Αναδεικνύει ότι η καταπίεση των γυναικών είναι κομμάτι της προσπάθειας των αφεντικών να φορτώσουν την κρίση και την αποτυχία του συστήματός τους στις πλάτες των εργαζόμενων, με τις γυναίκες να είναι πρώτες στον κατάλογό τους. Και ότι η αντίσταση στο χτύπημα των κατακτήσεων των γυναικών δεν αφορά μόνο τις ίδιες αλλά την εργατική τάξη συνολικά. Ο εορτασμός της 8 Μάρτη μπορεί να αποκτήσει το πραγματικό της περιεχόμενο, αυτό για το οποίο καθιερώθηκε ένα αιώνα πριν. Σαν ημέρα αγώνα, δράσης και απεργίας ενάντια στη γυναικεία καταπίεση, σαν ημέρα αφιερωμένη σε όλες τις γυναίκες εργάτριες που έκαναν την πάλη για την απελευθέρωσή τους υπόθεση όλου του εργατικού κινήματος, δεμένη άρρηκτα με την πάλη για μια κοινωνία χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση.
Η αυγή του 20ου αιώνα σήμανε και την αυγή του γυναικείου κινήματος σε όλες τις χώρες του αναπτυσσόμενου καπιταλισμού. Τον τόνο έδινε το γυναικείο προλεταριάτο της Αμερικής με τις μεγάλες απεργίες που διεκδικούσαν ανθρώπινα ωράρια και μισθούς. Η 8 Μάρτη 1908 ήταν η ημερομηνία που 20 χιλιάδες εργάτριες από τις κλωστοϋφαντουργίες της Νέας Υόρκης κατέβηκαν σε μαζική απεργία και ανάγκασαν τους εργοδότες να δεχτούν το συνδικαλισμό. Ηταν από τις πρώτες απεργίες γυναικών που έγιναν παγκόσμια γνωστές και έγινε σύμβολο της πάλης για ισότητα στην εργασία και στα δικαιώματα. Με αφορμή αυτή την απεργία καθιερώθηκε δύο χρόνια αργότερα η 8 Μάρτη σαν η Διεθνής Ημέρα Γυναικών.
Παρότι η πιο γνωστή, δεν ήταν η μόνη απεργία γυναικών. Διεθνώς οι γυναίκες έκαναν εκείνα τα χρόνια τα πρώτα βήματα οργάνωσης. Στην Ελλάδα το ίδιο. Η Ίρις Καλκάνη στο βιβλίο της με τίτλο «Εκείνο το πρωί» περιγράφει την απεργία των εργατριών στην Κλωστοϋφαντουργία του Ρετσίνα στον Πειραιά το 1892: «Οι υφάντριες αμύνθηκαν αυθόρμητα και ανοργάνωτα στην προσπάθεια του εργοδότη τους να τους μειώσει κατά 20% περίπου το ποσό της μικρής τους αμοιβής που ακόμα και ολόκληρη δεν επαρκούσε για την συντήρησή τους. Αποτελεί όμως η απεργία τους ορόσημο στην ιστορία του εργατικού κινήματος της χώρας, όχι μόνο γιατί είναι η πρώτη μαζική κινητοποίηση εργατριών, αλλά και γιατί η τόλμη και ο δυναμισμός των υφαντριών που απεργήσανε έδωσε νέα ώθηση στους αγώνες της εργατικής τάξης του τέλους του περασμένου (19ου) αιώνα».
Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1871, οι γυναίκες του Παρισιού είχαν πρωταγωνιστήσει στην πρώτη εργατική επανάσταση που κατάφερε να νικήσει και να εγκαθιδρύσει την πρώτη εργατική κυβέρνηση της ιστορίας, την Παρισινή Κομμούνα. Για μόλις 70 ημέρες μπόρεσε η Κομμούνα να κρατήσει την εξουσία πριν η άρχουσα τάξη την πνίξει στο αίμα, όμως οι χιλιάδες γυναίκες του Παρισιού που έδωσαν τη ζωή τους μαζί με τους άντρες εργάτες για τη νίκη της επανάστασης είχαν ανοίξει το δρόμο για τα κινήματα που θα ακολουθούσαν.
Οδοφράγματα
Η Λουίζ Μισέλ, σύμβολο εκείνης της πρώτης μεγάλης μάχης για την απελευθέρωση των γυναικών και όλης της κοινωνίας έγραφε τότε, «Εμείς οι γυναίκες του Παρισιού, θα δείξουμε στην Γαλλία και στον υπόλοιπο κόσμο, ότι αυτή την στιγμή του υψίστου κινδύνου, την ώρα που η αντίδραση παραβιάζει τις πύλες, καταλαβαίνουνε πως τα αδέλφια μας δίνουν το αίμα και τη ζωή τους στα οδοφράγματα και τα τείχη του Παρισιού, για την υπεράσπιση της Kομμούνας, για την υπεράσπιση του λαού δηλαδή...»
Η δικαίωση αυτών των γραμμών ήρθε πιο κοντά με τη Ρώσικη Επανάσταση του 1917. Η πάλη για τη γυναικεία απελευθέρωση έφτασε τότε στο ανώτερό της σημείο συνδέοντας την πορεία της με την ανατροπή του καπιταλισμού. Οι εργάτριες της Ρωσίας διαδηλώνοντας μαζικά το Φλεβάρη του 1917 ενάντια στον πόλεμο, την πείνα και τη φτώχεια έγιναν ο πυροδότης της μεγαλύτερης επανάστασης στην ιστορία της ανθρωπότητας, της επανάστασης που έφτασε στη νίκη τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου.
Μέσα σε έξι βδομάδες από τον Οκτώβρη, το νέο εργατικό κράτος πήρε μέτρα για τις γυναίκες που δεν υπήρχαν πουθενά αλλού στον κόσμο. Κάθε έγκυος γυναίκα δικαιούνταν άδειες μητρότητας και θηλασμού δύο μήνες πριν και δύο μήνες μετά τη γέννα, με πλήρεις αποδοχές. Απαγορεύτηκε η νυχτερινή εργασία των γυναικών και η απασχόλησή τους σε βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα. Ο πολιτικός γάμος αντικατάστησε τον θρησκευτικό. Καταργήθηκε η διάκριση ανάμεσα σε «εξώγαμα» και «νόμιμα» τέκνα. Το διαζύγιο έβγαινε κοινή συναινέσει και με γρήγορες διαδικασίες. Η αντισύλληψη ήταν δωρεάν, η έκτρωση ελεύθερη με το σχετικό διάταγμα να αναφέρει ότι «...τέτοιες επεμβάσεις θα γίνονται ελεύθερα και χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση στα σοβιετικά νοσοκομεία, όπου υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια και οι συνθήκες μειώνουν τον κίνδυνο των επιπλοκών από μία τέτοια επέμβαση». Η μοιχεία, η ομοφυλοφιλία και η σεξουαλική σχέση ανάμεσα σε συγγενικά πρόσωπα έπαψαν να θεωρούνται ποινικά αδικήματα.
Επιπλέον, το κράτος ανέλαβε τα καθημερινά καθήκοντα της γυναίκας που μέχρι πριν καλύπτονταν με την απλήρωτη εργασία της μέσα στο σπίτι. Φτιάχτηκαν κοινοτικά πλυντήρια, κοινοτικά εστιατόρια, 24ωροι παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί, νηπιαγωγεία και σχολεία, κέντρα άμεσης βοήθειας σε κάθε γειτονιά. Ανάμεσα το 1919 και στο 1920 το 90% του πληθυσμού της Πετρούπολης έτρωγε σε κοινοτικά εστιατόρια και το 40% ζούσε σε κοινοτικά σπίτια.
Σεξισμός
Αυτή η αλλαγή είχε τεράστια επίδραση ακόμα και στις σχέσεις των δύο φύλων, που ξέφυγαν από τα όρια της οικονομικής εξάρτησης και μπήκαν οι βάσεις για να διαμορφωθούν στη βάση της συντροφικότητας και της αμοιβαίας έλξης. Από το 1917 ως το 1920, μέσα στα πρώτα χρόνια της επανάστασης, οι γυναίκες απόκτησαν όλα τα κοινωνικά, νομικά, πολιτικά δικαιώματα που είχαν στερηθεί μέχρι τότε.
Τίποτα από αυτά δεν έγινε τυχαία. Ολα τα προηγούμενα χρόνια, οι Μπολσεβίκοι, το κόμμα του Λένιν και του Τρότσκι, έδιναν τη μάχη και της οργάνωσης των γυναικών στα συνδικάτα και της ιδεολογικής κόντρας με τις ιδέες του σεξισμού. Και όχι μόνο. Εδιναν τη μάχη να οργανώσουν τις εργάτριες κόντρα στις αστές φεμινίστριες που υποστήριζαν ότι οι γυναίκες χρειάζεται να παλέψουν για προσωπική απελευθέρωση κόντρα στους άνδρες, εξηγώντας ότι οι γυναίκες σαν οργανικό κομμάτι της εργατικής τάξης χρειάζεται να παλέψουν μαζί με την υπόλοιπη εργατική τάξη για τη νίκη της εργατικής επανάστασης και το χτίσιμο της σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Ο Τρότσκι στο βιβλίο του «Γυναίκες και Οικογένεια», περιγράφει τον Οκτώβρη σαν «την επανάσταση που έκανε μια ηρωική προσπάθεια να διαλύσει την λεγόμενη οικογενειακή εστία - αυτόν τον απαρχαιωμένο, σκουριασμένο και αποστεωμένο θεσμό, στον οποίο η γυναίκα της εργατικής τάξης κάνει την πιο μονότονη εργασία από τα νιάτα της μέχρι τον θάνατο της. Το πέρασμα όλων των λειτουργιών που γίνονται μέσα στην οικογένεια, σε θεσμούς που δημιουργούνται από την σοσιαλιστική κοινωνία, που μπορούν να ενώσουν όλες τις γενιές με βάση την αλληλεγγύη και την αμοιβαία βοήθεια, έχει σαν αποτέλεσμα να εξασφαλίσει στην γυναίκα και στο ίδιο το ζευγάρι μια πραγματική απελευθέρωση απο τα δεσμά πολλών χιλιετηρίδων».
Τις ίδιες μάχες, την ίδια περίοδο, έδινε το γυναικείο κίνημα στη Γερμανία. Η Κλάρα Τσέτκιν ήταν το πρόσωπο που είχε ταυτίσει το όνομά της με την ταυτόχρονη πάλη ενάντια στην κυρίαρχη τάξη και τις ιδέες της αλλά και ενάντια στο ρεύμα των αστών φεμινιστριών που έβλεπαν σαν εχθρούς τους άντρες. «Η πάλη για την απελευθέρωση των εργαζόμενων γυναικών δεν μπορεί να είναι -όπως είναι για τις γυναίκες της αστικής τάξης -μία πάλη ενάντια στους άντρες εργαζόμενους», έλεγε η Τσέτκιν. «Ο τελικός στόχος της πάλης της δεν είναι να ανταγωνιστεί τους άντρες αλλά να αναδείξει τον πολιτικό ρόλο της εργατικής τάξης. Χέρι χέρι με τους άντρες της τάξης της, η γυναίκα της εργατικής τάξης παλεύει ενάντια στην καπιταλιστική κοινωνία».
Το 1907 η Τσέτκιν πήρε την πρωτοβουλία να συγκαλέσει το πρώτο διεθνές συνέδριο σοσιαλιστριών στην Στουτγκάρδη, όπου συμμετείχαν 59 γυναίκες από 15 χώρες. Αποφασίστηκε να ιδρυθεί μία διεθνής οργάνωση σοσιαλιστριών. Το 1910 έγινε το δεύτερο διεθνές συνέδριο στην Κοπεγχάγη. Εκεί η Τσέτκιν πρότεινε την υιοθέτηση της 8ης Μάρτη ως Διεθνούς Ημέρας της Γυναίκας.
Η ήττα της Γερμανικής Επανάστασης και η επικράτηση του σταλινισμού στη Ρωσία σήμανε οπισθοχώρηση και στις κατακτήσεις των γυναικών. Στη Γερμανία η κυρίαρχη τάξη εξαπέλυσε σκληρή επίθεση στις γυναίκες μέσω των απολύσεων, στρώνοντας έτσι το δρόμο για την άνοδο του ναζισμού και την επιστροφή της γυναίκας στα τρία «Κ», σύμφωνα με τη γερμανική γλώσσα, «παιδιά, κουζίνα, εκκλησία». Στη Ρωσία, όλα τα μέτρα υπέρ των γυναικών σταδιακά καταργήθηκαν. Αυτές οι αρνητικές εξελίξεις καθόρισαν το γυναικείο κίνημα για πολλά χρόνια μετά. Χρειάστηκε να έρθει ο Μάης του ´68 και η άνοδος των κινημάτων τη δεκαετία του ´70 για να ζωντανέψει ξανά η πάλη για την απελευθέρωση και να μπουν στην ημερήσια διάταξη τα αιτήματα των γυναικών.