Αντιρατσιστικό και αντιφασιστικό κίνημα
Χρυσαυγίτικο φονικό παρουσία της αστυνομίας
Η κατάθεση του Δημήτρη Χατζησταμάτη, που έγινε την Πέμπτη 30 Ιούνη και τη Δευτέρα 4 Ιούλη, 70η και 71η ημέρα της δίκης της Χρυσής Αυγής αντίστοιχα, συμπλήρωσε από ακόμη μια σκοπιά την εικόνα της οργανωμένης και στοχευμένης επίθεσης στον Παύλο Φύσσα και την παρέα του από το τάγμα εφόδου της Νίκαιας, και ταυτόχρονα επιβεβαίωσε ότι ο ρόλος της αστυνομίας στην επίθεση αυτή ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, ρόλος θεατή.
Ο μάρτυρας, ειδικός φρουρός στο επάγγελμα, ο λεγόμενος (όπως έχει προκύψει από τις καταθέσεις των άλλων μαρτύρων) “διαμεσολαβητής” ανάμεσα στην παρέα του Φύσσα και τους χρυσαυγίτες το μοιραίο βράδυ, περιέγραψε μια ομάδα τριών ατόμων με μαύρες μπλούζες (τους δύο τους είχε ξαναδεί και γνώριζε ότι ήταν μέλη της Χρυσής Αυγής), με πολύ επιθετικές διαθέσεις, να απειλούν ότι θα τσακίσουν την παρέα του Φύσσα. Ο μάρτυρας προσπάθησε να κάνει τις δύο ομάδες να “σπάσουν” και αναγνώρισε τον Άγγο ως το άτομο με το οποίο “διαπραγματεύτηκε” την αποχώρηση των χρυσαυγιτών από το δρόμο της καφετέριας, αλλά αμέσως μετά υπέδειξε και τον Καλαρίτη, λέγοντας ότι δεν είναι σίγουρος.
Η ένταση, σύμφωνα με το μάρτυρα, έγινε αμέσως μετά το τέλος του αγώνα, έξω από την καφετέρια. Ταυτόχρονα περιγράφει τον Παύλο Φύσσα πράο, ήρεμο, χωρίς διάθεση για καυγά, να αρνείται να φύγει, λέγοντας “ήρθα να πιω μια μπύρα με τους φίλους μου και θέλω να την πιω ελεύθερος όπου θέλω”. Αμέσως μετά κατευθύνθηκε με την παρέα του προς την οδό Τσαλδάρη.
Στυλιάρι
Στη συνέχεια, ενώ, όπως είπε, ο ένας από τους τρεις χρυσαυγίτες κουνούσε απειλητικά ένα στυλιάρι που κρατούσε και ο άλλος φώναζε στο τηλέφωνο “είναι εδώ, θα τους τσακίσουμε”, είδε δύο μηχανές ΔΙΑΣ να μπαίνουν στο στενό. Θεώρησε ότι οι αστυνομικοί είχαν γνώση για το περιστατικό και, αφού τους ενημέρωσε για την ένταση, κινήθηκε να φύγει, πιστεύοντας ότι η φασαρία είχε λήξει.
Σε κάποια στιγμή άκουσε ένα “συντεταγμένο ποδοβολητό” και είδε την ομάδα των χρυσαυγιτών να έχει αυξηθεί σε 20 άτομα, ομοιόμορφα ντυμένα, να βγαίνουν στην Τσαλδάρη φωνάζοντας και βρίζοντας. Δύο-τρία άτομα βγήκαν από τους είκοσι, πέρασαν απέναντι και όρμηξαν στον Παύλο Φύσσα ο οποίος, όπως είπε ο μάρτυρας, φαινόταν ότι ήταν ο στόχος τους.
Ο μάρτυρας περιέγραψε ξεκάθαρα ότι επρόκειτο για απρόκλητη επίθεση, λέγοντας ότι η παρέα του Π. Φύσσα δεν έκανε καμία επιθετική κίνηση ούτε απείλησε, αλλά και ότι εμφανισιακά φαινόταν η πιο αδύναμη: η παρέα του Φύσσα, είπε, ήταν η αμυνόμενη.
Ακόμη και όταν ο συνήγορος υπεράσπισης, Οπλατζάκης προσπάθησε να αντιστρέψει την περιγραφή ρωτώντας αν η νευρικότητα της ομάδας των χρυσαυγιτών μπορούσε να οφείλεται σε αίσθημα απειλής (!), τον οδήγησε να περιγράψει ακόμη πιο ξεκάθαρα ότι οι χρυσαυγίτες “ξεκινήσανε, αναπτυχθήκανε, ορμήξανε, χαθήκανε”, σκιαγραφώντας την εικόνα της γρήγορης, συντονισμένης επίθεσης που έχουν δώσει και άλλοι μάρτυρες.
Απαντώντας για το κίνητρο της δολοφονίας για τον Ρουπακιά, ο μάρτυρας είπε: “για να ανέβει ιεραρχικά”. Σε ερώτηση της πολιτικής αγωγής “πώς χαρακτηρίζετε μια οργάνωση στην οποία ο φονέας έχει ιεραρχική θέση;” η υπεράσπιση αντέδρασε έντονα, ενώ το ακροατήριο του αντιφασιστικού κινήματος ξέσπασε σε χειροκροτήματα.
Το πιο σημαντικό όμως σημείο της κατάθεσης του Χατζησταμάτη ήταν ο ρόλος της αστυνομίας: ενώ όλοι οι αστυνομικοί που έχουν μέχρι τώρα καταθέσει ισχυρίζονταν ότι έφτασαν στο σημείο ενώ η επίθεση βρισκόταν σε εξέλιξη, ότι “έκαναν ό,τι μπορούσαν” και ότι “δεν πρόλαβαν” να παρέμβουν, ο μάρτυρας είπε ότι η αστυνομία ήταν εκεί πριν αρχίσει η επίθεση. Ενώ τα σημάδια ότι θα πραγματοποιηθεί η επίθεση ήταν ήδη φανερά, τρεις μηχανές ΔΙΑΣ βρίσκονταν σταθμευμένες (!) στο σημείο που συγκεντρώθηκαν οι χρυσαυγίτες πριν επιτεθούν. Μάλιστα, σύμφωνα με το μάρτυρα, στη συνέχεια ακολούθησαν την πορεία του τάγματος, όχι τρέχοντας πεζοί όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι, αλλά με τις μηχανές. “Έγινε παρουσία αστυνομικών δυνάμεων φονικό”, είπε χαρακτηριστικά, πιθανολογώντας ότι η κατάθεσή του άλλαξε στην ίδια τη ΓΑΔΑ για να καλυφθεί το γεγονός αυτό, όταν ρωτήθηκε για τις αντιφάσεις του. Αργότερα διευκρίνισε: “η δολοφονία παρουσία αστυνομικών δεν είναι κάτι κοινωνικά αποδεκτό. Έψαχναν κάποιον να τα φορτώσουν, σε εμένα που είμαι ένας, όχι σε αυτούς (τους αστυνομικούς της ΔΙΑΣ) που είναι πολλοί”.
Ομάδα ΔΙΑΣ
Επιπλέον τόνισε ότι η παρουσία της αστυνομίας δεν έκανε το τάγμα να φοβηθεί ή να αποθαρρυνθεί. Αντιθέτως η έπαρσή του ανέβηκε όταν η αστυνομία έκανε μια κίνηση να τους διώξει με λόγια, στα οποία φυσικά δεν υπάκουσαν. Στη συνέχεια οι αστυνομικοί δεν έκαναν καμία άλλη προσπάθεια. Ο μάρτυρας αναφέρει: “η κοπέλα του [μετά το μαχαίρωμα] φώναξε στους ΔΙΑΣ: δίπλα σας περάσανε και δεν κάνατε τίποτα!”. Για το ερώτημα της βράβευσης της ομάδας ΔΙΑΣ με έπαινο είπε “δεν ξέρω κιόλας, αλλά νομίζω είναι πολιτικοί οι λόγοι”.
Ο μάρτυρας, τόσο καθώς περιέγραφε τη νύχτα της δολοφονίας όσο και απαντώντας σε ερωτήσεις της πολιτικής αγωγής σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας της εγκληματικής οργάνωσης, μίλησε για την απόλυτη πειθαρχία, την εκπαίδευση, καθώς και το κλίμα τρόμου που είχε δημιουργήσει η Χρυσή Αυγή μέχρι το Σεπτέμβριο του '13. Για το ποδοβολητό είπε “δεν το πετυχαίνεις αν δεν το έχεις δουλέψει, όλοι έχουμε πάει στρατό, θέλει προετοιμασία”, ενώ για το τάγμα εφόδου που το προκάλεσε, εκτίμησε ότι το έκανε για να εμψυχώσει το δολοφόνο του Παύλου Φύσσα. “Το ποδοβολητό προκλήθηκε από βαριά παπούτσια, που δε φοράει ο κόσμος ένα καλοκαιρινό βράδυ. Ήταν ντυμένοι ομοιόμορφα, περπατούσαν ομοιόμορφα, δεν ήταν γιουρούσι. Αυτή η ομοιομορφία είχε μια σκοπιμότητα, να τρομοκρατήσει. Φώναζαν, έκαναν σκηνικό αριθμητικής ισχύος”. Ο μάρτυρας είπε επίσης ότι βλέποντας το τραύμα του Π. Φύσσα “ανοιχτό σαν τριαντάφυλλο, χωρίς αίμα” του έκανε εντύπωση. Όπως είπε, δεν ήταν κάτι που μπορούσε να πετύχει ο καθένας χωρίς εκπαίδευση, ήταν “δουλεμένο”. Αργότερα κατάλαβε ότι ο Ρουπακιάς είχε στρίψει το μαχαίρι.
Σε ερωτήσεις για τα τάγματα εφόδου ο μάρτυρας είπε: “τάγμα εφόδου είναι η ομάδα που κάνει τα χτυπήματα. Τα διακρίνει στρατιωτική δομή, η ομοιομορφία στην εμφάνιση, το ότι αποτελούνται από γυμνασμένα άτομα, σκληρά. Τα αντιλαμβάνομαι σαν την αιχμή του δόρατος της Χρυσής Αυγής. Δεν μπορώ να συνδέσω στο μυαλό μου τα τάγματα εφόδου με κάποιο άλλο κόμμα”.
Τέλος, μιλώντας για τον τρόμο που καλλιεργούσε η Χρυσή Αυγή την εποχή της δολοφονίας είπε ότι στο στόχαστρό της βρίσκονταν όλοι οι μετανάστες, αλλά και όσοι εναντιώνονταν σε αυτά που υποστηρίζει (σε ερώτηση για τις απόψεις των μελών της, είπε ότι έχουν “ακροδεξιές, φιλοναζιστικές απόψεις”). Για να περιγράψει το κλίμα, έφερε ως παράδειγμα την επίθεση στο ΠΑΜΕ. Εκείνη την εποχή, σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου, “δεν τα έβαζες με τη Χρυσή Αυγή, έτρωγες της χρονιάς σου”. Σε αυτό το σημείο, το ακροατήριο των φασιστών, αποτελούμενο και από μέλη των ταγμάτων εφόδου περήφανα προφανώς για τα κατορθώματά τους και έτσι ομολογώντας τα, ξέσπασε σε γέλια. Θα τους κοπούν σύντομα όμως.
Όλο τον Ιούλιο στα δικαστήρια
Η δίκη συνεχίζεται την Παρασκευή 8 Ιούλη με την εξέταση του ίδιου μάρτυρα από τους υπόλοιπους συνήγορους της υπεράσπισης και για τη συνέχεια έχουν κληθεί οι μάρτυρες Κοντονικόλας και Χατζηευστρατίου, φίλοι του Παύλου Φύσσα και αυτόπτες μάρτυρες.
Η μαζική, οργανωμένη παρουσία του αντιφασιστικού κινήματος έξω από το Εφετείο και μέσα στην αίθουσα είναι απαραίτητη. Το αντιφασιστικό κίνημα οφείλει να συνεχίσει να μεταφέρει στο δικαστήριο την πίεση ότι μια ολόκληρη κοινωνία παρακολουθεί τη δίκη των φασιστών και απαιτεί την καταδίκη τους. Να μην αφήνει τους φασίστες να χαχανίζουν σε βάρος της οικογένειας, των φίλων του Παύλου Φύσσα και των υπόλοιπων θυμάτων και να τρομοκρατούν στην αίθουσα. Η ΚΕΕΡΦΑ καλεί σε κινητοποίηση διαρκείας για κάθε δικάσιμο του Ιουλίου. Οι δικάσιμες που έχουν οριστεί είναι: 8, 11, 14, 15, 18, 21 και 25/7 και οι συγκεντρώσεις ξεκινούν στις 8.30μμ.