Tα κείμενα βασίζονται στις εισηγήσεις του Γ. Σηφακάκη και του Γ. Γιαννόπουλου στη συζήτηση με θέμα “Τέχνη και Επανάσταση” που έγινε στα πλαίσια του τετραήμερου ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ 2019.
Η Τέχνη είναι δεμένη με την επανάσταση και τα επαναστατικά κινήματα. Από το 1750 έως το 1850 ήταν η περίοδος που η τότε ανερχόμενη επαναστατική αστική τάξη ένιωθε την αυτοπεποίθηση ότι με τις επιστημονικές και ριζοσπαστικές ιδέες του διαφωτισμού θα συγκρουόταν με την παλιά φεουδαρχική τάξη πραγμάτων και αυτό έκανε. Εκείνη την περίοδο έχουμε κάποια από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Τις συμφωνίες του Μπετόβεν, τα αριστουργήματα του Μπαλζάκ και του Ντίκενς, την κλασσική αρχιτεκτονική. Ήταν δείγματα γραφής αυτής της ανερχόμενης αυτοπεποίθησης -όπως έλεγε ο Λούκατς- της αστικής τάξης εκείνη την περίοδο που μπορούσε να φτιάχνει καλλιτεχνικά δημιουργήματα φοβερής αξίας.
Δεν σημαίνει ότι έχουμε έργα τέχνης μονάχα όταν το επαναστατικό κίνημα ανεβαίνει. Και στην επόμενη περίοδο, με την κρίση του καπιταλισμού που άρχισε στα τέλη του 19ου αιώνα υπάρχουν σπουδαία έργα τέχνης που προσπαθούν με τους δικούς τους τρόπους να δώσουν την εικόνα της κρίσης της κοινωνίας. Οι Μοντερνιστές και ένα κομμάτι τους μπορεί να συνθηκολόγησαν με τους φασίστες, όμως μια σειρά όμως καλλιτέχνες σε αυτό το ρεύμα του Μοντερνισμού προσπαθούσαν να περιγράψουν την κρίση και το σπάσιμο της συνοχής του καπιταλιστικού κόσμου μέσα από προώθηση τεχνικών που είχαν ακριβώς αυτό το στοιχείο της αφαιρετικής διάστασης στην καλλιτεχνική τους δημιουργία.
Το ότι η άνοδος μιας επαναστατικής τάξης προκαλεί αφύπνιση και καλλιτεχνική δημιουργία, μπορούμε να το δούμε και στις εργατικές επαναστάσεις. Η εργατική τάξη παίρνοντας την εξουσία τον Οκτώβρη του 1917 μπορεί να είχε να αντιμετωπίσει την πείνα και την καθυστέρηση, αλλά ταυτόχρονα αυτή η εργατική τάξη που πεινούσε, τελείωνε τις δουλειές της και μπορούσε να κατακλύζει τα θέατρα να πηγαίνει στις όπερες που μέχρι τότε ήταν προνόμιο μονάχα των πλούσιων. Να γεμίζει τις πλατείες φεύγοντας από τα εργοστάσια, για να ακούει τον επίτροπό της λαϊκής παιδείας, τον Λουνατσάρσκι, να απαγγέλλει δυο και τρεις ώρες ποιήματα ή να μιλάει για το ελληνικό αρχαίο δράμα ή για την τέχνη συνολικότερα.
Το ίδιο το εργατικό κράτος, οι ίδιοι οι μπολσεβίκοι συνειδητά προσπαθούσαν να φέρουν σε επικοινωνία τις επαναστατημένες μάζες με τα επιτεύγματα του ανθρώπινου πολιτισμού και κουλτούρας. Και αυτό σε δύσκολες συνθήκες.
Συνθήκες
Ο Τρότσκι το έλεγε πολύ γλαφυρά: έχουμε μια αντίφαση στην επαναστατική Ρωσία, από τη μία κληρονομήσαμε την μεγαλύτερη βιβλιοθήκη της Ευρώπης (στο Λένινγκραντ, όταν κρατικοποίησαν τις βιβλιοθήκες των ιδιωτών) αλλά από την άλλη έχουμε κληρονομήσει τον μεγαλύτερο αναλφαβητισμό της Ευρώπης. Αυτές ήταν οι συνθήκες, λαχτάρα για μόρφωση αλλά και χαμηλοί υλικοί πόροι. Το εργατικό κράτος συνειδητά προσπαθούσε να χτίσει σχολεία, να μορφώσει, να μπορέσει να έχει μια εργατική τάξη που να μπορεί να ανταπεξέρχεται στη νέα ζωή και τα μεγάλα επιτεύγματα.
Ο Τρότσκι έγραψε το «Λογοτεχνία και Επανάσταση» το ‘22-’23. Ένα φοβερό βιβλίο που αφού κάνει μια περιγραφή όλων των καλλιτεχνικών ρευμάτων και των δημιουργών στη Ρωσία πιάνεται και με κάποια απλά και συγκεκριμένα ερωτήματα τα οποία μέχρι σήμερα εξακολουθούν να είναι επίκαιρα. Ποια είναι η σχέση του καλλιτέχνη με την κοινωνία; Πώς κρίνουμε ένα έργο τέχνης; Πώς θα αντιμετωπίσουμε τις παλιές μορφές τέχνης; Είναι για τα σκουπίδια όπως λέγανε οι οπαδοί της Προλετκούλτ ή πρέπει η εργατική τάξη να τις αφομοιώσει προκειμένου να προχωρήσει όπως έλεγαν ο Λένιν και ο Τρότσκι; Αυτή δεν ήταν αντιπαράθεση μόνο για τη λογοτεχνία και την τέχνη. Η ουσία της αντιπαράθεσης ξεκίναγε από το ότι ή θα υπάρχει εργατική τάξη με ανεβασμένο πολιτιστικό επίπεδο ή ο κίνδυνος της γραφειοκρατίας που ήδη είχε αρχίσει να αναπτύσσεται, θα μεγαλώνει.
Κάθε έργο τέχνης που δημιουργείται μέσα στην καπιταλιστική παραγωγή μετατρέπεται σε εμπόρευμα και άρα υπάρχει η αλλοτρίωση, μέσα από την οποία περιέγραφε ο Μαρξ πως λειτουργεί η καπιταλιστική παραγωγή. Ο παραγωγός πολλές φορές μπορεί να παράξει ένα έργο τέχνης που ο ίδιος δεν έχει καμιά σχέση, είναι αλλοτριωμένο σε σχέση με τη δουλειά του. Που είναι εν μέρει ένας τρόπος να εξηγήσουμε τους καλλιτέχνες που δεν έχουν άμεση σχέση και εικόνα του κοινωνικού ρόλου της τέχνης. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ενώ ζούμε σε μια κοινωνία που έχει άπειρα μεγαλύτερες δυνατότητες από τη Ρωσία του 1917 σε υλικό πλούτο, σε πνευματικό πλούτο και μέσα για να μπορεί η πλειοψηφία των ανθρώπων να παράγει τέχνη, να ασχολείται, να βλέπει, ξέρουμε καλά ότι υπάρχουν πολύ μεγαλύτεροι περιορισμοί στην ελεύθερη πρόσβαση στους απλούς ανθρώπους στην καλλιτεχνική δημιουργία.
Δεν θέλουμε συναυλίες με εισιτήρια πανάκριβα ή που με χορηγούς όπως ο Νιάρχος, θέλουμε αυτά να είναι δωρεάν από το κράτος, άρα θα πρέπει να είναι διεκδικήσεις της ίδιας της εργατικής τάξης: ελεύθερος χρόνος, ποιοτικός χρόνος, πρόσβαση στην παιδεία και τον πολιτισμό. Ζητήματα που έχουμε να παλέψουμε από πολύ συγκεκριμένες αιχμές. Κλείνουν τα καλλιτεχνικά σχολεία και απολύουν καθηγητές. Συγχωνεύουν τμήματα και περικόπτουν τις σχολές καλών τεχνών.
Η τέχνη μας βοηθάει να κατανοήσουμε την κοινωνία και έτσι μας βοηθάει και στον αγώνα να την ανατρέψουμε να την αλλάξουμε, είναι δικιά μας, δεν είναι δικιά τους, δεν είναι για μια μικρή ελίτ που ξέρει ενώ ο φτωχός λαουτζίκος το πολύ πολύ να βλέπει ποδόσφαιρο ή να ακούει κανένα ρεμπέτικο. Όλα τα διεκδικούμε και όλα θα τα πάρουμε. Η εργατική τάξη με την επανάστασή της θα δώσει την δυνατότητα ώστε η αφύπνιση του ανθρώπινου πολιτισμού να γίνει πράξη.
“Ο καλλιτέχνης να παίρνει θέση”
Ο κοινωνικός χαρακτήρας της τέχνης ανιχνεύεται στη συγκρότηση των ανθρώπινων κοινωνιών. Η τέχνη συγκεντρώνει την ανθρώπινη εμπειρία, συνοψίζει την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου και αποτελεί ένα μήνυμα της συγκροτημένης κοινωνίας ως σύνολο που μεταφέρεται στους νεώτερους.
Στον καπιταλισμό υπάρχει μια σαφής διάσταση ανάμεσα στην δυναμική της κίνησης που έχει το κεφάλαιο, την τάση να επεκτείνεται διαρκώς, και στην ανθρώπινη συνθήκη. H καλλιτεχνική πράξη και το καλλιτεχνικό έργο καθρεφτίζουν με τον πιο δυναμικό τρόπο την κοινωνική πραγματικότητα και τις πολιτικές και ταξικές αντιθέσεις. Ο Μαρξισμός είναι ένα φιλοσοφικό ρεύμα που μας προσφέρει τα γνωστικά εργαλεία για να ερμηνεύσουμε και το καλλιτεχνικό φαινόμενο. Οι αναφορές στην τέχνη είναι βαθύτατα συνυφασμένες με την μαρξιστική και επαναστατική σκέψη. Το βιβλίο του Τρότσκι “Λογοτεχνία και Επανάσταση” είναι χαρακτηριστικό. Και μπορούμε να πούμε ότι και για το Μαρξ η λογοτεχνία ήταν ένα μεγάλο ρεύμα που αποκάλυπτε τις αντιφάσεις και τις αντινομίες του καπιταλισμού.
Όπου οι καπιταλιστές εμφανίζονται ως πάτρωνες της τέχνης προωθούν μια ελιτίστικη αντίληψη για την τέχνη. Για μια εύκολη σύγκριση, μπορούμε να ανατρέξουμε στην περίοδο της Ρώσικης Επανάστασης για να δούμε ποιο ρόλο έπαιξε την περίοδο εκείνη η τέχνη ή να δούμε ένα σύγχρονο παράδειγμα στη Βενεζουέλα, για ένα πρόγραμμα εκμάθησης μουσικής που εφαρμόστηκε στη χώρα και είχε ευεργετικά αποτελέσματα. Έχει πολύ ενδιαφέρον επίσης να δούμε στη διάρκεια του μεσοπολέμου, πώς μια εκδοχή του μοντερνισμού συνδέθηκε με το φασισμό και το ναζισμό και πώς αυτό επηρέασε την καλλιτεχνική δημιουργία στον ελληνικό χώρο. Μιλάμε για το μεσοπόλεμο, συγκεκριμένα μπορώ εν τάχει να αναφερθώ στην λεγόμενη σχολή της Θεσσαλονίκης που αποτελεί και τη μήτρα της σύγχρονης λογοτεχνίας. Αναφέρομαι σε καλλιτέχνες όπως ο Πεντζίκης, ο Ξεφλούδας, και η σχέση τους με το φασισμό σε μια περίοδο όπου η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στο επίκεντρο των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων. Ο Μάης του '36 είναι μια εποχή όπου παίζεται η συγκρότηση και η αφομοίωση της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας στο ελληνικό κράτος και εκεί έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς αυτές οι συντηρητικές εκδοχές της τέχνης στην ουσία αποτελούσαν έναν απολογητή του εθνικισμού κλείνοντας τα μάτια σε πολύ σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Στο μεσοπόλεμο μιλάμε για το ξέσπασμα της κοινωνικής εξέγερσης με αποκορύφωμα το Μάη του '36. και στη συνέχεια βέβαια μιλάμε για την εμπειρία του ολοκαυτώματος και βέβαια την περίοδο της αντεπανάστασης που ακολούθησε το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο καλλιτέχνης θα πρέπει μέσα από το έργο του και τη στάση του να παίρνει θέση απέναντι στα κρίσιμα ζητήματα. Και το κρίσιμο ζήτημα είναι η σχέση της εργασίας με το κεφάλαιο. Για την επικαιρότητα και τη σημασία την κρισιμότητα της τέχνης αρκεί να θυμηθούμε πώς έκλεινε ο Τρότσκι στο μανιφέστο για την καλλιτεχνική δημιουργία, το οποίο συνέγραψε μαζί με τον Ντιέγκο Ριβέρα και τον Αντρέ Μπρετόν: Θέλουμε την ανεξαρτησία της τέχνης για την επανάσταση, την επανάσταση για την τελειωτική απελευθέρωση της τέχνης.