Κινηματογράφος
ΚΕΝ ΛΟΟΥΤΣ / Αναζητώντας τον Έρικ - Στο τέλος νικάει η κερκίδα

Μια ευχάριστη έκπληξη για το κοινό του Κεν Λόουτς, η ταινία του από το 2009 «Αναζητώντας τον Έρικ» βρήκε επιτέλους διανομή στην Ελλάδα και από τις αρχές Αυγούστου παίζεται στα σινεμά. Όλα τα γνώριμα στοιχεία του σινεμά του Κεν Λόουτς βρίσκονται εδώ: Απλοί άνθρωποι της εργατικής τάξης, αλλά και υπερβάσεις σε σχέση με τον κοινωνικό ρεαλισμό που χαρακτηρίζει τα έργα του. Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η ταινία μιλάει για δυο Έρικ:
Ο πρώτος είναι ο Έρικ Μπίσοπ, ταχυδρομικός υπάλληλος, αφοσιωμένος οπαδός της ιστορικής ποδοσφαιρικής ομάδας Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και βρίσκεται στα όρια της της κατάθλιψης. Κάθε μέρα έχει να παλέψει τη μοναξιά, την εσωστρέφεια και τη συμβίωση με τους δυο προγονούς από τον δεύτερό του γάμο, που έχουν μετατρέψει το σπίτι σε αποθήκη κλοπιμαίων, μαριχουάνας και συναθροίσεων, και τον ίδιο σε καμαριέρα.
Ο Έρικ αισθάνεται ότι άνθρωποι και γεγονότα τον προσπερνούν, δεν μπορεί να ελέγξει αυτά που του συμβαίνουν, δεν μπορεί να εμπιστευτεί τον ίδιο του τον εαυτό. Μοναδικό του στήριγμα οι συνάδελφοί του από το ταχυδρομείο και τον τοπικό σύλλογο της Γιουνάιτεντ, οι οποίοι τον περιβάλλουν με ζεστασιά και αλληλεγγύη, ωστόσο οι συνεδρίες με βάση εκλαϊκευμένα ψυχαναλυτικά εγχειρίδια όσο κι αν τον στηρίζουν, δεν αρκούν για να αλλάξει την παθητικότητα με την οποία αντιμετωπίζει τη ζωή. Όταν η κόρη του από τον πρώτο του γάμο του ζητά να κρατήσει την εγγονή του λίγες ώρες καθημερινά και συνειδητοποιεί ότι θα πρέπει να συνεργαστεί με την πρώτη του σύντροφο, Λίλυ, αναλογιζόμενος το παρελθόν και έναν συνολικό απολογισμό, φτάνει στα όρια νευρικής κρίσης.

Ίνδαλμα
Τότε, (και μετά από ένα καλό τσιγαριλίκι), εμφανίζεται από μηχανής θεός ο δεύτερος Έρικ, ο Ερίκ Καντονά, πρώην άσσος της Γιουνάιτεντ και προσωπικό ίνδαλμα του πρώτου Έρικ. Ο Καντονά είναι ο άλλος του εαυτός όταν ονειρεύεται έξω από την ταπεινή πραγματικότητα. Η οπτασία του Καντονά θα εμπνεύσει στον Έρικ την αυτοπεποίθηση και την αποφασιστικότητα να αντιμετωπίσει τη Λίλυ, τους προγονούς του και τις «διασυνδέσεις» τους και τελικά τον ίδιο του τον εαυτό. Στο τελευταίο μέρος η ταινία απογειώνεται σε υπερβατικά μονοπάτια μακρυνά από το γνώριμο ρεαλιστικό ύφος του Λόουτς, που όμως υπηρετούν την κεντρική ιδέα της ταινίας, με τα δικά του λόγια «Θελήσαμε να ξεφουσκώσουμε την ιδέα ότι οι διασμότητες είναι κάτι περισσότερο από ανθρώπινα όντα. Και να κάνουμε μια ταινία για την αλληλεγγύη, για την παλιά ιδέα ότι είμαστε πιο δυνατοί σαν μέλη μιας ομάδας από ό,τι σαν άτομα».
Από αυτή την άποψη, η κριτική που δέχτηκε η ταινία για «σοσιαλιστική αφέλεια» είναι ολότελα άστοχη, καθώς αγνοεί όλη της την ουσία. Η επιλογή των «ηρώων» δεν ήταν τυχαία: Ο Καντονά έμεινε γνωστός σαν ο απείθαρχος και φιλοσοφημένος γκολτζής που δεν δίστασε να δείρει έναν φασίστα χούλιγκαν όταν αυτός τον πρόσβαλε με ρατσιστικό σχόλιο. Δεν απολογήθηκε γι’αυτό, και τιμωρήθηκε με εννιάμηνο αποκλεισμό από τα γήπεδα.
Εγκατέλειψε το ποδόσφαιρο στα τριάντα, όταν έχασε το πάθος γι’αυτό. Έχει ρίζες στην εργατική τάξη της Μασσαλίας και οι παππούδες του είχαν πολεμήσει με τους Δημοκρατικούς στον Ισπανικό Εμφύλιο, γεγονός που τον κάνει περήφανο. Όταν ρωτήθηκε για την καλύτερη ποδοσφαιρική του στιγμή, δεν ανέφερε κάποιο δικό του γκολ, αλλά μια πάσα που είχε δώσει σε συμπαίκτη του, σχολιάζοντας: «Πρέπει να εμπιστεύεσαι τους συμπαίκτες σου. Πάντα». Ο Στιβ Έβετς που ερμηνεύει υπέροχα τον διαλυμένο από προσωπικά και κοινωνικά προβλήματα Έρικ Μπίσοπ, είχε επίσης μια περιπετειώδη ζωή σαν ναυτικός, σαν προσωπικότητα του αγγλικού ροκ, πρώην μπασίστας του πανκ γκρουπ Fall πριν φτιάξει τη δική του μπάντα.
Με λίγη βοήθεια από τους φίλους, ένας αντιήρωας της εργατικής τάξης σε κατάθλιψη ξαναστήνεται στα πόδια του και αντιμετωπίζει τις δυσκολίες, την αδικία και την τοξική ταξικότητα της ζωής στη σύγχρονη Βρετανία.