Οικονομία και Πολιτική
Oι τραπεζίτες παίζουν πόκερ στις πλάτες όλων μας: Marfin + Πειραιώς = PokerBank?

Με τα μαχαίρια στα χέρια εγκαινιάζουν οι τραπεζίτες το νέο γύρο των εξαγορών στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Αλλά ακόμα και οι ίδιοι οι εμπλεκόμενοι ομολογούν ότι πρόκειται για ένα ακόμα παιχνίδι χρηματιστηριακής κερδοσκοπίας που κορυφώνεται.

Το στόρι δεν είναι καινούργιο. Θυμίζει τη φούσκα των εξαγορών 1995-2000 διεθνώς, που οδήγησε στο κραχ των χρηματιστηρίων: Όταν διαπιστώθηκε ότι η πραγματική οικονομία δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες των κερδοφοριών, οδηγώντας στη μεγαλύτερη ύφεση από τη δεκαετία του ’30 με εκατοντάδες χιλιάδες απολύσεις παγκοσμίως ως «φάρμακο» για την… ανάκαμψη.

Τότε τη θέση των μαχαιριών είχαν οι σαμπάνιες. Για να ακολουθήσει το πιο εκκωφαντικό σπάσιμο της φούσκας στην ιστορία της χρηματιστηριακής αγοράς στην Ελλάδα, που γέμισε τα ταμεία των εταιρειών «με τα λεφτά των άλλων» (σύμφωνα με την ομώνυμη ταινία με τον Ντάνι Ντεβίτο για τη Wall Street).

Οι τράπεζες είναι μηχανές παραγωγής κερδών. Η δράση τους σε Ελλάδα και Βαλκάνια έχει διογκώσει την πίτα της κερδοφορίας τους, με αποτέλεσμα κυβέρνηση και χρηματιστήριο να έχουν στηρίξει μεγάλο μέρος των προσδοκιών τους σ’ αυτές.
Γι’ αυτό και η επιμονή για διάλυση του ασφαλιστικού και συμπίεσης του εργασιακού κόστους προς όφελος της καθαρής κερδοφορίας, ήταν η μόνιμη επωδός των απολογητών της αγοράς στις πρόσφατες απεργιακές κινητοποιήσεις του κλάδου.
Μόνο το 2006 τα κέρδη της Εθνικής Τράπεζας υπολογίζονται να φτάσουν το 1 δισ. ευρώ, με τη στήριξη των κερδών της τουρκικής Finansbank που εξαγόρασε. Τα κέρδη της Eurobank υπολογίζεται να φτάσουν τα 700 εκατ. ευρώ, της Alpha Bank τα 660 εκατ. ευρώ, της Πειραιώς 400 εκατ. ευρώ και της Εμπορικής τα 165 εκατ. ευρώ.

Μια τέτοια πίτα φέρνει καυγάδες. O θόρυβος που έχει ξεσπάσει από τις κόντρες του νέου «παίχτη» της αγοράς Marfin Popular Bank του Ανδρέα Βγενόπουλου με την Τράπεζα Πειραιώς του Μιχάλη Σάλλα, θυμίζει την κερδοσκοπική φρενίτιδα η οποία είχε ξεσπάσει το 1999 στο χρηματιστήριο… με τους Λαναράδες.

Σημειώνεται ότι εν μέσω του τραπεζικού θρίλερ, την περασμένη Δευτέρα εξανεμίστηκαν 525 εκατ. ευρώ από την αξία των μετοχών της Marfin μέσα σε μια ημέρα!

Η Marfin (με έδρα την Κύπρο) αφού συγχωνεύτηκε με την Εγνατία Τράπεζα και την Ελληνική Τράπεζα (από την Κύπρο), χωρίς να ξοδέψει φράγκο, δημιουργεί μια τραπεζική φούσκα, με βασικότερους μετόχους τη Dubai Investments (τα πετροδολάρια των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων) και τις επενδυτικές τράπεζες Morgan Stanley και UBS.

Αξιοποιώντας τις πολύπλοκες και δυσνόητες χρηματιστηριακές χρηματοοικονομικές μεθόδους, που δίνουν τη δυνατότητα να γίνουν εξαγορές όχι με μετρητά αλλά με ανταλλαγή μετοχών (χρησιμοποιούνται ως νόμισμα), η Marfin προσπαθεί να δημιουργήσει μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ελλάδας και να μπει σφήνα στα ρουθούνια των παλιών τραπεζικών «τζακιών».

Ενδεικτικό είναι ότι μετά τις ανταλλαγές μετοχών, η συνολική αξία των τριών ενοποιημένων τραπεζών (Marfin-Ελληνική-Εγνατία) αυξήθηκε περίπου κατά 1 δισ. ευρώ, χωρίς να βάλει κάποιος ούτε ένα ευρώ.

Το κόλπο ήταν απλό κι έχει ξαναγίνει. Οι αξίες των μετοχών που ανταλλάχτηκαν αποτιμήθηκαν υψηλότερα από την τιμή τους στο χρηματιστήριο.

Στην ουσία το κλειδί που άνοιξε την πόρτα των επεκτατικών σχεδίων και ενίσχυσε την Marfin κρύβεται στην κερδοσκοπία με τις μετοχές στη Σοφοκλέους, όπως έκανε και ο Λαναράς το 1999.

Τότε ο Λαναράς ήταν αποδεκτός και μάλιστα χαρακτηρίζονταν ως «χρηματοοικονομικό φαινόμενο» αφού δεν πείραζε ούτε ενοχλούσε τα παλιά «τζάκια» στον κλάδου του: Μια και η Οικογένεια Λαναρά ήταν το μοναδικό «τζάκι» στην κλωστοϋφαντουργία.
Τώρα στο τραπεζικό πεδίο, όμως, η σύγκρουση είναι ανοιχτή. «Κανένας από αυτούς που ελέγχουν το τραπεζικό σύστημα από το 19ο αιώνα δεν βλέπει με καλό μάτι το «νέο παιδί» που φέρνει στην Ελλάδα τον… αέρα της Wall Street», σχολίαζε χαρακτηριστικά ένας χρηματιστής.

«Τα μεγαλύτερα ελληνικά και κυπριακά τζάκια που ελέγχουν διυλιστήρια, τσιμεντοβιομηχανίες, βιομηχανίες, σούπερμαρκετ, εφοπλιστικές και αεροπορικές εταιρείες, κατασκευαστικές εταιρείες και ξενοδοχεία εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα στις εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο», γράφει η Ελευθεροτυπία (2/7/2006)

Μεταξύ αυτών είναι οι οικογένειες, Βαρδινογιάννη, Λάτση, Κωστόπουλου, Μαρινόπουλου, Κανελλόπουλου, Αγγελόπουλου, Δασκαλαντωνάκη, Δαυίδ, Ιωάννου, Κοντομηνά και Εφραίμογλου, που δεν παραιτούνται από την προάσπιση των συμφερόντων τους.
Αυτή η διαμάχη δείχνει ότι ο νέος κύκλος τραπεζικών εξαγορών δεν θα είναι τόσο ομαλός όσο ο προηγούμενος, καθώς ανοίγει τον Ασκό της αντιπαράθεσης και στους κόλπους του κυβερνητικού επιτελείου. Όπως έγινε με τη κόντρα Σουφλιά-Λιάπη-Αλογοσκούφη για την ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ.

Άλλωστε, όπως φάνηκε και το 2000 η μάχη των εξαγορών κορυφώνεται εκεί που κορυφώνεται η χρηματιστηριακή κερδοσκοπία. Και οι τράπεζες αποτελούν κυρίαρχο μοχλό της «Οικονομίας της Φούσκας», που υπερασπίζονται οι θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού.
Οι καυγάδες τους, ωστόσο, αποκαλύπτουν τον βρόμικο πόλεμο που παίζεται. Και στις ρωγμές που ανοίγουν προσφέρουν άφθονα επιχειρήματα στις μάχες που έχουμε να δώσουμε ενάντια στον παραλογισμό της αγοράς και της λιτότητας.

Ακόμα κι αν οι εξελίξεις μετατρέψουν τις τραπεζικές διαμάχες σε… λυκοφιλίες, για τη δημιουργία «εθνικών πρωταθλητών».  

Κώστας Σαρρής