Διεθνή
Tσίπρας - Κοτζιάς - Καμμένος ελπίζουν στον... Τραμπ

Σε ναυάγιο οδηγήθηκε, όπως ήταν και το αναμενόμενο, η Διάσκεψη για το Κυπριακό στη Γενεύη. Αναμενόμενο, μιας και σε αντίθεση με τις ειλικρινείς προσπάθειες επαναπροσέγγισης των δύο κοινοτήτων (βλέπε στο άρθρο στην ίδια σελίδα), στη στάση των κυβερνήσεων και των εγγυητριών δυνάμεων, κυρίαρχα ήταν τα αντικρουόμενα συμφέροντα και σκοπιμότητες.

Στην κοινή ανακοίνωση της Διάσκεψης, το μόνο που συμφωνήθηκε ήταν «η δημιουργία μιας ομάδας εργασίας» τεχνοκρατών» που «θα αρχίσει τις εργασίες της στις 18 Ιανουαρίου» και ότι η «διάσκεψη σε πολιτικό επίπεδο θα συνεχιστεί αμέσως μετά». Αλλά και αυτή η προσπάθεια δημιουργίας ενός κλίματος «θετικών εντυπώσεων» δεν κράτησε παρά λίγες ώρες, με δηλώσεις του Ερντογάν και του Κοτζιά να αλληλοκατηγορούνται εκατέρωθεν ότι «το βάζουν στα πόδια». 

Όπως πάντα, τα εγχώρια ΜΜΕ έσπευσαν στο σύνολό τους να καταγγείλουν σαν υπεύθυνη για το ναυάγιο την «τουρκική αδιαλλαξία». Όμως η πρωτοβουλία για αυτήν την εξέλιξη της Διάσκεψης ήταν σαφές ότι ανήκε στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών. Ήδη μια βδομάδα πριν από την εκκίνηση της Διάσκεψης, ο υπουργός Εξωτερικών Κοτζιάς, σε δηλώσεις του, μετά τη συνάντησή του με το γγ του ΟΗΕ για το Κυπριακό είχε προδιαγράψει τις προθέσεις και την ατζέντα του – που σε μεγάλο βαθμό έγιναν και πράξη την περασμένη Πέμπτη - λέγοντας: «Δεν υπάρχει περίπτωση να αποτύχει η διαπραγμάτευση. Αυτό που μπορεί να γίνει είναι να αναβληθεί ή να καθυστερήσει…μπορεί σε κάποιο σημείο να χρειαστεί να σταματήσει και να συνεχίσει αργότερα…» 

Οι εκατέρωθεν δηλώσεις μεταξύ Ερντογάν και Κοτζιά, για το ποιος από τους δύο «το έβαλε στα πόδια», είναι για το θεαθήναι. Κανείς τους δεν το έβαλε στα πόδια. Αντίθετα, και οι δύο εντάσσουν και χρησιμοποιούν το Κυπριακό στα πλαίσια ενός άγριου ανταγωνισμού των δύο αρχουσών τάξεων -μέσα σε ένα περιβάλλον ευρύτερων ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στην περιοχή- για το ποιος θα πετύχει το μεγαλύτερο μερίδιο στο γεωπολιτικοστρατηγικό έλεγχο του Αιγαίου, της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. 

Ας σημειώσουμε εδώ, ότι μόλις τρεις μέρες πριν την έναρξη της Διάσκεψης, ο υφυπουργός Ναυτιλίας της Ελλάδας Σαντορινιός, απέστειλε έγγραφο στη Βουλή ότι «καταβάλλει σοβαρές προσπάθειες για την προοπτική κατοίκησης 28 μικρών νησιών του Αιγαίου, με στόχο τα νησιά αυτά να αποκτήσουν οικονομική δραστηριότητα για εθνικούς κυρίως λόγους» με κονδύλια της ΕΕ. Φρόντισε δηλαδή να θυμίσει ότι η ελληνική διπλωματία θεωρεί όλο το Αιγαίο δική της “αποκλειστική ζώνη” - αυτοί είναι οι “εθνικοί λόγοι” για τους οποίους το υπουργείο προσπαθεί να πείσει ανθρώπους να βόσκουν γίδια πάνω σε βραχονησίδες.

Πίσω από τις «ειρηνευτικές προθέσεις» οι ανταγωνισμοί στo Αιγαίο και στην Κύπρο ανάβουν επικίνδυνα -με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που στον Ειρηνικό Ωκεανό ακατοίκητα βράχια και ατόλες γίνονται πεδίο ενός ακήρυχτου ψυχρού πολέμου ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στην περιοχή.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εξηγείται και η παρελκυστική τακτική του Κοτζιά, που στις 6 Ιανουαρίου είχε συναντηθεί με τον Σύμβουλο Ασφαλείας του νέου προέδρου των ΗΠΑ Τραμπ, Μ. Φλιν στη Νέα Υόρκη. Το πόστο που παίρνει ο κύριος Φλιν είναι αυτό που κατείχε η Κοντολίζα Ράις τον καιρό του Μπους και ο Ζμπίγκιου Μπρεζίνσκι παλιότερα. Οι αρχιτέκτονες των αμερικάνικων πολέμων δηλαδή. Σύμφωνα με την Καθημερινή, ο «κ. Κοτζιάς εισέπραξε μια διάθεση εμβάθυνσης της εμπλοκής των ΗΠΑ στο γεωπολιτικό παίγνιο της Ανατολικής Μεσογείου… Ο κ. Φλιν έδειξε ενδιαφέρον για το σχήμα τριμερών και τετραμερών συνεργασιών με Ισραήλ, Κύπρο και Αίγυπτο αλλά και τον Οργανισμό που φιλοδοξεί να δημιουργήσει στην Ανατολική Μεσόγειο ο κ Κοτζιάς σαν έναν ΟΑΣΕ της περιοχής…» Ενώ από τις συναντήσεις, συμπληρώνουν οι πηγές της εφημερίδας, «προέκυψε αβίαστα το συμπέρασμα του αυξημένου ενδιαφέροντος που αναμένεται να αποδώσουν οι ΗΠΑ του Τραμπ στην Αίγυπτο, ως πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή».

Η “ειρηνευτική επίλυση” για το Κυπριακό μπορεί να περιμένει την αναβάθμισης της ελληνικής θέσης, μέσα από τη συνεργασία της Ελλάδας με τον δικτάτορα Σίσι της Αιγύπτου και το κράτος δολοφόνο του Ισραήλ, στα πλαίσια της νέας διακυβέρνησης Τραμπ – αυτή είναι η πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Και ενώ, όπως διαβάσαμε χαρακτηριστικά στην Αυγή (10/1 Γ.Κακόπουλος) οι «διμερείς σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ βρίσκονται στο ναδίρ». 

Σε τι μεταφράζεται αυτό στην πράξη; Στο ίδιο άρθρο της Καθημερινής διαβάζουμε: «Η εγκατάσταση του κ. Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου δημιουργεί στην Αθήνα προσδοκίες για βελτίωση των συνθηκών στο Κυπριακό. Κάποιοι στην ελληνική πλευρά θεωρούν ότι η διοίκηση του State Department προωθούσε ένα ταχύ σχεδιασμό, ο οποίος εν κατακλείδι δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες της Αθήνας και της Λευκωσίας για το είδος της επίλυσης του Κυπριακού. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αφορά τις βάσεις που προτεινόταν να δημιουργηθούν στο νησί, ιδέα αμερικάνικης πατρότητας, την οποία ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Αναστασιάδης πληροφορήθηκε σε όλη την έκτασή της στη γενική συνέλευση του ΟΗΕ τον περασμένο Σεπτέμβριο...»

Διασκέψεις, σχέδια ειρήνης, χάρτες, εγγυήσεις – α, και μια μικρή λεπτομέρεια, για την οποία ουδείς «θυμήθηκε να ενημερώσει», από το Σεπτέμβρη: οι ΗΠΑ και η Ελλάδα συζητούν βάσεις δίπλα στις βρετανικές στην Κύπρο απέναντι από τις ρώσικες στη Συρία! Με τέτοιες προθέσεις από όλες τις πλευρές, δεν είναι να απορεί κανείς που αποτυχαίνουν οι συνομιλίες.

Και να το ξαναπούμε, να το εμπεδώσουμε για το πού φτάνει η κατρακύλα Τσίπρα-Καμμένου-Κοτζιά: «η εγκατάσταση του Τραμπ στο Λευκό Οίκο δημιουργεί στην Αθήνα προσδοκίες για βελτίωση των συνθηκών στο Κυπριακό…»