Το αλφαβητάρι του Μαρξισμού: Τ όπως Τάξη

"Η ιστορία όλων των ως τώρα κοινωνιών", γράφει η πρώτη πρώτη φράση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, "είναι η ιστορία ταξικών αγώνων". Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους εκμεταλλευτές και τους εκμεταλλευόμενους ήταν αυτό που καθόρισε, μέσα σε όλους τους προηγούμενους αιώνες το πέρασμα από τη μια κοινωνική οργάνωση στην άλλη, την μορφή που θα έπαιρνε κάθε φορά η ανθρώπινη κοινωνία.

Αυτή δεν είναι απλά μια παρατήρηση που αφορά το παρελθόν: αφορά κύρια το μέλλον. Ο σύγχρονος καπιταλισμός είναι η κοινωνία της Φουκουσίμα, της κλιματικής αλλαγής, της οικονομικής κατάρρευσης και του πολέμου. Αν δεν ανατραπεί, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα τραβήξει μαζί της στην άβυσσο όχι μόνο την κοινωνία και τον πολιτισμό αλλά και ολόκληρη την ανθρωπότητα. Η ανατροπή του και η αντικατάστασή του από μια νέα, ανώτερη κοινωνία, έλεγε ο Μαρξ θα εξαρτηθεί από την σύγκρουση ανάμεσα στις σημερινές ανταγωνιστικές τάξεις -τους καπιταλιστές και τους εργάτες.

Οι απόψεις αυτές έχουν μπει, από την αρχή, στο στόχαστρο των θεωρητικών απολογητών του συστήματος. Ο καπιταλισμός, έλεγε ο Μαξ Βέμπερ, δεν ήταν προϊόν της σύγκρουσης ανάμεσα στους ευγενείς και τους αστούς, ανάμεσα στις ανταγωνιστικές τάξεις της εποχής της φεουδαρχίας, αλλά προϊόν της "Προτεσταντικής Ηθικής" -των 95 Θέσεων, που θυροκόλλησε τον Οκτώβρη του 1517 στον καθεδρικό ναό της Βυρτεμβέργης ο Μαρτίνος Λούθηρος, δηλαδή.

Για τον Βέμπερ οι τάξεις δεν ήταν παρά ένας από τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε κανείς να περιγράψει την κοινωνική διαστρωμάτωση -και σίγουρα όχι ο πιο σημαντικός. Το μέλλον δεν θα καθοριζόταν από την ήττα ή τη νίκη των εργατών αλλά από άλλες συγκρούσεις -πχ την επικράτηση των αποικιοκρατών στις καθυστερημένες (μη «προτεσταντικής ηθικής») χώρες της Αφρικής και της Ασίας.

Ο Βέμπερ θεωρείται ο "πατέρας της κοινωνιολογίας". Και οι απολογητές του καπιταλισμού συνεχίζουν να ανασύρουν τις θεωρίες του για να μας πείσουν ότι η σημερινή κοινωνία είναι "διαστρωματωμένη" με βάση την εθνικότητα, την θρησκεία, τις ιδέες, τα έθιμα, την ποδοσφαιρική ομάδα και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς -αλλά ποτέ με βάση την τάξη.

Οι άνθρωποι μπορούν σίγουρα να κατηγοριοποιηθούν με ένα σωρό τρόπους, όπως μπορούν και τα στοιχεία της φύσης να καταταγούν σε κατηγορίες με βάση πχ το ειδικό βάρος, το σημείο τήξης ή το χρώμα. Από την χημεία, όμως, ξέρουμε ότι αντικειμενικά η θέση τους στο «περιοδικό σύστημα» καθορίζεται από τον αριθμό των πρωτονίων στον πυρήνα τους. Κάτι ανάλογο ισχύει και στην κοινωνία: ο διαχωρισμός σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους είναι αντικειμενικός. Ο εργάτης είναι εργάτης -ανεξάρτητα από τον θεό στον οποίο πιστεύει ή την γλώσσα που μιλάει.

Οι μηχανισμοί της εκμετάλλευσης είναι διαφορετικοί σε κάθε κοινωνία. Στον καπιταλισμό το καθοριστικό στοιχείο είναι ο διαχωρισμός των παραγωγών από τα ίδια τα μέσα παραγωγής -που παραμένουν κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο της κυρίαρχης τάξης. Ο τορναδόρος για να δουλέψει χρειάζεται όχι μόνο τον τόρνο αλλά και ρεύμα και πρώτες ύλες και εργαλεία και σχέδια. Και αυτά ανήκουν στο αφεντικό -ή στην πολυεθνική που ελέγχουν τα αφεντικά. Για να μπορέσει να παράγει πρέπει να υποταχθεί στους μηχανισμούς τους -και να αποδεχτεί την εκμετάλλευση που του επιβάλλουν. Αυτό που προσδιορίζει τις τάξεις, αυτό που χωρίζει τους καπιταλιστές από τους εργάτες είναι η σχέση με τα μέσα παραγωγής.

Τι καθορίζει την ταξική θέση;

Αυτή η σχέση καθορίζει τα όρια ανάμεσα στις τάξεις συχνά σε πείσμα της ίδιας της συνείδησης των μελών τους. Οι εργάτες παραμένουν εργάτες ακόμα και αν τους έχει «ψήσει» το αφεντικό ότι είναι «συνεργάτες» και «στελέχη» ή ότι η δουλειά που κάνουν είναι «κοινωνικό λειτούργημα». Και παραμένουν εργάτες, ανεξάρτητα από το αν το πόστο τους είναι μπροστά στον τόρνο ή μπροστά στον υπολογιστή: αυτό που καθορίζει την ταξική τους θέση δεν είναι το επάγγελμα καθεαυτό αλλά η θέση τους στην πυραμίδα της εκμετάλλευσης.

Σε αντίθεση με τις κατηγοριοποιήσεις της κοινωνιολογίας ο Μαρξ έλεγε ότι, σε κάθε κοινωνία, υπάρχουν δυο μόνο τάξεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κοινωνικά στρώματα που δεν ανήκουν ούτε στη μία, ούτε στην άλλη. Οι φτωχοί αγρότες, οι φτωχοί μικροεπαγγελματίες είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα: βρίσκονται ανάμεσα από τους καπιταλιστές και τους εργάτες, κατέχουν ένα μικρό κομμάτι από τα μέσα παραγωγής αλλά είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν, με τους ίδιους -ή και χειρότερους- ρυθμούς με τους εργάτες, για να «τα βγάλουν πέρα».

Αλλά δεν αποτελούν μια τρίτη «μικροαστική τάξη». Τα συμφέροντά τους είναι συγκεχυμένα, δεν μπορούν ούτε να ενοποιηθούν ούτε να μετατραπούν σε ένα σχέδιο για την οργάνωση της παραγωγής και της κοινωνίας. Σε συνθήκες κρίσεις, όπως οι σημερινές, η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των στρωμάτων καταλήγει στην εργατική τάξη.

Αντίθετα, η εργατική τάξη είναι συλλογική, οι εργαζόμενοι έχουν ενιαία συμφέροντα -την κατάργηση της εκμετάλλευσης και την δυνατότητα να οργανώσουν γύρω από αυτά ολόκληρη την κοινωνία. Οι καπιταλιστές στηρίζονται στον (παραμορφωτικό και άθλιο) μηχανισμό της «ελεύθερης αγοράς» για να μετατρέψουν την δίψα τους για κέρδη σε ένα «σχέδιο» παραγωγής αυτών των αγαθών που έχει η κοινωνία ανάγκη για να επιβιώσει. Οι εργάτες, όμως, ξέρουν από μόνοι τους, χωρίς καμιά μεσολάβηση κανενός μηχανισμού, τις ανάγκες της κοινωνίας: οι εργάτες αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Το μόνο που χρειάζεται να κάνουν είναι να τις καταγράψουν -με έναν δημοκρατικό τρόπο. Και ύστερα να καθίσουν «μπροστά στις μηχανές» και να παράγουν όχι πια για το κέρδος, αλλά προς όφελος της κοινωνίας.

Με μια μόνο προϋπόθεση, φυσικά: να έχουν τσακίσει πρώτα την εξουσία των καπιταλιστών -με μια νικηφόρα επανάσταση.