Θεωρία
To περιοδικό του ΟΧΙ

Μόλις κυκλοφόρησε

Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος του περιοδικού Σοσιαλισμός από τα Κάτω (Νο111). Δέκα σελίδες είναι αφιερωμένες στη «σαρωτική νίκη του ΟΧΙ». 
 
Στο πρώτο άρθρο η Mαρία Στύλλου εξηγεί πως φτάσαμε μέχρι τη νίκη του ΟΧΙ. Αρχικά θυμίζει ότι πολλές φορές και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη τα αποτελέσματα δημοψηφισμάτων έχουν επιφέρει ήττες στην άρχουσα τάξη. Το αποτέλεσμα του τωρινού δημοψηφίσματος θα έχει τις συνέπειές του σε όλη την Ευρώπη αφού είναι μήνυμα για τους λαούς στην Ισπανία, τη Βρετανία, την Ιρλανδία που έχουν τις δικές τους μάχες μπροστά. 
 
Η σαρωτική νίκη στο δημοψήφισμα έχει στέρεες βάσεις στους αγώνες που έριξαν τους Σαμαροβενιζέλους, αλλά και στους αγώνες των τελευταίων πέντε μηνών για να πραγματοποιηθούν υποσχέσεις της κυβέρνησης πχ στην ΕΡΤ ή στους διαθέσιμους. 
 
Στο άρθρο υπάρχει μια σύντομη αναδρομή αυτών των μαχών που ανάγκασε τον Τσίπρα να μην υπογράψει τη Συμφωνία που ζητούσαν οι «θεσμοί» και να πάει στο δημοψήφισμα. Αμέσως μετά περιγράφονται οι «δέκα μέρες του πολέμου» που οδήγησαν στο ΟΧΙ κλείνοντας όμως με την έγκαιρη προειδοποίηση (το κείμενο γράφτηκε πριν τις τελευταίες εξελίξεις) ότι αυτή δεν θα είναι η τελευταία μάχη. 
 
Στο τελευταίο κομμάτι του κειμένου η Μ. Στύλλου επισημαίνει τον ρόλο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς σε όλη αυτή τη διαδρομή και ξεκαθαρίζει ότι στη συνέχεια «ο αντικαπιταλισμός μπορεί να γίνει μαζικά χειροπιαστή εναλλακτική».
 
Τελεσίγραφα
 
Ακολουθούν δύο κείμενα του Πάνου Γκαργκάνα. Στο πρώτο κείμενο με τίτλο η «Πολιτική Οικονομία των τελεσίγραφων» εξηγεί ότι «το ζήτημα της σχέσης ανάμεσα στην ελληνική κρίση και τη γενικευμένη εικόνα του καπιταλισμού είναι υπαρκτό», όπως δείχνουν οι εξελίξεις στο Χρηματιστήριο της Σαγκάης που έχασε 30% ή στην κατάρρευση του Πόρτο Ρίκο, γεγονότα που χτυπάνε τους δύο «οικονομικούς γίγαντες», Κίνα και ΗΠΑ. Όσοι χάνουν από τα μάτια τους αυτές τι εξελίξεις αποδίδουν την άτεγκτη στάση των «θεσμών» σε θεωρίες συνωμοσίας. Τα τελευταία τελεσίγραφα δείχνουν ότι «δεν χωράει καμιά αυταπάτη για συμβιβασμούς μαζί τους». 
 
Στο επόμενο κείμενο με άρθρο «Οι αντινομίες του ρεφορμισμού» ο Π. Γκαργκάνας θυμίζει μία προς μία τις υποχωρήσεις του ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους μήνες, τονίζοντας ότι η πολιτική των συμβιβασμών δεν μπορεί να αξιοποιήσει τη δυναμική της εργατικής τάξης.
 
Από την αρχή της διακυβέρνησης ο ΣΥΡΙΖΑ θεώρησε ότι η καλύτερη στάση είναι ο κατευνασμός των αντιπάλων. Σε αυτή την τακτική είναι υπόλογες όλες οι κινήσεις: ο σχηματισμός κυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ, η επιλογή του Προκόπη Παυλόπουλου, η
Συμφωνία της 20 Φλεβάρη, τα ανοίγματα στην Εκκλησία ή στους Πανούσηδες. Τα άρθρο θυμίζει ότι αυτή η παράδοση δεν είναι καινούργια, να θέλει δηλαδή η «αριστερά να σώσει τον καπιταλισμό από χτον κακό εαυτό του». Έχουν προηγηθεί ο Μπερνστάιν και ο Κάουτσκι στις αρχές του προηγούμενου αιώνα ή ο Μπερλινγκουέρ και ο Πουλατζάς πιο πρόσφατα. Στην ίδια κατάληξη φτάνει και η γραμμή του ΚΚΕ που μιλάει θεωρητικά για τη ρήξη, αλλά θεωρεί ότι αυτή δεν βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Το μόνο που του απομένει είναι η καταγγελία και ο άκρατος σεχταρισμός, όπως με τη θέση για άκυρο στο δημοψήφισμα. 
 
Στο επόμενο άρθρο ο Θανάσης Καμπαγιάννης γράφει για «τη νέα μάχη για την ιθαγένεια». Οι διατάξεις του νομοσχεδίου (σ.σ. που τελικά ψηφίστηκε στις 9 Ιούλη) «είναι σαφώς συντηρητικότερες από αυτές του νόμου Ραγκούση». Όπως εξηγεί με συγκεκριμένες αναφορές το άρθρο η κυβέρνηση υποχώρησε δίνοντας μια «εθνοκεντρική» ιθαγένεια. Οι υποχωρήσεις αυτές δυστυχώς θα είναι «αισθητές για δεκάδες χιλιάδες παιδιά». Ταυτόχρονα, τίποτα καλό δεν θα φέρει η διάσπαση αυτών που υφίστανται την ρατσιστική καταπίεση σε τυχερούς και «άτυχους» που δεν καλύπτουν τις προϋποθέσεις. Ούτε όμως είναι σίγουρο ότι οι υποχωρήσεις για χάρη του Συμβουλίου της Επικρατείας κλείνουν το δρόμο σε μια νέα απόφαση του ΣτΕ που θα κρίνει ως αντισυνταγματικές διατάξεις του ψηφισμένου νομοσχεδίου. 
 
Ακολουθεί το άρθρο του Λέανδρου Μπόλαρη για τα Ιουλιανά του ’65, στην επέτειο των 50 χρόνων. Στο άρθρο δίνεται η εικόνα για τις ρίζες των Ιουλιανών, τις μάχες που δόθηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 μέχρι τα Ιουλιανά. Τους αγώνες των οικοδόμων και των φοιτητών, την άνοδο της αριστεράς με την ΕΔΑ, τις εκλογές της βίας και νοθείας του ’61, την δολοφονία του Λαμπράκη το ’63, την νίκη της Ένωσης Κέντρου στις εκλογές του ’64. 
 
Η επικράτηση της ΕΚ δεν είχε αποτέλεσμα μια ισχυρή κυβέρνηση, αλλά μια κυβέρνηση πιεσμένη τόσο από την άρχουσα τάξη όσο και από το κίνημα που έβγαινε απεργιακά, με οργάνωση από τα κάτω, με «την κίνηση των 115 σωματείων». Το παλάτι ανάγκασε σε παραίτηση τον Γ. Παπανδρέου και αυτό που ακολούθησε ήταν η εξέγερση των Ιουλιανών με αποκορύφωμα τη Γενική Πολιτική Απεργία στις 27 Ιούλη. Ο Λ. Μπόλαρης τονίζει ότι αυτό το κίνημα είχε όλα τα φόντα να φτάσει στην «έφοδο στον ουρανό», αλλά η αριστερά της εποχής αποδείχτηκε ανεπαρκής. Παρόλα αυτά, δόθηκε η «δυνατότητα να εκφραστούν δημόσια οι πρώτες ρήξεις με τον ρεφορμισμό». Τα διδάγματα αυτής της μάχης μας χρειάζονται σήμερα, όπως και ένα επαναστατικό κόμμα που θα λειτουργεί σαν καταλύτης στα «Ιουλιανά του σήμερα».  
 
Στο επόμενο άρθρο ο Κώστας Πίττας γράφει για την «Εργατική Μεταπολίτευση». Αναφέρεται στους αγώνες που ξέσπασαν τα δύο χρόνια μετά την πτώση της Χούντας, το κίνημα του «εργοστασιακού συνδικαλισμού». Η ημερομηνία που έχει μείνει στην ιστορία είναι η 23 Ιούλη του ’75, η απεργία των οικοδόμων που κατέληξε σε συγκρούσεις με την αστυνομία στο κέντρο της Αθήνας. 
 
Κύμα
 
Μέσα στο ’75 έγιναν 99 απεργίες διαρκείας με διάρκεια πάνω από ένα μήνα. Το άρθρο θυμίζει τον μεγάλο αγώνα της ΜΕΛ, αλλά και ότι οι αγώνες της εργατικής τάξης ξεσήκωσαν και άλλα τμήματα της κοινωνίας, όπως τους αγρότες ή τους παραπηγματούχους του Περάματος. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το αγωνιστικό κύμα, η άρχουσα τάξη επιστράτευσε τις μαζικές απολύσεις μαχητικών εργατών και την ψήφιση του απεργοσπαστικού νόμου 330. 
 
Φέτος, συμπληρώνονται και 70 χρόνια από το θάνατο του Άρη Βελουχιώτη. Ο Ιάσονας Χανδρινός στο άρθρο του με τίτλο «70 χρόνια Άρης» τοποθετεί το θρύλο στον χώρο και στον χρόνο, κρατώντας ατόφιο το επαναστατικό μήνυμά του. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η «απειθαρχία απέναντι στην πολιτική του συμβιβασμού αντιπροσωπεύει διαγενεακά για την Αριστερά την χαμένη ευκαιρία μιας επαναστατικής ρήξης». Ο Ι. Χανδρινός, αφού υπογραμμίζει ότι επαναστατικές συνθήκες επικρατούσαν και στην πόλη και στην ύπαιθρο, καταλήγει πως αν η «ανταρσία» του Βελουχιώτη έχει κάποιο μήνυμα είναι ότι το αστικό σύστημα δεν θα μπορούσε να νικήσει παρά μόνο αν οι αποφάσεις του κινήματος δεν του το επέτρεπαν. 
 
Επόμενο άρθρο είναι αυτό του Γιώργου Πίττα. Γραμμένο για την επέτειο των 70 χρόνων από το Ολοκαύτωμα, προσπαθεί να φωτίσει τις αιτίες που οδήγησαν στα «μεσάνυχτα της Ιστορίας» και τη σύνδεσή τους με το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Στο τελευταίο μέρος του περιοδικού υπάρχουν τέσσερις βιβλιοκριτικές: για το βιβλίο «Αυτοί που επέζησαν» της Ρίκα Μπενβενίστε, ένα βιβλίο για τους θεσσαλονικείς Εβραίους την δεκαετία του 1940 (Κώστας Τορπουζίδης), για το «Κεφάλαιο τον 21ο αιώνα» του Τομά Πικετί (Κώστας Σαρρής) και το βιβλίο «Οι έμποροι των συνόρων» του Απόστολου Φωτιάδη (Σωτήρης Κοντογιάννης).