Νεολαία και Εκπαίδευση
Η συζήτηση για την Παιδεία: Οι ανάγκες των παιδιών πάνω από τα κέρδη

Συζήτηση για την Παιδεία, σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, θα γίνει στη Βουλή την Τετάρτη 28 Σεπτέμβρη. Τη συζήτηση είχε αιτηθεί η Νέα Δημοκρατία αρχές Αυγούστου και τελικά μετά από αναβολές θα γίνει μια μέρα μετά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου για τα προαπαιτούμενα της αξιολόγησης. 
 
Η Νέα Δημοκρατία διαφημίζει εδώ και καιρό το αίτημά της και την πρόκληση της συζήτησης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αφιέρωσε ένα ολόκληρο κομμάτι της ομιλίας του στη ΔΕΘ στις θέσεις της ΝΔ σε σχέση με την Παιδεία και στο τι θα κάνει αν γίνει κυβέρνηση. Ανάμεσα σε άλλα ανέφερε: «η δημόσια παιδεία είναι ο πιο σημαντικός ιμάντας κοινωνικής κινητικότητας. Αυτή πρέπει να δίνει τη δυνατότητα σε ένα φτωχό παιδί από τις δυτικές συνοικίες της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης, να διακριθεί στη ζωή του». Και πιο κάτω πρόσθεσε: «Το δημόσιο σχολείο και το δημόσιο πανεπιστήμιο πρέπει να είναι φυτώρια αριστείας και ευκαιριών και όχι εργαλεία κοινωνικού ισοπεδωτισμού». 
 
Οι αναφορές περί «αριστείας» επανέρχονται, αυτή τη φορά ο Μητσοτάκης φαίνεται να έχει αντιγράψει την Τερέζα Μέι, τη νέα συντηρητική πρωθυπουργό της Βρετανίας. 
 
Η Μέι από τον πρώτο μήνα που ανέλαβε τα καθήκοντά της μετά την παραίτηση του Ντέιβιντ Κάμερον ανακοίνωσε ότι στις προθέσεις της είναι η ίδρυση νέων Grammar Schools, γυμνάσια στα οποία ένας μαθητής περνάει με εξετάσεις στην ηλικία των 11. Η Μέι σερβίρει το παραμύθι ότι με αυτόν τον τρόπο τα «πιο έξυπνα παιδιά» επιλέγονται ανεξάρτητα από την κοινωνική τους τάξη και έτσι μπορούν να προοδεύσουν μέσα σε αυτά τα «άριστα» σχολεία.
 
Από την πρώτη στιγμή της δήλωσής της, ξέσπασαν αντιδράσεις. Αυτή τη στιγμή στη Βρετανία υπάρχουν μόλις 163 τέτοια σχολεία. Η εργατική τάξη θυμάται τι σήμαινε η πλατιά ύπαρξη τέτοιων σχολείων και οι εξετάσεις στην ευαίσθητη ηλικία των 11. Ο Ρομπ που συμμετείχε σε τέτοιες εξετάσεις το 1966 στο Μπρόμλεϊ περιγράφει στο Socialist Worker (αδελφή εφημερίδα της ΕΑ): «Η ατμόσφαιρα σε αυτά τα σχολεία ήταν φριχτή. Το αν θα περνούσες είχε να κάνει με το πόσες θέσεις ήταν διαθέσιμες, ήταν αυθαίρετο. Ήταν ενδιάμεσες εξετάσεις που σήμαινε ότι έπρεπε να τις ξαναδίνεις. Θυμάμαι ότι πήγαινα σε μια μεγάλη αίθουσα με 100-200 παιδιά. Υπήρχαν παιδιά που έκλαιγαν πριν αναποδογυρίσουν τις κόλλες τους». Τα παιδιά που δεν πέρναγαν τις εξετάσεις πήγαιναν σε δευτεροκλασάτα σχολεία. Κρίνονταν «αποτυχημένα» στην ηλικία των 11». 
 
Σε αντίθεση με αυτά που σερβίρουν η Μέι και ο Μητσοτάκης περί «κοινωνικής κινητικότητας», τέτοιες επιλογές με στόχο την «αριστεία» οδηγούν σε περισσότερους ταξικούς φραγμούς. Τα σχέδιά τους δημιουργούν μεγαλύτερα και περισσότερα «κόσκινα» για να μένει η πλειοψηφία, τα παιδιά της εργατικής τάξης και των μεσοστρωμάτων, στην ίδια ταξική θέση. 
 
Συνέχεια
Ο Μητσοτάκης στη ΔΕΘ έκλεισε τις αναφορές του στην Παιδεία λέγοντας πως θα ανατρέψει τις «ιδεοληπτικές μεταρρυθμίσεις» του ΣΥΡΙΖΑ στην Παιδεία. Αυτή η δήλωση γίνεται μόνο και μόνο επειδή η ΝΔ είναι στην αντιπολίτευση. Δυστυχώς, δεν υπάρχει ουσιαστική αντιπαράθεση αφού οι επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ, και στην Παιδεία, αποτελούν συνέχεια των προηγούμενων κυβερνήσεων σε όλα τα επίπεδα. Πρώτα και κύρια, όσον αφορά τη χρηματοδότηση που είναι κολλημένη κάτω από το 3% του ΑΕΠ. 
 
Ενώ αυτή είναι η πραγματικότητα, η τοποθέτηση που επαναλαμβάνεται μονότονα από τα στελέχη της κυβέρνησης είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπερασπίζει τις συνέπειες από την πολιτική των Μνημονίων όπως κάνει η ΝΔ, αλλά «δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο». 
Οι θλιβεροί πανηγυρισμοί τη μέρα του αγιασμού για την «κανονικότητα» στην οποία επέστρεψαν τα σχολεία και η βαθμολόγηση του Φίλη από τον Τσίπρα με…20 είναι στάχτη στα μάτια. 
 
Τα νούμερα δίνουν την πραγματική εικόνα. Οι εκπαιδευτικοί σε δευτεροβάθμια και πρωτοβάθμια εκπαίδευση έχουν μειωθεί κατά 28% από το 2008, από τις 186 χιλιάδες στις 134 χιλιάδες. 
 
Οι προσλήψεις αναπληρωτών δεν είναι «κανονικότητα» αφού μιλάμε για χιλιάδες ανθρώπους που προσλαμβάνονται, διδάσκουν σε διαφορετικά σχολεία της χώρας και στη συνέχεια απολύονται για να ξαναψάξουν τη νέα χρονιά τη θέση τους στους πίνακες. Ακόμα όμως και αν «αποδεχτούμε» αυτή τη μορφή ελαστικής εργασίας, πάλι τα νούμερα δείχνουν την ζοφερή πραγματικότητα. Πέρσι στο τέλος της χρονιάς έλειπαν τρεις χιλιάδες εκπαιδευτικοί. 
 
Ο υπουργός Παιδείας πριν κλείσει η περσινή χρονιά και στις αρχές του καλοκαιριού μιλούσε για την ανάγκη 20 χιλιάδων μόνιμων διορισμών. Όσο μπαίναμε στο καλοκαίρι αυτά ξεχάστηκαν και ακολούθησε το επικοινωνιακό σόου με τις προσλήψεις αναπληρωτών. Ακόμα και σήμερα όμως, μόνο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, οι ελλείψεις φτάνουν τις έξι χιλιάδες, όπως ενημέρωσαν οι αιρετοί των εκπαιδευτικών στη Συνέλευση Προέδρων της ΔΟΕ το Σάββατο 24/9. 
 
Πολλά κενά «εξαφανίστηκαν» με αλχημείες. Κόπηκαν ώρες από τα προγράμματα σε δημοτικό και γυμνάσιο, έγινε 3η(!) ανάθεση μαθημάτων σε εκπαιδευτικούς, καταργήθηκε η 3ωρη μείωση για τους υπεύθυνους των εργαστηρίων Φυσικοχημείας και Πληροφορικής, έκλεισαν ΕΠΑΛ, τμήματα συγχωνεύονται με 27 και 30 μαθητές το ένα, αυξήθηκε το ωράριο των νηπιαγωγών στις 25 ώρες (επίσημα γιατί στην πράξη είναι 30 ώρες), καταργήθηκε ο υπεύθυνος του ολοήμερου. Αυτά τα μέτρα δείχνουν τη συνέχεια με το προηγούμενο μνημονιακό πετσόκομα των Σαμαροβενιζέλων. 
 
Υποδομές
Οι ελλείψεις δεν αφορούν μόνο τους εκπαιδευτικούς, αλλά και την κατάσταση που επικρατεί στα σχολεία όσον αφορά τις υποδομές. Ο χειμώνας δεν έχει μπει ακόμα, αλλά ήδη οι Σύλλογοι Γονέων καταγγέλλουν ότι Σχολικές Επιτροπές στην πλειοψηφία τους είναι καταχρεωμένες. Δεν θα μπορέσουν να αγοράσουν πετρέλαιο, όπως δεν μπορούν αυτή τη στιγμή να καλύψουν την μεταφορά των μαθητών στα σχολεία ή την αγορά ξενόγλωσσων βιβλίων. 
 
Τα σχολεία αναγκάζονται να ψάξουν για χορηγούς, όπως ακριβώς συνέβαινε με τους προηγούμενους δηλαδή. Ή να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη οι γονείς που ήδη το κάνουν ειδικά όσον αφορά τη μεταφορά μαθητών σε απομακρυσμένες περιοχές (μισθωμένα ταξί ή πούλμαν). Τα αρπακτικά των ΜΚΟ παραμονεύουν. Ήδη, επιδιώκουν να αναλάβουν την εκπαίδευση όσων προσφυγόπουλων δεν πάνε σε δημόσια σχολεία, αλλά μένουν έγκλειστα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. 
 
Τα ίδια ισχύουν για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στην ουσία παραμένουν σε ισχύ οι νόμοι Διαμαντοπούλου και Αρβανιτόπουλου. Δύο παραδείγματα είναι χαρακτηριστικά σε σχέση με την κατρακύλα του ΣΥΡΙΖΑ. Με τους αγώνες των φοιτητών, αλλά και μέρους των καθηγητών τα διαβόητα Συμβούλια Διοίκησης έχουν γίνει όργανα-«φαντάσματα». 
 
Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση δεν αποφάσισε ποτέ να τα καταργήσει. Ίσα-ίσα, η αναπληρώτρια υπουργός Σία Αναγνωστοπούλου υπέγραψε την παράταση της θητείας των υπαρχόντων Συμβουλίων μέχρι τις 31/8/2017. Τις τελευταίες μέρες άρχισαν να παραιτούνται μέλη των Συμβουλίων ως πίεση στην κυβέρνηση. Ο Μητσοτάκης σε συνάντηση με τους Προέδρους των Συμβουλίων ΑΕΙ που έγινε σε «άριστο κλίμα», όπως αναφέρουν δημοσιεύματα, τους υποσχέθηκε ότι θα αποκαταστήσει όλες τους τις λειτουργίες, εννοώντας και την προεπιλογή πρυτάνεων και κοσμητόρων που είχε καταργηθεί. 
 
Το δεύτερο παράδειγμα είναι ακόμα πιο χαρακτηριστικό. Κατά τη διάρκεια των μνημονιακών χρόνων, δεν έχει γίνει καμιά πρόσληψη στα Πανεπιστήμια με αποτέλεσμα τμήματα να κλείνουν ή να συρρικνώνονται. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μια ευκαιρία να πάρει ένα μέτρο στην αντίθετη κατεύθυνση, όμως επέλεξε να ανακαλέσει την ψηφισμένη διάταξη που έδινε τη δυνατότητα στα μέλη ΕΔΙΠ και ΕΕΠ (Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού και Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού αντίστοιχα) να εξελιχθούν σε λέκτορες στα πανεπιστήμια. Υποχώρησε κάτω από την αντιδραστική πίεση της ΝΔ, του Ποταμιού και της ξεπουλημένης ηγεσίας της ΠΟΣΔΕΠ. 
Παρά τα πολλά λόγια για «προοδευτικές μεταρρυθμίσεις», ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποδεχτεί τα Μνημόνια και για την Παιδεία. Όπως φαίνεται από τα παραπάνω σε ορισμένες περιπτώσεις προχωρά σε ακόμα χειρότερα μέτρα. Προφανώς, η λύση δεν είναι όσα πρεσβεύει ο Μητσοτάκης με το ακόμα μεγαλύτερο πριόνι στη χρηματοδότηση ή την επέκταση των ταξικών φραγμών στα σχολεία με το μανδύα της «αριστείας». 
 
Οι μόνοι που μπορούν να δώσουν λύση είναι οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και οι μαθητές. Με τους κοινούς τους αγώνες μπορούν να συντρίψουν τα Μνημόνια, για να ανοίξει ο δρόμος για μια Παιδεία για όλους, όπου οι ανάγκες θα μπαίνουν πάνω από τα κέρδη και την αγορά.