Ιστορία
Πριν από 80 χρόνια: Η μάχη της Cable Street

Όταν οι λέξεις φασισμός και 1936 μπαίνουν η μια δίπλα στην άλλη συνήθως ο νους πάει στην Ισπανία. Το σύνθημα «Νο πασαράν!» «δεν θα περάσουν» που ακουγόταν στη Μαδρίτη που απέκρουεε τις επιθέσεις του φασιστικού στρατού του Φράνκο, αντηχούσε και στο Λονδίνο. 

Στις 4 Οκτώβρη εκείνης της χρονιάς, μέρα Κυριακή, η μάχη ενάντια στους φασίστες φούντωσε στις φτωχογειτονιές του ανατολικού Λονδίνου, το Ηστ Εντ. Δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές, σταμάτησαν την πορεία των «μελανοχιτώνων» της Βρετανικής Ένωσης Φασιστών (BUF) που ήθελε να παρελάσει στις γειτονιές τους σκορπώντας τον τρόμο. Η «Μάχη της Κέημπλ Στρητ» (κεντρικός δρόμος της περιοχής) έμεινε στην ιστορία.

Το Ηστ Εντ ήταν από πολύ παλιά προορισμός διαδοχικών κυμάτων μετανάστευσης. Εκεί είχαν βρει καταφύγιο οι Ουγενότοι -Γάλλοι προτεστάντες- υφαντές που είχαν υποστεί διωγμούς στην καθολική Γαλλία των βασιλιάδων. Τον 19ο αιώνα  ήταν η σειρά πρώτα Ιρλανδών μεταναστών και κατόπιν Εβραίων διωγμένων από τη φτώχεια και τις αντισημιτικές διώξεις στην ανατολική Ευρώπη και την Ρωσία των Τσάρων. 

Οι συνθήκες ζωής σε αυτές τις «υποβαθμισμένες γειτονιές» ήταν από δύσκολες μέχρι άθλιες. Οι εφημερίδες της εποχής δεν έχαναν την ευκαιρία να δημοσιεύουν ιστορίες φρίκης για την «ζούγκλα» που επικρατούσε -άλλωστε τα λημέρια του Τζακ του Αντεροβγάλτη ήταν σε αυτές τις γειτονιές.

Φυτώριο

Όμως, το Ηστ Εντ ήταν και φυτώριο ριζοσπαστισμού και ελπίδας. Οι μετανάστες έφερναν μαζί τις παραδόσεις του αγώνα. Από κει ξεκίνησε η μεγάλη απεργία των λιμενεργατών του Λονδίνου το 1889 που η νίκη της ήταν το σύνθημα για ένα μεγάλο κίνημα συνδικαλισμού των μέχρι τότε ανοργάνωτων, «ανειδίκευτων» εργατών και εργατριών. Εκεί ρίζωσαν οι πιο διαφορετικές παραδόσεις του κινήματος της εποχής -από τους αναρχικούς μέχρι τους Ρώσους μαρξιστές, την ριζοσπαστική πτέρυγα των «σουφραζετών» που πάλευαν για το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. 

Για τους φασίστες της BUF το «εβραϊκό» και «κόκκινο» Ηστ Εντ, ήταν ένας προφανής στόχος. Συχνά έκαναν συγκεντρώσεις και παρελάσεις που περνούσαν από αυτές τις γειτονιές φωνάζοντας «Τους Οβριούς, τους Οβριούς πρέπει να ξεφορτωθούμε τους Οβριούς». Αρχηγός αυτής της οργάνωσης ήταν ο σερ Όσβαλντ Μόσλεϊ, την είχε ιδρύσει το 1932 μετά από μια συνάντηση με τον Μουσολίνι. Αριστοκράτης, πολιτικός που είχε περάσει και από τα δυο μεγάλα κόμματα, ο Μόσλεϊ ήταν το «καθώς πρέπει» πρόσωπό της. Στο πρώτο γάμο του έδωσαν το παρών μέλη βασιλικών οικογενειών από όλη την Ευρώπη.  Ήταν βέβαια και φασίστας μέχρι το κόκκαλο. 

Το 1934, η  BUF μετρούσε 50.000 μέλη και είχε την στήριξη τμημάτων της άρχουσας τάξης. Είναι χαρακτηριστικό το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Ντέηλι Μέηλ «Ζήτω οι Μελανοχίτωνες!» Αντιφασιστικές κινητοποιήσεις είχαν τσαλακώσει επανειλημμένα την πολεμική εικόνα των ταγμάτων εφόδου του Μόσλεϊ. Το 1936 η BUF προσπαθούσε να αναζωογονηθεί κάνοντας στροφή από τα «καθώς πρέπει» ακροατήρια στα φτωχά στρώματα που πλήττονταν από την κρίση ιδιαίτερα στο Ηστ Εντ «οι Εβραίοι φταίνε για την ανεργία» ήταν το μήνυμα και η επίδειξη δύναμης στο δρόμο το μέσο να χτίσουν την επιρροή τους. 

Όταν ανακοινώθηκε η πρόθεση του Μόσλεϊ να κάνει την πορεία του μέσα από τους δρόμους του Ηστ Εντ τέθηκε επί τάπητος το ζήτημα ποια θα πρέπει να είναι η απάντηση. Το Εβραϊκό Συμβούλιο της περιοχής καταδίκασε αυτή την αντισημιτική πρόκληση αλλά κάλεσε τον κόσμο να κάτσει σπίτι του. Περιορίστηκε σε μια έκκληση στον υπουργό Εσωτερικών. 

Η ηγεσία του Εργατικού Κόμματος καταδίκαζε τα «δυο άκρα». Ακόμα και το ΚΚ Βρετανίας που πρωταγωνιστούσε στην αντιφασιστική πάλη αρχικά κάλεσε σε μια εκδήλωση αλληλεγγύης στη δημοκρατική Ισπανία, μακριά από το σημείο που θα συγκεντρώνονταν οι φασίστες. 

Όμως, η πίεση του κόσμου από τις γειτονιές του Ηστ Εντ δεν άφησε περιθώρια για επαμφοτερίζουσα στάση. Τοπικά στελέχη του ΚΚ, όπως ο Φιλ Πιράτιν που κάποια χρόνια θα εκλεγόταν και βουλευτής μπήκαν μπροστά στην οργάνωση της ενωμένης, μαζικής και μαχητικής απάντησης στους φασίστες. 

Ήταν όλοι εκεί

Στη «Μάχη της Κέημπλ Στρητ» ήταν όλοι εκεί: κομμουνιστές, σοσιαλδημοκράτες, αναρχικοί, συνδικαλιστές, Εβραίοι και Ιρλανδοί, γυναίκες, άνδρες και παιδιά. Κι ήταν μια πραγματική μάχη. 

Ο Μόσλεϊ σκόπευε να μιλήσει σε 5.000 «επίλεκτους» φασίστες που μετά θα έμπαιναν με τις στολές και τους στρατιωτικούς σχηματισμούς τους στο Ηστ Εντ. Κι όπως συμβαίνει και σήμερα, η αστυνομία ανέλαβε το καθήκον να ανοίξει το δρόμο στους φασίστες – 6.000 μπάτσοι επιστρατεύτηκαν για αυτό τον σκοπό. 

Όμως, από τις πρώτες στιγμές συνάντησαν τη μαζική και πεισματική αντίσταση. Η «Μάχη της Κεημπλ Στρητ» δεν θα είχε λήξει με νίκη για τους αντιφασίστες αν η προετοιμασία της δεν στηριζόταν στη μαζική οργάνωση και κινητοποίηση που κράτησε μέρες. Οι υπολογισμοί διαφέρουν, από 50 χιλιάδες μέχρι και 100 χιλιάδες συγκεντρώθηκαν στις «εισόδους» της περιοχής. 

Ο Τζακ Ντας, μέλος τότε του Κομμουνιστικού Κόμματος περιγράφει σε μια συνέντευξή του το σκηνικό: «Μια τεράστια αδιαπέραστη ανθρώπινη μάζα που ήταν αποφασισμένη να μην επιτρέψει στη BUF να μπει στο Ηστ Εντ. Συγκροτήσαμε τεράστια μπλοκ σε κάθε στροφή και δρόμο κάνοντας αλυσίδες για να τους σταματήσουμε». 

Όπως επεσήμαινε ένας άλλος αγωνιστής σε μια συνέντευξή του: «Αυτό που σου ζητούσαν δεν ήταν να γίνεις πολεμιστής. Ήταν να σχηματίσεις ένα ανθρώπινο τείχος.  Κι όταν η αστυνομία προσπαθούσε να μας διαλύσει δεν υπήρχε πουθενά να τρέξεις». 

Οδηγοί τραμ άφησαν επίτηδες τα οχήματά τους σε στρατηγικά σημεία που έκλειναν τις προσβάσεις στους φασίστες. Ο Τσάρλι Γκούντμαν περιγράφει πως: «Τότε η Κέημπλ Στρητ ήταν κάπως διαφορετική, πολύ πιο στενή. Υπήρχαν επίσης πολλά μικρά υπόστεγα όπου οι ναυτικοί φύλαγαν διάφορα πράγματα, παλιά φορτηγάκια για παράδειγμα. Όταν φτάσαμε εκεί είδαμε ότι οι ναυτικοί είχαν ανοίξει τα υπόστεγα, είχαν βγάλει φορτηγά και τα είχαν αναποδογυρίσει. Όλες οι γυναίκες στέκονταν στα παράθυρα και παρακολουθούσαν τι συνέβαινε.

Όταν η αστυνομία έκανε έφοδο στο οδοφράγματα, οι γυναίκες απλά έριχναν πάνω τους ότι έβρισκαν πρόχειρο και εννοώ τα πάντα» -από το λάδι από τα τηγάνια (μαζί με τα τηγάνια) μέχρι τα δοχεία νυκτός· γεμάτα. Και συνεχίζει τη διήγησή του περιγράφοντας τη σκηνή όπου:

«Οι μπάτσοι έτρεξαν να κρυφτούν σε κάποια από τα υπόστεγα, αφήνοντάς μας άναυδους. Λίγα λεπτά μετά οι γυναίκες κατέβηκαν από τα σπίτια και άρχισαν να βαράνε και να κλωτσάνε τα υπόστεγα. Οι μπάτσοι βγήκαν με τα χέρια ψηλά. Ποιος είχε ξαναδεί κάτι τέτοιο;»

Ο Τσάρλι Γκούντμαν ήταν μόλις 16 χρονών τότε. Οι περιγραφές τον βάζουν να ανεβαίνει σε ένα φανοστάτη όταν σε κάποια φάση της σύγκρουσης οι αλυσίδες άρχισαν να σπάνε, και να φωνάζει: «Μην είστε χέστηδες! Νικάμε! Μπροστά!». Οι μπάτσοι τον συνέλαβαν και υπέστη επανειλημμένους ξυλοδαρμούς στο αστυνομικό τμήμα. Ένα χρόνο μετά βρισκόταν στην Ισπανία, εθελοντής στις Διεθνείς Ταξιαρχίες. 

Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ΜΑΤ με φυσούνες· αυτό το ρόλο τον έπαιζε η έφιππη αστυνομία που τσαλαπατούσε τους διαδηλωτές. Όπως όμως εξηγεί ο Τζακ Ντας: 

«Μετά ήρθαν οι «Κοζάκοι», η έφιππη αστυνομία. Εμείς που συμμετείχαμε στο συνδικαλιστικό κίνημα είχαμε μεγάλη εμπειρία από τέτοιες καταστάσεις… Είχαμε εφοδιαστεί με χιλιάδες μπίλιες στις τσέπες μας και όταν ξεκίνησαν να έρχονται καταπάνω μας τις ρίχναμε κάτω στο δρόμο. Τα άλογα γλιστρούσαν πάνω τους και έπεφταν μαζί με τους αναβάτες τους». 

Νίκη

Η Μάχη κράτησε από το μεσημέρι μέχρι το απόγευμα, όταν η αστυνομία ενημέρωσε τον Μόσλεϊ ότι «δυστυχώς» δεν θα μπορέσουν να συνοδεύσουν τους φασίστες τους με ασφάλεια στο Ηστ Εντ. Ο Μόσλεϊ δεν έφερε αντιρρήσεις -μάλλον σκεφτόταν το ταξίδι που θα έκανε την επόμενη μέρα. Πήγε στο Βερολίνο ως προσκεκλημένος στο γάμο του Γκαίμπελς, του υπουργού προπαγάνδας του Χίτλερ. 

Η «Μάχη της Κέημπλ Στρητ» ήταν μια μεγάλη ήττα για τους φασίστες και ένα σημείο καμπής. Δεν εξαφανίστηκαν ως δια μαγείας. Μάλιστα, το 1938-39 γνώρισαν μια σύντομη αναλαμπή της επιρροής τους με τη δημαγωγία ενάντια στους πρόσφυγες -Εβραίους όχι μουσουλμάνους- που ζητούσαν άσυλο από τις διώξεις των ναζί. 

Όμως, η ορμή τους είχε ανακοπεί. και στους μήνες που ακολούθησαν από τον Οκτώβρη του 1936, όποτε προσπάθησαν να επαναλάβουν τις παρελάσεις τους βρέθηκαν μπροστά σε μαζικές συγκεντρώσεις αντιφασιστών.