Οι επαναστατικές παραδόσεις του αντιρατσισμού: Ο Λίνκολν, ο Μαρξ και ο αμερικάνικος εμφύλιος

Τον Γενάρη του 1863 ο Αβραάμ Λίνκολν, πρόεδρος των ΗΠΑ, υπέγραψε την Πράξη της Απελευθέρωσης των μαύρων σκλάβων στις Πολιτείες του Νότου που είχαν αποσχισθεί το 1861 από τις ΗΠΑ. Η Πράξη διέταζε τον στρατό των ΗΠΑ που πολεμούσε την Συνομοσπονδία του Νότου να απελευθερώσει όλους τους μαύρους σκλάβους στις περιοχές που καταλάμβανε. Ουσιαστικά, τα τρία από τα τέσσερα εκατομμύρια μαύρων σκλάβων κηρύσσονταν επισήμως ελεύθεροι.

Δυο χρόνια μετά, τον Γενάρη του 1865, ο Λίνκολν εξασφάλισε την υπερψήφιση από το Κογκρέσο της 13ης Τροπολογίας του Συντάγματος. Σύμφωνα με αυτήν, η δουλεία κηρύσσονταν παράνομη σε όλη την έκταση των ΗΠΑ. Η νέα ταινία του Στήβεν Σπήλμπεργκ «Λίνκολν» που θα αρχίσει να προβάλλεται στους κινηματογράφους σε δυο βδομάδες, επικεντρώνεται στα γεγονότα γύρω από αυτή τη δεύτερη ημερομηνία.

Ο Αμερικάνικος Εμφύλιος ήταν ένας άγριος πόλεμος: οι νεκροί έφτασαν τις 600.000 σε ένα συνολικό πληθυσμό τριάντα εκατομμυρίων. Όμως έγινε κάτι πολύ περισσότερο. Ήταν η Δεύτερη Αμερικάνικη Επανάσταση, η ολοκλήρωση της αστικής επανάστασης που ίδρυσε το αμερικάνικο κράτος το 1776.

Η Πράξη της Απελευθέρωσης και η 13η Τροπολογία ήταν ριζοσπαστικά, επαναστατικά μέτρα. Η «ιδιοκτησία» των δουλοκτητών, οι μαύροι σκλάβοι, «άξιζαν» δυο δις δολάρια, ένα αστρονομικό ποσό για την εποχή. Γι’ αυτό το λόγο η κατάργηση της δουλείας χωρίς αποζημίωση ήταν η μεγαλύτερη απαλλοτρίωση ατομικής ιδιοκτησίας μέχρι την επανάσταση του 1917 στην Ρωσία.

Ο Αβραάμ Λίνκολν ήταν ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων στις προεδρικές εκλογές του 1860. Προσωπικά ήταν κατά της δουλείας, αλλά δεν ήταν αυτό το μήνυμα της εκστρατείας του. Οι Ρεπουμπλικάνοι ήταν κατά της επέκτασης της δουλείας στα «νέα εδάφη» όπως το Κάνσας που δεν είχε γίνει ακόμα Πολιτεία. Η απάντηση επτά Πολιτειών του Νότου ήταν να αποσχιστούν, να σχηματίσουν την Συνομοσπονδία και να αρχίσουν τις εχθροπραξίες τον Απρίλη του 1861.

Σε ταινίες, όπως η παλιά «Όσα παίρνει ο άνεμος», τηλεοπτικές σειρές και βιβλία, οι Νότιοι παρουσιάζονται σαν ευγενείς αριστοκράτες με καλούς τρόπους που πολέμησαν για την «ανεξαρτησία της πατρίδας τους». Στην πραγματικότητα ο Νότος πολεμούσε για να επεκτείνει σε όλη την Αμερική την «χειρότερη και πιο ξεδιάντροπη υποδούλωση του ανθρώπου στα χρονικά της ιστορίας» όπως είχε χαρακτηρίσει τον θεσμό της δουλείας ο Καρλ Μαρξ.

Οι τεράστιες βαμβακοφυτείες του Νότου ήταν αγροτικά εργοστάσια που δούλευαν για την παγκόσμια καπιταλιστική αγορά. Προμήθευαν με πρώτη ύλη, το βαμβάκι, την κλωστοϋφαντουργία του Μάντσεστερ. Οι γαιοκτήμονες-δουλοκτήτες έβαζαν υποθήκη τη γη τους που με τη σειρά τους γινόταν αντικείμενο κερδοσκοπίας στα χρηματιστήρια. Ένα τέτοιο σύστημα οργάνωσης της παραγωγής ήταν από τη φύση του επεκτατικό.

Νίκη του Νότου, έγραφε ο Μαρξ, θα σήμαινε ότι η εργατική τάξη του Βορρά θα υποβιβαζόταν «στο επίπεδο του είλωτα… Κάτι τέτοιο θα ήταν συνέπεια της αρχής ότι μόνο κάποιες φυλές είναι κατάλληλες για να ναι ελεύθερες, κι όπως στο Νότο η βαριά εργασία είναι υπόθεση του Νέγρου έτσι και στο Βορρά είναι υπόθεση του Γερμανού και του Ιρλανδού ή των άμεσων απογόνων τους». Μερικά χρόνια μετά ο Μαρξ σημείωνε επιγραμματικά στον Πρώτο Τόμο του Κεφαλαίου: «Η εργασία των ανθρώπων με λευκή επιδερμίδα δεν μπορεί να χειραφετηθεί εκεί όπου στιγματίζεται η εργασία των ανθρώπων με μαύρη επιδερμίδα».

Στα δυο πρώτα χρόνια της σύγκρουσης, ο Βορράς διεξήγαγε τον πόλεμο «συνταγματικά», δηλαδή διστακτικά. Υπήρχαν Πολιτείες που έμειναν στις ΗΠΑ αλλά στις οποίες ίσχυε ο θεσμός της δουλείας. Ο Λίνκολν δεν ήθελε να «αποξενώσει» τους εκεί δουλοκτήτες. Όμως, οι απανωτές ήττες στα πεδία των μαχών οδήγησαν σε ριζοσπαστικοποίηση. Η Ρεπουμπλικανική βιομηχανική αστική τάξη του Βορρά καταλάβαινε ότι η σύγκρουση θα είναι μέχρις εσχάτων και κινητοποιήθηκε ανάλογα.

Συντριβή

Το αποτέλεσμα ήταν ο ολοκληρωτικός πόλεμος. Ο Νότος θα γονάτιζε μόνο όταν θα έχανε την ικανότητα να πολεμάει. Αυτό σήμαινε χτύπημα του θεσμού της δουλείας και συντριβή, υλική, των «σκλαβοκρατών», της ολιγαρχίας των γαιοκτημόνων.

Αυτή είναι η μια πλευρά της ιστορίας, των «από πάνω». Η άλλη, των «από κάτω», συνήθως αγνοείται, ιδιαίτερα των μαύρων που πολέμησαν με το όπλο στο χέρι. Μετά την Πράξη της Χειραφέτησης, δεκάδες χιλιάδες μαύροι εντάχτηκαν στο στρατό του Βορρά. Έφτασαν τις διακόσιες χιλιάδες. Όμως, δεν ήταν οι πρώτοι μαύροι εθελοντές.

Στα τέλη του 1862 δυο μαύρα συντάγματα με επικεφαλής έναν λευκό διοικητή φανατικό πολέμιο της δουλείας, πολέμησαν με άφθαστο ηρωισμό στην εκστρατεία της Φλόριντα. Η δράση τους έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απόφαση του Λίνκολν να υπογράψει την Πράξη. Ο λοχίας Λονγκ ήταν ένας μαύρος σκλάβος που δραπέτευσε για να καταταγεί. Προσπάθησε να καταστρέψει μόνος του το σιδηροδρομικό σταθμό των δουλοκτητών στη Τζάκσονβιλ. Αργότερα είπε για τη δράση του: «Αν δεν κατατασσόμασταν, ίσως τα πράγματα να γύριζαν στα παλιά κι η ελευθερία θα γλιστρούσε ανάμεσα στους δυο Οίκους του Κογκρέσου».

Ο Μαρξ σε μια επιστολή που είχε γράψει στα γερμανικά στις αρχές του πολέμου είχε συμπεριλάβει μια αγγλική ρατσιστική έκφραση για να δώσει έμφαση στην άποψή του: «ένα και μόνο σύνταγμα αράπηδων θα χει αξιοθαύμαστη επίδραση στα νεύρα των Νοτίων». Τελικά δεν υπήρξε μόνο ένα, αλλά 149 τέτοια συντάγματα. Όταν ο στρατηγός Σέρμαν οδήγησε την στρατιά του στην Τζόρτζια το 1864 κόβοντας το Νότο στη μέση και καίγοντας και λεηλατώντας όπου περνούσε τα αρχοντικά των δουλοκτητών, τα μαύρα συντάγματα ήταν στην πρώτη γραμμή.

Ο Αμερικάνικος Εμφύλιος είχε και τη διεθνή του διάσταση. Ένα τμήμα της βρετανικής άρχουσας τάξης ήθελε να επέμβει στρατιωτικά υπέρ του Νότου. Αυτό που εμπόδισε τελικά κάτι τέτοιο ήταν η δράση των συνδικάτων και της εργατικής τάξης στην Αγγλία. Οι κλωστοϋφαντουργοί στο Μάντσεστερ υπέφεραν από την ανεργία που προκαλούσε η έλλειψη βαμβακιού για τα εργοστάσια. Όμως, δεν άκουσαν τις φωνές που υποστήριζαν την επέμβαση του βρετανικού ναυτικού για να σπάσει ο αποκλεισμός των λιμανιών του Νότου από τον Βορρά. Αντίθετα, συμμετείχαν σε αναρίθμητες συγκεντρώσεις υπέρ του Βορρά και της κατάργησης της δουλείας.

Πρώτη Διεθνής

Η Πρώτη Διεθνής ιδρύθηκε το 1864. Σημαντικό ρόλο στην ίδρυσή της έπαιξαν άγγλοι συνδικαλιστές που είχαν δραστηριοποιηθεί υπέρ του Βορρά. Ο Μαρξ φρόντισε να συμπεριληφθεί στο καταστατικό της δέσμευση για τα τμήματά της «να οργανώσουν τις σχέσεις τους χωρίς καμιά διάκριση με βάση τη θρησκεία, το χρώμα της επιδερμίδας ή την εθνικότητα». Ο Μαρξ έγραψε και την συγχαρητήρια επιστολή του Γενικού Συμβούλιου της Διεθνούς για την επανεκλογή του Λίνκολν στις αρχές του 1865. Ίσως είναι η πρώτη και τελευταία φορά που ένας Πρόεδρος των ΗΠΑ απάντησε με θερμά λόγια σε επιστολή μιας τέτοιας οργάνωσης.

Ο Βορράς νίκησε όχι μόνο γιατί διέθετε περισσότερο πληθυσμό και βιομηχανία από τον Νότο ούτε μόνο γιατί οι στρατηγοί του ήταν εξίσου καλοί ή και πολύ καλύτεροι από των Νοτίων. Νίκησε γιατί έδωσε τη μάχη με αποφασιστικό, επαναστατικό τρόπο. Η ήττα του Νότου ήταν η ήττα ενός οπισθοδρομικού τρόπου παραγωγής που έμπαινε εμπόδιο όχι μόνο στην ανάπτυξη του καπιταλισμού γενικά, αλλά, πολύ πιο σημαντικό, της ίδιας της εργατικής τάξης και του κινήματός της, του ιστορικού νεκροθάφτη του καπιταλισμού.

Όμως, ήταν μια αστική επανάσταση και μάλιστα από τα «πάνω». Οι κεφαλαιοκράτες του Βορρά ήθελαν το τσάκισμα του Νότου. Δεν είχαν, όμως, κανένα συμφέρον από το ξερίζωμα του ρατσισμού. Χρειάζονταν τις βαμβακοφυτείες του Νότου, έστω κι αν εκεί δούλευαν σαν είλωτες οι πρώην σκλάβοι που σιγά σιγά έχασαν κάθε πολιτικό δικαίωμα. Κι ο ρατσισμός ήταν ένα όπλο για τη διαίρεση των εργατών σε Βορρά και Νότο. Η μάχη ενάντιά του συνεχίζεται και σήμερα.


Διαβάστε επίσης

Οι επαναστατικές παραδόσεις του αντιρατσισμού: Οι Εβραίοι και οι Κομμουνιστές