Πολιτισμός
Ανιές Βαρντά και JR: Πρόσωπα και ιστορίες

Το όνομα της Ανιές Βαρντά δεν είναι πλατιά γνωστό σε σχέση με το καλλιτεχνικό της έργο που αγκαλιάζει από τη φωτογραφία μέχρι όλες τις κινηματογραφικές ιδιότητες: Σκηνοθέτης, σεναριογράφος, παραγωγός. Παιδί της «Νουβέλ Βαγκ», ή μάλλον μητέρα, μιας και η ταινία «La Pointe-Courte» που γύρισε το 1955 θεωρείται προπομπός του Γαλλικού Νέου Κύματος. 

Η Βαρντά ανήκε στην πιο ριζοσπαστική πτέρυγα αυτού του κινηματογραφικού κινήματος, στην ομάδα της «Αριστερής όχθης» (του Σηκουάνα), που συγκρότησε μαζί με δημιουργούς όπως ο Κρις Μαρκέρ, ο Αλέν Ρενέ, ο Ζαν Ρου, με τους συγγραφείς Μελβίλ και Μαργκερίτ Ντυράς. Γύριζαν ταινίες με ελάχιστα χρήματα, συχνά με ερασιτέχνες ηθοποιούς, στα όρια ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και τη μυθοπλασία. Έργα βαθιά επικριτικά προς το καπιταλιστικό σύστημα, άλλοτε πολιτικολογώντας ανοιχτά, άλλοτε με πιο υπόγεια θέματα που άγγιζαν τα υπαρξιακά και συνειδησιακά αδιέξοδα του σύγχρονου ατόμου. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει το συλλογικό «Μακρυά από το Βιετνάμ» και το μικρού μήκους «Μαύροι Πάνθηρες». Άλλα σημαντικά της έργα είναι το «Η Κλεό από τις 5 ως τις 7» και το «Δίχως στέγη, δίχως νόμο». Το τελευταίο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης την τίμησε παρουσιάζοντας μια ρετροσπεκτίβα του πλούσιου έργου της. 

Στα 89 της χρόνια σήμερα, γύρισε μαζί με τον φωτογράφο και «γκραφιτά» JR το «Πρόσωπα και ιστορίες», ένα πρωτότυπο έργο περιπλάνησης στην επαρχιακή Γαλλία και συνάντησης με διαφορετικούς τόπους και ανθρώπους. 

Το ταξίδι με το ιδιότυπο φορτηγάκι – φωτογραφείο του JR επιφυλάσσει μοναδικές δυνατότητες. Οι άνθρωποι φωτογραφίζονται και οι εικόνες τυπώνονται επιτόπου σε μέγεθος γιγαντοαφίσας για να κολληθούν με μπουγέλο σε δημόσιους χώρους της περιοχής, αναδεικνύοντας κάθε φορά ένα διαφορετικό μήνυμα. Η κόρη ενός ανθρακωρύχου, τελευταία κάτοικος ενός συγκροτήματος εργατικών κατοικιών και τελευταία μάρτυρας ενός κόσμου που χάνεται μαζί με το κλείσιμο των ορυχείων. Μια γυναίκα που σερβίρει καφέδες στο καφέ μιας τουριστικής κωμόπολης, ένα ζευγάρι που «κλέφτηκε» για να μείνει ενωμένο, οι εργάτες και εργάτριες ενός εργοστασίου χημικών, τρεις γυναίκες λιμενεργατών στο λιμάνι της Χάβρης. Δυο καλλιτέχνες με διαφορετική παράδοση και 50+ χρόνια διαφορά ηλικίας συναντιούνται για να (ξανα)αφηγηθούν ιστορίες «αόρατων» ανθρώπων, αλλά και για να «μετρήσουν» το δικό τους πνευματικό ανάστημα με μια επίσκεψη στον τάφο του Καρτιέ-Μπρεσόν, διατρέχοντας τις αίθουσες του Λούβρου με αμαξίδιο, επιχειρώντας μια άκαρπη επίσκεψη στο σπίτι του Ζακ-Λυκ Γκοντάρ. 

Σε αυτή την ουμανιστική προσέγγιση βρίσκεται το «κλου» της ταινίας. Στο κέντρο της δεν βρίσκεται το μεγαλείο του δημιουργού, αλλά η αληθινή ζωή και οι απλοί άνθρωποι. Η κάμερα τους συμπεριφέρεται με γλυκύτητα, το χαρτί επιστρέφει σε αυτούς και αναδεικνύει εκτός από τις δικές τους ιστορίες, ότι εδώ υπάρχει το υποκείμενο που μπορεί τελικά να γράψει την ιστορία.