Η αλήθεια όμως είναι ότι η Βρετανία δεν έχει δει επίπεδα απεργιών που να συγκρίνονται με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες εδώ και δυο δεκαετίες. Η εξήγηση βρίσκεται στη δεκαετία του ’80, όταν η Μάργκαρετ Θάτσερ κατάφερε με την τακτική της σαλαμοποίησης να οδηγήσει σε ήττα μια σειρά από απεργίες, φέρνοντας σαν αποτέλεσμα την οπισθοχώρηση του εργατικού κινήματος για πολύ καιρό. Η Θάτσερ διάλεξε τις μάχες της προσεκτικά για να μην προκαλέσει γενικευμένη αντεπίθεση. Ο θρίαμβός της ήταν η ήττα της μεγάλης απεργίας των ανθρακωρύχων στα 1984-1985.
Όμως, παρότι το επίπεδο της αυτοπεποίθησης ποτέ δεν έφτασε στα προ Θάτσερ επίπεδα, ο θυμός συσσωρευόταν. Όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, ο όγκος των περικοπών που ανακοινώθηκαν από την καινούργια δεξιά κυβέρνηση μετέτρεψε το θυμό σε οργή. Δεν πέρασε το επιχείρημα ότι πρέπει η εργατική τάξη να πληρώσει για την κρίση που δημιούργησαν άπληστοι τραπεζίτες και διεφθαρμένοι πολιτικοί. Πιο έντονα, αυτό έγινε φανερό στα Πανεπιστήμια.
Ακόμη και πριν ανακοινωθούν οι περικοπές, οι συζητήσεις που οργάνωναν οι επαναστάτες με θέμα την κρίση του καπιταλισμού ή το 1968 συγκέντρωναν πολύ περισσότερο κόσμο από παλιότερα. Με τον καπιταλισμό σε κρίση, προκλήθηκε κρίση και στην ιδεολογική νομιμοποίηση της άρχουσας τάξης. Οι φοιτητές ήταν οι πρώτοι που έβαλαν τα ερωτήματα και γι’αυτό ήταν και οι πρώτοι που βγήκαν σε δράση. Πολλοί φοιτητικοί σύλλογοι στράφηκαν στα αριστερά λόγω της μαζικής πίεσης που ερχόταν από τα κάτω. Η Εθνική Φοιτητική Ένωση (NUS) κάλεσε σε κοινή διαδήλωση με το σωματείο των Πανεπιστημιακών UCU, το οποίο έχει δυνατή αριστερά στην ηγεσία του.
Έτσι καταφέραμε να έχουμε πάνω από 50 χιλιάδες κόσμο στις 10 Νοέμβρη, που έγινε η μεγαλύτερη εκπαιδευτική διαδήλωση από τη δεκαετία του ’80. Ένα τμήμα της διαδήλωσης άλλαξε κατεύθυνση για να στοχεύσει τα κεντρικά του κόμματος της Θάτσερ. Οι ηγεσίες της NUS και της UCU καταδίκασαν αμέσως την άμεση δράση ως βίαιη και άρα απαράδεκτη. Όμως, εκατομμύρια άνθρωποι σε όλη τη χώρα ήταν αλληλέγγυοι. Μια από της χειρότερες εφημερίδες, η Ντέιλι Σταρ, δημοσίευσε δημοσκόπηση που έδειξε 56% υπέρ των φοιτητών.
Αυτό σήμανε πως άνοιξε ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ της συνδικαλιστικής ηγεσίας και της βάσης. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες είχαν νιώσει την πίεση να δράσουν αλλά ήθελαν να ελέγχουν την κατεύθυνση και τη φύση της κινητοποίησης. Ανακάλυψαν πως ήταν ανίκανες να συγκρατήσουν τις δυνάμεις που είχαν εξαπολύσει. Ο κίνδυνος ήταν πως αν κανείς δεν έμπαινε μπροστά να καθοδηγήσει, όλος αυτός ο θυμός θα εξανεμιζόταν είτε σε τοπικές κινητοποιήσεις, είτε σε άμεση δράση μειοψηφιών.
Αποδείχθηκε κρίσιμη κίνηση να παρθεί μια πλατιά και ριζοσπαστική πρωτοβουλία. Το δίκτυο Ακτιβιστών της Εκπαίδευσης (EAN) μπήκε μπροστά καλώντας μια νέα πανεθνική μέρα δράσης που ονομάστηκε Day X, δυο βδομάδες μετά τη διαδήλωση της 10 Νοέμβρη. Το κάλεσμα του ΕΑΝ, το ακολούθησαν πολλές άλλες τοπικές πρωτοβουλίες. Τα αποτελέσματα ήταν πρωτοφανή. 132 χιλιάδες υπολογίζεται ότι πήραν μέρος σε αποχές από τα σχολεία, διαδηλώσεις και μαζική ανυπακοή. Αντίστοιχες σκηνές επαναλήφθηκαν μια βδομάδα μετά, στην Day X2.
Κίνημα
30 Πανεπιστήμια προχώρησαν σε καταλήψεις φέρνοντας νέα χαρακτηριστικά στο κίνημα. Ορισμένες από αυτές ήταν συμβολικές και κράτησαν μόνο 24 ώρες. Άλλες όμως οργανώθηκαν από εκατοντάδες αγωνιστές που μετέτρεψαν τις καταλήψεις σε βάση για οργάνωση μεγαλύτερων κινητοποιήσεων.
Ο άμεσος στόχος είναι να χτιστεί μια μαζική διαδήλωση τη μέρα που ο νέος νόμος θα φτάσει στη βουλή, στις 9 Δεκέμβρη. Το παράδειγμα του κινήματος κατά του Συμφώνου Πρώτης Απασχόλησης στη Γαλλία το 2006 έδειξε ότι μια κυβέρνηση μπορεί να το μετανιώσει, αλλά μόνο αν υπάρχει μαζική αντίσταση στους χώρους δουλειάς και στους δρόμους. Οι φοιτητές από μόνοι τους δεν μπορούν να χτίσουν ένα τέτοιο κίνημα. Αντιμετωπίζουν σκληρές συνθήκες, όμως η κυβέρνηση μπορεί και να τους αγνοήσει μιας και δεν εξαρτάται από αυτούς η κίνηση της οικονομίας.
Όμως, το πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι ότι οι φοιτητικοί αγώνες μπορούν να λειτουργήσουν σαν πυροκροτητής για ευρύτερη αντίσταση, στην οποία θα μπουν αυτοί που η δουλειά τους στην παραγωγή και τις υπηρεσίες είναι απολύτως απαραίτητη για την καθημερινή λειτουργία του καπιταλισμού, δηλαδή η εργατική τάξη.
Παρότι η Θάτσερ κέρδισε πολλές φορές μέσα στη δεκαετία του ’80, καταφέρνοντας το «διαίρει και βασίλευε», κάτι τέτοιο θα είναι δυσκολότερο για τη Δεξιά σήμερα. Ελπίζουν να καταργήσουν 500 χιλιάδες θέσεις εργασίας στο δημόσιο, να πετσοκόψουν τις κοινωνικές παροχές κατά 7,8 εκατομμύρια ευρώ, να περάσουν 30% περικοπές στους προϋπολογισμούς των Δήμων, να αυξήσουν το κόστος των εργατικών κατοικιών κατά τρεις φορές και να βάλουν τον κόσμο να δουλεύει περισσότερα χρόνια μέχρι να βγει στη σύνταξη.
Αυτά δεν γίνονται κομματάκι κομματάκι. Μέσα σε σχετικό σύντομο διάστημα, η κυβέρνηση θα ανακαλύψει ότι τα βάζει με τους πάντες. Η Θάτσερ έπεσε ακριβώς όταν αισθάνθηκε υπερβολική αυτοπεποίθηση και προσπάθησε να περάσει τον κεφαλικό φόρο “poll tax”. Εκατομμύρια πήραν μέρος στην εκστρατεία άρνησης πληρωμής του φόρου και ξέσπασαν ταραχές στις μεγάλες πόλεις. Η Θάτσερ έπεσε πολύ σύντομα μέτα από αυτές τις κινητοποιήσεις.
Οι φοιτητικοί αγώνες μπορεί, λοιπόν, να είναι ένα σημάδι από το μέλλον. Οργανώνουμε ήδη τα επόμενα βήματα με ένα πανεθνικό συντονιστικό των φοιτητικών καταλήψεων που θα γίνει στο Πανεπιστήμιο LSE, μια μέρα μετά την ψηφοφορία στο κοινοβούλιο, με στόχο να βάλουμε μπρος τα επόμενα βήματα και να καλέσουμε σε αλληλεγγύη με όλους τους αγώνες ενάντια στις περικοπές. Σύντομα η Βρετανία μπορεί να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στη λιτότητα στην Ευρώπη.