Στις 18 Μάρτη διαδηλώνουμε ενάντια στο ρατσισμό και τους φασίστες. Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο δίνουν την ίδια μάχη. Η εκλογή του Τραμπ στις ΗΠΑ και η απειλή που ενσαρκώνουν φασιστικά κόμματα όπως της Λεπέν στη Γαλλία, σημαίνουν συναγερμό. Ένα νέο κίνημα γεννιέται. Στην καρδιά του έχει την οργή ενάντια στο ρατσισμό, τα στρατόπεδα, τους φράχτες, όλες τις πολιτικές που φουσκώνουν τα πανιά της ακροδεξιάς. Το σύνθημα Σύνορα Ανοιχτά για την προσφυγιά, δίνει πολιτική αιχμή σε αυτή τη διάθεση.
Όμως, δεν πρόκειται για ένα σύνθημα συγκυριακό. Έχει τις ρίζες του σε μια επαναστατική παράδοση που έβαζε πάντα στο κέντρο της την ενότητα της εργατικής τάξης κόντρα στους διαχωρισμούς που προσπαθούν να της επιβάλλουν οι καπιταλιστές και τα κράτη τους για να την κρατάνε αδύναμη.
Οι φραγμοί στο δικαίωμα της ελεύθερης μετακίνησης των εργατών, τα κλειστά σύνορα με τις ρατσιστικές εκστρατείες που τα συνοδεύουν ήταν ένα τέτοιο μέσο ήδη απ’ τα τέλη του 19ου αιώνα. Κι η στάση απέναντί τους ήταν το τεστ που έκρινε που το «πάνε» δυνάμεις στο εργατικό κίνημα και την Αριστερά της εποχής.
Αντιπαράθεση
Εκατόν δέκα χρόνια πριν, τον Αύγουστο του 1907 το Παγκόσμιο Σοσιαλιστικό Συνέδριο στη Στουτγάρδη της Γερμανίας, έγινε για πρώτη φορά το πεδίο αυτής της αντιπαράθεσης. Η ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ, που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται με ταχύτητα, κατέθεσε στο συνέδριο ένα σχέδιο απόφασης υπέρ του περιορισμού της μετανάστευσης. Το κείμενο καταδίκαζε: «την σκόπιμη εισαγωγή φτηνής ξένης εργατικής δύναμης, με σκοπό την καταστροφή των εργατικών οργανώσεων το χαμήλωμα του βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης και την ανάσχεση της τελικής πραγματοποίησης του σοσιαλισμού».
Με άλλα λόγια, το σκεπτικό δεν διέφερε απ’ τις απόψεις που ακούμε και σήμερα, ότι η μετανάστευση είναι «κόλπο» των καπιταλιστών για να κατεβάσουν τους μισθούς. Στην πραγματικότητα, η ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος είχε συμβιβαστεί με τον αμερικάνικο καπιταλισμό, απέρριπτε τις μαχητικές απεργίες και συντασσόταν με τις ρατσιστικές εκστρατείες ενάντια στην «Κίτρινη Απειλή» δηλαδή τους εργάτες που έρχονταν από την Κίνα και την Ιαπωνία να δουλέψουν στις ΗΠΑ. Το 1882 το Κογκρέσο είχε ψηφίσει το ρατσιστικό νόμο Chinese Restriction Act που συνέχισε να ισχύει μέχρι τη δεκαετία του ’60. Το 1908 ένας παρόμοιος νόμος στρεφόταν ενάντια στους Ιάπωνες εργάτες.
Στην πρώτη γραμμή της πάλης ενάντια σε αυτές τις απόψεις βρέθηκε η επαναστατική πτέρυγα της Αριστεράς. Ο Λένιν, που συμμετείχε στην ρωσική αντιπροσωπεία στο συνέδριο, έγραφε σε ένα άρθρο απολογισμού:
«Σε συνέχεια, πάνω στο ζήτημα του εκπατρισμού και της μετανάστευσης, στην επιτροπή του συνεδρίου της Στουτγάρδης εκδηλώθηκε πολύ καθαρά η διαφωνία ανάμεσα στους οπορτουνιστές και στους επαναστάτες. …Το συνέδριο απόκρουσε όλες τις απόπειρες πού έγιναν μ' αυτό το πνεύμα. Ακόμη και στην επιτροπή οι ψήφοι υπέρ του περιορισμού της ελευθερίας της μετανάστευσης έμειναν μετρημένες στα δάχτυλα και η απόφαση του διεθνούς συνεδρίου είναι διαποτισμένη με πνεύμα που παραδέχεται ότι χρειάζεται εδώ η αλληλέγγυα ταξική πάλη των εργατών όλων των χωρών».
Αυτοί που φέρνουν την αστική πολιτική στο εργατικό κίνημα, οι «οπορτουνιστές», είναι υπέρ των φραγμών στη μετανάστευση. Εμείς που παλεύουμε για να ενωθεί η εργατική τάξη και να παλέψει ενάντια στον καπιταλισμό, αντιμετωπίζουμε τους μετανάστες σαν ταξικά μας αδέλφια. Κι όχι μόνο αυτό: έχουμε εμπιστοσύνη ότι θα οργανωθούμε και θα παλέψουμε μαζί, για καλύτερα μεροκάματα, συνθήκες, δικαιώματα για όλους. Γι’ αυτό είμαστε ενάντια σε κάθε περιορισμό. Αυτή ήταν η ουσία της τοποθέτησης του Λένιν.
Ένας άλλος επαναστάτης, ο Καρλ Λήμπνεχκτ, εξηγούσε στην ομιλία του στο συνέδριο του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος αργότερα την ίδια χρονιά, ότι το συνέδριο απέρριψε και τροπολογία που ζητούσε οι όποιες απελάσεις μεταναστών να γίνονται «με σεβασμό στα δικαιώματα που εξασφάλιζε ο νόμος». Η απόφαση του συνεδρίου της Στουτγάρδης «αρνείται συνολικά το δικαίωμα του κράτους να απελαύνει ανθρώπους. Κάτω η δαμόκλειος σπάθη της απέλασης»!
Καπιταλισμός
Ο Λένιν στηριζόταν στην ανάλυση του Μαρξ και του Ένγκελς στο Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο καπιταλισμός επαναστατικοποιεί συνέχεια τα μέσα παραγωγής, δημιουργεί μια παγκόσμια αγορά στο ανταγωνιστικό κυνήγι για το κέρδος. Όμως, αυτή η διαδικασία δημιουργεί, ταυτόχρονα, και τον «ιστορικό νεκροθάφτη» του, μια παγκόσμια εργατική τάξη με ενιαία συμφέροντα και όλο και πιο «ενιαίο» τρόπο ζωής και αγώνα.
Σε ένα γνωστό του κείμενο, τις Κριτικές Σημειώσεις για το Εθνικό Ζήτημα που γράφτηκε το 1913, απαντούσε σε Ουκρανούς σοσιαλιστές που θρηνούσαν για την «ισοπέδωση» και αφομοίωση του «εθνικού πολιτισμού» φέρνοντας το παράδειγμα των ΗΠΑ: «Κι αν δεχτούμε ότι με τον καιρό θα δημιουργηθούν κρατικά σύνορα ανάμεσα στη Μεγαλορωσία και την Ουκρανία και στην περίπτωση αυτή πάλι θα είναι αναμφισβήτητος ο ιστορικός προοδευτικός ρόλος της ‘αφομοίωσης’ των μεγαλορώσων και ουκρανών εργατών, όπως προοδευτικό είναι το άλεσμα των εθνών στην Αμερική.
Μπορούμε να σχηματίσουμε μια ιδέα για τις διαστάσεις που έχει πάρει η πορεία γενικά της αφομοίωσης των εθνών στις σύγχρονες συνθήκες του προχωρημένου καπιταλισμού από τα στοιχεία, λ.χ., της μετανάστευσης στις Ενωμένες Πολιτείες της Βόρειας Αμερικής. Από την Ευρώπη μετανάστευσαν εκεί μέσα σε 10 χρόνια, από το 1891 ως το 1900, 3,7 εκατομμύρια άτομα και σε 9 χρόνια, από το 1901 ως το 1909, 7,2 εκατομμύρια άτομα… Η Πολιτεία της Νέας Υόρκης… μοιάζει με μύλο, που αλέθει τις εθνικές διακρίσεις. Κι εκείνο που γίνεται στη Νέα Υόρκη σε μεγάλη, διεθνή κλίμακα, συντελείται και σε κάθε μεγάλη πόλη και εργοστασιακό συνοικισμό».
Και σε ένα άρθρο του την ίδια χρονιά επέμενε: «Η αστική τάξη εξωθεί τους εργάτες του ενός έθνους ενάντια στους εργάτες του άλλου έθνους, πασχίζοντας να τους κρατά διχασμένους. Οι ταξικά συνειδητοί εργάτες, κατανοώντας ότι είναι αναπόφευκτο και προοδευτικό το σπάσιμο όλων των εθνικών φραγμών που βάζει ο καπιταλισμός, προσπαθούν να βοηθήσουν τη διαφώτιση και την οργάνωση των συντρόφων τους εργατών που προέρχονται από τις καθυστερημένες χώρες».
Αυτά τα ζητήματα απέκτησαν μια πελώρια διάσταση όταν ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Οι άρχουσες τάξεις χρησιμοποίησαν το εθνικιστικό δηλητήριο σε γιγάντια κλίμακα για να δέσουν την εργατική τάξη χειροπόδαρα στα πολεμικά τους άρματα. Ο ρατσισμός απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες ήταν απαραίτητο συνοδευτικό. Γι’ αυτό ο Λένιν επιχειρηματολογούσε ότι η αντιπολεμική Αριστερά, πρέπει να σηκώσει ψηλά το λάβαρο της πάλης ενάντια στους ρατσιστικούς φραγμούς. Τον Νοέμβρη του 1915 έγραφε στους αγωνιστές της Σοσιαλιστικής Ένωσης Προπαγάνδας (SPL) στις ΗΠΑ:
«Στον αγώνα μας για τον αληθινό διεθνισμό και ενάντια στον ‘ντζίνγκο-σοσιαλισμό’ [σοβινιστικό σοσιαλισμό] εμείς επισημαίνουμε στο τύπο μας το ρόλο των οπορτουνιστών ηγετών του ΣΚ (S.P.) της Αμερικής πού είναι υπέρ του περιορισμού της μετανάστευσης των Κινέζων και Ιαπώνων εργατών (ιδιαίτερα μετά το Συνέδριο της Στουτγάρδης του 1907 και παρά τις αποφάσεις του). Έχουμε τη γνώμη ότι δεν μπορεί να είναι κανείς διεθνιστής και ταυτόχρονα να είναι υπέρ αυτών των περιορισμών».
Διεθνισμός
Ένα χρόνο μετά, τον Νοέμβρη του 1916, ο Λένιν έγραφε ένα κείμενο θέσεων για υιοθέτηση από την αριστερή πτέρυγα του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Ελβετίας, όπου ζούσε. Περίοπτη θέση σε αυτές κατείχε η πάλη για νομιμοποίηση όλων των «ξένων» εργατών. Έγραφε συγκεκριμένα: «Για να μην μένει η αναγνώριση του διεθνισμού από μέρους των Ελβετών σοσιαλδημοκρατών κούφια φράση που δεν υποχρεώνει σε τίποτα, γι’ αυτό είναι απαραίτητο, πρώτο να παλέψουμε με συνέπεια και σταθερότητα για την οργανωτική προσέγγιση και συγχώνευση των ξένων και των Ελβετών εργατών μέσα στις ίδιες ενώσεις, καθώς και για την πλήρη (αστική και πολιτική) ισοτιμία τους».
Αυτές οι ιδέες της ταξικής ενότητας κόντρα στα ρατσιστικά τείχη των καπιταλιστών, έγιναν σημαία και της Κομμουνιστικής Διεθνούς στα επόμενα χρόνια. Το 4ο Συνέδριό της το 1922 αποφάσιζε ότι: «Τα κομμουνιστικά κόμματα των Ενωμένων Πολιτειών, του Καναδά και της Αυστραλίας πρέπει να αναλάβουν ενεργητική καμπάνια εναντίον των απαγορευτικών νόμων και να δείξουν στις προλεταριακές μάζες αυτών των χωρών ότι τέτοιου είδους νόμοι, που προκαλούν την εχθρότητα ανάμεσα στις φυλές, στρέφονται τελικά εναντίον των εργαζομένων των χωρών που επιβάλλουν αυτές τις απαγορεύσεις».
Οι Τραμπ και οι Λεπέν έχουν πίσω τους μια ολόκληρη ιστορία ρατσισμού και διακρίσεων. Το κίνημα που παλεύει ενάντιά τους, ενάντια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τους φράχτες της ΕΕ, έχει όπλο μια άλλη, διεθνιστική, παράδοση, της πάλης για ανοιχτά σύνορα, της κληρονομιάς του Λένιν και των επαναστατών των αρχών του περασμένου αιώνα.