Ιστορία
Εβιάν 1938 - ΕΕ 2018: Η τραγωδία του ρατσισμού

Σκίτσο του Ιούλη 1938. Ο “μη Άρειος” παγιδευμένος στον αγκυλωτό σταυρό

Ανάμεσα στις 6 και στις 15 του Ιούλη 1938, το φημισμένο θέρετρο του Εβιάν στη Γαλλία φιλοξένησε μια διεθνή διάσκεψη. Συμμετείχαν αντιπρόσωποι από 32 κυβερνήσεις, άλλες έστειλαν παρατηρητές. Μαζί με τους εκπροσώπους των ανθρωπιστικών οργανώσεων και τους περισσότερους από 200 δημοσιογράφους, η διάσκεψη ήταν ένα μεγάλο διεθνές γεγονός. 

Θέμα της μια προσφυγική «κρίση». Εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίοι της Γερμανίας και της Αυστρίας προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τις ναζιστικές διώξεις. Ζητούσαν βίζα και άσυλο από τις πρεσβείες και τα προξενεία των άλλων χωρών της Ευρώπης και των ΗΠΑ. 

Όμως, οι «πόρτες» ήταν σχεδόν κλειστές. Και η διάσκεψη του Εβιάν τις κράτησε κλειστές. Για τις κυβερνήσεις η μετανάστευση ήταν «πρόβλημα» και οι αιτούντες άσυλο Εβραίοι «ανεπιθύμητοι αλλοδαποί». 

Την πρωτοβουλία για τη διάσκεψη του Εβιάν την είχε πάρει επίσημα η κυβέρνηση των ΗΠΑ στα τέλη του Μάρτη 1938. Το γεγονός που ώθησε σε αυτή την πρωτοβουλία ήταν το Anschluss, η ενσωμάτωση της Αυστρίας στο Τρίτο Ράιχ του Χίτλερ εκείνο το μήνα. 

Οι ναζί τα προηγούμενα χρόνια εφάρμοζαν μια ολόκληρη σειρά αντισημιτικών νόμων -δίπλα στην ωμή βία- για να κάνουν την Γερμανία «judenrein», «κράτος απαλλαγμένο από Εβραίους». Το 1/4 των 600 χιλιάδων περίπου Γερμανών Εβραίων είχαν εγκαταλείψει τη χώρα. Τον Μάρτη του 1938, όμως, 185 χιλιάδες Αυστριακοί Εβραίοι βρέθηκαν μέσα στα σύνορα του Τρίτου Ράιχ του Χίτλερ. Μέσα σε λίγες βδομάδες η φρίκη των διωγμών πήρε ανεπανάληπτες διαστάσεις. 

Ο πρόεδρος Ρούζβελτ των ΗΠΑ παρουσίαζε αργότερα την πρωτοβουλία για τη διάσκεψη σαν μια κίνηση με αγνά ανθρωπιστικά κίνητρα από τη μεριά του. Στην πραγματικότητα, η αρχική ιδέα και η εκτέλεσή της προήλθε από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και τα κίνητρα δεν ήταν καθόλου ανθρωπιστικά. Ο Κόρντελ Χαλ, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, εξηγούσε ότι επρόκειτο για μια κίνηση εντυπωσιασμού με σκοπό να «αποτρέψει απόπειρες χαλάρωσης των μεταναστευτικών νόμων των ΗΠΑ». 

«Ποσοστώσεις»

Το αμερικάνικο Κογκρέσο είχε νομοθετήσει από το 1924 «ποσοστώσεις» στη μετανάστευση στις ΗΠΑ. Τα σύνορα έκλειναν στους μετανάστες που αναζητούσαν μια καλύτερη ζωή. Μόνο ένας συγκεκριμένος αριθμός ανθρώπων από κάθε χώρα ετησίως μπορούσε να μπει νόμιμα στις ΗΠΑ και μόνο αν πληρούσε μια ολόκληρη σειρά από προϋποθέσεις. 

Για τη Γερμανία, αυτή η «ποσόστωση» ήταν 26 χιλιάδες άτομα ετησίως. Το 1934-35, όμως, μόνο 5.200 Γερμανοί πήραν άδεια. Το 1935-36 ο αριθμός έφτασε τις 6.300 άτομα. Το 1936-37 περίπου 11.000. Το 80% ήταν Εβραίοι. Σταγόνα στον ωκεανό όσων ζητούσαν να φύγουν από την Γερμανία ή βρίσκονταν «παράνομα» σε ευρωπαϊκές πόλεις ελπίζοντας να πάνε στις ΗΠΑ. 

Η ίδια η πρόσκληση για τη διάσκεψη του Εβιάν προεξοφλούσε την κατάληξή της: «Από καμιά χώρα δεν αναμένεται ή θα ζητηθεί να δεχτεί μεγαλύτερο αριθμό μεταναστών από αυτόν που επιτρέπει η υφιστάμενη νομοθεσία της». Οι «υφιστάμενες νομοθεσίες» ήταν σχεδιασμένες για να κλείνουν τα σύνορα, στους μετανάστες και πρόσφυγες γενικά και στους Εβραίους ειδικά. 

Η αρχική ιδέα για την τοποθεσία της διάσκεψης ήταν η Ελβετία. Η κυβέρνησή της αρνήθηκε, για να μην στραφεί η προσοχή στην «υφιστάμενη νομοθεσία» για τους μετανάστες. Η γαλλική κυβέρνηση δέχτηκε ευχαρίστως την ιδέα να φιλοξενήσει τη διάσκεψη. Όμως, το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών ξεκαθάρισε ότι: «η Γαλλία αδυνατεί να δεχτεί ένα μεγάλο αριθμό μεταναστών στο μητροπολιτικό έδαφος για μόνιμη εγκατάσταση». 

Το βρετανικό Φόρεϊν Οφις ανακάλυψε κι ένα άλλο επιχείρημα για να κλείσει τη στρόφιγγα. Αν ανοίξουμε τα σύνορα στους Εβραίους πρόσφυγες από την Γερμανία και την Αυστρία έγραφε ένας αξιωματούχος του τότε, θα ενθαρρύνουμε άλλα «αντισημιτικά καθεστώτα» όπως της Πολωνίας, της Ρουμανίας και της Ουγγαρίας «να εντείνουν την προσπάθεια να απαλλαγούν από τους Εβραϊκούς πληθυσμούς τους εις βάρος άλλων χωρών». 

Ο Μάιρον Τέηλορ, προσωπικός φίλος του Ρούζβελτ και επίσημος εκπρόσωπος των ΗΠΑ, αφού είπε μερικά παχιά λόγια για τα δικαιώματα, ελευθερίες και άλλα ωραία, αποκάλυψε τι προτίθετο να κάνει η κυβέρνησή του για το ζήτημα: συγχώνευση των «ποσοστώσεων» για Γερμανία και Αυστρία. Τίποτα περισσότερο. 

Η θέση που διατύπωσε ο λόρδος Μίντλετον, ο επικεφαλής της βρετανικής αντιπροσωπείας στη διάσκεψη ήταν η εξής: «Η Βρετανία δεν είναι έθνος μετανάστευσης… Σε μια χώρα τόσο πυκνά κατοικημένη και με τόσο μεγάλο βαθμό εκβιομηχάνισης, στις παρούσες οικονομικές συνθήκες η απορρόφηση ξένων παρουσιάζει κάποιες σοβαρές δυσκολίες». 

Ο Ανρί Μπερενζέρ, ο Γάλλος εκπρόσωπος, εξήγησε ότι η Γαλλία από τη λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και μετά είχε δεχτεί περισσότερους από 200 χιλιάδες πρόσφυγες και σε αυτή ζούσαν 3 εκατομμύρια «αλλοδαποί κάθε είδους». Είχε φτάσει στο «ανώτατο σημείο κορεσμού», δεν μπορούσε να δεχτεί άλλους. 

«Εκτός Ευρώπης»

Ο Αυστραλός ήταν ακόμα πιο ωμός: «η χώρα μου δεν είχε φυλετικό πρόβλημα και δεν προτίθεται να αποκτήσει» είπε. Ο Καναδός δήλωσε ότι «ήδη κάνουμε πολλά. Ίσως κάποιες κατηγορίες αγροτών να γίνουν δεκτές. Οι υπόλοιποι είναι άτυχοι». Ο Καναδάς δέχτηκε μόνο 5 χιλιάδες Εβραίους από την Ευρώπη για όλη την περίοδο από το 1933 μέχρι το 1945. Η Αυστραλία 10 χιλιάδες. Η Ν. Αφρική 6 χιλιάδες. 

Ο δόκτωρ Γκόστα Ένγκζελ, στέλεχος του σουηδικού υπουργείου Εξωτερικών, στη δική του ομιλία, αφού επαίνεσε τη «φιλελεύθερη παράδοση» της χώρας του, είπε ότι «δεδομένων και των οικονομικών συνθηκών…Για να υπάρξουν απτά και ουσιαστικά αποτελέσματα, στην πρώτη γραμμή της προσπάθειας για τη μετανάστευση των προσφύγων θα έπρεπε να βρεθούν χώρες εκτός Ευρώπης». 

Οι σημερινοί ηγέτες της ΕΕ ουσιαστικά αντιγράφουν την ίδια επιχειρηματολογία όταν συμφωνούν να υψώσουν δολοφονικά τείχη απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Ακόμα και η φρασεολογία είναι η ίδια. 

Κι όχι μόνο η φρασεολογία. Μερικές βδομάδες πριν ο κόσμος παρακολουθούσε συγκλονισμένος το δράμα των προσφύγων στο πλοίο Ακουάριους που η κυβέρνηση της Ιταλίας απαγόρευε να «δέσει» στα ιταλικά λιμάνια. Πριν 79 χρόνια το Ακουάριους ονομαζόταν SS St Louis. Αντί για πρόσφυγες από την Αφρική ήταν φορτωμένο με 937 Εβραίους πρόσφυγες. 

Το SS St Louis ήταν ένα μεγάλο υπερωκεάνιο και απέπλευσε από το Αμβούργο το Μάη του 1939. Οι επιβάτες του είχαν καταφέρει με χίλια βάσανα να πάρουν άδειες αποβίβασης (προσωρινές βίζες) στην Κούβα. Έλπιζαν να γίνουν δεκτοί στις ΗΠΑ. Όταν το πλοίο έφτασε στην Αβάνα, οι αρχές τους απαγόρευσαν να αποβιβαστούν. 

Στη συνέχεια έφτασε τόσο κοντά στις ακτές της Φλόριδα που οι επιβάτες μπορούσαν να δουν τα φώτα του Μαϊάμι. Η Αμερικάνικη Ακτοφυλακή έστειλε τα σκάφη της να προσέχουν μήπως κάποιος επιβάτης πέσει στη θάλασσα για να φτάσει κολυμπώντας στην ακτή. Το πλοίο επέστρεψε στην Ευρώπη. Οι περισσότεροι επιβάτες έγιναν τελικά δεκτοί στην Γαλλία, την Ολλανδία και το Βέλγιο και μόνο όταν οι εβραϊκές κοινότητες ανέλαβαν όλα τα έξοδα της εγκατάστασής τους. Λίγους μήνες μετά, αυτές οι χώρες καταλήφθηκαν από τους ναζί. 

Οι κυβερνήσεις της «δημοκρατικής» Ευρώπης (στην πραγματικότητα όλου του κόσμου) εφάρμοζαν από τις αρχές της δεκαετίας του ’30 ρατσιστικές πολιτικές ενάντια στους μετανάστες και τους πρόσφυγες. 

Ο «περιορισμός της μετανάστευσης» ήταν καταρχήν ένα ρατσιστικό όπλο διαίρεσης της εργατικής τάξης και των φτωχών. Για την ανεργία φταίνε οι «ξένοι», «δεν χωράνε άλλοι σε περίοδο κρίσης», έλεγε μια συστηματική εκστρατεία που ερχόταν από τα πάνω, από τις κυβερνήσεις, τις ενώσεις των αφεντικών, τα αστικά κόμματα. Το 1934, το «κεντρώο» κόμμα των Ριζοσπαστών στην Γαλλία υιοθέτησε επίσημα τη θέση για «σταδιακή απέλαση» 800 χιλιάδων μεταναστών εργατών. 

Η ακροδεξιά πρόσθετε σε αυτό το μίγμα και τον αντισημιτισμό. Οι φασίστες που έκαναν έφοδο στο γαλλικό κοινοβούλιο τον Φλεβάρη του 1934 πρωτοστατούσαν -πριν και στα επόμενα χρόνια- σε εκστρατείες «επαγγελματικών οργανώσεων» για να αποκλειστούν οι Εβραίοι πρόσφυγες από την Γερμανία και την Ανατολική Ευρώπη από μια σειρά εργασίες και επαγγέλματα. 

Οι γαλλικές κυβερνήσεις υιοθετούσαν βήμα-βήμα τέτοια μέτρα για να εμποδίσουν την εξάπλωση….του αντισημιτισμού! Το 1934-35, απέλασαν χιλιάδες πρόσφυγες πίσω στην Γερμανία. Στα τέλη του 1938, το Παρίσι κηρύχτηκε απαγορευμένη ζώνη για εγκατάσταση μεταναστών (δηλαδή Εβραίων). Κι ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ο Καμίλ Σοτέμπ δήλωνε τον Οκτώβρη εκείνης της χρονιάς ότι η Γαλλία «έχει την υποχρέωση να διασφαλίσει ότι μια εισδοχή Εβραίων δεν θα προκαλέσει δυσκολίες φυλετικής φύσης». 

Αντί να μειώσουν τη φασιστική απειλή, την δυνάμωναν. Σήμερα, οι ηγέτες της ΕΕ υιοθετούν την ατζέντα του Τραμπ και σέρνονται πίσω από τους Σαλβίνι, τους Κουρτς και τους Ζεεχόφερ, λέγοντας ότι έτσι στερούν την ακροδεξιά από το οπλοστάσιό της. Η Μέρκελ, ο Μακρόν, ο Τσίπρας άνετα θα μπορούσαν να καταλάβουν κάποιο έδρανο στη διάσκεψη του Εβιάν. 

Είναι ο δρόμος για την κόλαση, όπως έδειξε η δεκαετία του ’30. Υπάρχει ο δρόμος για την ελπίδα, ο δρόμος που γέννησε τις επαναστατικές εκρήξεις εκείνης της δεκαετίας. Το εργατικό κίνημα που παλεύει ενάντια στη λιτότητα, για ανοιχτά σύνορα, ενάντια στον ρατσισμό και τους φασίστες.