Αντιρατσιστικό και αντιφασιστικό κίνημα
Η δίκη της Χρυσής Αυγής: Αστυνομικός «ταξιτζής» με «αμνησία»...
«Ταξιτζής» αυτοαποκαλέστηκε ο μάρτυρας αστυνομικός Διαμαντής Βίντσης, οδηγός περιπολικού της Άμεσης Δράσης που κλήθηκε να επέμβει το βράδυ της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, για να δικαιολογήσει στο δικαστήριο την άγνοια και την αδιαφορία του για το περιστατικό της φασιστικής επίθεσης. Η κατάθεσή του (72η μέρα, Παρασκευή 8 Ιούλη) ήταν γεμάτη αντιφάσεις. Ο μάρτυρας δε διαφώτισε το δικαστήριο ούτε για το σήμα που έλαβε το περιπολικό του, ούτε για το ποια διαδρομή ακολούθησε προς τον τόπο της δολοφονίας, ούτε για το τι μέτρα πήρε η αστυνομία πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη χρυσαυγίτικη επίθεση. Σε πολλά σημεία είπε ακριβώς τα αντίθετα από όσα είχε καταθέσει παλιότερα.
Όταν του επισημάνθηκαν οι αντιφάσεις, έβαλε μπροστά τη γραμμή «δε θυμάμαι» την οποία τήρησε σε προκλητικό βαθμό μέχρι το τέλος της εξέτασής του. Ενώ ξεκίνησε άνετα πιστεύοντας ότι θα πει όσο πιο ανώδυνα γινόταν μια ιστορία χωρίς απολύτως καμία σημασία, ο μάρτυρας αντιμετώπισε τη σφοδρή κριτική της έδρας και της πολιτικής αγωγής. Από ένα σημείο και μετά ο τόνος της φωνής του είχε αισθητά λιγότερη άνεση.
Για το σήμα και την άφιξή του με το συνοδηγό του (Κοτσοβός, είχε καταθέσει τον περασμένο Νοέμβριο υποφέροντας κι αυτός από αμνησία) στο χώρο της επίθεσης, είπε: «Δε θυμάμαι ακριβώς τι έλεγε το σήμα. Κάτι για φιλάθλους. Δεν άκουσα άλλο. Υπήρχε κόσμος στο δρόμο. Δεν είδα μπροστά μου να γίνεται κάτι».
“Φυλάω την περιουσία του Δημοσίου”
Ερωτηθείς γιατί δεν προσπάθησε να μάθει τι συνέβη, ήταν κάθετος: «είμαι οδηγός και τίποτε άλλο. Ταξιτζής. Δεν κάνω κάτι άλλο, φυλάω την περιουσία του Δημοσίου», άσχετα που σε άλλα σημεία έλεγε ότι είναι αστυνομικός 23 χρόνια με παράσημα. Στην 73η δικάσιμο παραπονέθηκε στην Πρόεδρο για τη λοιδορία που υπέστη τις ενδιάμεσες μέρες για τη λέξη «ταξιτζής».
Στη συνέχεια, όπως είπε, το περιπολικό διατάχθηκε να συνοδεύσει το ασθενοφόρο που μετέφερε τον Παύλο Φύσσα στο Κρατικό Νίκαιας. Και πάλι, ο αστυνομικός κοιτούσε τη δουλειά του, με αποτέλεσμα να γνωρίζει τα ελάχιστα που γνωρίζει για τη δολοφονία (δηλαδή τα ονόματα του δράστη και του θύματος!) μόνο από την τηλεόραση. Τέλος, επέστρεψαν στο σημείο της επίθεσης για προσαγωγές. Ο μάρτυρας σε ακόμα ένα κρούσμα αμνησίας δε θυμόταν ότι το σήμα έλεγε για μαυροντυμένους ροπαλοφόρους. Όταν ρωτήθηκε με τι κριτήριο θα γίνονταν οι προσαγωγές, απάντησε «οτιδήποτε περίεργο, που δεν ταιριάζει με το χώρο τη δεδομένη στιγμή».
Ο μάρτυρας είπε τόσες φορές τις φράσεις «δε θυμάμαι» που η έδρα δεν μπόρεσε να μην τον επιπλήξει γι’ αυτό. Η πρόεδρος του δικαστηρίου είπε: «Έχετε πολύ ασθενή μνήμη. Σε τόσο κόσμο, δεν το χω ξαναδεί αυτό». Η απάντησή του, για 20η φορά μέσα στο ίδιο μισάωρο «δε θυμάμαι», προκάλεσε τα γέλια του κοινού. Η εισαγγελέας είπε επίσης: «δε μας λέτε βέβαια τίποτα, όλα εμείς σας τα λέμε», ενώ στην αρχή, μετά τις πρώτες κραυγαλέες αντιφάσεις, του είχε πει «αν δε θυμάστε, να λέτε ‘δε θυμάμαι’, γιατί τώρα λέτε ψέματα και είστε ύποπτος για ψευδορκία». Απ’ ό,τι φαίνεται το πήρε πολύ τοις μετρητοίς. Η πολιτική αγωγή ανέδειξε το γεγονός ότι ο μάρτυρας θυμόταν μια χαρά ότι το αμέσως προηγούμενο περιστατικό του περιπολικού την ίδια μέρα αφορούσε μετανάστες.
“Δε θυμάμαι”
Στις ελάχιστες ερωτήσεις που δεν απάντησε με «δε θυμάμαι», το τροπάρι κινούταν ανάμεσα σε «δεν ασχολήθηκα», «δε ρώτησα», «δεν ξέρω», «δε με απασχολεί» ή «ό,τι έχω πει στην κατάθεσή μου». Στην αναγνώριση των κατηγορούμενων, ο μάρτυρας κοίταξε για 1 δευτερόλεπτο τους μισούς κατηγορούμενους και για άλλο 1 προς την πολιτική αγωγή (!) και απεφάνθη ότι αναγνωρίζει μόνο το Ρουπακιά.
Νωρίτερα την ίδια μέρα είχε ολοκληρώσει την κατάθεσή του ο Δ. Χατζησταμάτης, ειδικός φρουρός κι αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονικής επίθεσης, ο λεγόμενος “διαμεσολαβητής” ανάμεσα στην παρέα του Φύσσα και τους χρυσαυγίτες (βλέπε προηγούμενο φύλλο της Εργατικής Αλληλεγγύης, Νο 1230). Η υπεράσπιση των χρυσαυγιτών προσπάθησε με μανία να τον βγάλει αναξιόπιστο, επικεντρώνοντας στο κατά πόσον η «διαμεσολάβηση» ήταν βοηθητική ή αρνητική, τι έκταση πήρε στα ΜΜΕ και πώς νιώθει που λέγεται ότι παγίδευσε την παρέα του Φύσσα. Αυτού του τύπου οι ερωτήσεις δεν ήταν παρά μια προσπάθεια εκφοβισμού και ψυχολογικής επίθεσης σε βάρος του, όπως άλλωστε γίνεται και με οποιονδήποτε μάρτυρα ξεσκεπάζει τη Χρυσή Αυγή. Ο μάρτυρας ωστόσο επέμεινε στην περιγραφή του για οργανωμένη χρυσαυγίτικη δολοφονική επίθεση παρουσία αστυνομικών.
...ενώ ο Ρουπακιάς ολοκλήρωνε την επίθεση
O Ηλίας Κοντονικόλας, φίλος του Παύλου Φύσσα και αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας μίλησε στην κατάθεσή του για γρήγορη οργανωμένη επίθεση κάτω από το βλέμμα της αστυνομίας.
Ο μάρτυρας ήταν ο ένας από τους τρεις που παρέμειναν στην οδό Τσαλδάρη στο σημείο της δολοφονίας. Όπως κατέθεσε στο δικαστήριο στις 11 Ιούλη (73η μέρα) η εικόνα του σημείου τη στιγμή της επίθεσης ήταν η εξής: μια ομάδα χρυσαυγιτών που ούρλιαζαν σαν «κτήνη» εμψυχώνοντας το Ρουπακιά ήταν παρατεταγμένη απέναντι, 6-7 άτομα διέσχισαν το δρόμο και επιτέθηκαν στο Φύσσα, το Μελαχροινόπουλο και τον ίδιο και δύο αστυνομικοί βρίσκονταν στη νησίδα ανάμεσα στα δύο πεζοδρόμια χωρίς να κάνουν τίποτα.
Περιγράφει την επίθεση: «Αυτοί [οι 6-7] χτύπησαν με κράνη, μπουνιές και κλωτσιές και τους τρεις μας. Εμένα με χτύπησαν με κράνος στο κεφάλι, έπεσα, χτύπησα στη τζαμαρία. Ο Μελαχροινόπουλος ήρθε να με βοηθήσει και ένας τον κλώτσησε στην πλάτη. Με την άκρη του ματιού μου είδα 3-4 στον Παύλο. Τον είχαν περικυκλώσει και τον χτύπαγαν. Η επίθεση αυτή διάρκεσε πολύ λίγο, 2-3 λεπτά». Κι αυτό γιατί, όπως πολύ χαρακτηριστικά ανέφερε ο μάρτυρας, ήταν η σειρά του Ρουπακιά να «ολοκληρώσει την επίθεση».
“Με 4 βήματα”
Αναφέρει: «το ίδιο αμάξι [που προηγουμένως έστριψε την Κεφαλληνίας] μπαίνει αντίθετα στο ρεύμα. Σταματάει, ανοίγει την πόρτα, ο οδηγός με 4 βήματα έχει φτάσει τον Φύσσα. Οι υπόλοιποι πλέον εμάς μας είχαν αφήσει. Όταν ο οδηγός τον έφτασε, ανοίξανε τον κύκλο. Εκείνη τη στιγμή ολοκλήρωσε τη δράση ο Ρουπακιάς. Από κει που έβλεπα αυτό που έκανε φαινόταν σα γροθιά στο στήθος. Ο Παύλος γύρισε προς το μέρος μας, κοίταξε το τραύμα και είπε ‘με μαχαίρωσε το μουνόπανο’».
Σε όλο αυτό το σκηνικό, δεν είδε τους αστυνομικούς να κάνουν κάτι. Πλησίασαν μόνο αφού η επίθεση είχε ολοκληρωθεί και ο Ρουπακιάς κατευθυνόταν πίσω στο αυτοκίνητο.
Αμέσως μετά την άφιξή του στο Κρατικό όπου του ανακοινώθηκε ο θάνατος του φίλου του, ο μάρτυρας οδηγήθηκε στο ΑΤ Κερατσινίου για να καταθέσει. Η εισαγγελέας επισήμανε κάποιες μικρές διαφορές και ο ίδιος είπε πως ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση (χαρακτήρισε μάλιστα «άδικο» το γεγονός ότι οδηγήθηκε για κατάθεση εκείνη την ώρα). Κυρίως όμως τόνισε, με 4 αστυνομικούς γύρω του, η κατάθεσή του διαμορφωνόταν έτσι ώστε να μένει μεν το νόημα των λόγων του, αλλά «να ακούγονται ‘σωστά’».
Για τους χρυσαυγίτες επισήμανε την ομοιομορφία της εμφάνισης και της δράσης και είπε ότι τους έχει συνδυάσει με τη λέξη εγκληματίες. Ανέφερε δε την πρόσφατη ρατσιστική συγκέντρωσή τους στον Πειραιά ενάντια στους πρόσφυγες.
Η έδρα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων έχει προχωρήσει σε επιτάχυνση της διαδικασίας, αλλά η εγκληματική οργάνωση προσπαθεί και πάλι να υποτιμήσει τη δίκη. Στην 73η μέρα, παρόντες ήταν μόνο 7 από τους 18 κατηγορούμενους του τάγματος εφόδου της Νίκαιας που υποχρεούνται, με απόφαση του δικαστηρίου, σε αυτοπρόσωπη παρουσία, με αποτέλεσμα ο φίλος του Παύλου Φύσσα, Η. Κοντονικόλας, να μην μπορεί να προχωρήσει στην αναγνώρισή τους. Η πρόεδρος ζήτησε να είναι όλοι παρόντες την Πέμπτη 14/7 που θα συνεχίσει την κατάθεσή του. Την ίδια μέρα θα ανακοινωθεί και το πρόγραμμα του Σεπτεμβρίου, ενώ μετά τον Κοντονικόλα καταθέτει η αδερφή του δολοφόνου νεοναζί Ρουπακιά, Χρυσούλα. Συνεχίζουμε να συμμετέχουμε μαζικά στις αντιφασιστικές συγκεντρώσεις στο Εφετείο στις 14, 15, 18, 21 και 25 Ιουλίου, 8.30πμ, καθώς και στο ακροατήριο από τις 9πμ.