ΠΡΙΝ ΑΠΟ 60 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΕΑ - Ο πρώτος θερμός πόλεμος του «Ψυχρού Πολέμου»

Από την Σύνοδο της Γιάλτας το Φλεβάρη του 1945, Ρωσία και Αμερική είχαν ήδη προωθήσει τα σχέδια για τις «σφαίρες επιρροής» τους κατοχυρώνοντας τις θέσεις τους ως οι ηγεμονικές μεταπολεμικές δυνάμεις. Ωστόσο το ζήτημα της Κορέας παρέμενε μέχρι τον Αύγουστο ανοιχτό και η χώρα βρισκόταν κάτω από την κατοχή του Γιαπωνέζικου στρατού. Στις 14 Αυγούστου ο αμερικάνος πρόεδρος Χάρυ Τρούμαν διέταξε τους Γιαπωνέζους στρατιώτες που έδρευαν νοτιότερα του 38ου παράλληλου να παραδοθούν στα αμερικάνικα στρατεύματα και αυτούς βόρεια από τον 38ο να παραδοθούν στους Ρώσους. 

Ο Στάλιν αποδέχτηκε με ιδιαίτερη ευχαρίστηση τις Αμερικάνικες ενέργειες επιβεβαιώνοντας τις σχέσεις συνεργασίας που ακόμα υπήρχαν εκείνη την περίοδο μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ. Η Ρωσία και η Κίνα συνόρευαν με την Κορέα στα βόρεια. Ρώσοι στρατιώτες είχαν ήδη εισέλθει στην Κορέα. Κανείς, φυσικά, δεν ζήτησε τη γνώμη των Κορεατών. Κανείς δεν ρώτησε αν οι ίδιοι αποδέχονται την διχοτόμηση της Κορεατικής χερσονήσου.

Η σημαντικότερη βιομηχανική περιοχή βρισκόταν Βόρεια. Η εργατική τάξη της Κορέας υπολογιζόταν σε 250.000 κόσμο το 1945, αλλά η Ρωσία δεν έδειχνε ενδιαφέρον για να τους κινητοποιήσει. Στο νότο οι ΗΠΑ γρήγορα διέλυσαν τις επαναστατικές επιτροπές που είχαν αναπτυχθεί μέσα από το κίνημα αντίστασης στην Ιαπωνική κατοχή. Δημιουργήθηκαν δυο καθεστώτα «μαριονέτες». Στον Βορά ο Κιμ ιλ Σουνγκ, κομμουνιστής ηγέτης ενός παλιότερου αντάρτικου, επέστρεψε από την Ρωσία για να αναλάβει τα ηνία του νέου καθεστώτος. Ο Ρώσικος στρατός παρέμεινε στην περιοχή μέχρι το 1948 για να επιτρέψει στον Κιμ να εδραιωθεί στην εξουσία. 

Στον Νότο οι ΗΠΑ παρέδωσαν την εξουσία σε έναν αξιόπιστο σύμμαχό τους, τον Σίνγμαν Ρι, έναν 70χρονο που είχε ζήσει 37 χρόνια στις ΗΠΑ. Το καθεστώς του Ρι βασίστηκε στους μεγαλοϊδιοκτήτες γης και άλλες συντηρητικές κοινωνικές ομάδες. Χιλιάδες αντιφρονούντες φυλακίστηκαν και πάνω από το ένα τέταρτο του πληθυσμού της χώρας ήταν κάτω από στρατιωτικό νόμο. Μέχρι το 1947 ακόμα και ο απεσταλμένος των ΗΠΑ σύμβουλος του καθεστώτος αναγνώρισε δημοσίως πως «πολλοί Κορεάτες νιώθουν χειρότερα ακόμα και από την περίοδο της Ιαπωνικής κατοχής». 

Εντωμεταξύ ο Ψυχρός Πόλεμος είχε ξεκινήσει. Όταν η Ρωσία πραγματοποίησε την πρώτη δοκιμή ατομικής βόμβας το 1949, η μεταπολεμική ισορροπία του τρόμου εγκαθιδρύθηκε και επίσημα. Ωστόσο καμιά πλευρά δεν ήθελε μια συνολική σύγκρουση, αλλά ήταν διατεθειμένες να ρισκάρουν μια μικρής έντασης δοκιμή των δυνάμεών τους, κατά προτίμηση κάπου στον Τρίτο Κόσμο, ελπίζοντας σε μια, έστω και οριακή, βελτίωση της θέσης τους. 

Πάνω σε αυτό το διεθνές πλαίσιο ξεκίνησε ο Πόλεμος της Κορέας. Οι ακριβείς συγκυρίες και αφορμές που οδήγησαν στο ξέσπασμα του πολέμου είναι ακόμα ασαφείς. Και οι δυο πλευρές ακόμα αλληλοκατηγορούνται πως οι αντίπαλοι εισέβαλαν πρώτοι. Ο Ρι πράγματι είχε απειλήσει με εισβολή κάμποσες φορές στα τέλη της δεκαετίας του 1940.

Προετοιμασίες

Ήταν όμως οι δυνάμεις των Βορειοκορεατών που απέκτησαν σχεδόν με την έναρξη του πολέμου, στις 25 Ιουνίου του 1950, ένα αστραπιαίο πλεονέκτημα, κατακτώντας μέσα στους πρώτους δύο μήνες το μεγαλύτερο τμήμα της Νότιας Κορέας. Αυτό ίσως δείχνει ότι οι Βόρειοι προετοιμάζονταν αρκετό καιρό για τον πόλεμο και ότι, ακόμα και αν η Νότια Κορέα επιτέθηκε πρώτη, ήταν ελλιπώς προετοιμασμένη.

Για τους Μαρξιστές όμως η ερώτηση για το «ποιος πυροβόλησε πρώτος;», είναι δευτερεύουσα στην ανάλυση του πολέμου. Αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι η φύση των καθεστώτων που συγκρούονται και πώς ο πόλεμος συνδέεται με την συνολική πολιτική κατάσταση.

Αυτό που είναι σαφές είναι ότι οι δυο μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις πήραν γρήγορα στα χέρια τους τον έλεγχο από τις μαριονέτες τους και εξασφάλισαν πως ο πόλεμος θα συνεχιστεί σύμφωνα με τις προθέσεις και τα σχέδιά τους. Στις ΗΠΑ θεώρησαν αναγκαία μια άμεση και ογκώδη επέμβαση. Είχαν αποτύχει να αποτρέψουν την εγκαθίδρυση του Μάο στην Κίνα, ένα μόλις χρόνο πριν, αλλά θεωρούσαν ότι μπορούσαν να κρατήσουν την Κορέα. 

Στην κυβέρνηση των ΗΠΑ πίστευαν πως αν στέκονταν ακλόνητοι, σκληροί και αταλάντευτοι σε αυτό το σημείο του πλανήτη, τότε θα απέτρεπαν κάθε μελλοντική προσπάθεια να απειληθεί η ηγεμονία τους οπουδήποτε αλλού στον κόσμο. Εκείνη την περίοδο η Ρωσία απείχε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Οι ΗΠΑ ενεργοποίησαν τους συμμάχους τους και κατάφεραν να εγκρίνουν -μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ- ψήφισμα στρατιωτικής επέμβασης στο πλευρό της Νότιας Κορέας. 

Ένας τεράστιος στρατιωτικός μηχανισμός που έφθανε το 1,5 εκατομμύριο αμερικανούς στρατιώτες στο σύνολό του, στάλθηκε στην Κορέα, στο όνομα του ΟΗΕ. Υποστηρίζονταν από 63.000 βρετανούς στρατιώτες και στρατιωτικές αποστολές από άλλες χώρες «αφοσιωμένες» στις ΗΠΑ. Και η ελληνική άρχουσα τάξη έτρεξε να δείξει την δουλική υποστήριξή της προς τις «φίλες» ΗΠΑ, στέλνοντας 1.000 άντρες του στρατού ξηράς και 7 αεροσκάφη της πολεμικής αεροπορίας. Στο τέλος του πολέμου το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα έφτασε να μετράει 186 νεκρούς και 566 τραυματίες.

Η Ρωσία αποφάσισε να αποφύγει απευθείας εμπλοκή στον πόλεμο, ωστόσο έδωσε ανεπιφύλακτη στρατιωτική και πολιτική στήριξη και ενίσχυση στο καθεστώς της Βόρειας Κορέας. 

Προωθήσεις

Στους πρώτους δύο μήνες του πολέμου οι δυνάμεις της Βόρειας Κορέας πραγματοποίησαν αστραπιαίες προωθήσεις με τεράστια στρατιωτική επιτυχία. Το καθεστώς του Ρι ήταν τόσο μισητό που πολύ μικρό κομμάτι της εργατικής τάξης ένιωσε την ανάγκη να το υπερασπιστεί. Λίγο αργότερα ωστόσο, οι ΗΠΑ κατάφεραν να εγκαθιδρύσουν μια βάση πίσω από τις Βορειοκορεάτικες γραμμές και με τις απείρως ανώτερες στρατιωτικές τους δυνάμεις προωθήθηκαν μέχρι βαθιά στο βόρειο κομμάτι. Στην εξέλιξη αυτής της επίθεσης το μεγαλύτερο τμήμα του στρατού της Βόρειας Κορέας καταστράφηκε ολοσχερώς. Η απάντηση, συμφωνημένη μεταξύ των Στάλιν και Μάο, ήταν να σταλεί ένας μεγάλος αριθμός Κινέζων «εθελοντών» στην Κορέα.

Αρχικά ο πόλεμος περιείχε κάποια στοιχεία απελευθερωτικού χαρακτήρα. Εργάτες και φοιτητές στο Νότο ξεσηκώνονταν στο πλευρό των δυνάμεων της Βόρειας Κορέας που επέλαυναν. Όμως εντός των επόμενων μηνών και οι δύο στρατοί -σε Βορά και Νότο- καταστράφηκαν ολοσχερώς. Ο πόλεμος μετατράπηκε σε διαμάχη μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας (η οποία βασιζόταν στην στρατιωτική βοήθεια της Ρωσίας), εντός της Κορεατικής επικράτειας.

Μέχρι το τέλος του 1950 τα εδαφικά οφέλη ένθεν κακείθεν είχαν εξουδετερωθεί, και οι δυο πλευρές είχαν καθηλωθεί περίπου στα όρια του 38ου παράλληλου από όπου είχαν ξεκινήσει. Οι ίδιοι οι Κορεάτες πλέον δεν είχαν τίποτα να κερδίσουν από αυτόν τον πόλεμο. Οι θυσίες ήταν αβάσταχτες. Τέσσερα εκατομμύρια νεκροί και τραυματίες, είκοσι εκατομμύρια πρόσφυγες. 

Οι ΗΠΑ βρήκαν την ευκαιρία να δοκιμάσουν στην Κορέα ένα νέο όπλο. Τις βόμβες Ναπάλμ που πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκαν στις κορυφές του Γράμμου ενάντια στον Δημοκρατικό Στρατό ένα χρόνο πριν. Ο Ρενέ Κάτφορθ, απεσταλμένος της εφημερίδας Guardian, περίγραψε φρικιαστικές εικόνες για τις συνέπειες της δολοφονικής δοκιμής των Ναπάλμ στην Κορέα. Παρά τις «επιτυχίες» τους όμως, τους εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες, για τις ΗΠΑ αυτές οι επιθέσεις δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια ακόμη προσπάθεια να «μειώσουν τις απώλειές τους».

Στην αρχή του 1951 ο διοικητής του στρατού των ΗΠΑ στην Κορέα, στρατηγός Μακ Άρθουρ, επέκρινε δημοσίως την πολιτική της αμερικάνικης κυβέρνησης λέγοντας πως: «δεν υπάρχει υποκατάστατο για την νίκη». Λίγο μετά απομακρύνθηκε από τη θέση του. 

Η κυρίαρχη άποψη μέσα στην άρχουσα τάξη των ΗΠΑ ήταν να στηριχτεί μια περιορισμένη σύγκρουση στα πλαίσια των συμφωνιών που είχαν χαραχτεί στην Γιάλτα. Ο πόλεμος συνεχίστηκε για άλλα δύο χρόνια. Τα στρατιωτικά αδιέξοδα έδιναν την θέση τους σε αποσπασματικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Αλλά το 1953 ο Αϊζενχάουερ εκλέχθηκε πρόεδρος των ΗΠΑ και ο Στάλιν απεβίωσε. Τον Ιούλιο του 1953 συμφωνήθηκε η πρώτη ανακωχή των εχθροπραξιών. Ο πόλεμος διακόπηκε με τον ίδιο τρόπο που ξεκίνησε. Στην Ουάσιγκτον και την Μόσχα. Ο Κορεάτικος λαός ήταν το θύμα και όχι ο φορέας του πολέμου. Η Κορέα παρέμεινε χωρισμένη.

Η Νότια Κορέα «απόλαυσε», αν αυτή είναι η κατάλληλη λέξη, μια ραγδαία οικονομική ανάπτυξη στηριγμένη στην υπερεκμετάλευση του εργατικού δυναμικού της χώρας. Η Βόρεια Κορέα παρέμεινε φορτωμένη με τα τεράστια χρέη προς την Ιαπωνία και τη Δύση, ενώ ταυτόχρονα στο εσωτερικό της υπέφερε κάτω από τις διαταγές του μεγαλομανούς δικτάτορα Κιμ Ιλ Σουνγκ. Και τα δύο κράτη της κορεατικής χερσονήσου συνέχισαν να διατηρούν τεράστιες πολεμικές μηχανές. Αυτός ο παράγοντας εξηγεί το ρόλο που έπαιζε η στρατιωτική ελίτ στην Νότια Κορέα για τις επόμενες δεκαετίες.

Από άρθρο του Ίαν Μπέρτσολ που δημοσιεύθηκε στην εφημεριδα Socialist Worker