Βιέννη 1934

Η αναμέτρηση κράτησε κάμποσες ώρες. Τελικά, το κτίριο έπεσε. Όμως, εκατοντάδες σοσιαλδημοκράτες εργάτες μέλη της Ένωσης Δημοκρατικής Άμυνας (Schutzbund) ανασυντάχθηκαν σε άλλα σημεία της πόλης και προσπάθησαν να ανακαταλάβουν το κτίριο. Όταν απέτυχαν, πέρασαν στην απέναντι όχθη του Δούναβη και οχυρώθηκαν. Χρειάστηκαν τα κανόνια του στρατού για να τους εκδιώξουν από ’κει.

Παρόμοιες σκηνές εξελίχτηκαν σε δεκάδες σημεία, μικρές και μεγαλύτερες πόλεις σε όλη την Αυστρία. Όμως, το κέντρο της αναμέτρησης ήταν η πρωτεύουσα, η «κόκκινη Βιέννη». Εκεί οι μάχες κράτησαν τρεις μέρες.

Ο «αγώνας του Φλεβάρη» στην Αυστρία ξέσπασε ένα χρόνο μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους ναζί στην Γερμανία. Καγκελάριος της Αυστρίας ήταν ο Ντόλφους, ο ηγέτης του Χριστιανο-Κοινωνικού Κόμματος. Η περιγραφή του ως «κληρικο-φασιστικό» δεν ήταν καθόλου υπερβολική.

Η ιδεολογία του κόμματος είχε κατευθείαν δάνεια από τον φασισμό –στην ιταλική εκδοχή του. Εκτός από τις ιδέες το σημαντικότερο ήταν η πράξη: η Χάιμβερ (Heimwehr) η «Εθνοφυλακή» ήταν μια μεγάλη στρατιωτική οργάνωση που έσπαγε απεργίες και τρομοκρατούσε την ύπαιθρο για λογαριασμό των γαιοκτημόνων, των βιομηχάνων και των παπάδων.

Διατάγματα

Τον Μάρτη του 1933, η κυβέρνηση Ντόλφους με ένα ασήμαντο πρόσχημα διέλυσε το κοινοβούλιο κι άρχισε να κυβερνά με διατάγματα, έθεσε εκτός νόμου το Schutzbund, το μικροσκοπικό Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστρίας και απαγόρεψε τις πρωτομαγιάτικες διαδηλώσεις (απαγόρεψαν και το ναζιστικό κόμμα, οι σχέσεις με τους Γερμανούς θα ήταν τεταμένες μέχρι και το 1938). Στη συνέχεια ήρθε η απαγόρευση των «πολιτικών απεργιών» (όπως τις όριζε η κυβέρνηση), η περικοπή των επιδομάτων ανεργίας.

Οι έρευνες για τα κρυμμένα όπλα του Schutzbund άρχισαν να σαρώνουν όλη τη χώρα. Για κάθε πολιτικοποιημένο εργάτη το μήνυμα ήταν σαφές. Το εργατικό κίνημα είχε τσακιστεί στην γειτονική Ιταλία πριν δέκα χρόνια. Στην γειτονική «αδελφή» Γερμανία ένα χρόνο πριν. Ερχόταν η σειρά της Αυστρίας.

Η ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Αυστρίας συνιστούσε αυτοσυγκράτηση στις οργανώσεις και τα μέλη της. Στις 11 Φλεβάρη ο επικεφαλής του Schutzbund στο Λιντς είχε στείλει μια μυστική επιστολή στον Ότο Μπάουερ, έναν από τους γνωστότερους ηγέτες του κόμματος. Αν ο στρατός κι η Χάιμβερ κάνουν νέες έρευνες για όπλα, ή συλλάβουν στελέχη μας, τότε θα απαντήσουμε με τα όπλα, είπε. Αν το κίνημα στη Βιέννη μας αφήσει μόνους, τότε το κρίμα στο λαιμό του. Ο Μπάουερ απάντησε προτείνοντας πάλι «αυτοσυγκράτηση».

Αυτή η λέξη ήταν το σήμα κατατεθέν του αυστριακού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Η ηγεσία του παρίστανε την αριστερή πτέρυγα της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας. Ο «αυστρομαρξισμός» όπως είχε μείνει γνωστός από τις αρχές του αιώνα, επιστράτευε πάντοτε την πιο αριστερή γλώσσα για να καλύψει την πιο δεξιά πρακτική.

Το 1918-19, η Αυστρία συγκλονίστηκε κι αυτή από την εργατική επανάσταση. Στη Βιέννη και σε άλλες πόλεις η μόνη εξουσία ήταν τα εργατικά συμβούλια. Ο «εργατικός στρατός» είχε σχεδόν το μονοπώλιο της ένοπλης δύναμης. Όμως, η ηγεσία του Κόμματος επέλεξε την συγκυβέρνηση με τα αστικά κόμματα. Μια επανάσταση όπως στην Ρωσία ήταν αδύνατη στην Αυστρία, έλεγαν. Θα συντριβόταν από τους ισχυρούς γείτονες. Κοινοβουλευτική δημοκρατία με ρόλο για τα εργατικά συμβούλια –αυτή ήταν η «σύνθεση» που πρότειναν οι θεωρητικοί του κόμματος.

Ο σοσιαλισμός θα έρθει με εκλογές, όταν η εργατική τάξη ωριμάσει και ψηφίσει το κόμμα. Κι αν η αστική τάξη αντιδράσει, τότε θα απαντήσουμε ένοπλα και θα επιβάλλουμε την «δικτατορία του προλεταριάτου». Γι’ αυτό ιδρύθηκε το Schutzbund στις αρχές της δεκαετίας του ’20. Δεν ήταν μια απλή οργάνωση περιφρούρησης. Ήταν ένας κανονικός στρατός, με πειθαρχία, γυμνάσια, αξιωματικούς, και πολλά-πολλά όπλα.

Κινήσεις εκτόνωσεις

Στην ουσία οι υποσχέσεις για «δικτατορία του προλεταριάτου» και ένοπλη υπεράσπιση της μελλοντικής σοσιαλιστικής κυβέρνησης ήταν κινήσεις εκτόνωσης της βάσης. Στα τέλη Ιούνη του 1927, οι ακροδεξιοί της Χάιμβερ δολοφόνησαν ένα οχτάχρονο και ένα μέλος του Schutzbund που συμμετείχε σε παρέλαση σε μια κωμόπολη. Η δολοφονία προκάλεσε σεισμό, με δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές να κατεβαίνουν στο κέντρο της Βιέννης στις 15 Ιούλη και να καίνε το Δικαστικό Μέγαρο. Η αστυνομία άνοιξε πυρ και δολοφόνησε 87 διαδηλωτές.

Μια γενική απεργία παρέλυε την πόλη. Η ηγεσία έστειλε τα τμήματα του Schutzbund να «ηρεμήσουν τα πλήθη».

Το κόμμα αύξανε τις ψήφους και τα μέλη του. Το 10% του πληθυσμού είχε κάρτα μέλους στα τέλη της δεκαετίας του ’20. Όμως, οι συσχετισμοί, όχι στην κάλπη αλλά στην κοινωνία, έγερναν σε βάρος και της Αριστεράς και της εργατικής τάξης.

Στην «Κόκκινη Βιέννη», το κόμμα έπαιρνε το 60% των ψήφων. Η δημοτική αρχή που ήταν στα χέρια του, είχε επιβάλλει μια προοδευτική φορολογία στο εισόδημα, με την οποία χρηματοδότησε την κατασκευή περίπου 65.000 εργατικών κατοικιών που διέθεταν πρωτόγνωρες ευκολίες για τις εργατικές οικογένειες: τρεχούμενο νερό, ηλεκτρικό, μεγάλα παράθυρα για φυσικό φως, ηλεκτρικό, τουαλέτες… Δίπλα στα συγκροτήματα των εργατικών κατοικιών «χτιζόταν» ένα τεράστιο δίκτυο από βιβλιοθήκες, κάθε είδους συλλόγους, κλινικές αντισύλληψης, συνεταιρισμούς.

Η ηγεσία που έλεγε ότι η Αυστρία ήταν πολύ μικρή για να κρατήσει μια εργατική εξουσία, παρουσίαζε την «Κόκκινη Βιέννη» σαν υλοποίηση του σοσιαλισμού σε μια… πόλη. Και μετά ήρθε η παγκόσμια οικονομική κρίση, η ανεργία, η φτώχεια, οι επιθέσεις των καπιταλιστών. Το κόμμα έδειξε πάλι «αυτοσυγκράτηση». Δέχτηκε ως αρχή τους «ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς», την προτεραιότητα της αποπληρωμής του εξωτερικού χρέους απέναντι σε προγράμματα δημοσίων έργων για την αντιμετώπιση της ανεργίας. Γι’ αυτό το τελευταίο ο «μαρξιστής» Μπάουερ είχε και μια άλλη ιδέα: να διωχτούν οι μετανάστες εργάτες.

Και για την φασιστική απειλή; Το συνέδριο του κόμματος τον Σεπτέμβρη του 1933 έγινε δέκτης των διαμαρτυριών της βάσης για τις συνεχείς υποχωρήσεις και συμβιβασμούς. Ετσι η ηγεσία πρότεινε ένα «σχέδιο μάχης». Η «μέρα Χ» (η ένοπλη δράση) θα δινόταν αν η κυβέρνηση προχωρούσε σε μια από τις παρακάτω τέσσερις κινήσεις: απαγόρευση του κόμματος, των συνδικάτων, κατάληψη του δημαρχείου της Βιέννης, φασιστικό Σύνταγμα.

Το μόνο που είχε να κάνει η κυβέρνηση ήταν να προχωρήσει βήμα-βήμα στο ξήλωμα των εργατικών οργανώσεων αποφεύγοντας τα «τέσσερα σημεία» μέχρι να νιώσει σίγουρη ότι θα κερδίσει.

Εντωμεταξύ το Schutzbund περνούσε τη δικιά του κρίση. Ένας λόγος ήταν τα χτυπήματα της καταστολής και η «αποστασιοποίηση» της κομματικής ηγεσίας από τον ένοπλο βραχίονά της. Ένας άλλος, που αποδείχτηκε ακόμα πιο σοβαρός, ήταν η απομόνωσή του από την εργατική τάξη. Το Schutzbund διακατεχόταν από έναν «ανόητο μιλιταρισμό» -όπως είχε παραπονεθεί ένα σοσιαλδημοκρατικό στέλεχος. Η ηγεσία το είχε οργανώσει για να «αυτοσυγκρατεί» την τάξη. Η οργάνωση δεν συμμετείχε στην καθημερινή πάλη των εργατών, στις απεργίες τους, στις συνελεύσεις και τις συγκεντρώσεις. Ήταν με το «όπλο παρά πόδα».

Μαχητές

Όταν ήρθε αυτή η μέρα, στις 12 Φλεβάρη, οι μαχητές του βρέθηκαν ασυντόνιστοι, απροετοίμαστοι. Στη Βιέννη ξεκίνησε μια γενική απεργία, κι η κομματική ηγεσία έδωσε θέλοντας και μη την έγκρισή της. Αλλά ποτέ δεν έγινε πραγματικά γενική, σε όλη τη χώρα. Τα τρένα συνέχιζαν να κινούνται, και να μεταφέρουν ανεμπόδιστα στρατιώτες και φασίστες από τη μια περιοχή στην άλλη.

Στη Βιέννη, οι μερικές εκατοντάδες μαχητές του Schutzbund οχυρώθηκαν στα πρότυπα συγκροτήματα των εργατικών κατοικιών. Δεν είχαν ούτε εντολές ούτε σχέδιο να κάνουν κάτι άλλο. Ο στρατός είχε. Έφερε κανόνια να γκρεμίσουν τα σπίτια που ήταν οχυρωμένοι οι μαχητές.

Για τρεις μέρες η εργατική Βιέννη έβλεπε τα καλύτερα παιδιά της να πέφτουν κατά εκατοντάδες. Οι συγκρούσεις στις επαρχίες κράτησαν δυο μέρες ακόμα. Στις 17 Φλεβάρη όλα είχαν τελειώσει. Χίλιοι πεντακόσιοι εργάτες ήταν νεκροί, περίπου πέντε χιλιάδες τραυματίες. Δέκα ηγέτες του Schutzbund απαγχονίστηκαν για «παραδειγματισμό». Είκοσι χιλιάδες αγωνιστές οδηγήθηκαν στις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Όμως, η θυσία τους δεν ήταν μάταιη. Το παγκόσμιο εργατικό κίνημα είχε παγώσει το 1933 όταν οι ναζί έπαιρναν την εξουσία στην Γερμανία. Το παλιότερο και ισχυρότερο εργατικό κίνημα του κόσμου κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Η Βιέννη έδειξε ότι το κίνημα μπορούσε να παλέψει, ότι ο φασισμός είχε ακόμα μπροστά του την εργατική τάξη που δεν είχε πει την τελευταία λέξη.

Λίγους μήνες μετά, τον Οκτώβρη, ξέσπασε μια εργατική εξέγερση στις Αστούριας, μια περιοχή της Ισπανίας. Ήταν ο προάγγελος της μεγάλης επανάστασης του 1936. Ένα από τα συνθήματα των εξεγερμένων ήταν: «Καλύτερα Βιέννη παρά Βερολίνο».