Διεθνή
Γαλλία: Μπάλα παίζει η εργατική τάξη

Η σύγκρουση ανάμεσα στην κυβέρνηση Ολάντ και στο εργατικό-φοιτητικό κίνημα για τον νέο αντι-εργατικό νόμο κλιμακώνεται με όλο και ταχύτερους ρυθμούς. 
 
Μετά τις μαζικές κινητοποιήσεις του Μαρτίου και του Απριλίου, η κυβέρνηση Ολάντ επέλεξε να περάσει το νομοσχέδιο Ελ Χομρί από το κοινοβούλιο χωρίς ψηφοφορία (χρησιμοποιώντας το διαβόητο άρθρο  49.3 που δίνει τη δυνατότητα να παρακαμφθεί η όποια αντιπολίτευση και να επιταχυνθεί η διαδικασία). Οι εργαζόμενοι απάντησαν ακόμα πιο αποφασιστικά: τα διυλιστήρια και οι πυρηνικοί σταθμοί της χώρας κατέβηκαν σε απεργία διαρκείας. 
 
Το κλείσιμο των 8 διυλιστηρίων και των 19 πυρηνικών σταθμών έχει άμεσες, τεράστιες επιπτώσεις στη γαλλική οικονομία (και δεν είναι οι μόνες απεργίες που γίνονται αυτή τη στιγμή). Τουλάχιστον ένας στους δέκα σταθμούς καυσίμων στέρεψε μέσα σε τρεις μέρες από την έναρξη της απεργίας. Ολόκληρες περιοχές αντιμετωπίζουν την απειλή έλλειψης ρεύματος. Οι επιχειρήσεις δουλεύουν στο ρελαντί αναγκαστικά, λόγω έλλειψης καυσίμων, ενέργειας αλλά και προσωπικού που αδυνατεί να μετακινηθεί για να δουλέψει.
 
Οι εργαζόμενοι είναι αποφασισμένοι να κολλήσουν αυτήν την κυβέρνηση ακόμα πιο πολύ στον τοίχο: στις 10 Ιουνίου ξεκινάει το Ευρωπαικο Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου (Εuro) που φιλοξενείται σε 10 πόλεις της Γαλλίας. Τα συνδικάτα των εργαζόμενων στη RATP, την εταιρία που διαχειρίζεται το μεγαλύτερο μέρος του συγκοινωνιακού δικτύου, ενός δικτύου που στο Παρίσι μόνο εξυπηρετεί 1,5 δισεκατομμύρια επιβάτες το χρόνο, ανακοίνωσαν έναρξη απεργίας διαρκείας στις 2 Ιουνίου, απειλώντας την ίδια τη διεξαγωγή του πρωταθλήματος. 
 
Μια σειρά από άλλους χώρους επίσης κατεβαίνουν σε απεργίες προβάλλοντας τα αιτήματά τους για τους κλάδους τους και συνδέοντάς τες με τις κινητοποιήσεις ενάντια στο νομοσχέδιο Ελ-Χομρί. Ένας από αυτούς τους χώρους είναι η Air France της οποίας οι εργαζόμενοι είχαν δείξει τις διαθέσεις τους απέναντι στα αφεντικά στην αρχή του χρόνου με πολύ γλαφυρό τρόπο. Το απεργιακό κύμα της Γαλλίας έχει απλωθεί ακόμη και στο Βέλγιο, με τους βέλγους εργαζόμενους να αντιτίθενται στη δική τους κυβέρνηση και τις πολιτικές λιτότητας που και αυτή προσπαθεί να επιβάλει.
 
Η δύναμη αυτού του συγκλονιστικού απεργιακού κινήματος φαίνεται από τις πρώτες επιμέρους νίκες. Ανταπόκριση της εφημερίδας του NPA (Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα): “η διοίκηση στο διυλιστήριο της Total στη Νορμανδία αποφάσισε να αλλάξει μονομερώς τους όρους των αδειών εργασίας και ταυτόχρονα προσπάθησε να επιβάλει την επαναλειτουργία της μονάδας. 'Προθυμοποιήθηκε' να πάρει πίσω την αλλαγή για τις άδειες, εάν οι απεργοί άφηναν να βγουν από τη μονάδα 300 φορτηγά με πολυμερή. Οι απεργοί όχι μόνο αρνήθηκαν, αλλά οργάνωσαν διατομεακή συμπαράσταση με κινητοποίηση από εκατοντάδες εργαζόμενους από άλλους χώρους και πόλεις, αποτρέποντας έτσι το σπάσιμο της απεργίας”. 
 
Μπλοκάρισμα
Άλλο παράδειγμα, το μπλοκάρισμα της έκδοσης όλων των εφημερίδων μεγάλης κυκλοφορίας μετά την άρνησή τους να δημοσιεύσουν ανακοίνωση της CGT σχετικά με τον αγώνα ενάντια στον εργατικό νόμο. Η μόνη εφημερίδα που κυκλοφόρησε την περασμένη Πέμπτη μετά το αίτημα του συνδικάτου ήταν η L'Humanite που δημοσίευσε την ανακοίνωση. Τότε θυμήθηκε ο ιδιοκτήτης της εφημερίδας L'Opinion να ανησυχήσει για την “έλλειψη δημοκρατίας”, όχι όταν η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης επί 7 μήνες, ούτε στην απαγόρευση διαδηλώσεων, ούτε στην παράκαμψη του κοινοβουλίου και τη νομοθέτηση ενός τόσο σκληρού νόμου με διατάγματα!
 
Η κυβέρνηση Ολάντ είναι αδύναμη και βρίσκεται κολλημένη στον τοίχο κι αυτό φαίνεται ήδη από την απόφασή της να παρακάμψει την ψηφοφορία και να κλιμακώσει την καταστολή στέλνοντας μέχρι και σώματα των ειδικών φρουρών για να σπάσουν διαδηλώσεις και καταλήψεις. 
 
Η άρχουσα τάξη της Γαλλίας βρίσκεται σε πανικό συνολικότερα κι αυτό φαίνεται ακόμη και από την επικοινωνιακή κατάσταση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης: πανικόβλητοι οι υπουργοί Εσωτερικών και Μεταφορών μετά από υπουργικό μίτινγκ αναγκάστηκαν και παραδέχτηκαν ότι οι διαδηλώσεις του περασμένου Μαρτίου και Απριλίου ήταν τεράστιες, προκειμένου να ισχυριστούν ότι “αντιθέτως, οι τωρινές απεργίες γίνονται από μειοψηφίες”! 
 
Οι δεξιοί βουλευτές του Σαρκοζί πιέζουν για επιστράτευση αυτών των “μειοψηφιών” (όπως είχε κάνει η ίδια η κυβέρνηση Σαρκοζί το 2010 για να σταματήσει τις απεργίες ενάντια στις τότε μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό) γιατί “δε γίνεται να επηρεάζουν την οικονομία ενός ολόκληρου κράτους”. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα διστάζει να προχωρήσει στο μέτρο της επιστράτευσης, ωστόσο ο πρόεδρος Ολάντ, ο πρωθυπουργός Βαλς και η υπουργός εργασίας Ελ-Χομρί συμφωνούν με τους δεξιούς βουλευτές και τα φερέφωνά τους στα ΜΜΕ ότι οι απεργοί είναι “μια βίαιη μειοψηφία”. Συνδικαλιστές της CGT, του μεγαλύτερου συνδικάτου της χώρας, απάντησαν με πικέτες σε διαδήλωση: “δεν είναι καταλήψεις διυλιστηρίων, είναι το 49.3 των πολιτών”.
 
Η κυβέρνηση και οι εργοδοσίες βέβαια δεν περιορίζονται σε παιχνίδια εντυπώσεων στα ΜΜΕ ή σε ευθεία καταστολή στους δρόμους. Προσπαθούν και να διασπάσουν τους εργαζόμενους. Για παράδειγμα, δόθηκε στις εταιρίες μεταφορών προσωρινή άδεια ελαστικοποίησης προς τα πάνω του ορίου συνεχόμενης εργασίας και συντόμευσης του διαλείμματος, με την αιτιολογία ότι “ένας αριθμός περιφερειών βρίσκονται σε καθεστώς έκτακτης ανάγκης λόγω έλλειψης καυσίμων”, για να στρέψουν τους οδηγούς ενάντια στους εργαζόμενους των διυλιστηρίων. Στους εργαζόμενους των σιδηροδρόμων υποσχέθηκαν διατήρηση καθεστώτος για τον κλάδο, προκειμένου να αποτρέψουν τη συμμετοχή τους στις απεργίες. 
 
Πολιτικοί και δημοσιογράφοι απαιτούν το σταμάτημα των κινητοποιήσεων, επικαλούμενοι την ταλαιπωρία του κόσμου, μήπως και καταφέρουν να δημιουργήσουν ένα κλίμα αγανάκτησης ενάντια στις καταλήψεις. Είναι βέβαιο ότι πλησιάζοντας προς τη διεξαγωγή του Euro και αδυνατώντας λόγω των απεργιών να το οργανώσουν, θα λασπολογήσουν ενάντια στους απεργούς για το “πλήγμα” στην εικόνα και την οικονομία της χώρας. 
 
Ωστόσο δεν πείθουν τους εργάτες να στραφούν οι μεν ενάντια στους δε. Η τεράστια συμμετοχή στα συλλαλητήρια και το άπλωμα των απεργιών δείχνει ότι ο κόσμος είναι με το μέρος της απεργίας και ενάντια στο νέο νόμο. Οι απεργίες δυναμώνουν, οι ολονυκτίες των πλατειών που ζητούσαν σύνδεση των αγώνων συνεχίζουν να συνεδριάζουν, οι φοιτητές διαδηλώνουν στο πλευρό των απεργών και οι απεργοί με τη σειρά τους τούς προστατεύουν από την αστυνομική βία κλπ. Η κυβέρνηση Ολάντ έχει να επιλέξει ανάμεσα στο να πάρει πίσω το νόμο και στο να βρεθεί αντιμέτωπη με ένα κίνημα που μπορεί να τη τσακίσει. Κι αυτό είναι εικόνα από το μέλλον μιας ολόκληρης ΕΕ σε κρίση, ιδεολογική και πολιτική: οι εργάτες, με τους φοιτητές στο πλευρό τους, μπορούν να την τσακίσουν.