Οικονομία και πολιτική
Ο ΣΥΡΙΖΑ, οι Καναλάρχες και το ΣτΕ: Κατάδυση σε υπόνομο

Μπορεί μια δικαστική απόφαση να ρίξει την κυβέρνηση; Η αναμενόμενη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για τις τηλεοπτικές άδειες έχει προκαλέσει θύελλα στο πολιτικό σύστημα. Ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς δήλωσε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του στο ΣΚΑΪ (19/10/2016): “Αν ακυρωθεί ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες από το ΣτΕ, ο Θεός ξέρει τι θα γίνει...”. Ο ίδιος ο Τσίπρας στην ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ (23/10/2016) ξεκαθάρισε ότι “αυτή δεν είναι μια μάχη ενός υπουργού, αλλά μάχη όλης της κυβέρνησης, όλης της παράταξης”. Ποιός ο λόγος για όλη αυτή την ένταση;

Για να καταλάβουμε το διακύβευμα της μάχης για τις τηλεοπτικές άδειες, πρέπει να γυρίσουμε πίσω στη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να παρουσιάσει την υπογραφή του νέου Μνημονίου ως έναν “αναγκαστικό συμβιβασμό” και ο Τσίπρας υποσχέθηκε ένα “παράλληλο πρόγραμμα” που θα λειαίνει τις συνέπειες του Μνημονίου και θα αναγκάζει τους ισχυρούς του πλούτου να “πληρώσουν το μερίδιο που τους αναλογεί”.

Μια από τις πιο εμβληματικές όψεις αυτού του “παράλληλου προγράμματος” είναι και η έκδοση νέων τηλεοπτικών αδειών. Η “μάχη ενάντια στα συμφέροντα” είναι σήμερα η βασική νομιμοποιητική αφήγηση για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που τη διαφοροποιεί από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, έστω κι αν μαζί ψηφίζουν στη Βουλή τις ιδιωτικοποιήσεις και τα μνημονιακά νομοσχέδια. Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς ότι για πρώτη φορά οι καναλάρχες (σημερινοί ή επίδοξοι) αναγκάζονται να πληρώσουν 255 εκατομμύρια ευρώ για τις τέσσερις δημοπρατηθείσες άδειες – πρώτη φορά στα 27 χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης – καταλαβαίνει την πολιτική υπεραξία στην οποία στοχεύει η κυβέρνηση. 

Όπως αναμενόταν, οι καναλάρχες και το πολιτικό τους προσωπικό βγήκαν στα κάγκελα ενάντια στο διαγωνισμό, εξού και η προσφυγή στο ΣτΕ.

Υποτίθεται ότι το ΣτΕ θα κληθεί να αποφασίσει επί της συνταγματικότητας του νόμου Παππά (το δικαστήριο αποφάσισε με ψήφους 16 υπέρ και 9 κατά να υπεισέλθει στην ουσία της υπόθεσης). Το Σύνταγμα ορίζει ρητά ότι τον διαγωνισμό για τις άδειες τον προκηρύσσει το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης και όχι το Υπουργείο Επικρατείας, όπως έγινε: αυτό είναι το σημαντικότερο επιχείρημα για την αντισυνταγματικότητα του νόμου. Η κυβέρνηση απαντά ότι, λόγω μποϋκοτάζ της Νέας Δημοκρατίας (ο νόμιμος ορισμός των μελών του ΕΣΡ απαιτεί αυξημένη πλειοψηφία 4/5 στη διάσκεψη προέδρων της Βουλής), το ΕΣΡ δεν υφίσταται και άρα έπρεπε για λόγους “έκτακτης ανάγκης”, “συνέχειας της Διοίκησης” και “αποκατάστασης της νομιμότητας” να προχωρήσει ο διαγωνισμός με ευθύνη του Υπουργείου. 

Πολιτική

Ωστόσο, η απόφαση του ΣτΕ θα είναι ξεκάθαρα πολιτική. Πολλές φορές στο παρελθόν το ΣτΕ έχει κάνει τα στραβά μάτια σε καταφανώς αντισυνταγματικά νομοθετήματα με αιτιολογία “λόγους δημοσίου συμφέροντος” ή καταστάσεις “έκτακτης ανάγκης” - το κλείσιμο της ΕΡΤ είναι μόνο μια τέτοια περίπτωση. Το ερώτημα στο οποίο καλούνται να απαντήσουν οι ανώτατοι δικαστές είναι απλό: θα επιτρέψουν στον ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνήσει με τον ίδιο τρόπο που το έκαναν για τα προηγούμενα κόμματα; Ή θα θέσουν την κυβέρνηση υπό δικαστική επιτροπεία, τσαλακώνοντας ένα κομβικό για την ίδια νομοθέτημα; 

Γύρω από την απόφαση του ΣτΕ έχει στηθεί ένα ολόκληρο γαϊτανάκι υπόγειων πιέσεων και εκβιασμών. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιχειρήσει να αξιοποιήσει τις διαμάχες μέσα στην ανώτατη δικαστική ιεραρχία με τη βοήθεια “καραμανλικών” στελεχών όπως ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος. Πρόκειται για επικίνδυνη επιλογή γιατί βάζει μια κυβέρνηση που ισχυρίζεται ότι διαθέτει το “ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς” στον βούρκο των εκβιασμών – χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πειθαρχική έρευνα κατά δικαστή του ΣτΕ που φημολογείται ότι θα ψηφίσει υπέρ της αντισυνταγματικότητας, κατόπιν δημοσιευμάτων της “Ζούγκλας”, του γνωστού δηλαδή Τριανταφυλλόπουλου. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχοντας αποκλείσει κάθε ενδεχόμενο μιας ριζοσπαστικής πολιτικής έχει αντικαταστήσει την ταξική πάλη (παλιομοδίτικα τσιτάτα που χρησιμοποιούνται μόνο στο “αριστεροχώρι” και όχι στα “εθνικά ακροατήρια”), με τη “σύγκρουση μέσα στους θεσμούς”: το σχήμα ήταν αρχικά Πουλαντζιανό, αλλά η εκτέλεσή του μοιάζει με κατάδυση σε υπόνομο.

Το αν το ΣτΕ θα αποφασίσει τελικά να ρίξει ένα πολιτικό χαστούκι στην κυβέρνηση Τσίπρα δεν είναι ακόμα γνωστό. Δεν θα είναι η πρώτη φορά που μια ανεξέλεγκτη και δημοκρατικά μη νομιμοποιημένη ιεραρχία θα προστατεύσει τα συμφέροντα των οικονομικά ισχυρών: αυτός εξάλλου είναι ο πραγματικός ρόλος της “Δικαιοσύνης”, όπως συνήθως αποκαλείται η δικαστική εξουσία. Το σίγουρο είναι ότι η αντικατάσταση του σκισίματος των Μνημονίων με την “αντιδιαπλοκή” και της ταξικής πάλης με τη “σύγκρουση μέσα στους θεσμούς” αποδεικνύεται αδιέξοδη. Ας τα σκεφτούν αυτά όσοι την επόμενη φορά θα μας προτείνουν παρόμοια “μεγαλοφυή” σύνθετα σχήματα στρατηγικής “απ' τα πάνω κι απ' τα κάτω”,  και λοιπά τοιαύτα. Οι αγώνες των εργαζόμενων και η ανάδειξη της αντικαπιταλιστικής στρατηγικής απέναντι στη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι σήμερα η μόνη ρεαλιστική προοπτική για τους από κάτω.

Θανάσης Καμπαγιάννης