Θεωρία
Πριν από 30 χρόνια: Ανταρσίες όταν το ΠΑΣΟΚ έγινε “νεοφιλελεύθερο”

Γενική απεργία, 14 Νοέμβρη 1985

Μπορεί να είναι η «η πρώτη φορά Αριστερά» αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που στην κυβέρνηση βρίσκεται ένα κόμμα στο οποίο έχουν επενδύσει τις ελπίδες τους εκατομμύρια εργάτες και νεολαίοι για την ικανοποίηση των αιτημάτων τους. Ούτε είναι η πρώτη φορά που η βάση αντιδράει επειδή οι ελπίδες αυτές διαψεύδονται υπό την πίεση για συμβιβασμούς και προσαρμογή στον «ρεαλισμό» που επιτάσσει το σύστημα.
 
Εμβληματική είναι η θέση που κατέχουν στην περίοδο της μεταπολίτευσης οι κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου. Το 1981 ήταν η πρώτη φορά που στην Ελλάδα εξελέγη σοσιαλιστικό κόμμα και μάλιστα με το συντριπτικό ποσοστό 48% φουντώνοντας τις ελπίδες του κόσμου για την ικανοποίηση των αιτημάτων που είχε από την πτώση της χούντας και μετά. Μέσα σε αυτό το κλίμα, στη πρώτη περίοδο διακυβέρνησης, το ΠΑΣΟΚ αναγκάστηκε να πάρει μια σειρά από μέτρα: σημαντικές αυξήσεις μισθών, συντάξεων και κοινωνικών δαπανών, την καθιέρωση της ΑΤΑ (Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή), ενός μέτρου που αυτόματα αύξανε το εργατικό εισόδημα ανάλογα με τον πληθωρισμό, αλλά και από έναν καταιγισμό μεταρρυθμίσεων που ικανοποιούσαν «θεσμικά» αιτήματα όπως η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, η ουσιαστική νομιμοποίηση του συνδικαλισμού, το δικαίωμα ψήφου από τα 18 χρόνια, η αναθεώρηση του οικογενειακού δικαίου, η νομική εξίσωση των γυναικών με τους άντρες, η μείωση της στρατιωτικής θητείας κ.α. 
 
Εκείνη την περίοδο χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά ο όρος «Τσάρος της Οικονομίας» για τον Γεράσιμο Αρσένη ο οποίος είχε ταυτόχρονα υπό την διοίκησή του τα Υπουργεία Οικονομίας και Οικονομικών αλλά και την ΤτΕ.
Η επόμενη κυβερνητική θητεία του ΠΑΣΟΚ έμελλε να είναι εντελώς διαφορετική. Πολύ γρήγορα μετά τις εκλογές του καλοκαιριού του 1985 φάνηκε η διάθεση της κυβέρνησης για στροφή στην πολιτική λιτότητας. Η πολιτική της προηγούμενης περιόδου είχε σταθεί ανίκανη να ανεβάσει τους ρυθμούς της οικονομίας ενώ το διεθνές οικονομικό περιβάλλον επέβαλε την καταβολή πολύ υψηλών τόκων και χρεολυσίων.
 
Λιτότητα
 
Ο νέος υπουργός Εθνικής Οικονομίας Σημίτης προωθεί τον περιορισμό της ΑΤΑ, την αύξηση των τιμολογίων των Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας, την αύξηση κατά 50% της τιμής των εισιτηρίων στα μέσα μεταφοράς, την δραστική μείωση των κοινωνικών δαπανών ενώ ταυτόχρονα όσες «προβληματικές» επιχειρήσεις κρατικοποιούνται αυτό γίνεται χωρίς να θίγεται το παλιό ιδιοκτησιακό καθεστώς.   
 
Ο κυβερνητικός λόγος αρχίζει να αναφέρεται στην ανάγκη για μικρότερο κράτος, σε θυσίες που πρέπει να γίνουν για να σταθεροποιηθεί η οικονομία, για «δεσμεύσεις προς την ΕΟΚ» αλλά και σε ένα «διετές πρόγραμμα σταθεροποίησης του οποίου την εφαρμογή θα ελέγχει επιτροπή της ΕΟΚ» 
 
Την 11η Οκτωβρίου του 1985 αρχίζει η μετωπική επίθεση της κυβέρνησης, και ανακοινώνονται μια σειρά από αντεργατικά μέτρα. Μετά από υποτίμηση κατά 15% της δραχμής, εκτινάσσονται στα ύψη οι τιμές σε μια σειρά από βασικά είδη και υπηρεσίες, όπως το νερό, το ψωμί, η ζάχαρη και τα καύσιμα. Με διάφορα τεχνοκρατικά τεχνάσματα καταργείται ουσιαστικά ο θεσμός της ΑΤΑ, ενώ για να μετριαστούν οι αντιδράσεις των εργαζομένων και της κοινωνίας, η κυβέρνηση διακηρύσσει σε όλους τους τόνους πως «όλοι θα πληρώσουν για την κρίση» και ότι «εάν τα μέτρα αποτύχουν οδεύουμε σε χρεωκοπία». 
 
Όμως ούτε το πρόσφατο αποτέλεσμα των εκλογών ούτε και οι απειλές είναι αρκετές για να αδρανοποιήσουν την εργατική τάξη. Δεκάδες σωματεία και ομοσπονδίες οργανώνουν απεργίες και μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στα νέα μέτρα. Οι εξελίξεις δεν αφήνουν ανεπηρέαστη ούτε την ΓΣΕΕ. Στις 18 Οκτωβρίου συγκαλείται η ολομέλεια της διοίκησής της με θέμα συζήτησης τις κυβερνητικές εξαγγελίες. Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Ραυτόπουλος, επικεφαλής της ΠΑΣΚΕ μαζί με 17 ακόμα της ίδιας παράταξης τάσσονται υπέρ της κυβερνητικής πολιτικής.
 
Ο αντιπρόεδρος και άλλοι έξι της ΠΑΣΚΕ τάσσονται κατά των μέτρων και προτείνουν απεργία. Οι 17 συνδικαλιστές των δύο κομμάτων της αριστεράς τάσσονται και αυτοί κατά των μέτρων με κοινή πρόταση για απεργία. Οι 7 της ΠΑΣΚΕ διαγράφονται με συνοπτικές διαδικασίες από το ΠΑΣΟΚ ενώ στις 21 και 24 Οκτωβρίου πραγματοποιούνται δυο μαζικές απεργίες που δημιουργούν νέα δυναμική στη σύγκρουση ανάμεσα στην κυβέρνηση και την εργατική τάξη. 
 
Στα τέλη του ίδιου μήνα τρεις διαδοχικές ολομέλειες της ΓΣΕΕ αποφασίζουν την καθαίρεση του Προέδρου και του Ταμεία της, την αντικατάστασή τους αλλά και την κήρυξη γενικής απεργίας για τις 14 του Νοέμβρη, παραμονή του τριήμερου εορτασμού του Πολυτεχνείου, ενώ εκτιμήσεις της εποχής υπολογίζουν ότι πάνω από 2000 πρωτοβάθμια σωματεία και η πλειοψηφία των ομοσπονδιών στήριζαν τη νέα διοίκηση της ΓΣΕΕ. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση οργανώνει ωμή παρέμβαση στο συνδικαλισμό με δικαστικό πραξικόπημα ακυρώνοντας την απόφαση της ολομέλειας της ΓΣΕΕ και επαναφέροντας τον Ραυτόπουλο στο προεδρείο. 
 
Απεργιακές Φρουρές
 
Ούτε αυτές οι μεθοδεύσεις δεν ήταν αρκετές για να ανακόψουν το κύμα οργής που είχε ξεσηκωθεί, η προγραμματισμένη απεργία πραγματοποιείται και γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Μετά από χρόνια επανεμφανίζονται οι απεργιακές εργατικές φρουρές σε μια σειρά από μαζικούς χώρους όπως ο ΗΣΑΠ, τα λεωφορεία, τα γκαράζ των δήμων και οι χωματερές αλλά ακόμη και σε εργοστάσια όπως η ΠΥΡΚΑΛ και η ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ.
 
Η κυβέρνηση σπεύδει να υποστηρίξει το «ιερό δικαίωμα στην εργασία», και οργανώνει απεργοσπαστικούς μηχανισμούς με τη στήριξη εισαγγελέων και της αστυνομίας. Οι προσπάθειες αυτές όχι μόνο αποτυγχάνουν αλλά εξοργίζουν ακόμα περισσότερο τον κόσμο που συμμετέχει στις φρουρές, οδηγώντας σε αρκετά σημεία σε εντάσεις και συγκρούσεις.
 
Η εργατική αντίσταση και το κύμα αμφισβήτησης θα συνεχιστούν και την επομένη χρονιά με στελέχη του ΠΑΣΟΚ να αποχωρούν ή να διαγράφονται (π.χ. Αρσένης) επειδή ασκούσαν ανοιχτά κριτική στη κυβερνητική πολιτική.
 
Η δεξιά μετατόπιση του ΠΑΣΟΚ μαζί με την ταυτόχρονη ανάπτυξη της εργατικής αντίστασης δημιούργησαν την ανάγκη για πολιτική εναλλακτική αλλά και σημαντικό πολιτικό κενό στα αριστερά του ΠΑΣΟΚ. Αυτό το κενό έσπευσαν να καλύψουν με πολιτικές πρωτοβουλίες και τα δύο κόμματα της ρεφορμιστικής αριστεράς της εποχής (ΚΚΕ και ΚΚΕ εσ). 
 
Ενδιάμεσος σταθμός σε αυτή τη διαδικασία ήταν οι δημοτικές εκλογές του 1986 στις οποίες οι υποψήφιοι δήμαρχοι που στηρίχθηκαν από τα κόμματα της αριστεράς είχαν σημαντικές επιτυχίες, ειδικά στις περιοχές που ζει μαζικά ο κόσμος της εργασίας. Οι δήμοι Αιγάλεω, Καλλιθέας, Περιστερίου, Νίκαιας και Καισαριανής απέκτησαν αριστερούς δημάρχους με τους δύο τελευταίους να κρίνονται από τον πρώτο κιόλας γύρο.
 
Έμπνευση
 
Η αποτύπωση της αμφισβήτησης προς το  ΠΑΣΟΚ στις εκλογές έδωσε νέα έμπνευση στον κόσμο για να αντισταθεί στη λιτότητα. Έτσι και έγινε, έναν μόνο μήνα μετά τις εκλογές έγινε από μεριάς της κυβέρνησης η προσπάθεια να απολύσει 35.000 συμβασιούχους, κυρίως στους δήμους. Στην αρχή οι εργατοτεχνίτες των ΟΤΑ πίεσαν και σε πολλές περιπτώσεις πέτυχαν να αποσπάσουν δεσμεύσεις από τους δημάρχους ότι δεν θα γίνουν απολύσεις. Οι αποσπασματικές αυτές επιτυχίες ανέβασαν το ηθικό του κλάδου και στις 8 Δεκέμβρη ξεσπάει πενθήμερος απεργιακός αγώνας. 
 
Η συμμετοχή από την πρώτη μέρα ήταν της τάξης του 95% ενώ από την τρίτη μέρα πρακτικά απεργούσαν οι πάντες. Χιλιάδες οργισμένοι απεργοί περικύκλωσαν το υπουργείο, άδειασαν απορριμματοφόρα στους δρόμους και ανάγκασαν την ομοσπονδία να προκηρύξει νέα πενθήμερη απεργία. Όποιο μέσο και αν χρησιμοποίησε η κυβέρνηση για να κάμψει την απεργία ήταν μάταιο. Ούτε τα ΜΑΤ, ούτε η πολιτική επιστράτευση, ούτε καν ο ίδιος ο στρατός που κατέβηκε για να μαζέψει τα σκουπίδια! 
 
Δυο μέρες πολιορκίας από τα ΜΑΤ χρειάστηκαν για να σπάσει η κατάληψη στις χωματερές αλλά ακόμα και τότε δεν υπήρχαν απορριμματοφόρα να ξεφορτώσουν μιας και ήταν όλα μπλοκαρισμένα στα αμαξοστάσια. Ταυτόχρονα ομάδες απεργών άδειαζαν τα σκουπίδια από τα φορτηγά του στρατού χωρίς να συναντήσουν την παραμικρή αντίσταση μιας και οι φαντάροι δεν ήταν για κανέναν λόγο πρόθυμοι να παίξουν τον ρόλο του μηχανισμού καταστολής.
 
Το κύμα αυτό της εργατικής αντίστασης πέτυχε να αναγκάσει το 1987 τον Σημίτη σε παραίτηση και το σταμάτημα της λιτότητας. Η αριστερά απέτυχε να δώσει προοπτική στον κόσμο της βάσης του ΠΑΣΟΚ που είχε κάνει την ανταρσία ενάντια στα μέτρα τα προηγούμενα δυο χρόνια. Η αδυναμία της αριστεράς να παρουσιάσει εναλλακτική πολιτική πρόταση οφειλόταν στο γεγονός ότι δεν είχε ουσιαστικά διαφορετική στρατηγική από το ΠΑΣΟΚ, την πίστη δηλαδή ότι ο κοινωνικός μετασχηματισμός περνάει από τον κοινοβουλευτικό δρόμο. 
 
Σήμερα τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά. Στα αριστερά της αριστερής κυβέρνησης υπάρχει ένας διακριτός πόλος, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ύπαρξή της και μόνο αποτελεί σημαντική ποιοτική αναβάθμιση σε σχέση με το 1985 και ο αντικαπιταλιστικός προσανατολισμός της είναι αυτός που θα εξασφαλίσει ότι οι μελλοντικές ανταρσίες της βάσης δεν θα μείνουν στα μισά του δρόμου.