Αντιρατσιστικό κίνημα
Άλεξ Καλλίνικος: Αλληλεγγύη ενάντια στις επιθέσεις του Ερντογάν

Ο Ερντογάν κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας από όταν το Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (AKP) πρωτοκέρδισε τις κοινοβουλευτικές εκλογές το 2002. Ως πρωθυπουργός ταπείνωσε το στρατό που για χρόνια έλυνε και έδενε στο τουρκικό κράτος. Εκατοντάδες στρατηγοί φυλακίστηκαν.
 
Ο Ερντογάν πήρε δραστικές πρωτοβουλίες για να τερματιστεί ο πολύχρονος πόλεμος του τουρκικού στρατού ενάντια στους αντάρτες του εθνικοαπελευθερωτικού αντάρτικου του Κουρδικού Κόμματος των Εργατών (PKK). Η κυβέρνησή του τροποποίησε το νόμο έτσι ώστε να επιτρέπεται στην κουρδική μειονότητα να χρησιμοποιεί τη γλώσσα της, ενώ ξεκίνησε ειρηνευτικές συνομιλίες με τον φυλακισμένο ηγέτη του PKK Αμπντουλάχ Οτσαλάν. 
 
Κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου ο Ερντογάν έκανε πολιτική στροφή 180 μοιρών στο θέμα αυτό. Αναπτύχθηκε στρατός στις κουρδικές περιοχές και η κατάπαυση του πυρός με το PKK κατέρρευσε. Οι οδομαχίες μεταξύ νεαρών Κούρδων ακτιβιστών και των δυνάμεων ασφαλείας στο Ντιγιαμπακίρ και δύο ακόμη πόλεις του τουρκικού Κουρδιστάν έχουν κοστίσει εκατοντάδες ζωές. Την τελευταία εβδομάδα Τούρκοι ακαδημαϊκοί που είχαν υπογράψει κάλεσμα για την ειρήνη συνελήφθησαν, άλλοι απειλήθηκαν ότι θα απολυθούν ή ότι θα αντιμετωπίσουν ακόμα αυστηρότερες τιμωρίες…  
 
Μέτωπα
Έτσι ο Ερντογάν φαίνεται να επιστρέφει στον πόλεμο ενάντια στους Κούρδους τον οποίο είχαν ξεκινήσει οι στρατηγοί που ο ίδιος απομάκρυνε. Το ίδιο ισχύει και σε άλλα μέτωπα. Παραδοσιακά ο τουρκικός στρατός συνεργαζόταν με το Ισραήλ, ενώ από το 1994 έχει υπογραφεί Συμφωνία Ασφαλείας και Απορρήτων ανάμεσα στις δύο χώρες.  
 
Οι σχέσεις αυτές επιδεινώθηκαν πολύ κατά τη διάρκεια της θητείας του Ερντογάν. Έχει επανειλημμένα αποκηρύξει την τρομοκρατία σε βάρος των Παλαιστινίων και έδωσε οργισμένη απάντηση στην ισραηλινή επίθεση τον Μάιο του 2010 στο Μαβί Μαρμαρά και άλλα τούρκικα πλοία που επιχειρούσαν να σπάσουν τον αποκλεισμό της Γάζα ενώ τον Σεπτέμβριο του 2011 εκδιώχθηκε ο Ισραηλινός πρέσβης από τη χώρα. Τον Δεκέμβριο του 2015 ανακοινώθηκε ότι ξεκινάνε συνομιλίες μεταξύ των δύο χωρών για την «ομαλοποίηση» των σχέσεων τους. 
 
Πώς εξηγείται αυτή η στροφή; Πολλοί στην αριστερά της Τουρκίας, επιχειρηματολογούν ότι ο Ερντογάν είναι ακραίος αντιδραστικός ή ακόμα και φασίστας. Η άποψη αυτή συχνά αναπαράγεται και από αντίστοιχες οργανώσεις σε άλλες χώρες. Αυτή η άποψη συνδυάζεται και με την τάση να ταυτίζουν τις διάφορες εκδοχές του πολιτικού Ισλάμ με τη σεκταριστική και αντεπαναστατική πολιτική του ISIS, το οποίο ο Ερντογάν επίσης κατηγορείται ότι υποστηρίζει.
 
Η ανάλυση αυτή είναι λάθος. Ο Ερντογάν από πολλές οπτικές είναι ενας συμβατικός αστός πολιτικός. Η κοινωνική βάση του AKP αποτελείται από νέους καπιταλιστές που αναδύθηκαν στην Ανατολία τις τελευταίες δεκαετίες και κάνουν πετυχημένα εξαγωγές σε ΕΕ και Μέση Ανατολή.
 
Τείνουν να είναι σχετικά θεοσεβούμενοι Μουσουλμάνοι και παραδοσιακά τους περιθωριοποιούσε η κοσμική ολιγαρχία που εδρεύει στην Ιστανμπούλ. Αυτή η ολιγαρχία καθορίζει το τουρκικό κράτος από τις απαρχές του την δεκαετία του 1920 όταν ιδρύθηκε από τον Κεμάλ Ατατούρκ.
 
Νεοφιλελεύθερη
Η οικονομική πολιτική του Ερντογάν σε μεγάλο βαθμό ήταν νεοφιλελεύθερη. Ταυτόχρονα όμως είχε και επεκτατική εξωτερική πολιτική. Συγκεκριμένα προσπάθησε να καλύψει το κενό εξουσίας που προκάλεσε η κατάρρευση του Αραβικού κόσμου μετά τις επαναστάσεις του 2011. 
 
Αυτό τον οδήγησε στο να προσφέρει στήριξη στη βραχύβια κυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην Αίγυπτο το 2011-12. Ήθελε την ανατροπή του Μπασάρ Αλ Άσαντ στη Συρία, με το σκεπτικό αυτό υποστήριξε διάφορες τζιχαντιστικές οργανώσεις και έκανε τα στραβά μάτια όσο αποκρυσταλλωνόταν η εδαφική βάση του ΙSIS στην Ανατολική Συρία. 
 
Τώρα ο Ερντογάν αντιμετωπίζει πισωγυρίσματα σε διάφορα μέτωπα. Το γεγονός ότι το συριακό καθεστώς απειλήθηκε, ώθησε τη Ρωσία να μπει στον πόλεμο για να το στηρίξει αυξάνοντας τα γεωπολιτικά διακυβεύματα στην περιοχή. Ακόμα χειρότερα από την οπτική γωνία του Ερντογάν, ο Άσαντ αποσύρθηκε από τις περιοχές που συνορεύουν με την Τουρκία επιτρέποντας στο αδελφό κόμμα του PKK στη Συρία να πάρει τον έλεγχο. Με τη βοήθεια των Αμερικάνων έχει καταφέρει να υπερασπιστεί αυτόν τον θύλακα ενάντια στο ΙSIS. 
 
Αυτό είναι το κλειδί για την στροφή 180 μοιρών που επιχειρεί ο Ερντογάν. Είναι άλλο πράγμα να μιλάει με τον Οτσαλάν για την αυτονομία των Κούρδων εντός του τουρκικού κράτους και είναι άλλο πράγμα να αντιμετωπίσει ένα PKK με δικά του εδάφη έξω από την Τουρκία. Αν σε αυτό προσθέσουμε την εκλογική επιτυχία του φιλικού προς το PKK Κόμματος του Λαού και της Δημοκρατίας (HDP), που έλαβε 13% στις εκλογές του Ιουνίου, στερώντας την κοινοβουλευτική πλειοψηφία από το AKP, τότε έχουμε το πλαίσιο του νέου πολέμου εναντίον των Κούρδων.
 
Οι φόβοι για πολιτική αστάθεια επέτρεψαν στο AKP να ανακτήσει την πλειοψηφία στις επαναληπτικές εκλογές του Νοεμβρίου. Φαίνεται όμως ότι ο Ερντογάν παρατραβάει το σκοινί, η ολοένα και πιο αυταρχική στροφή που κάνει μπορεί να προκαλέσει αντιδράσεις πολύ ευρύτερες από τους Κούρδους.