με την Ελλάδα και την Σερβία να παίρνουν τελικά τη μερίδα του λέοντος μιας κι η Βουλγαρία ηττήθηκε. Αυτό που απέμενε ήταν να αποκτήσουν κι οι κάτοικοί της τα αντίστοιχα «εθνικά φρονήματα». 

Το σερβικό βασίλειο αντιμετώπιζε τους Μακεδόνες στην περιοχή που κατέκτησε (η «Μακεδονία του Βαρδάρη») σαν «νότιους Σέρβους», κι αν δεν το δέχονταν υπήρχε ο στρατός και η χωροφυλακή για να τους «πείσει». Στο κομμάτι που τελικά πήρε η Βουλγαρία (η «Μακεδονία του Πιρίν») η ίδια η ΕΜΕΟ έγινε μια «αλυτρωτική» βουλγάρικη εθνικιστική οργάνωση που τάχτηκε με το βουλγαρικό κράτος.

Η εθνικιστική προπαγάνδα μας λέει ότι ακόμα κι αν υπήρχαν κάποιοι θύλακες «βουλγαροφρόνων» στην ελληνική Μακεδονία («του Αιγαίου»), εξαλείφθηκαν μετά την «εθελοντική» ανταλλαγή πληθυσμών με την Βουλγαρία το 1919 κι ότι τέλος πάντων μετά την εγκατάσταση των προσφύγων από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία η περιοχή έγινε αμιγώς ελληνική. 

Στην πραγματικότητα, μετά από μια δεκαετία πολέμων και εθνοκαθάρσεων μέσα στα ελληνικά σύνορα συνέχισε να υπάρχει μια μεγάλη μειονότητα που μιλάει τη «μακεδονική γλώσσα» ή τη «βουλγάρικη» (ανάλογα με τις σκοπιμότητες της ελληνικής διπλωματίας). Στη Δυτική Μακεδονία, με κέντρο τον ενιαίο τότε νομό Φλώρινας-Καστοριάς, ο αριθμός της έφτανε τις 160 χιλιάδες ανθρώπους. 

Το 1925 κυκλοφορεί μάλιστα και ένα αλφαβητάρι το Abecedar στη μακεδονική γλώσσα. Επισήμως για να ικανοποιηθεί η Κοινωνία των Εθνών, ανεπισήμως για να αντιμετωπιστεί ο «βουλγάρικος αλυτρωτισμός». Το αλφαβητάρι αποσύρθηκε γρήγορα μετά τις αντιδράσεις των «εθνικοφρόνων». Η πολιτική του ελληνικού κράτους έγινε η συστηματική πίεση να ξεχάσουν τη γλώσσα τους, να αλλάξουν τα ονόματά τους. 

Το αποκορύφωμα ήρθε με τη δικτατορία του Μεταξά το 1936. Με διαταγή του Γενικού Διοικητή Μακεδονίας απαγορεύτηκε η χρήση της μακεδονικής γλώσσας ακόμα και στα χωράφια και στα σπίτια. Οι παραβάτες τιμωρούνταν με πρόστιμα αλλά και τις «περιποιήσεις» στους σταθμούς Χωροφυλακής -όπως ο εξαναγκασμός τους να πιούνε ρετσινόλαδο για «να αποβάλλουν τα βουλγάρικα από μέσα τους». 

Αριστερά

Από την δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα οι σοσιαλιστές των Βαλκανίων πάλευαν ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις αλλά και στις πολεμικές εξορμήσεις των ντόπιων αρχουσών τάξεων και πρόβαλλαν το σύνθημα μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας, με τους Μακεδόνες κομμάτι της. Γι’ αυτό η αριστερά της ΕΜΕΟ βρέθηκε να συνεργάζεται μαζί τους. 

Ο Ντίμιταρ Βλάχοφ ήταν η προσωποποίηση αυτής της σχέσης. Στέλεχος της ΕΜΕΟ, σοσιαλιστής και κουμπάρος του Κριστιάν Ρακόφσκι, εκλέχτηκε βουλευτής στο κοινοβούλιο των Νεοτούρκων το 1908 και έγινε μέλος της σοσιαλιστικής Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης. Μετά τον πόλεμο έγινε κομμουνιστής και ηγέτης της ΕΜΕΟ (Ενωμένης) που ιδρύθηκε το 1925. Το 1944 τον βρίσκουμε με τους παρτιζάνους του Τίτο και στη συνέχεια έγινε ανώτερος αξιωματούχος της Ομόσπονδης Δημοκρατίας της Μακεδονίας στην Γιουγκοσλαβία. 

Το ΣΕΚΕ ιδρύθηκε από τις οργανώσεις που πάλευαν ενάντια στον εθνικισμό και τον πόλεμο. Το 1925-26, ο γραμματέας του κόμματος, ο Παντελής Πουλιόπουλος, σέρνεται σε δίκη από τη δικτατορία του στρατηγού Πάγκαλου, μαζί με άλλους 22 συντρόφους του, με την κατηγορία ότι συνωμοτούσαν για την «απόσχιση» της Μακεδονίας. Η απολογία του Πουλιόπουλου που κράτησε πέντε ώρες, ήταν τόσο συγκλονιστική που τελικά το δικαστήριο τον αθώωσε -παρόλα αυτά η δικτατορία τον έστειλε εξορία. Η υπεράσπιση του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση έγραφε το 1928 ο Πουλιόπουλος «στρέφει την αγανάκτηση των εθνικώς καταπιεζόμενων από τον εθνικιστικό στον αντικαπιταλιστικό δρόμο». 

Το ΚΚΕ συνέχισε να υπερασπίζει ανοιχτά και θαρρετά το δικαίωμα της μακεδονικής μειονότητας να μιλάει και να μαθαίνει τη γλώσσα της να έχει πλήρη δικαιώματα. Το 1935 και 1936 όταν το εργατικό κίνημα έπαιρνε φόρα και η επιρροή του ΚΚΕ μεγάλωνε, το ίδιο μεγάλωνε κι η επιρροή του στη μειονότητα. 

Ο Ριζοσπάστης αναφέρεται στις περιοδείες των υποψηφίων βουλευτών του Παλλαϊκού Μετώπου στα χωριά της Φλώρινας και της Καστοριάς στις εκλογές του Γενάρη του 1936 με περιγραφές όπως «μας περίμενε όλο το χωριό. Τα συνθήματά μας έγιναν ανάρπαστα. ‘Ντόλου μπόγια’ (κάτω ο μπόγιας) φώναζαν οι γυναίκες». 

Ετσι μπήκαν οι βάσεις για να μπορέσει η Αριστερά να κερδίσει τη στήριξη της πλειοψηφίας της μακεδονικής μειονότητας στην Αντίσταση. Και οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι φασίστες προσπάθησαν να κερδίσουν τη μειονότητα εκμεταλλευόμενοι το παρελθόν της καταπίεσης από το ελληνικό (και το σερβικό) κράτος. Όμως, δεν τα κατάφεραν. Οι μακεδόνες πύκνωσαν τις γραμμές των παρτιζάνων του Τίτο και στήριξαν μαζικά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ. Και στη συνέχεια οι «σλαβομακεδόνες» ήταν η πλειοψηφία των μαχητών και μαχητριών του ΔΣΕ στις τελευταίες φάσεις του Εμφύλιου. 

Είναι αλήθεια ότι αυτή η σχέση πέρασε πολλές φάσεις και εντάσεις. Η ηγεσία της Αριστεράς στην Αντίσταση προτίμησε την «εθνική ενότητα» με τον αστικό πολιτικό κόσμο και την υποταγή του ΕΛΑΣ στο Αγγλικό Στρατηγείο και απέρριψε τη συμμαχία με τους παρτιζάνους του Τίτο και του Τέμπο που πρότειναν Βαλκανικό Στρατηγείο των ανταρτών. 

Σήμερα η Αριστερά δεν έχει κανένα λόγο να χαμηλώνει τις σημαίες της στο όνομα των «εθνικών συμφερόντων». Ο «αντικαπιταλιστικός δρόμος» του Πουλιόπουλου είναι επίκαιρος και περνάει από την σύγκρουση με τις εθνικιστικές εκστρατείες της «δικιάς μας» άρχουσας τάξης και τα παραμύθια της.