Το αλφαβητάρι του Μαρξισμού: Υ όπως Υλισμός

Το 1687 ο Ισαάκ Νεύτων δημοσίευσε το, διάσημο πλέον σήμερα, βιβλίο του “Μαθηματικές Αρχές της Φυσικής Φιλοσοφίας”. Το βιβλίο προκάλεσε σεισμό -όχι μόνο σε επιστημονικό, αλλά και σε φιλοσοφικό και σε κοινωνικό επίπεδο. Δεν είχε περάσει ούτε ένας αιώνας από τότε που η Ιερά Εξέταση είχε στείλει στην πυρά τον Τζορντάνο Μπρούνο και είχε καταδικάσει στην αιώνια σιωπή τον Γαλιλαίο με την κατηγορία ότι είχαν προσπαθήσει να εκθρονίσουν την γη από το κέντρο του σύμπαντος. Τώρα αποδεικνυόταν ότι η νίκη της ήταν εφήμερη. Ακόμα και αν μπορούσε να στείλει στην πυρά τον Νεύτωνα (δεν μπορούσε), η υπόθεση της ήταν πρακτικά χαμένη.

Το σύμπαν, έλεγε η εκκλησία -στηριζόμενη σε μια διαστρέβλωση των θεωριών του Αριστοτέλη- είναι αιώνιο, άφθαρτο, αμετάβλητο και ενιαίο. Η φυσιολογική κατάσταση των σωμάτων είναι η ηρεμία: κινούνται, προσωρινά μόνο, αν διαταραχθεί αυτή η ηρεμία -και επιστρέφουν στην φυσική τους θέση μόλις σταματήσει η διαταραχή. Η επιστροφή, η υπεράσπιση της θέσης τους, που είναι προσδιορισμένη από την θεία αρμονία, είναι η αποστολή τους.

Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο “κατ' εικόνα και ομοίωση του”. Και την κοινωνία κατ' εικόνα και ομοίωση του σύμπαντος. Στο κέντρο του σύμπαντος ήταν η γη. Στο κέντρο της κοινωνίας ο Πάπας. Γύρω από την γη περιστρέφονται τα αστέρια. Και γύρω από αυτά άλλα, μικρότερα, αστέρια. Και ο Πάπας περιστοιχίζεται από τους καρδιναλίους. Οι καρδινάλιοι από τους επισκόπους, οι επίσκοποι από τους παπάδες και πάει λέγοντας.

Σε αντίθεση με τον Αριστοτέλη, ο Νεύτων θεωρούσε την κίνηση και όχι την ηρεμία φυσική κατάσταση. Οι “Μαθηματικές Αρχές” εξηγούσαν αυτή την κίνηση σαν αποτέλεσμα της δράσης εξωτερικών δυνάμεων. Η βαρύτητα κάνει τα σώματα να πέφτουν στην γη -εκτός και αν αυτή η “δράση” αντισταθμιστεί από μια ίση “αντίδραση”.

Οι θεωρίες του Νεύτωνα έβγαλαν ξαφνικά ολοκληρωτικά τον Θεό, την αρμονία και την αποστολή από την φύση. Η κίνηση ή η ισορροπία των σωμάτων μπορούσε να ερμηνευθεί από την μηχανική -από την αλληλοεπίδραση της ύλης. Ο ίδιος ο Νεύτων συνέχισε να δηλώνει πίστη στον Θεό. Πολλοί άλλοι, όμως, διέγραψαν και τους αγγέλους, και την αθάνατη ψυχή και τα θαύματα του Ιησού και τον Θεό. Και, ακόμα χειρότερα -για τους κληρικούς και τους ευγενείς φυσικά- πολλοί άρχισαν να εφαρμόζουν τα συμπεράσματα αυτού του “μηχανικού υλισμού”, στο επίπεδο της κοινωνίας: η πρόοδος της επιστήμης γινόταν τώρα ένα ισχυρό όπλο στον πόλεμο της ανερχόμενης αστικής τάξης ενάντια στο παλιό καθεστώς της φεουδαρχίας.

Ο υλισμός, όμως, αυτός του Διαφωτισμού -όπως ονομάστηκε αυτό το ρεύμα- έμεινε στα μισά του δρόμου. Στην “θεία αρμονία” αντιπαρέθετε μια κοινωνία οργανωμένη ορθολογικά με βάση τις ανθρώπινες ανάγκες. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, έφερνε ξανά πίσω τον παλιό ιδεαλισμό -από το παράθυρο: η κοινωνική αλλαγή θα ερχόταν μέσα την επικράτηση των ορθών ιδεών: μέσα από την επιστημονική πρόοδο που θα καταπολεμούσε τις δεισιδαιμονίες και θα διέλυε τις προλήψεις. Ολόκληρη η ιστορία ήταν, σύμφωνα με τους Διαφωτιστές, η ιστορία της εξέλιξης του ανθρώπινου πνεύματος.

Έπεσαν έξω. Η κοινωνική αλλαγή που οραματίζονταν ήρθε τελικά το 1789, αλλά όχι μέσα από την επικράτηση των ιδεών, αλλά μέσα από την επικράτηση της επανάστασης. Οι φιλόσοφοι της εποχής προσπάθησαν να συμβιβάσουν, με διάφορους τρόπους, την παράδοση του Διαφωτισμού με τις εμπειρίες της Γαλλικής Επανάστασης. Ο πιο σημαντικός από αυτούς ήταν ο Γκέοργκ Βίλχελμ Φρίντριχ Χέγκελ. Η ιστορία, έλεγε ο Χέγκελ, προχωράει μέσα από συγκρούσεις. Αυτό που χαρακτηρίζει τον κόσμο δεν είναι η αρμονία αλλά η αντίφαση: οι δυνάμεις που σπρώχνουν την ιστορία μπροστά δεν είναι εξωτερικές, όπως έλεγε ο μηχανιστικός υλισμός, αλλά εσωτερικές: η αστική τάξη που είχε ανατρέψει την φεουδαρχία ήταν προϊόν της ίδιας της φεουδαρχίας.

Θεός

Ο Μαρξ δανείστηκε πολλά από το σύστημα του Χέγκελ. Αλλά χρειάστηκε πρώτα να το γυρίσει ανάποδα, έτσι ώστε να στέκεται πραγματικά με τα πόδια κάτω και το κεφάλι πάνω. Γιατί ο Χέγκελ παρέμεινε τελικά βαθιά ιδεαλιστής. Οι αντιφάσεις που κινούσαν την ιστορία κατοικοέδρευαν στο κεφάλι του Θεού. Ο Θεός, έλεγε, αυτοδιασπάστηκε σε φύση και σε πνεύμα. Και “θύμωσε” για αυτή την “χαμένη σημειακότητα”. Η ιστορία ήταν προϊόν αυτού του θυμού, της προσπάθειας του “Απόλυτου Νου” να επανασυνδέσει, σε μια νέα ανώτερη σύνθεση, το πνεύμα με την ύλη. Η ιστορία θα έφτανε στο τέρμα της όταν η φιλοσοφία θα κατάφερνε να συνειδητοποιήσει αυτή την διάσπαση και να συμφιλιωθεί μαζί της.

“Ο Χέγκελ”, έγραφε ο Μαρξ, “έπεσε στην ψευδαίσθηση να θεωρεί την πραγματικότητα σαν προϊόν της σκέψης... Τα πραγματικά υποκείμενα όμως διατηρούν την αυτόνομη ύπαρξή τους έξω από το κεφάλι μας”. Οι ίδιες μας οι ιδέες είναι προϊόν, αντανάκλαση του πραγματικού κόσμου -και όχι το αντίστροφο. “Δεν είναι η συνείδηση αυτή που καθορίζει τη ζωή, αλλά η ζωή αυτή που καθορίζει τη συνείδηση”.

Η ιστορία ήταν πράγματι προϊόν αντιφάσεων. Αλλά οι αντιφάσεις αυτές δεν βρίσκονταν στο κεφάλι του Θεού αλλά στην ίδια την ανθρώπινη κοινωνία: η ιστορία -ή για να είμαστε ακριβείς η προϊστορία της ανθρωπότητας, όπως έλεγε ο Ένγκελς- ήταν προϊόν της σύγκρουσης ανάμεσα στις αντίπαλες τάξεις. Και θα έφτανε στο τέλος της, όχι με τη συμφιλίωση ανάμεσα στους εκμεταλλευτές και τους εκμεταλλευόμενους, αλλά με την σοσιαλιστική επανάσταση, την επανάσταση που θα καταργούσε, οριστικά, και την εκμετάλλευση και την διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις.