Πολιτική
70 χρόνια από τον “Κόκκινο Δεκέμβρη”

Τανκς ανάμεσα στους διαδηλωτές / Στάλιν, Ρούσβελτ, Τσόρτσιλ στην Τεχεράνη το 1943. / Κυβέρνηση του Λιβάνου

Στα τέλη του 1944 ήταν φανερό ότι η τελική ήττα της χιτλερικής Γερμανίας ήταν θέμα χρόνου. Οι ρώσικες, αμερικάνικες και βρετανικές στρατιές προέλαυναν προς την καρδιά του Γ’ Ράιχ των ναζί. Τέσσερα χρόνια φασιστικού σκοταδιού που σκέπαζε σχεδόν ολόκληρη την Ευρώπη, έφταναν στο τέλος τους. Τα κινήματα της Αντίστασης πανηγύριζαν την απελευθέρωση. Όμως, σε ποιον θα ανήκε αυτή η απελευθέρωση; Ποιος θα έδρεπε τους καρπούς της; 

\r\n
\r\n
Στις 5 Δεκέμβρη ο Τσόρτσιλ, ο βρετανός πρωθυπουργός, έστελνε ένα τηλεγράφημα στον Σκόμπι, τον βρετανό στρατηγό, στην Αθήνα που είχε πανηγυρίσει την απελευθέρωσή της λιγότερο από δυο μήνες πριν: «Μην διστάσετε να ενεργήσετε ωσάν να ευρίσκεστε σε μια κατακτημένη πόλη όπου έχει ξεσπάσει μια τοπική εξέγερσις». Στις μέρες που ακολούθησαν οι ρουκέτες κι οι οβίδες από τα βρετανικά αεροπλάνα και κανόνια έπεφταν βροχή στις εργατογειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά. 
\r\n
 
\r\n
Στόχος ήταν οι μαχητές του ΕΛΑΣ που είχαν πολεμήσει τους φασίστες στην Κατοχή. Κι όπως σε όλες τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις από τότε μέχρι σήμερα, οι βόμβες των «απελευθερωτών» είχαν τις μαζικές «παράπλευρες απώλειές» τους –δηλαδή ο κόσμος που ζούσε σε αυτές τις γειτονιές κι έπρεπε να τιμωρηθεί γιατί στήριζε τον «εχθρό». Ήταν μια ωμή ιμπεριαλιστική επέμβαση τη στιγμή που τέλειωνε ένας πόλεμος που υποτίθεται ότι ήταν δίκαιος, απελευθερωτικός και αντιφασιστικός. Όμως, δεν ήταν μια παραφωνία. Ήταν εκδήλωση του πραγματικού χαρακτήρα του πολέμου.
\r\n
 
\r\n
Η Βρετανία είχε πολεμήσει μόνη της την Γερμανία του Χίτλερ για ένα ολόκληρο χρόνο, από τον Ιούνη του 1940 μέχρι τον Ιούνη του 1941. Ο Τσόρτσιλ ήταν ο «πατέρας της νίκης». Ο βρετανικός ιμπεριαλισμός είχε πολεμήσει για να διατηρήσει τις θέσεις του και δεν ήταν διατεθειμένος να αφήσει ένα κρίσιμο στρατηγικό σημείο να ξεφύγει από τον έλεγχό του. Οι ΗΠΑ κι η Ρωσία είχαν συναινέσει –είχαν κι αυτές τις δικές τους ιμπεριαλιστικές βλέψεις.
\r\n
 
\r\n
Η μοιρασιά ήταν δύσκολη. Όμως, όλοι, Ρούζβελτ, Τσόρτσιλ, Στάλιν, συμφωνούσαν ότι η Αντίσταση, οι εργάτες, οι αγρότες και οι νέοι που πολέμησαν τους ναζί, θα ήταν οι μόνοι που δεν θα είχαν λόγο για το μέλλον, για το περιεχόμενο δηλαδή της Απελευθέρωσης. Στην Ελλάδα αυτό σήμαινε αιματοκύλισμα μιας «συμμαχικής» πόλης.
\r\n
\r\n

\r\n

Από τη γιορτή στη σφαγή

\r\n
\r\n
\r\n
Το πρωί της 3 Δεκέμβρη, μέρα Κυριακή, τεράστιες φάλαγγες διαδηλωτών συνέρρεαν στην πλατεία Συντάγματος. Ξαφνικά, η φρουρά του αρχηγείου της αστυνομίας (στη συμβολή της Πανεπιστημίου με τη Β. Σοφίας) άρχισε να πυροβολεί στο ψαχνό. Είκοσι οχτώ νεκροί, πάνω από εκατόν σαράντα τραυματίες ήταν ο απολογισμός. 
\r\n
 
\r\n
Ήταν μια σφαγή αόπλων. Τα επόμενα χρόνια, η δεξιά ιστοριογραφία ανάμεσα στα τόσα άλλα ψέματα, πρόβαλε και διάφορες δικαιολογίες περί απάντησης των «αμυνόμενων» αστυνομικών στην «ένοπλη» επίθεση των διαδηλωτών. Βέβαια, αν ήθελε το ΕΑΜ να εξαπολύσει «ένοπλο» πραξικόπημα εκείνη τη μέρα, αρκούσε να στρέψει τα πολυβόλα που φρουρούσαν τα γραφεία της ΚΕ του ΚΚΕ στο Σύνταγμα προς την αστυνομία. Αντί γι’ αυτό, τα μπλοκ των διαδηλωτών ανασυγκροτήθηκαν και το συλλαλητήριο συνεχίστηκε μέχρι το μεσημέρι. Την επόμενη μέρα, όταν γίνονταν οι κηδείες των δολοφονημένων, η αστυνομία και οι παρακρατικοί των «εθνικών οργανώσεων» άνοιξαν πυρ πάλι ενάντια στις διαδηλώσεις –ακόμα και μέσα στα νεκροταφεία. 
\r\n
 
\r\n
Την απόφαση να χτυπηθεί η συγκέντρωση του ΕΑΜ στο Σύνταγμα την είχε πάρει η κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου το προηγούμενο βράδυ. Και την εντολή για να ανοίξουν πυρ οι αστυφύλακες την έδωσε ο ‘Άγγελος Έβερτ διοικητής της Αστυνομίας Πόλεων (πατέρας του Μ. Έβερτ που διέπρεπε ως τραμπούκος της ΕΚΟΦ στη δεκαετία του ’50 και του ’60 και μετά έγινε και αρχηγός της ΝΔ). 
\r\n
 
\r\n
Από αυτή την κυβέρνηση μόλις είχαν παραιτηθεί οι υπουργοί του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Όταν η ηγεσία του ΕΑΜ και του ΚΚΕ αποφάσιζε να μπει σε αυτή την κυβέρνηση τον Σεπτέμβρη του ’44 εμφάνιζε αυτή την επιλογή ως τη μόνη συνετή και προωθητική για το κίνημα. Ο Γιώργος Σιάντος, ο γραμματέας του ΚΚΕ είχε εξηγήσει τους λόγους στην ομιλία του στη τεράστια συγκέντρωση που έκανε το κόμμα του στο Σύνταγμα στις 19 Νοέμβρη για την επέτειο της ίδρυσής του:
\r\n
 
\r\n
«Μετέχουμε και υποστηρίζουμε την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας γιατί βασικά συμφωνούμε με τους προγραμματικούς της σκοπούς». Ελεύθερο δημοψήφισμα για το πολιτειακό και προετοιμασία για εκλογές για Συνταχτική Εθνοσυνέλευση, αυτοί ήταν οι άμεσοι στόχοι της ηγεσίας του ΚΚΕ γιατί «μόνο έτσι μπαίνουμε πραγματικά στον ομαλό πολιτικό βίο και την πραγματική ανοικοδόμηση της Ελλάδας».
\r\n
\r\n

Κάλπες

\r\n
\r\n
Τη λύση θα δώσουν οι κάλπες, αυτή ήταν η γραμμή της ηγεσίας. Εντωμεταξύ, οι υπουργοί του ΕΑΜ και του ΚΚΕ εφάρμοζαν μια πολιτική που έριχνε κουβάδες κρύου νερού στη βάση του κινήματος, που θεωρούσε ότι η απελευθέρωση από τους ναζί ήταν η πρώτη πράξη της κοινωνικής απελευθέρωσης.
\r\n
 
\r\n
Υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης ήταν ο Αλ. Σβώλος, που πριν λίγους μήνες ήταν πρόεδρος της ΠΕΕΑ, της Κυβέρνησης του Βουνού. Υφυπουργός ο Αγγ. Αγγελόπουλος της γνωστής οικογένειας και μέλος του ΕΑΜ κι αυτός. Στις 9 Νοέμβρη ο Σβώλος ανακοίνωσε το νόμο «περί νομισματικής διαρρυθμίσεως». Η νέα δραχμή (ίση με 50 δις πληθωριστικές) θα ήταν δεμένη με τη χάρτινη βρετανική λίρα. Και βέβαια, όπως συμφωνούσαν βρετανοί «ειδικοί», έλληνες «εμπειρογνώμονες» και οι υπουργοί της Αριστεράς, για να πετύχει η σταθεροποίηση, χρειαζόταν «ισοσκελισμένος προϋπολογισμός», περιορισμός των δημοσίων δαπανών και λιτότητα. 
\r\n
 
\r\n
Το άλλο καυτό μέτωπο ήταν η ανεργία. Οι εργάτες απαιτούσαν την κρατικοποίηση και την επαναλειτουργία των κλειστών εργοστασίων. Σε κάποιες περιπτώσεις το πέτυχαν, όπως στα λιγνιτωρυχεία της Καλογρέζας, την «Εριουργική». Όμως, στις 11 Νοέμβρη δημοσιεύτηκε ο νόμος που άφηνε τους καπιταλιστές ελεύθερους να θέτουν σε διαθεσιμότητα το «πλεονάζον» προσωπικό: 
\r\n
«Βιομηχανικαί Επιχειρήσεις το προσωπικόν των οποίων υπάγεται εις την ασφάλισιν του παρόντος Νόμου, δύνανται να θέσουν το πλεονάζον τμήμα τούτου εις κατάστασιν διαθεσιμότητος, συνεπαγόμενην αναστολήν της μισθοδοσίας, άνευ λύσεως της εργασιακής σχέσεως».
\r\n
 
\r\n
Μπορεί η ηγεσία να κατόρθωνε να φρενάρει την πάλη, αυτό, όμως καθόλου δεν σήμαινε ότι καθησύχαζε τη δυσαρέσκεια του κόσμου της, που έβλεπε τους βρικόλακες της Κατοχής να συνεχίζουν να πλουτίζουν από την πείνα και τη δυστυχία των φτωχών.
\r\n
 
\r\n
Ταυτόχρονα, η ανασύνταξη, γύρω από την κυβέρνηση Παπανδρέου, των ταγματασφαλιτών, των δωσιλόγων και των φασιστών της κατοχής, προξενούσε ακόμα μεγαλύτερες ανησυχίες. Οι ταγματασφαλίτες που αφόπλιζε ο ΕΛΑΣ, πχ στην Πελοπόννησο, οδηγούνταν υπό την προστασία Άγγλων αξιωματικών ως «κρατούμενοι» στο στρατόπεδο του Γουδιού ή τις Σπέτσες –όπου εγκατέστησαν ένα ιδιότυπο «κράτος εν κράτει». Φυσικά, οι «κρατούμενοι» ήταν οπλισμένοι και συνέχιζαν να εκπαιδεύονται.
\r\n
\r\n

Πραιτοριανοί

\r\n
\r\n
Στις 9 Νοέμβρη κατέφτασε στην Αθήνα και η 3η Ορεινή Ταξιαρχία, η μονάδα που είχαν συγκροτήσει οι Εγγλέζοι από «εθνικόφρονες» αξιωματικούς την άνοιξη του 1944 μετά την καταστολή του κινήματος των φαντάρων και των ναυτών στη Μ. Ανατολή. Ήταν ένα σώμα πραιτοριανών που όλοι γνωρίζανε ότι είχε συγκροτηθεί για να χτυπήσει την Αριστερά.
\r\n
 
\r\n
Ο αντίκτυπος της δυσαρέσκειας από αυτές τις εξελίξεις έφτανε μέχρι την ηγεσία. Η πιο γνωστή περίπτωση είναι του Άρη Βελουχιώτη. Στις 17/18 Νοέμβρη κάλεσε μια σύσκεψη καπετάνιων των μεγάλων μονάδων του ΕΛΑΣ στη Λαμία, όλοι τους μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, στην οποία πρότεινε μέτρα προετοιμασίας του ΕΛΑΣ για μια πιθανή σύγκρουση με τους Άγγλους ιμπεριαλιστές. 
\r\n
 
\r\n
Ο φόβος που γινόταν και μεγαλύτερος κάθε μέρα που περνούσε, ήταν ότι η «αντίδραση» με την στήριξη και παραίνεση των Άγγλων θα προχωρούσε σε πραξικόπημα για να εμποδίσει την επικράτηση της Αριστεράς σε εκλογές.
\r\n
 
\r\n
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες εκτυλίσσονταν οι διαπραγματεύσεις για την αποστράτευση του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ και τη δημιουργία του «εθνικού στρατού». Στις 2 Δεκέμβρη οι υπουργοί του ΕΑΜ παραιτήθηκαν από την κυβέρνηση μετά το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων. Η ΚΕ του ΕΑΜ αποφάσισε να καλέσει σε συλλαλητήριο στην Αθήνα την επόμενη μέρα και Γενική Απεργία τη Δευτέρα 4 Δεκέμβρη. Τις ίδιες ώρες, το υπουργικό συμβούλιο αποφάσιζε την απαγόρευση της διαδήλωσης και να δώσει εντολή στην αστυνομία να εφαρμόσει την απαγόρευση χρησιμοποιώντας ακόμα και τα όπλα.
\r\n

\r\n

Μπορούσε να νικήσει;

\r\n
\r\n
\r\n
\r\n
Στο συνέδριο που έγινε πριν δυο βδομάδες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο για την Απελευθέρωση και τον Δεκέμβρη του 1944, ο ιστορικός Μιχάλης Λυμπεράτος, επεσήμανε ότι το σημείο καμπή που οδήγησε στην σύγκρουση, «δεν ήταν τόσο η απόφαση για την οργάνωση του συλλαλητηρίου της 3 Δεκέμβρη, όσο η απόφαση της ηγεσίας του ΕΑΜ να καλέσει Γενική Απεργία στις 4 Δεκέμβρη».
\r\n
 
\r\n
Γιατί, για την άρχουσα τάξη αυτό σηματοδότησε «την αποτυχία της προσπάθειας να διατηρηθεί το υπάρχον μοντέλο συσσώρευσης με την Αριστερά να συμμετέχει στην κυβέρνηση».
\r\n
 
\r\n
Ο W. Byford-Jones, αξιωματικός του βρετανικού στρατού έχει αφήσει αυτή τη μαρτυρία για την Γενική Απεργία της 4 Δεκέμβρη:
\r\n
«[Η απεργία] είχε τεράστια επιτυχία… Οι υποστηρικτές του ΕΑΜ ήταν πολύ περισσότεροι από ό,τι ήθελαν να πιστέψουμε οι αντίπαλοί τους. Η Αθήνα παρέλυσε. Δεν υπήρχε νερό, γκάζι ή ηλεκτρικό. Όλα τα καταστήματα κλειστά. Δεν λειτουργούσαν ούτε τα σινεμά και τα θέατρα ούτε οι συγκοινωνίες. Τα τραμ έμειναν στους δρόμους στα σημεία που βρέθηκαν όταν ξεκίνησε η απεργία. Οι υπάλληλοι στο Δημαρχείο, στα Υπουργεία και στις Τράπεζες άφησαν τις θέσεις τους και μόνο λιγοστά τηλέφωνα λειτουργούσαν. Το προσωπικό των ξενοδοχείων που τα χρησιμοποιούσαν σαν καταλύματα οι υπηρεσίες μας, απεργούσε μέχρις ενός. Η ευγνωμοσύνη στους απελευθερωτές ερχόταν σε δεύτερη μοίρα μπροστά στην υποστήριξη του ΕΑΜ».
\r\n
 
\r\n
Την ίδια ώρα, ο ΕΛΑΣ της Αθήνας άρχισε να χτυπάει και να κυριεύει ένα-ένα τα αστυνομικά τμήματα και τις οχυρωμένες θέσεις της συμμορίας της Χ του Γρίβα στο Θησείο. Η μάχη είχε αρχίσει, χωρίς να το έχει επιλέξει η ηγεσία του κινήματος. Η πίεση της ταξικής πόλωσης και της πολιτικής κρίσης είχε οδηγήσει και τις ηγεσίες των δυο πλευρών να χάσουν τον έλεγχο της κατάστασης. Όμως το ερώτημα παραμένει: μπορούσε ο ΕΛΑΣ να νικήσει; 
\r\n
 
\r\n
Υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση για το κατά πόσο ο ΕΛΑΣ μπορούσε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας αναμέτρησης με εμπειροπόλεμες και άρτια εξοπλισμένες μονάδες, όπως η Ορεινή Ταξιαρχία ή οι βρετανοί αλεξιπτωτιστές και τα τεθωρακισμένα Sherman που έριξε στη μάχη ο Σκόμπι. Στις παραμονές της σύγκρουσης ο ΕΛΑΣ της Αθήνας διέθετε οπλισμό για 6.300 περίπου μαχητές, με πολύ λίγα πυρομαχικά και καθόλου βαρύ οπλισμό. 
\r\n
 
\r\n
Οι επιθέσεις σε οχυρωμένες θέσεις σε κατοικημένους χώρους, όπως το στρατόπεδο της Χωροφυλακής στου Μακρυγιάννη ή το στρατόπεδο της Ορεινής Ταξιαρχίας στο Γουδί, ήταν πέρα από την εκπαίδευση, τον οπλισμό και την εμπειρία όχι μόνο των ελασιτών της Αθήνας αλλά και των μονάδων του ΕΛΑΣ του βουνού που έσπευσαν να τους ενισχύσουν κατά τη διάρκεια των μαχών (9 με 10 χιλιάδες μαχητές συνολικά). Όμως, αυτή η πραγματικότητα δεν πρέπει να γίνεται δικαιολογία για απόψεις που θεωρούν προδιαγεγραμμένη την ήττα.
\r\n
\r\n

Aντίσταση

\r\n
\r\n
Καταρχήν γιατί και οι δυνάμεις της κυβέρνησης και οι ίδιοι οι Βρετανοί πέρασαν πολύ δύσκολες ώρες στην Αθήνα, μέχρι τις αρχές του δεύτερου δεκαήμερου του Δεκέμβρη. Όταν στις 11 Δεκέμβρη ήρθαν στην Αθήνα ο στρατάρχης Αλεξάντερ και ο υπουργός Μέσης Ανατολής Μακμίλαν για να εκτιμήσουν την κατάσταση, ο πρώτος ομολόγησε ότι: «υποτιμήσαμε την στρατιωτική επιδεξιότητα, την αποφασιστικότητα και την ισχύ των επαναστατών». Οι επιθέσεις του ΕΛΑΣ στα Παραπήγματα, στο αρχηγείο της RAF στη Κηφισιά, η πεισματώδης αντίσταση, μέχρις ενός, όπως στη Καστέλα ή το εργοστάσιο του Φιξ στη Συγγρού, και αμέτρητες άλλες «στιγμές» της μάχης που κράτησε 33 μέρες, επιβεβαιώνουν αυτή τη διαπίστωση.
\r\n
 
\r\n
Όμως, είναι λάθος να μπαίνουν τα ερωτήματα για τον Δεκέμβρη του 1944 με ένα στενό «τεχνικό» τρόπο που στην ουσία αποφεύγει τα ουσιαστικά πολιτικά ζητήματα. Το ζήτημα δεν είναι αν ο ΕΛΑΣ μπορούσε να πάρει την Αθήνα στις 4 ή στις 10 Δεκέμβρη, αλλά γιατί δεν την πήρε στις 12 Οκτώβρη. 
\r\n
 
\r\n
Μια Αριστερά που θα είχε ξεκάθαρη αντιμετώπιση για τον «συμμαχικό» ιμπεριαλισμό, όχι μόνο δεν θα υποδεχόταν σαν «ελευθερωτές» τον βρετανικό στρατό, αλλά θα προσπαθούσε να κερδίσει τους φαντάρους του με το μέρος της επανάστασης. Μια προφανής κατηγορία ήταν οι χιλιάδες Ινδοί στρατιώτες της 4ης Ινδικής Μεραρχίας που βρέθηκαν στην Ελλάδα στην Απελευθέρωση και πολλοί συμμετείχαν στις μάχες του Δεκέμβρη. Μια Αριστερά που θα στήριζε το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στην Ινδία, αντί να το καταγγέλλει ως «5η φάλαγγα του Άξονα» (όπως έκανε η σταλινική αριστερά στην Ινδία και τη Βρετανία) θα προκαλούσε μεγάλα προβλήματα στο Σκόμπι και τους διοικητές του.
\r\n
 
\r\n
Ούτε οι βρετανοί στρατιώτες ήταν ρομπότ στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού. Πίστευαν ειλικρινά ότι συμμετείχαν σε ένα «καλό πόλεμο» ενάντια στη ναζιστική πανούκλα, αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να μαυρίσουν τον Τσόρτσιλ στις εκλογές που έγιναν το 1945. Όταν ο Π. Πουλιόπουλος έβαζε το 1941, στις προτεραιότητες των καθηκόντων των επαναστατών για τον πόλεμο τη ταξική συναδέλφωση με τους φαντάρους των ιμπεριαλιστικών στρατών (γερμανικού και βρετανικού) δεν σκεφτόταν «σεχταριστικά» αλλά πρόβλεπε το μέλλον. 
\r\n
 
\r\n
Αυτό που έλειπε από το κίνημα τον Δεκέμβρη του 1944 δεν ήταν η δύναμη. Ήταν η ηγεσία και η στρατηγική που θα έκαναν αυτή τη δύναμη νικηφόρα βήματα προς την εξουσία.
\r\n