Διεθνή
Άλεξ Καλλίνικος: Βρετανία - Lexit, η αριστερή πρόταση εξόδου από την ΕΕ

Διαδήλωση γιατρών και εκπαιδευτικών στο Λονδίνο στις 26 Απρίλη

Ήταν ευχάριστο να παρακολουθεί κανείς την αμηχανία των δεξιών ευρωσκεπτικιστών μετά την παρέμβαση του Μπαράκ Ομπάμα στη συζήτηση για το Brexit. 
 
Οι Συντηρητικοί αρέσκονται ιδιαίτερα να απεικονίζουν τους εαυτούς τους ως τους πραγματικούς φίλους των Ηνωμένων Πολιτειών στη Βρετανία. Η εναλλακτική τους απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η “Αγγλόσφαιρα” - ένα μπλοκ αγγλόφωνων κρατών της ελεύθερης αγοράς με κέντρο την Ουάσιγκτον. Και τώρα το αντικείμενο της αγάπης τους τούς απέρριψε βάναυσα. 
 
Εκτός από τις απεχθείς αναφορές του Μπόρις Τζόνσον στην Κενυάτικη καταγωγή του Ομπάμα, οι Λίαμ Φοξ, Νάιτζελ Φάρατζ και η παρέα τους δείχνουν αφελώς εξοργισμένοι ανακαλύπτοντας ότι ο Αμερικανός πρόεδρος όχι μόνο παρεμβαίνει στα εσωτερικά ζητήματα της βρετανικής πολιτικής σκηνής αλλά και ότι οι ΗΠΑ απαιτούν από τη Βρετανία περιορισμούς  στην κυριαρχία της που ποτέ δεν θα δεχόντουσαν για τον εαυτό τους. Μήπως νομίζουν ότι είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο; Πολύς κόσμος στη Λατινική Αμερική και τη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να τους πει το αντίθετο.
 
Η παρέμβαση του Ομπάμα όμως στέλνει επίσης μήνυμα σε όσους στην αριστερά σκέφτονται να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής στην ΕΕ. Αυτοί έχουν την τάση να υποστηρίζουν ότι το δημοψήφισμα δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια μυστήρια διαφορά στο εσωτερικό της Βρετανικής άρχουσας τάξης και δεν έχει καμιά ευρύτερη σημασία. 
 
Και προφανώς είναι αλήθεια ότι ο Ντέιβιντ Κάμερον κάλεσε τον δημοψήφισμα για το Brexit σε μια μάταιη προσπάθεια να ηρεμήσει τις διαμάχες στο εσωτερικό του κόμματός του.
 
Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η ένταξη της Βρετανίας στην ΕΕ δεν έχει σημασία και για τα κορυφαία καπιταλιστικά κράτη. Η υποστήριξη του Ομπάμα για την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ έρχεται μετά από μια σειρά άλλες παρόμοιες παρεμβάσεις. Από τους επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του ΝΑΤΟ, από αμερικάνικα, και όχι μόνο, επιχειρηματικά συμφέροντα στη Βρετανία, μέχρι τις κυβερνήσεις της Γερμανίας, της Κίνας, της Αυστραλίας - όλοι απαιτούν από την Βρετανία να παραμείνει στην ΕΕ. 
 
Αυτό επιβεβαιώνει ότι η ΕΕ είναι μια από τις βασικές στρατηγικές επιλογές των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, πρώτα και κύρια για τις ΗΠΑ, αλλά και για τη Γαλλία, τη Γερμανία, όπως επίσης, ίσως πιο αργά και διστακτικά, και για την ίδια τη Βρετανία. Τώρα αυτή τους η επιλογή είναι κάτω από πρωτοφανή πίεση, κυρίως ως αποτέλεσμα της κρίσης του ευρώ, μια πίεση που πλέον ενισχύεται και από την προσφυγική κρίση.
 
Αναταραχή
Πιθανή αποχώρηση της Βρετανίας θα ρίξει την ΕΕ σε ακόμα μεγαλύτερη αναταραχή και θα προκαλέσει περαιτέρω ζημιά στην αξιοπιστία της. Έτσι, οι άρχουσες τάξεις όλου του κόσμου τρέχουν να στηρίξουν τον Κάμερον και προσπαθούν να τον βγάλουν από το χάος που ο ίδιος έβαλε τον εαυτό του. Ακόμη και η κινέζικη κυβέρνηση αντιτίθεται στο Brexit, εν μέρει, χωρίς αμφιβολία, για οικονομικούς λόγους, αλλά πιθανώς και λόγω των μακροχρόνιων ελπίδων του Πεκίνου που, αν και λανθασμένες, συνεχίζουν να πιστεύουν πως η ΕΕ μπορεί να λειτουργήσει ως αντίβαρο στις ΗΠΑ.
 
Είναι δεδομένο πως η παρέμβαση του Ομπάμα είναι φραγμός σε οποιονδήποτε προσποιείται ότι δεν έχει παρατηρήσει πού ευθυγραμμίζονται τα παγκόσμια καπιταλιστικά συμφέροντα. Ο ίδιος ο αυτοκράτορας τόνισε κοφτά πως το Brexit θα βλάψει την αυτοκρατορία του. 
 
Το άλλο επιχείρημα που χρησιμοποιείται από τους αριστερούς υποστηρικτές της παραμονής στην ΕΕ είναι ότι η ψήφος ενάντια στην ΕΕ θα έχει καταστροφικές πολιτικές επιπτώσεις στην εγχώρια σκηνή από την ενίσχυση της δεξιάς. 
 
Ωστόσο στην πράξη αποδεικνύεται ακριβώς το αντίθετο. Οι Συντηρητικοί ορκίζονταν ότι είχαν μάθει το μάθημά τους από την διάσπασή τους πάνω στο ζήτημα της Ευρώπης τη δεκαετία του 1990 και πως αυτή τη φορά θα είχαν πιο συγκρατημένη και φιλική δημόσια αντιπαράθεση. 
 
Στην πραγματικότητα συμβαίνει αυτό που ήταν το πλέον προβλέψιμο. Η λογική ενός αμφίρροπου δημοψηφίσματος έχει οδηγήσει σε αυξανόμενη πόλωση. Η συζήτηση για το Brexit έχει μετατραπεί σε εναρκτήριο γύρο των ενδοκομματικών μαχών για τη διαδοχή στο Κάμερον στους Συντηρητικούς. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο η συζήτηση έχει γίνει τόσο πικρόχολη, με τους Μάικλ Γκοβ, Τζόνσον και τους υπόλοιπους να κάνουν σκληρές επιθέσεις στην κυβέρνηση, τέτοιες που θα τους στοιχειώνουν αν βρεθούν στο υπουργικό συμβούλιο μετά το δημοψήφισμα.
 
Επίσης, οι εσωτερικές διαμάχες έχουν εξαναγκάσει την κυβέρνηση σε μια σειρά από υποχωρήσεις μπροστά στο φόβο να βρεθεί με
ανταρσίες δικών της βουλευτών. Η πρώτη ήρθε με τον προϋπολογισμό, και την εγκατάλειψη των περικοπών στην κοινωνική πρόνοια που σχεδίαζε ο Τζορτζ Όσμπορν μετά και την παραίτησή του Ίαν Ντάνκαν Σμιθ από Υπουργού Εργασίας και Ασφάλισης. Τώρα η κυβέρνηση φαίνεται να υποχωρεί και στο άλλο σχέδιο περικοπών που είχε ανακοινώσει ο Όσμπορν στον προϋπολογισμό, τη μετατροπή όλων των δημόσιων σχολείων σε «ακαδημίες». 
 
Έτσι, μια κυβέρνηση που κέρδισε κοινοβουλευτική πλειοψηφία λιγότερο από ένα χρόνο πριν, σήμερα βρίσκεται με συνεχώς αυξανόμενα προβλήματα. Γι' αυτό η εμφάνιση μιας ενωτικής εκστρατείας για μια αριστερή πρόταση εξόδου από την ΕΕ -Lexit- είναι πολύ επίκαιρη. Είναι απαραίτητη τόσο ενάντια σε μια τραυματισμένη ΕΕ όσο και ενάντια σε μια ετοιμόρροπη κυβέρνηση. Αντί - όπως κάνουν οι Εργατικοί – να τρέξουμε να τις σώσουμε, θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε την κρίση τους.