Το αλφαβητάρι του Μαρξισμού: Θ όπως θρησκεία

Οι πιο διάσημες φράσεις είναι κατά κανόνα και οι πιο διαστρεβλωμένες και παρερμηνευμένες. Τι λέει ο Μαρξισμός για την θρησκεία; Ότι είναι “το όπιο του λαού”. Η κριτική του Μαρξ και του Ένγκελς, όμως, απέναντι στην θρησκεία δεν είχε καμιά σχέση με τις χυδαίες, αφ' υψηλού, αντιμετωπίσεις της φιλελεύθερης διανόησης. Ούτε αντιμετώπιζαν τους πιστούς -και ιδιαίτερα τους πιστούς της “λάθος” θρησκείας- με ρατσιστική υπεροψία, όπως έκανε ο αντισημιτισμός στην εποχή τους και κάνει η ισλαμοφοβία σήμερα. Ο Μαρξ, για παράδειγμα, συγκρούστηκε πολύ άγρια με τις ιδέες του “αναρχικού” Μπρούνο Μπάουερ που θεωρούσε ότι οι Εβραίοι ευθύνονται, με την επιμονή τους στην ιδιαιτερότητά τους, οι ίδιοι για την απομόνωση και την καταπίεσή τους.

Η ίδια η παράγραφος, από την οποία έχει αποκοπεί η διάσημη φράση “η θρησκεία είναι το όπιο του λαού”, είναι αποκαλυπτική. “Η θρησκευτική αγωνία είναι ταυτόχρονα έκφραση της πραγματικής αγωνίας και διαμαρτυρία ενάντια στην πραγματική αγωνία. Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός του καταπιεζόμενου πλάσματος, η καρδιά του άκαρδου κόσμου, όπως ακριβώς είναι η ψυχή μιας άψυχης κατάστασης”.

Ο στόχος της κριτικής απέναντι στην θρησκεία, συνεχίζει ο Μαρξ, δεν είναι να “μαδήσει τα λουλούδια από την αλυσίδα... για να φέρει ο άνθρωπος την αλυσίδα χωρίς καμιά... παρηγοριά αλλά για να μπορεί να αποτινάξει την αλυσίδα και να μαζέψει το ζωντανό λουλούδι”.

Η αφετηρία της κριτικής του Μαρξισμού απέναντι στην θρησκεία είναι ο υλισμός. Σύμφωνα με τα Χριστιανικά δόγματα ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο την έκτη μέρα της δημιουργίας “κατ΄ εικόνα ημετέραν και καθ' ομοίωσιν”. Σύμφωνα με την ιδεαλιστική φιλοσοφία η φύση, το σύμπαν, ο υλικός κόσμος ολόκληρος δεν είναι παρά ένα προϊόν του πνεύματος -του “απόλυτου πνεύματος”, του Θεού δηλαδή, στις θρησκευτικές του εκδοχές.

Για τον υλισμό η σχέση αυτή είναι αντίστροφη. “Ο άνθρωπος φτιάχνει τη θρησκεία, όχι η θρησκεία τον άνθρωπο” γράφει ο Μαρξ. Αυτή η αντιστροφή στη σχέση ανάμεσα στην ύλη και το πνεύμα δεν αφορά μόνο τον Θεό και την γέννεση του κόσμου. Οι ιδέες μας, οι αντιλήψεις μας, τα πιστεύω μας καθορίζονται, σε τελευταία ανάλυση, από την πραγματικότητα, φυσική και κοινωνική, που μας περιβάλλει. “Το τι είναι ο άνθρωπος”, γράφει σε μια άλλη διάσημη παράγραφο ο Μαρξ, “δεν καθορίζεται από τη συνείδησή του, αλλά αντίστροφα, το κοινωνικό τους είναι, καθορίζει τη συνείδησή τους”

Αυτή η άποψη έφερε τον Μαρξ και τον Ένγκελς σε σύγκρουση όχι μόνο με τους φιλελεύθερους αστούς αλλά, συχνά, ακόμα και με την αριστερά της εποχής του, που (επηρεασμένη από την Γαλλική Επανάσταση) θεωρούσε την θρησκεία τον κύριο εχθρό στην πορεία του “ανθρώπου” για την απελευθέρωση του.

Ο πιο επιφανής φιλόσοφος της αριστεράς της εποχής εκείνης ήταν ο Λουδοβίκος Φόυερμπαχ. Το βιβλίο του “Η Ουσία του Χριστιανισμού” είχε προκαλέσει θύελλα μέσα στο ακαδημαϊκό κατεστημένο. “Με ένα χτύπημα”, γράφει ο ίδιος ο Ένγκελς, “έκανε σκόνη την αντίφαση, στήνοντας ξανά χωρίς περιστροφές, τον υλισμό στο θρόνο. Η φύση υπάρχει ανεξάρτητα από κάθε φιλοσοφία... τα ανώτερα όντα που έφτιαξε η θρησκευτική μας φαντασία είναι μόνο ο φανταστικός αντικαθρεπτισμός της δικής μας ουσίας”.

Στα μισά

Ο Φόυερμπαχ, όμως, έμεινε στα μισά του δρόμου. Αποσύνθεσε μεν “τον θρησκευτικό κόσμο στην εγκόσμια υποδομή του”, αλλά δεν εξήγησε τι είναι αυτό που σπρώχνει τους ανθρώπους στο να κατασκευάσουν, δίπλα στον πραγματικό κόσμο, έναν Όλυμπο γεμάτο από θεούς και θεές ή έναν ουρανό γεμάτο Χερουβείμ, ψυχές αγίων και αγγέλους. Δεν εξήγησε, με τα λόγια του Μαρξ, “πως η εγκόσμια υποδομή αποσπάται από τον εαυτό της και στερεώνει ένα ανεξάρτητο βασίλειο στα σύννεφα για τον εαυτό της”.

Αυτός ο αναδιπλασιασμός του κόσμου, η διάσπασή του σε έναν πραγματικό και έναν θρησκευτικό, γράφει ο Μαρξ, μπορεί να εξηγηθεί μόνο από την “αυτό-αντιφατικότητα τούτης της εγκόσμιας υποδομής”. Με άλλα λόγια είναι το αποτέλεσμα του πραγματικού διαχωρισμού της κοινωνίας σε δυο αντίπαλα στρατόπεδα, στο στρατόπεδο των καταπιεστών και το στρατόπεδο των καταπιεσμένων, στο στρατόπεδο των κυρίαρχων και το στρατόπεδο των κυριαρχούμενων. Η Αθηνά δεν γεννήθηκε από το κεφάλι του Δια: και οι δυο ήταν προϊόντα της δουλοκτητικής κοινωνίας. Ο προτεσταντισμός είναι παιδί του (πρώιμου) καπιταλισμού -και όχι το αντίστροφο, όπως δίδασκε ο Μαξ Βέμπερ, ο «πατέρας» της κοινωνιολογίας.

Αυτή η αυτό-αντιφατικότητα, έλεγε ο Μαρξ, δεν μπορεί να λυθεί στο επίπεδο των ιδεών. Δεν μπορεί να αναιρεθεί με το "μάδημα των λουλουδιών": πρέπει να “ανατραπεί στην πράξη”. Οι αλυσίδες της ταξικής κυριαρχίας δεν θα εξαφανιστούν με τα κηρύγματα και την προπαγάνδα: χρειάζεται να τις σπάσουμε, στις απεργίες, τις καταλήψεις και τα οδοφράγματα.