Βραβεία Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου 2010 και ο «Κυνόδοντας»

Ο «Κυνόδοντας» έχει ήδη διακριθεί και στο εξωτερικό και πρόκειται του χρόνου να αντιπροσωπεύσει την Ελλάδα στα ξενόγλωσσα Όσκαρ. Το στόρι: Μεσήλικας βιομήχανος ζει με την οικογένειά του σε πολυτελή έπαυλη στην εξοχή. Ο ίδιος πηγαινοέρχεται καθημερινά στο εργοστάσιο με τη Μερσεντές του. Το σπίτι του όμως είναι ένας άλλος κόσμος: Με το πρόσχημα του θανάσιμου κινδύνου από εξωτερικούς εχθρούς, τα παιδιά δεν βγαίνουν ποτέ πέρα από τον πανύψηλο φράχτη που περιβάλλει την έπαυλη. Δεν επικοινωνούν με τον κόσμο ούτε με κάποιο άλλο μέσον. Τηλέφωνο, τηλεόραση και τύπος είναι είναι γι´αυτούς άγνωστες έννοιες. Μορφώνονται «εσωτερικά» με πανάρχαιες εγκυκλοπαίδειες και την καθοδήγηση της μητέρας τους. Βλέπουν στο βίντεο αποκλειστικά τον μαγνητοσκοπημένο εαυτό τους σε προηγούμενες στιγμές οικογενειακής ευτυχίας. Αθλούνται τσαλαβουτώντας στην πισίνα της βίλας. Θα τους επιτραπεί να βγουν έξω μόνο όταν ο κυνόδοντάς τους κουνηθεί και πέσει.

Νοσηρότητα

Αποτέλεσμα: Τρεις έφηβοι με κοινωνικότητα και ωριμότητα νηπίων, με ορμές και περιέργεια ενηλίκων. Η νοσηρότητα και ο παραλογισμός βιώνεται με τρόπο αργόσυρτο και βασανιστικό για τους θεατές σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Μοναδική εξαίρεση στην απομόνωση της οικογένειας είναι μια υπάλληλος του εργοστασίου, την οποία μισθώνει περιστασιακά ο πατέρας για να «ξεθυμαίνει» τις σεξουαλικές του ορμές ο γιόκας του. Οι λιγοστές επισκέψεις της αρκούν για να διαταράξουν ανεπιστρεπτί την αρρωστημένη γαλήνη της οικογένειας. Η βάρβαρη εκδίωξή της κλιμακώνει περισσότερο τον παραλογισμό.

Μια ταινία εξαιρετικά βλάσφημη και σκληρή, που πιάνει τον θεσμό της οικογένειας, θεμελιώδες κύτταρο της ελληνικής κοινωνίας και τον ξετινάζει. Η οικογένεια υποτίθεται ότι είναι το ασφαλές καταφύγιο, η καρδιά σε έναν άκαρδο κόσμο. Στον «Κυνόδοντα» πρόκειται για φυλακή, αποβλάκωση, νοσηρότητα, στο όνομα της αγάπης, της προστασίας από το κακό που παραμονεύει παντού.

Ο Κυνόδοντας σοκάρει και ενοχλεί, σκόπιμα από ότι φαίνεται στο όλο στήσιμό του. Το τέλος είναι κυριολεκτικά λυτρωτικό μόνο και μόνο γιατί επιτέλους τελειώνει το βασανιστήριο.

Η κριτική μας για την ταινία δεν βασίζεται στην ωμότητα των σκηνών, όσο στο πόσο πειστική είναι η εικόνα που παρουσιάζει. Η κυρίαρχη ιδεολογία και οι θεσμοί της συνήθως περνούν με έμμεσο τρόπο, γι´ αυτό και δένουν την εργατική τάξη μαζί τους. Ο περισσότερος κόσμος δεν βιώνει την οικογένεια με το πρόσωπο που παρουσιάζεται στον «Κυνόδοντα», αλλά με πολύ πιο εξωραϊσμένο τρόπο και κυρίως γιατί καλύπτει πραγματικές ανάγκες, που η κρίση του καπιταλισμού σήμερα τις κάνει πιο επιτακτικές. Γι´ αυτό τόσοι νέοι ή όχι και τόσο νέοι άνθρωποι μένουν σήμερα με τους γονείς τους, γι´ αυτό οι συμβάσεις και οι συμβιβασμοί γίνονται όλο και πιο πιεστικοί την ίδια στιγμή που οι σχέσεις δεν αντέχουν και διαλύονται . 

Από την άλλη πλευρά όμως, μια ταινία δεν αποτελεί δοκίμιο του θέματος που πραγματεύεται, δεν οφείλει να το καλύψει από όλες τις πλευρές, επιλέγει να χρωματίσει εσκεμμένα κάποιες, τις πιο αθέατες, για να τις αναδείξει, ακριβώς γιατί η κυρίαρχη ιδεολογία τις κρύβει. Από αυτή τη σκοπιά, ο Κυνόδοντας είναι μια άνιση αλλά ειλικρινής γροθιά στο στομάχι.

 

Δήμητρα Κυρίλλου