Αντιρατσιστικό και αντιφασιστικό κίνημα
Ποτέ ξανά φασισμός: Καμιά ελευθερία για τους εχθρούς της ελευθερίας

«Άρθρο 1: «Οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και παραμένουν ελεύθεροι και έχουν ίσα δικαιώματα.» Το παραπάνω απόσπασμα είναι από την Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη που ψηφίστηκε στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης στις 25 Αυγούστου του 1789 από τη Συντακτική Συνέλευση, όπως μεταφέρεται στο βιβλίο Ιστορίας της 6ης Δημοτικού. 
 
Ήταν καρπός από τους ποταμούς αίματος που χύθηκαν επί αιώνες από την εποχή του Σπάρτακου μέχρι τις αστικές επαναστάσεις, ώστε σήμερα τα Συντάγματα στις περισσότερες χώρες του πλανήτη να περιλαμβάνουν αυτά τα λόγια, ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και έχουν ίσα δικαιώματα και ότι κανένα άτομο δεν μπορεί να ασκήσει εξουσία που δεν απορρέει από το λαό. Αλλά αυτά ήταν λόγια.
 
Στην πράξη, η υπεράσπιση της ελευθερίας της ιδιοκτησίας, γι΄αυτούς που κατείχαν τα μέσα παραγωγής, μετατράπηκε στο Δούρειο Ίππο με τον οποίο η αστική τάξη κατάφερε να επιβληθεί πάνω στις υπόλοιπες τάξεις που συνέχισαν να μην έχουν τίποτα. Νέοι ποταμοί αίματος έχουν χυθεί, από τις ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 1848 μέχρι τις μέρες μας, στους ασταμάτητους αγώνες της εργατικής τάξης να πετύχει τη δική της χειραφέτηση. Η εργατική τάξη ήταν αναγκασμένη να συνεχίσει να παλεύει για αυτά που πάλεψαν οι παππούδες της. Η ελευθερία της περιορίστηκε στην «ελευθερία» να διαλέγει το αφεντικό στο οποίο θα πούλαγε την εργατική της δύναμη. 
 
Ακόμη χειρότερα, σε όλες τις χώρες του πλανήτη όλον αυτόν τον τελευταίο ενάμισι αιώνα οι αστικές τάξεις δεν είχαν κανένα πρόβλημα να επιβάλουν στυγνές δικτατορίες, επικαλούμενες συνήθως το «εθνικό συμφέρον» είτε για να διεξάγουν ένα πόλεμο, είτε για να λύσουν μεταξύ τους ενδοαστικές αντιθέσεις, είτε κυρίως για να τσακίσουν την εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους, όταν ένοιωθαν ότι η οικονομική και πολιτική τους κυριαρχία απειλείται – ενίοτε και για όλους αυτούς τους λόγους μαζί.
 
Η στάση του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στις δικτατορίες ήταν, από την εποχή του Μαρξ κιόλας, απόλυτα ξεκάθαρη. Στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος και μέχρι την ανατροπή του από την εργατική τάξη, οι επαναστάτες στηρίζουν και συμμετέχουν ενεργά σε όλους τους αγώνες που στόχο έχουν να βελτιώσουν τη θέση της εργατικής τάξης.
 
Όπως το καλύτερο μεροκάματο, το δικαίωμα στη δουλειά, οι λιγότερες ώρες εργασίας, βελτιώνουν τους υλικούς όρους για τον κάθε εργάτη ξεχωριστά και την εργατική τάξη σαν σύνολο να συγκρουστεί με τους καπιταλιστές ενώ ταυτόχρονα την κάνουν να συνειδητοποιήσει τη δύναμη που έχει να πετυχαίνει νίκες απέναντι στο κυρίαρχο σύστημα. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, η δράση μέσα σε ένα καθεστώς αστικής δημοκρατίας δίνει τα περιθώρια στην εργατική τάξη και τα πρωτοπόρα της τμήματα να οργανωθούν, να αποκτήσουν πολιτική εμπειρία, να προωθήσουν τις ιδέες τους, χωρίς να έχουν να αντιμετωπίσουν τον άμεσο κίνδυνο του θανάτου, της φυλακής, της εξορίας και όλων των υπόλοιπων μέσων που αδίστακτα έχουν χρησιμοποιήσει στο πέρασμα της Ιστορίας οι άρχουσες τάξεις. 
 
Επανάσταση
Έτσι, το καλοκαίρι του 1917, οι μπολσεβίκοι υπερασπίστηκαν τη δημοκρατία που είχε προκύψει από την επανάσταση του Φλεβάρη του 1917 στη Ρωσία, σώζοντας την επανάσταση και το λαό από τη σφαγή αλλά και δημιουργώντας έτσι τους όρους ώστε λίγους μήνες αργότερα, με την επανάσταση του Οκτώβρη του 1917, η αστική τάξη να χάσει την εξουσία και αυτή να περάσει στα συμβούλια των εργατών, των αγροτών και των φαντάρων, εγκαθιδρύοντας την εργατική δημοκρατία που τόσο γλαφυρά έχει περιγράψει ο Αμερικάνος δημοσιογράφος Τζον Ριντ που βρισκόταν εκεί. 
 
Πολλές φορές δεν χρειάζονται καν τα επαναστατικά κόμματα για να υποδείξουν στην εργατική τάξη ότι πρέπει να συγκρουστεί με ένα πραξικόπημα υποκινούμενο από κάποιο μέρος ή το σύνολο του στρατού και της αστικής τάξης, όπως για παράδειγμα συνέβη με την απόπειρα πραξικοπήματος πριν από λίγες βδομάδες στην Τουρκία.
 
Οι εργάτες της Τουρκίας, παρά τις μικρές ή μεγάλες πολιτικές τους διαφορές, από το HDP το ριζοσπαστικό κόμμα των Κούρδων και της Αριστεράς μέχρι το AKP το κόμμα του Ερντογάν και άλλα κομμάτα, έχοντας βιώσει την πικρή πείρα των προηγούμενων πραξικοπημάτων, βγήκαν μαζικά στους δρόμους και στις γέφυρες του Βοσπόρου και έφραξαν το δρόμο στα τανκς με τα κορμιά τους, αφήνοντας πίσω εκατοντάδες νεκρούς.
 
Με το ίδιο ακριβώς πάθος σε όλους τους τόπους και χρόνους η εργατική τάξη και οι κομμουνιστές διεκδίκησαν την παραδειγματική τιμωρία των επίδοξων πραξικοπηματιών. Αφενός μεν για να αφαιρέσουν τη δυνατότητα στους ίδιους να επαναλάβουν στο μέλλον μια επόμενη απόπειρα, αφετέρου δε για να στείλουν σαφές μήνυμα σε άλλους, επόμενους, που θα προσπαθήσουν να επιχειρήσουν και αυτοί πραξικόπημα (ή να εκμεταλλευτούν πολιτικά την ήττα των πραξικοπηματιών προς όφελός τους όπως ο Ερντογάν) ότι υπάρχει κι άλλος παίκτης στο παιχνίδι, η εργατική τάξη και ο κυρίαρχος λαός.
 
Έτσι, πριν από σαράντα-δύο χρόνια οι δρόμοι της Ελλάδας δονούνταν από το σύνθημα «Δώστε τη Χούντα στο λαό» και «Οι προδότες στο Γουδί». Κάτω από αυτήν την πίεση ο Καραμανλής, που διαπραγματευόταν με τους χουντικούς, αναγκάστηκε να πει το γνωστό «όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια». Και ακόμα και αν το μεγαλύτερο μέρος του μηχανισμού των πραξικοπηματιών δεν τιμωρήθηκε ποτέ για τα φριχτά του εγκλήματα, στην Ελλάδα σε εκείνο το κίνημα οφείλουμε ότι διανύουμε την μακρότερη περίοδο της ιστορίας της, χωρίς απόπειρες πραξικόπηματος.
 
Φασίστες
Αλλά αυτά τα πράγματα δεν κερδίζονται εφάπαξ. Πριν λίγες μέρες ανήμερα της 4ης Αυγούστου, της επετείου του πραξικοπήματος του Μεταξά το 1936, ο ναζί βουλευτής της Χρυσής Αυγής ευχήθηκε «χρόνια πολλά» μέσα στο Κοινοβούλιο, δηλώνοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι στόχος τους είναι η κατάλυση της αστικής δημοκρατίας και ό, τι δικαιώματα αυτή περιλαμβάνει, βάζοντας προφανώς στη θέση του «Αρχηγού» Μεταξά τον «Αρχηγό», «φύρερ»  της Χρυσής Αυγής Μιχαλολιάκο.
 
Η μόνη απάντηση στον Παναγιώταρο και τον κάθε Παναγιώταρο δεν μπορεί παρά να είναι αυτή: Καμιά ελευθερία στους εχθρούς της ελευθερίας. Και αν αυτό ισχύει μια φορά για τους κάθε είδους επίδοξους πραξικοπηματίες ισχύει δέκα φορές για τα φασιστικά κόμματα που ξανακάνουν την εμφάνισή τους στην Ελλάδα και σε όλην την Ευρώπη.
 
Γιατί ο φασισμός δεν είναι απλά ένα καταπιεστικό καθεστώς, ούτε καν μια στυγνή δικτατορία. Όπως έχει, από την δεκαετία του ’30 κιόλας, αναλύσει ο Τρότσκι, ο φασισμός δεν είναι ίδιος με τις άλλες μορφές αστικής αντίδρασης. Είναι ένα αντεπαναστατικό αντιδραστικό κίνημα που ξεκινάει από την τρομοκρατία στους δρόμους με στόχο την ενεργή κινητοποίηση του πιο καθυστερημένου πολιτικά κομματιού της κοινωνίας (των χτυπημένων από την κρίση μικροαστών, των λούμπεν, των ανέργων κλπ) για να αποτελέσει στη συνέχεια το πιο ισχυρό εργαλείο της αστικής τάξης απέναντι στον κίνδυνο να χάσει την εξουσία. 
 
Οι εκατοντάδες δολοφονικές επιθέσεις της Χ.Α ενάντια σε μετανάστες και αριστερούς με κορυφώσεις τη δολοφονία του Σαχζάτ Λουκμάν και του Παύλου Φύσσα τα προηγούμενα χρόνια είναι η ζωντανή απόδειξη ότι οι νεοναζί της Χ.Α δεν είναι κάποιοι γραφικοί που αναπολούν τη χούντα ή απεργάζονται στα μυαλά τους πραξικοπήματα. Είναι αυτοί που προσπαθούν να σπείρουν την τρομοκρατία μέσα στο σήμερα προβαίνοντας σε εγκλήματα ενάντια στους πρόσφυγες, τα σωματεία, την Αριστερά.
 
Ξέρουμε πολύ καλά ότι εκεί που πέτυχε να επικρατήσει ο φασισμός , όπως στη ναζιστική Γερμανία, αυτό που ακολούθησε ήταν η κατάλυση κάθε ελευθερίας έκφρασης, Τύπου, τρόπου ζωής, πολιτικής επιλογής, πολιτιστικής έκφρασης, η συνέχιση της ανισότητας και δίπλα σε αυτήν η επιστροφή της ανθρωπότητας στην απόλυτη βαρβαρότητα, το Ολοκαύτωμα και η εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων για φυλετικούς λόγους. 
 
Τη δεκαετία της μεγαλύτερης οικονομικής ύφεσης το 1930, ο γερμανικός καπιταλισμός έχοντας νοιώσει την απειλή του επαναστατικού κινήματος 1918-23 και ελπίζοντας να ρεφάρει την ήττα που υπέστη στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν δίστασε, στηρίζοντας τον Χίτλερ, να κάψει στην πυρά όλα τα δεδομένα που ανέδειξαν ο διαφωτισμός και οι αστικές επαναστάσεις από την ορθολογική σκέψη μέχρι την ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη. 
 
Σήμερα, δεν έχουμε παρά να αντλήσουμε πολύτιμα διδάγματα από αυτές τις εμπειρίες. Οι όποιες ελευθερίες έχει κατακτήσει το εργατικό κίνημα με τους αγώνες του δεν καλύπτουν και τους φασιστικούς εχθρούς του, είτε πρόκειται για Τούρκους πραξικοπηματίες, είτε για έλληνες φασίστες. Δεν αναγνωρίζουμε «δικαίωμα στο άσυλο» στους μεν ούτε την «ελευθερία του λόγου» στους δε. Κάθε προβολή των δολοφόνων της Χρυσής Αυγής από τα κανάλια στο όνομα της βουλευτικής τους ιδιότητας είναι κατάχρηση και όχι κατοχύρωση ελεύθερης έκφρασης. Οι θεσμοί του αστικού κράτους (ακόμα και κάτω από «αριστερή» διαχείριση) προσφέρουν απλόχερα την προστασία των «δικαιωμάτων» τους στους φασίστες. Η επαναστατική αριστερά έχει κάθε λόγο να αντιπαλεύει τέτοια φαινόμενα.