Ιστορία
Ουγγαρία 1919: Ο Λούκατς και η ταξική συνείδηση

Στις 21 Μάρτη του 1919 η κόκκινη σημαία της Δημοκρατίας των Εργατικών Συμβουλίων κυμάτιζε θριαμβευτικά στη Βουδαπέστη, στην πρωτεύουσα της Ουγγαρίας. Η εργατική τάξη της πόλης ονόμαζε το νέο καθεστώς με μια λέξη: Κομμούνα. Ήταν, άλλωστε, δικό της δημιούργημα. Εζησε μόλις 133 μέρες, και πνίγηκε στο αίμα από την αντεπαναστατική επέμβαση των γειτονικών αρχουσών τάξεων με την υποστήριξη της Γαλλίας. 

Μέχρι το 1918 η Ουγγαρία ήταν το “άλλο μισό” της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, της Αυστροουγγαρίας. Η εργατική τάξη της Βουδαπέστης και οι σιδηροδρομικοί είχαν απεργήσει ενάντια στον πόλεμο τον Γενάρη εκείνης της χρονιάς. Και τον Νοέμβρη, η κυβέρνηση της ανεξάρτητης πλεον Ουγγαρίας προσπαθούσε να επιβιώσει σε μια κατάσταση γενικευμένης πολιτικής και κοινωνικής κρίσης. Είχε να αντιμετωπίσει μια εργατική τάξη σε εξέγερση και εκατοντάδες χιλιάδες αποστρατευμένους φαντάρους. 

Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ουγγαρίας ιδρύθηκε στα τέλη Νοέμβρη του 1918 και σύντομα την ηγεσία του την ανέλαβαν φαντάροι που είχαν γίνει κομμουνιστές στη διάρκεια της αιχμαλωσίας τους στην Ρωσία. Κεντρική φιγούρα τους ήταν ο Μπέλα Κουν. Αυτό το κόμμα “εκτοξεύτηκε” κυριολεκτικά στην εξουσία τον Μάρτη του 1919. Πριν καν τα μέλη του φτάσουν τον αριθμό των εκατό, την πρώτη βδομάδα του Δεκέμβρη, το κόμμα είχε κερδίσει στις γραμμές του ένα ήδη διάσημο διανοούμενο. Τον Γκιόργκι Λούκατς. 

Κομμούνα

Φιλόσοφος, ιστορικός και κριτικός της λογοτεχνίας, με σπουδές στη Χαϊδελβέργη της Γερμανίας, ο Λούκατς ήταν ήδη γνωστός για τις μελέτες  του Ψυχή και Μορφές και Θεωρία του Μυθιστορήματος. Στεκόταν ήδη κριτικά απέναντι στον καπιταλισμό και την αστική δημοκρατία και ο Παγκόσμιος Πόλεμος έκανε αυτή την αντίθεση πιο έντονη και βαθιά. Η νίκη των εργατικών συμβουλίων τον Οκτώβρη του 1917 στη Ρωσία ήταν ο σταθμός που ώθησε τον Λούκατς στο μαρξισμό και τις ιδέες των μπολσεβίκων. 

Τον Μάρτη του 1919 έγινε αναπληρωτής κομισάριος (υπουργός) Πολιτισμού στην επαναστατική κυβέρνηση. Η επανάσταση ήταν και σε αυτό το τομέα μια “έφοδος στον ουρανό”. Η τέχνη έπαψε να είναι προνόμιο των πλουσίων και των “χορηγών”. Μια πρωτοποριακή παραγωγή του Οθέλου του Σέξπηρ ανέβηκε στο πιο φημισμένο θέατρο της Βουδαπέστης, δωρεάν για χιλιάδες εργάτες και εργάτριες. 

Οι ίδιοι οι καλλιτέχνες, μέσα από τα δικά τους συμβούλια απέκτησαν τον έλεγχο της δημιουργίας τους. Πίνακες και άλλα πολύτιμα έργα τέχνης κατασχέθηκαν από τα μέγαρα και τις βίλες των καπιταλιστών και των ευγενών για να γεμίσουν εκθέσεις ανοιχτές στους πολλούς. Κι η εκπαίδευση άλλαξε ριζικά. Μια εντυπωσιακή “καινοτομία” ήταν η εισαγωγή του μαθήματος της σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία που πήγαινε χέρι-χέρι με την πάλη για την απελευθέρωση των γυναικών από την καταπίεση. Αργότερα το αντεπαναστατικό καθεστώς που επικράτησε με ένα λουτρό αίματος δεν θα έπαυε να θυμίζει την “έκλυση των ηθών” που έφερε η “εβραιοκομμουνιστική” εξουσία. 

Ο Λούκατς πολέμησε την αντεπανάσταση. Εγινε πολιτικός επίτροπος της 5ης μεραρχίας του ουγγρικού Κόκκινου Στρατού και συμμετείχε σε μάχες. Όταν η επανάσταση ηττήθηκε στις αρχές Αυγούστου του 1919, ο Λούκατς έμεινε στη Βουδαπέστη, μαζί με άλλους συντρόφους του, για να αναδιοργανώσει τη δράση του κόμματος σε συνθήκες σκληρής παρανομίας. Το 1920 ήταν πλέον πολιτικός πρόσφυγας στη Βιέννη και μέλος της ηγεσίας του κόμματος. 

Αυτή η ιδιότητα θα τον φέρει στην “καρδιά” των συζητήσεων και διεργασιών της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Ο Λούκατς θα είναι αντιπρόσωπος στο 3ο και 4ο συνέδριό της, το 1921 και το 1922 αντίστοιχα. Ήταν η περίοδος που η Κομμουνιστική Διεθνής ήταν πραγματικά βήμα διαλόγου και επιτελείο των επαναστατικών κομμάτων που συγκροτούνταν σε όλο τον κόσμο. 

Υποκείμενο

Σε αυτή τη διαδρομή, τη δεμένη με την προσπάθεια να βγουν τα συμπεράσματα από την εμπειρία τριών επαναστάσεων -της ρώσικης, της γερμανικής, της ουγγρικής- και της προσπάθειας να χτιστούν επαναστατικά κόμματα, ο μαρξισμός του Λούκατς ωριμάζει και δίνει καρπούς που είναι πολύτιμοι σήμερα σχεδόν ένα αιώνα μετά. 

Ξεχωριστή θέση κατέχει το πιο σημαντικό θεωρητικό του επίτευγμα, το βιβλίο Ιστορία και Ταξική Συνείδηση που ολοκληρώθηκε το 1922. Δέχτηκε πυρά τόσο από το χώρο της σοσιαλδημοκρατίας όσο και από το σταλινισμό. Το βιβλίο έμεινε πρακτικά “θαμμένο” μέχρι τη δεκαετία του '60. Ο λόγος που κάνει το έργο αυτό ξεχωριστό και ξένο τόσο από τη σοσιαλδημοκρατία όσο και από τον σταλινισμό είναι η θέση που δίνει στην εργατική τάξη σαν: “το ταυτόσημο υποκείμενο-αντικείμενο της διαδικασίας κοινωνικής ανάπτυξης”. 

Το προλεταριάτο δεν είναι μόνο το “αντικείμενο” της εκμετάλλευσης. Το εμπόρευμα “εργατική δύναμη” δεν μπορεί να ξεχωριστεί απο τον άνθρωπο-εργάτη. Ο καπιταλισμός μετατρέπει διαρκώς την εργατική τάξη σε “εξάρτημα της μηχανής” όπως έγραφαν ο Μαρξ κι ο Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, αλλά η εργατική τάξη αντιστέκεται σε κάθε βήμα. Επειδή έχει αυτά τα χαρακτηριστικά η εργατική τάξη μπορεί να κατανοήσει στην ολότητα της την καπιταλιστική κοινωνία.  

Η αστική τάξη παρόλο που βρίσκεται στην κορυφή αυτή της κοινωνίας, δεν μπορεί να έχει αυτή την συνολική οπτική, γιατί το να δει την κοινωνία στην ολότητά της θα σήμαινε να παραδεχτεί ότι η κυριαρχία της δεν θα είναι αιώνια.

Η εργατική τάξη μπορεί να ηγηθεί σαν τάξη στον αγώνα για την ανατροπή του συστήματος της εκμετάλλευσης και να γίνει το υποκείμενο που έχει “πραγματική ταξική συνείδηση” του ιστορικού της σκοπού. 

Όπως έγραφε σε ένα άλλο κείμενό του, που δημοσιεύτηκε το 1924 με τίτλο Η Σκέψη του Λένιν: 

“Η ιστορική αποστολή του προλεταριάτου είναι λοιπόν να αποσπαστεί από κάθε ιδεολογική συμφωνία με τις άλλες τάξεις και να βρει την καθαρή ταξική συνείδησή του, με βάση την ιδιαιτερότητα της ταξικής του κατάστασης και την αυτοτέλεια των ταξικών του συμφερόντων που απορρέουν απ’ αυτή. Μονάχα με αυτόν τον τρόπο θα είναι ικανό να οδηγήσει όλους όσους υποφέρουν από την καταπίεση και εκμετάλλευση στην αστική κοινωνία στον κοινό αγώνα κατά των οικονομικών και πολιτικών εξουσιαστών τους. Η αντικειμενική βάση αυτού του ηγετικού ρόλου του προλεταριάτου είναι η θέση του στην παραγωγική διαδικασία του καπιταλισμού”. 

Ο Λούκατς δεν ισχυρίζεται ότι η εργατική τάξη κουβαλάει την “πραγματική της ταξική συνείδηση” σαν “πινακίδα στην πλάτη της” όπως του καταλόγισε μερικές δεκαετίες αργότερα ο Πουλαντζάς. Η “καθημερινή” “ψυχολογική συνείδηση” της εργατικής τάξης είναι σημαδεμένη από τις ιδέες της κυρίαρχης τάξης. Και μόνο μέσα από τον αγώνα, από τη ταξική πάλη η εργατική τάξη μπορεί να την ξεπεράσει. 

Μερικά χρόνια αργότερα ο ιταλός επαναστάτης Αντόνιο Γκράμσι -που είχε γνωρίσει τον Λούκατς- έγραφε για την «ψευδή συνείδηση» που οι καπιταλιστικές σχέσεις αναπαράγουν, σε αντίθεση με την «ορθή συνείδηση» που αντιστοιχεί στα πραγματικά ταξικά της συμφέροντα.  

Κόμμα

Το επαναστατικό κόμμα είναι ο απαραίτητος κρίκος σε αυτή τη διαδικασία. Η εργατική τάξη δεν μπαίνει ομοιόμορφα σαν κουρδισμένη μηχανή στον αγώνα, ούτε απαλλάσσεται αυτόματα από τις ιδέες του καπιταλισμού. Το επαναστατικό κόμμα είναι “η ορατή μορφή που παίρνει η ταξική συνείδηση του προλεταριάτου”. Και ο λόγος ύπαρξης δεν είναι να δίνει εντολές από την καρέκλα του διευθυντή (ή του υπουργού) αλλά για να παρεμβαίνει στην καθημερινή πάλη “να διδάσκεται από κάθε εκδήλωση των μαζών, όσο συγκεχυμένη κι αν είναι, και να ανακαλύπτει στις μάζες τις επαναστατικές δυνατότητες που δεν έχουν ακόμη συνειδητοποιήσει”. 

Ο Τρότσκι θα παρομοίαζε, στην Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης, την σχέση του επαναστατικού κόμματος με την τάξη με εκείνη του έμβολου και του ατμού. Χωρίς το έμβολο, το επαναστατικό κόμμα, η δράση της τάξης -ο ατμός- σκορπάει και χάνεται. Αλλά το έμβολο χωρίς ατμό είναι ένα άχρηστο μεταλλικό αντικείμενο. Την ίδια αναλογία κάνει κι ο Λούκατς, με τη φιλοσοφική του διατύπωση στη Σκέψη του Λένιν όταν μιλάει για το “ηγετικό κόμμα του προλεταριάτου”:

“Είναι όμως πάντοτε το κοινωνικό Είναι της τάξης, η ταξική συνείδηση που απορρέει απ’ αυτό, που καθορίζουν το περιεχόμενο και την κατεύθυνση των πράξεών του. Δεν πρόκειται για την εκπροσώπηση της τάξης, αλλά για το αποκορύφωμα της δράσης της ίδιας της τάξης”.  

Ο Λούκατς ξεκινούσε το βιβλίο του για τη Σκέψη του Λένιν υπογραμμίζοντας ότι το θεμέλιό της είναι η “επικαιρότητα της επανάστασης”. Οχι “σαν να ήταν δυνατή η πραγματοποίησή της οποτεδήποτε, με οποιονδήποτε τρόπο”. Αλλά “σαν το σίγουρο κριτήριο για τις αποφάσεις που έπρεπε να παρθούν για όλα τα καθημερινά θέματα”. Ενα κριτήριο που χρειάζεται επειγόντως η Αριστερά σήμερα.