Ιστορία
Ιταλία 1969: Το “καυτό φθινόπωρο”

“Ανιέλι και Πιρέλι, δίδυμοι κλέφτες”

“Κάποιος απλά πηδούσε πάνω σε ένα τραπέζι στο κυλικείο την ώρα του διαλείμματος και κάπως έτσι ξεκινούσαν οι μαζικές συνελεύσεις”. “Το κυνήγι των αφεντικών άρχισε να γίνεται συνήθεια. Κάποιες φορές τους πιάναμε και τους πετούσαμε έξω από τις πύλες, άλλες τους δέναμε με σκοινιά, τους βάζαμε μια κόκκινη σημαία στα χέρια και τους αναγκάζαμε να βαδίζουν μπροστά μπροστά στη διαδήλωση”.

Αυτή ήταν η κατάσταση στην Ιταλία πριν από ακριβώς 50 χρόνια. Ο Μάης του ‘68 σε κανένα σημείο του πλανήτη δεν ήταν απλά μια αναλαμπή. Όμως στην Ιταλία η κρίση έφτασε βαθύτερα από οπουδήποτε αλλού. Τα αφεντικά βρέθηκαν σε πραγματικό πανικό μπροστά όχι απλά σε ένα κύμα απεργιών, αλλά σε μια ριζοσπαστικοποίηση που έφτασε να απειλεί να τους πάρει τον έλεγχο των εργοστασίων από τα χέρια, τον έλεγχο της κοινωνίας ολόκληρης και της πολιτικής. Το καυτό φθινόπωρο του ‘69 ήταν η πιο ορμητική στιγμή αυτής της έκρηξης.

Το μεγάλο σήμα είχε δοθεί από το καλοκαίρι. Στο μεγαλύτερο εργοστάσιο της χώρας, στη FIAT Μιραφιόρι στο Τορίνο είχαν ξεσπάσει απεργίες. Αν και η αρχή έγινε από μια μειοψηφία συνδικαλισμένων και πιο εξειδικευμένων εργατών, μπήκαν γρήγορα στη μάχη χιλιάδες εργάτες και εργάτριες που είχαν πρόσφατα φτάσει από το Νότο στο Βορρά για να βρουν δουλειά. Τα συνδικάτα μετά από χρόνια ακινησίας αναγκάζονται να συντονιστούν με την οργή που βλέπουν να απλώνεται από τμήμα σε τμήμα. Όμως το αποτέλεσμα είναι οι “καθυστερημένοι” και χωρίς εμπειρίες εργάτες να παίρνουν δικές τους πρωτοβουλίες οργάνωσης και να φτιάχνουν τα δικά τους όργανα για να συνεχίσουν τη μάχη. Εμπνέουν τους συναδέλφους τους στα γειτονικά εργοστάσια και μηχανουργεία και οργανώνονται συνελεύσεις σε επίπεδο πόλης σε συντονισμό με την επαναστατική αριστερά.

Στις 3 Ιούλη τα συνδικάτα κήρυξαν γενική απεργία στην περιοχή ενάντια στις αυξήσεις στα ενοίκια.  Πολλοί εργάτες της FIAT όμως -ήταν ήδη 40 μέρες σε απεργία- το είδαν διαφορετικά. Η εργατο-φοιτητική συνέλευση αποφάσισε να συμμετάσχει στην απεργία με δική της διαδήλωση που θα ξεκινούσε από τις πύλες του εργοστάσιου στη λεωφόρο Τραϊάνο. Η λεωφόρος αυτή θα δώσει το όνομά της στη μάχη που ακολούθησε, γιατί εκείνο το πρωί στην προσυγκέντρωση: “Χιλιάδες εργάτες από πολλά εργοστάσια του Τορίνο δέχθηκαν ξαφνική επίθεση από την αστυνομία. Διαλύθηκαν και ξανασυσπειρώθηκαν. Οι εργάτες οργάνωσαν την αντίσταση. Έστησαν οδοφράγματα. Οι μάχες συνεχίστηκαν όλη μέρα και μέσα στη νύχτα, με τη συμμετοχή νεολαίας από τις εργατογειτονιές γύρω από το Μιραφιόρι”.

 Ένα από τα εργατικά τραγούδια που γράφτηκαν λίγο μετά τη μάχη της Τραϊάνο λέει: “Όχι στους γραφειοκράτες και στα αφεντικά. Τι θέλουμε; Τα θέλουμε ΟΛΑ. Αγώνας διαρκείας στη Μιραφιόρι και ο κομμουνισμός θα νικήσει”. Έναν χρόνο αργότερα, σε έναν καινούργιο απεργιακό αγώνα στη FIAT, 10 χιλιάδες εργάτες και εργάτριες διαδήλωναν με τις τανάλιες και κλειδιά στα χέρια φωνάζοντας στον ιδιοκτήτη: “Ανιέλι, η Ινδοκίνα είναι εδώ, στο εργοστάσιό σου”. Στα μάτια των αφεντικών, για δεκαετίες, ο κόσμος που έφευγε από το Νότο να δουλέψει στο Βορρά δεν ήταν διαφορετικός από ζώα που έρχονταν να ζευτούν στη μηχανή και να πεθάνουν δουλεύοντας. Τώρα αυτός ο κόσμος έβλεπε τον εαυτό του σαν κομμάτι μιας ενιαίας πάλης από το Βιετνάμ μέχρι το Παρίσι και από εκεί ως το Σικάγο.

Επαναστατική διαδικασία

Ο ιστορικός Πολ Γκίνσμπουργκ λέει: “Τη μάχη της Τραϊάνο ακολούθησαν μαζικές συνελεύσεις στη FIAT και σε άλλα εργοστάσια του Τορίνου, με συμμετοχή χιλιάδων εργατών και φοιτητών. Η ένταση έπιανε κόκκινο. Αντίθετα με τα γεγονότα στο Παρίσι ένα χρόνο πριν, στο Τορίνο έμοιαζε να σχηματίζεται μια πραγματική συμμαχία, σε επαναστατική βάση, μεταξύ εργατών και φοιτητών.... Μια επαναστατική διαδικασία είχε ξεκινήσει και οι οργανώσεις ήταν πεισμένες πως το φθινόπωρο του 1969 η διαδικασία αυτή θα αναπτυσσόταν γρήγορα”.

Αυτό που ακολούθησε ήταν ότι μάχες αντίστοιχες με τη FIAT απλώθηκαν παντού. Από τα μεγάλα εργοστάσια του Βορρά, όπως της Pirelli στο Μιλάνο φτάνοντας μέχρι το Νότο. Μπαίνοντας στο 1970 υπήρχαν 4000 απεργίες σε εξέλιξη σε ξεχωριστά εργοστάσια ανά τη χώρα. Εμφανίζονται νέες μέθοδοι πάλης, η απεργία-λόξυγγας -μικρά σταματήματα στη δουλειά για λίγη ώρα που τελικά μπλοκάρουν όλη την παραγωγή της μέρας, η απεργία-σκακιέρα με απεργία ανά μικρά τμήματα ή ακόμη και ανά εργάτη σε διαφορετικές στιγμές, στρατηγικά υπολογισμένες ώστε να μπλοκάρει όλο το εργοστάσιο. Τα αιτήματα έχουν χαρακτήρα “εξισωτικό”. Απαιτούν να σπάσουν οι διαφορές μισθών μεταξύ των τμημάτων, αλλά και μεταξύ των εργοστασίων της ίδιας εταιρείας σε διαφορετικές πόλεις, να μπαίνουν όλοι οι εργάτες και εργάτριες ανεξαιρέτως στη βαθμίδα των ειδικευμένων, όταν κλείνουν κάποια χρόνια στο εργοστάσιο, να καταργηθούν όλα τα πριμ παραγωγικότητας.

Το καυτό φθινόπωρο αποδείχθηκε μόνο η αρχή. Ο ιταλικός καπιταλισμός θα συνεχίσει να περνάει καυτούς χειμώνες και καλοκαίρια μέχρι και το 1977 τουλάχιστον. Μόνο το 1980 ένιωσε πολιτικά ισχυρός για να αντεπιτεθεί και να πισωγυρίσει όλες τις κατακτήσεις. Συμβολικά η μεγάλη μάχη της αντεπίθεσης δόθηκε ξανά στη FIAT.

Υπόβαθρο

Αυτή η περίοδος είχε πολιτικό και οικονομικό υπόβαθρο. Το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα είχε τον απόλυτο έλεγχο των θεσμών και της πολιτικής, για δυο ολόκληρες δεκαετίες. Συνδέθηκε με το ιταλικό οικονομικό θαύμα που από τα ερείπια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου έφερε την Ιταλία στις πρώτες θέσεις των βιομηχανικών χωρών της Ευρώπης. Ο καπιταλισμός είχε αλλάξει, η κοινωνία είχε αλλάξει, το μόνο που δεν άλλαζε ήταν ο έλεγχος της Χριστιανοδημοκρατίας από τα δημαρχεία των χωριών ως τα πρυτανικά συμβούλια, την κυβέρνηση και την προεδρία της Δημοκρατίας. Το θαύμα όμως είχε αρχίσει να φρενάρει και το πολιτικό σύστημα να φοβάται να προωθήσει μεταρρυθμίσεις και ανοίγματα. 

Είχαν δίκιο να φοβούνται. Οι εργάτες που φτάνουν στο Βορρά δεν είναι πλέον οι “αγράμματοι” της δεκαετίας του ‘40. Το εκπαιδευτικό σύστημα έχει μαζικοποιηθεί. Παρά το φρενάρισμα, συνεχίζουν να φτάνουν πάνω από 100 χιλιάδες νέοι εσωτερικοί μετανάστες στο Βορρά κάθε χρόνο που αυτό που βρίσκουν δεν είναι ο παράδεισος του οικονομικού θαύματος, αλλά πίεση και εξευτελισμό από τους προϊστάμενους και πανάκριβα νοίκια για τρώγλες όπου δεν μπορεί να ζήσει οικογένεια. Η εκκλησία χάνει την παντοδυναμία της ακόμη και στο Νότο. Οι αγρότισσες θα βγουν στην πρώτη γραμμή των διαδηλώσεων από το καλοκαίρι του ‘68. Όταν το 1974 η κυβέρνηση προσπαθήσει να παίξει το χάρτι του συντηρητισμού οργανώνοντας δημοψήφισμα για το διαζύγιο, ολόκληρο το κατεστημένο βιώνει σοκ -η πλειοψηφία ψηφίζει υπέρ του διαζυγίου. 

Για όλους αυτούς τους λόγους, η πολιτική αντιμετώπιση του καυτού φθινόπωρου καταλήγει να είναι γεμάτη αντιφάσεις που προκαλούν ακόμη μεγαλύτερες συγκρούσεις στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης. Από τη μια μεριά προσπάθειες να τραβηχτεί και η Αριστερά στο παιχνίδι, να ανοίξει διάλογος με τα συνδικάτα, από την άλλη η στρατηγική της έντασης, με αξιοποίηση των φασιστικών συμμοριών, του παρακράτους της αστυνομίας και του στρατού, απειλές για εμφύλιο πόλεμο.

Η επαναστατική Αριστερά ξαναγεννήθηκε στην Ιταλία μέσα από την έκρηξη του ‘68 - ‘69 και έφτασε να παίζει καθοριστικό ρόλο στις πιο κρίσιμες στιγμές των αγώνων. Χωρίς την παρέμβαση των επαναστατών στα εργοστάσια στο πρώτο μισό του ‘69 το πιθανότερο ήταν να μην είχαν δημιουργηθεί τα δίκτυα που οδήγησαν στην έκρηξη του φθινόπωρου.  Η Λότα Κοντίνουα, η Αβανγκουάρντια Οπεράια, το Μανιφέστο πρόσφεραν οργάνωση, ιδέες και έμπνευση σε εκατοντάδες χιλιάδες κόσμο που έμπαινε στη μάχη έξω από τον έλεγχο του ρεφορμισμού και της γραφειοκρατίας. Το 1973 έφτασαν να υπάρχουν τρεις καθημερινές επαναστατικές εφημερίδες με ένα κοινό πολλών δεκάδων χιλιάδων. 

Όμως οι ιδέες μετράνε. Χωρίς ισχυρές ιδεολογικές ρίζες ώστε να αναλύουν τα πίσω και τα μπρος του αντιπάλου έγιναν φτερό στον άνεμο.  Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία και οι ρεφορμιστές δεν έμειναν άπραγοι μπροστά στο καυτό φθινόπωρο. Κινήθηκαν και ριζοσπαστικοποίησαν τα συνθήματα και την πρακτική τους. Οι επαναστάτες που νόμιζαν πως ο ρεφορμισμός είναι απλώς ένα απολίθωμα του παρελθόντος ή μια “επέκταση του κράτους” βρέθηκαν αδύναμοι μπροστά σε αυτές τις στροφές. Το ίδιο και όσοι πίστεψαν πως η δυναμική των αγώνων από τα κάτω θα βγάλει αυτόματα στο περιθώριο τα “παραδοσιακά” συνδικάτα. Στην πραγματικότητα τα συνδικάτα δυνάμωσαν εντυπωσιακά στην πενταετία μετά το Καυτό Φθινόπωρο.  Όταν το 1977 δόθηκε η επόμενη φάση της μάχης, η επαναστατική αριστερά ήταν πιο αδύναμη από το 1970, όχι πιο δυνατή. Είχε ανοίξει ο δρόμος για τον “ιστορικό συμβιβασμό” και για την ήττα.