Πολιτισμός
Γιατί να διαβάσουμε: “Η Ανατομία του Φασισμού”
Αυτό το βιβλίο είναι πολύτιμο για όσους και όσες θέλουν να μελετήσουν την ιστορία του φασισμού. Είναι γραμμένο από έναν πολιτικό επιστήμονα και ιστορικό που έχει συμβάλει με τις έρευνές του σε αυτή την προσπάθεια ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, σε μια περίοδο που έμοιαζε ότι αυτή η ενασχόληση αφορά αποκλειστικά το παρελθόν, όχι το παρόν.
Όταν το 1972 ο Ρόμπερτ Όουεν Πάξτον δημοσίευσε το βιβλίο του για το δωσιλογικό καθεστώς του Βισί στην Γαλλία στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, προκάλεσε την κατακραυγή ιστορικών, πολιτικών και ΜΜΕ. Αναδείκνυε με ακλόνητα στοιχεία την προθυμία με την οποία ο γαλλικός κρατικός μηχανισμός, η κυβέρνηση που είχε έδρα την κωμόπολη του Βισί ήταν η νόμιμη κεφαλή του, συνεργάστηκε με τους ναζί.
Η μελέτη του Πάξτον ήταν «αιρετική» και ενοχλητική γιατί συγκρουόταν με δυο μύθους. Ότι το Βισί έκανε «παθητική αντίσταση», προστατεύοντας τον πληθυσμό από τις χειρότερες πλευρές της ναζιστικής κατοχής και ότι ήταν ένα περιθωριακό φαινόμενο που αφορούσε μια χούφτα προδοτών. Όμως το καθεστώς του Βισί σηματοδοτούσε την επικράτηση ενός ισχυρού γαλλικού φασισμού; Αυτό το ερώτημα μας φέρνει στην «Ανατομία του Φασισμού» που πρωτοκυκλοφόρησε στα αγγλικά το 2004 (στα ελληνικά κυκλοφόρησε το 2006).
Το βασικό πλεονέκτημα της μεθόδου του Πάξτον είναι η επιμονή να εξεταστεί ο φασισμός με βάση «περισσότερο τις πράξεις παρά τα λόγια» του. Δηλαδή, περισσότερο από το τι έκαναν τα φασιστικά κινήματα πριν και μετά την κατάληψη της εξουσίας παρά από την «ιδεολογία τους, το παρδαλό μίγμα ιδεών και εικόνων που προβάλλουν και άλλαζε με ταχύτητα».
Βία
Ο Πάξτον κάνει την παρατήρηση ότι η δίψα για επιβολή, κυριαρχία και βία είναι στην ουσία ο ιδεολογικός πυρήνας του φασισμού: θυμίζει τη δήλωση του Μουσολίνι «οι δημοκράτες του il Mondo θέλουν να μάθουν το πρόγραμμά μας; Ε, λοιπόν το πρόγραμμά μας είναι να σπάσουμε τα κόκκαλα των δημοκρατών του il Mondo. Κι όσο νωρίτερα, τόσο το καλύτερο».
Μας θυμίζει επίσης και την πρώτη ομιλία του Χίτλερ ως καγκελάριου της Γερμανίας το 1933 που απάντησε σε όσους ρωτούσαν: «δείξε μας τις λεπτομέρειες του προγράμματός σου: ποτέ δεν δέχτηκα να βγω μπροστά σε αυτόν τον Volk και να του δώσω φτηνές υποσχέσεις».
Ένας λόγος που είναι σωστή αυτή η επικέντρωση, έχει να κάνει και με τις απόψεις που ακούγονται ξανά σήμερα και αποδίδουν στον φασισμό «αντικαπιταλιστική» ιδεολογία με βάση τις ρητορικές εξάρσεις των φασιστών ηγετών ή τις αναφορές διανοουμένων που είχαν ώς αναφορά τους κάποια φασιστικά κινήματα. Είναι η αγαπημένη μέθοδος όσων φοβερίζουν ότι η πάλη ενάντια στον καπιταλισμό ανοίγει την πόρτα στους φασίστες ή είναι απλά το «άλλο άκρο» τους. Ο Πάξτον επισημαίνει:
Ρητορεία
«Ωστόσο ακόμα και στην πιο ακραία της μορφή, η αντικαπιταλιστική ρητορεία των φασιστών ήταν επιλεκτική. Όταν αποδοκίμαζαν την αστική τάξη το έκαναν γιατί ήταν πολύ υποτονική και ατομιστική για να ενδυναμώσει ένα έθνος κι όχι επειδή έκλεβε από τους εργάτες την υπεραξία της εργασίας τους. Στον καπιταλισμό έστρεψαν την κριτική τους όχι στην εκμετάλλευση που ασκούσε αλλά για τον υλισμό του, για την αδιαφορία του απέναντι στο έθνος, για την ανικανότητά του να συγκινήσει τις ψυχές των απλών ανθρώπων…
Μόλις τα φασιστικά καθεστώτα ανέβαιναν στην εξουσία, δήμευαν τις περιουσίες μόνο των πολιτικών τους αντιπάλων, των ξένων ή των Εβραίων. Κανένα τους δεν άλλαξε την κοινωνική ιεραρχία, πέρα από το ότι προώθησαν κάποιους τυχοδιώκτες σε ανώτερα αξιώματα. Το περισσότερο που έκαναν ήταν να αντικαταστήσουν τις δυνάμεις της αγοράς με την κρατική οικονομική διαχείριση, όμως μέσα στον κυκεώνα της Μεγάλης Οικονομικής Ύφεσης οι περισσότεροι επιχειρηματίες είδαν αρχικά ευνοϊκά αυτό το μέτρο».
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Πάξτον αγνοεί ή περιφρονεί το ρόλο των ιδεών γενικά ή στην ανάπτυξη των φασιστικών κινημάτων συγκεκριμένα. Όμως, μας καλεί να τα αντιμετωπίσουμε ιστορικά, στην εξέλιξή τους. Ο ίδιος προτείνει την εξέταση του φασισμού σε πέντε στάδια: α. τη δημιουργία των κινημάτων β. την εδραίωσή τους στο πολιτικό σύστημα γ. την κατάκτηση της εξουσίας δ. την άσκηση της εξουσίας ε. την «μακρά περίοδο κατά την οποία το φασιστικό καθεστώς επιλέγει ή τη ριζοσπαστική αλλαγή ή την εντροπία. Παρόλο που κάθε στάδιο αποτελεί προϋπόθεση για το επόμενο, κανείς δεν περιμένει από ένα φασιστικό κίνημα να πληροί και τα πέντε ή έστω να κινείται προς μία μόνο κατεύθυνση».
Το βιβλίο εξετάζει από αυτή την άποψη τους «επιτυχημένους» φασισμούς, που έφτασαν να πάρουν την εξουσία στην Ιταλία και τη Γερμανία αλλά και μια σειρά «αποτυχημένους». Ένα παράδειγμα είναι ο γαλλικός φασισμός που παρά τη δυναμική της αντισημίτικης και «ακτιβίστικης» γαλλικής ακροδεξιάς στη δεκαετία του ’30 απέτυχε να εδραιωθεί στο πολιτικό σκηνικό γιατί «η Τρίτη Δημοκρατία παρ΄όλους τους κλυδωνισμούς της, δεν βρέθηκε ποτέ σε αδιέξοδο, ούτε παρέλυσε εντελώς. Οι συντηρητικοί δεν ένιωσαν έντονη απειλή κατά τη δεκαετία του ’30, έτσι ώστε να χρειαστεί να στραφούν για βοήθεια στους φασίστες». Επίσης οι περισσότεροι φυρερίσκοι των γάλλων φασιστών προτίμησαν την «αδιάλλακτη δογματική ‘καθαρότητα’ παρά να αρχίσουν να συναλλάσονται με τους συντηρητικούς, κάτι που εφάρμοσαν ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι».
Ελίτ
Πράγματι, η επικράτηση του φασιστικού τέρατος στην Ιταλία και τη Γερμανία δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την έγκριση και συνενοχή αυτών που ο Πάξτον ονομάζει «ελίτ» – στην πραγματικότητα της άρχουσας τάξης των καπιταλιστών και τους πολιτικούς της – «φοβισμένους συντηρητικούς» και «πρώην φιλελεύθερους». Οπότε, τι σχέση έχει ο φασισμός με τον καπιταλισμό σύμφωνα με τον συγγραφέα;
Ο Πάξτον σωστά απορρίπτει τον ορισμό που είχε δώσει «η σταλινική Τρίτη Διεθνής» σύμφωνα με τον οποίο ο φασισμός είναι το «εργαλείο» κάποιων μερίδων του κεφαλαίου. Ο φασισμός δεν είναι κατασκεύασμα, είναι ένα μαζικό αντιδραστικό κίνημα (όταν πιάνει ρίζες). Όμως, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η μήτρα που αναπτύσσονται τέτοια κινήματα είναι η καπιταλιστική κοινωνία, με τις εκμεταλλευτικές σχέσεις της, το κράτος και τις κυρίαρχες ιδέες που τα προστατεύουν. Ο Πάξτον αποτυπώνει την ουσία της εξουσίας του όταν γράφει ότι πρόκειται για: «δικτατορία ενάντια στην Αριστερά εν μέσω λαϊκού ενθουσιασμού».
Υποστηρίζει ότι αυτό το ενδεχόμενο βρισκόταν έξω από την οπτική του μαρξισμού στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ο Ένγκελς έγραφε το 1895 ότι το γενικό εκλογικό δικαίωμα θα γίνει ένα ακαταμάχητο όπλο για την νίκη του σοσιαλισμού, ότι ο «χρόνος και τα νούμερα» είναι με τη μεριά μας. Ο Πάξτον είναι άδικος απέναντι στον Ένγκελς. Όταν στη συνέχεια του βιβλίου παρουσιάζει κινήματα προδρομικά του φασισμού, όπως αυτό γύρω από το στρατηγό Μπουλανζέ στη Γαλλία του 1880 δεν αναφέρει ότι ο Ενγκελς έκανε κάποιες πολύ οξυδερκείς αναλύσεις για τον χαρακτήρα του και έδωσε πολύ σοφές συμβουλές στην γαλλική αριστερά για την αντιμετωπισή του που και σήμερα διατηρούν τη φρεσκάδα τους.
Όμως, παρόλες αυτές τις προβληματικές κριτικές στο μαρξισμό, το βιβλίο του Πάξτον εξακολουθεί να είναι σκάλες ανώτερο από κάμποσες αναλύσεις του φασιστικού φαινομένου που παριστάνουν τις μαρξιστικές. Και οι προειδοποιήσεις του για το σήμερα είναι πολύτιμες επίσης. Προς το τέλος του βιβλίου γράφει ότι:
«Ένα νέο φασιστικό καθεστώς οπωσδήποτε θα δαιμονοποιούσε κάποιον εχθρό εσωτερικό και εξωτερικό, ο εχθρός αυτός όμως δεν θα ήταν απαραιτήτως οι Εβραίοι. Ενας αυθεντικά λαϊκός αμερικάνικος φασισμός θα ήταν θεοσεβής, θα στρεφόταν κατά των μαύρων και, από την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και μετά, θα στρεφόταν κατά των ισλαμιστών· στη Δυτική Ευρώπη θα ήταν κοσμικός και, στην παρούσα περίοδο, θα στρεφόταν πιθανότατα κατά των ισλαμιστών παρά κατά των Εβραίων· στη Ρωσία και στην Ανατολική Ευρώπη θα ήταν θεοσεβής, Σλαβόφιλος, κατά των Εβραίων και κατά των Δυτικών».
«Δεν υπάρχει ενδυματολογικό τεστ για το φασισμό» είναι ένα από τα συμπεράσματά του. Στην Ελλάδα του 2015 αυτή η διαπίστωση μπορεί να μοιάζει περιττή, όταν παλεύουμε ενάντια στα «τάγματα εφόδου» της ναζιστικής συμμορίας της Χ.Α. Όμως, είναι ιδιαιτέρως χρήσιμη για όλο το αντιφασιστικό κίνημα στην Ευρώπη και για όσους/ες θέλουν να κατανοήσουν την ουσία του φασισμού για να τον τσακίσουν πιο αποτελεσματικά.
Λέανδρος Μπόλαρης