Πολιτική
Λαϊκή Ενότητα - ένα βήμα μπρος, αλλά: όχι βήματα πίσω

Η απόφαση 25 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ να αποχωρήσουν και να σχηματίσουν τη Λαϊκή Ενότητα είναι αναμφισβήτητα ένα θετικό γεγονός, ένα βήμα μπρος. Την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει πλώρη να υλοποιήσει το τρίτο Μνημόνιο που ψήφισε στη Βουλή παρέα με ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-Ποτάμι, η ανοιχτή αμφισβήτηση αυτής της επιλογής από τα αριστερά ενισχύει τις δυνατότητες για εργατική αντίσταση. Η ρήξη της Λ.Ε με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έπεσε από τον ουρανό, είναι καρπός της πάλης που αναπτύξαμε ενάντια στους συμβιβασμούς της κυβέρνησης Τσίπρα.
 
Γι’ αυτό, η συζήτηση για το πώς πάμε παρακάτω και πώς αντιμετωπίζει η επαναστατική αριστερά αυτή την εξέλιξη έχει ανοίξει μέσα σε ένα ακροατήριο πλατύτερο από κάθε άλλη φορά.
 
Υπάρχουν απόψεις που βάζουν στο επίκεντρο την καταγγελία της προηγούμενης πορείας του Παναγιώτη Λαφαζάνη και της Αριστερής Πλατφόρμας/Αριστερού Ρεύματος για να αποδείξουν τα όρια αυτής της κίνησης. Πρωτοκαθεδρία σε αυτή την στάση κατέχει το ΚΚΕ που υποδέχθηκε τη Λ.Ε. με ομοβροντία καταγγελιών. 
 
Αυτή η αντίδραση είναι αναμενόμενη για μια κατεξοχή σεχταριστική ηγεσία που έφτασε να κάνει αποχή στο δημοψήφισμα, αλλά ακόμα και στο χώρο της προκύπτει το ερώτημα: είναι άραγε η κίνηση της Λ.Ε. χειρότερη από τη ρήξη του ΔΗΚΚΙ με το ΠΑΣΟΚ την οποία είχε αγκαλιάσει το ΚΚΕ; Είχε πίσω του ο Τσοβόλας λιγότερες «αμαρτίες» από τον Λαφαζάνη; Στην πραγματικότητα, το καθοριστικό στοιχείο ήταν και είναι η μαζική αποδέσμευση ενός ολόκληρου κόσμου προς τα αριστερά και τι κάνεις για να την προχωρήσεις.
 
Σωστά, λοιπόν, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πήρε την πρωτοβουλία να απευθυνθεί στη Λ.Ε προτείνοντας κοινή δράση, ακόμη και εκλογική συνεργασία, αν η Λ.Ε υιοθετήσει τα προγραμματικά σημεία που είναι απαραίτητα για μια νικηφόρα σύγκρουση με τα Μνημόνια.
 
Πρόγραμμα
 
Η πραγματική συζήτηση ξεκινάει από αυτό το σημείο. Εδώ κάνουν την εμφάνισή τους αντιλήψεις που λένε ότι «το κύριο είναι να τα βρείτε, τα προγραμματικά κείμενα δεν έχουν τόση σημασία, ας γίνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις». Αυτή είναι μια λάθος λογική. Δεν υπάρχει συμμετρία ανάμεσα στα παλιά προγράμματα του ΣΥΡΙΖΑ (που ακόμη υπερασπίζεται η Λ.Ε), τα οποία κατάρρευσαν από συμβιβασμό σε συμβιβασμό καταλήγοντας σε νέο Μνημόνιο και στο ανατρεπτικό πρόγραμμα που προτείνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
 
Δεν θα πάμε μπροστά βρίσκοντας «μέσους όρους», ολίγη ρήξη με ΕΕ, κάμποση διαγραφή του χρέους και κάπου ανάμεσα στον κοινοβουλευτικό δρόμο και τον εργατικό έλεγχο. Δεν κερδίζουμε τίποτα αγνοώντας μεγάλες πολιτικές διαφορές και διαλύοντας την Αντικαπιταλιστική Συνεργασία σε ένα δημοκρατικό-πατριωτικό μέτωπο. 
 
Αντίθετα, η σωστή αφετηρία είναι η αναγνώριση ότι υπάρχουν δυο διακριτοί πόλοι, ένας επαναστατικός και ένας φρεσκοβγαλμένος από τα σπλάχνα του ρεφορμισμού, που μπορούν να έχουν ενιαιομετωπική δράση παρά τις υπαρκτές διαφορές τους. Αυτή είναι η παράδοση από τις καλύτερες στιγμές της Αριστεράς, τότε που η Τρίτη Διεθνής την ανασυγκροτούσε μετά από τις προδοσίες της Σοσιαλδημοκρατίας.
 
Ο Σπάρτακος και το ΚΚ Γερμανίας αναπτύχθηκαν και έπαιξαν μεγάλο ρόλο εκείνα τα χρόνια υιοθετώντας μια ενιαιομετωπική αντιμετώπιση απέναντι στο USPD που είχε σπάσει από το SPD. Οι σύντροφοι που συνέχιζαν στο δρόμο της Ρόζας και του Λίμπνεχτ δεν έσβησαν τις θέσεις τους για να μπουν σε μια μαζική διάσπαση από τη σοσιαλδημοκρατία. Αντίθετα, επέμειναν στην κοινή δράση και τελικά ο κύριος όγκος του USPD κατάλαβε την αξία του ΚΚ.
 
Σήμερα, για να υπηρετήσουμε την αριστερή δυναμική του κόσμου που επιμένει να σκίσει τα μνημόνια χρειάζεται να αναδείξουμε την εναλλακτική λύση που ο Τσίπρας λέει ότι δεν υπάρχει. Ακόμη και αν η Λαϊκή Ενότητα θεωρήσει ότι είναι πολύ μεγάλη για να αποδεχθεί την πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η αντικαπιταλιστική αριστερά πρέπει να επιμείνει στην κοινή δράση ενάντια σε κάθε βήμα υλοποίησης του μνημόνιου Τσίπρα. Και μέσα σε αυτούς τους κοινούς αγώνες μπορούμε και πρέπει να κρατήσουμε ανοιχτή τη συντροφική συζήτηση ότι η νίκη απαιτεί όλες τις ρήξεις που προτείνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.