Συνεντεύξεις
Κώστας Παπαδάκης: "Έχουμε μια κοινωνική αριστερά στους δρόμους"

Την περασμένη εβδομάδα εκδόθηκε η αθωωτική απόφαση για το σκάνδαλο του Βατοπεδίου. Τι αναδεικνύει αυτό για τη Δικαιοσύνη;

Σε ένα σύστημα που παράγει αδικία και εκμετάλλευση, μία δικαστική εξουσία δεν μπορεί να απονείμει δικαιοσύνη. Συνεπώς κι αυτή την απόφαση θα πρέπει να την κρίνουμε με τον τρόπο προσέγγισης και κριτικής κάθε αστικής εξουσίας και περισσότερο να τη δούμε από τη σκοπιά της ελλιπούς προστασίας αυτού που ονομάζεται δημόσια περιουσία. Το σκάνδαλο του Βατοπεδίου ήταν μία ανταλλαγή περιουσιών μεταξύ της Μονής Βατοπεδίου και του ελληνικού δημοσίου η οποία κατέληξε, μέσω της Μονής, σε ιδιωτικές εταιρίες και συμφέροντα. Έχουμε αυτή τη στιγμή λοιπόν την αντίφαση ότι ενώ το αστικό Εφετείο έχει δικαιώσει το ελληνικό δημόσιο και λέει ότι οι μεταβιβάσεις ήταν παράνομες, το ποινικό δικαστήριο δε βρήκε κανέναν ένοχο.

Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ήταν μια δίκη στην οποία όλοι οι κατηγορούμενοι είχαν μια εκπροσώπηση από επώνυμους μεγαλοδικηγόρους και εξάντλησαν κάθε υπερασπιστική δυνατότητα. Δεν πιστεύω ότι το δημόσιο είχε παρόμοια εκπροσώπηση και τουλάχιστον δεν είχε το ζήλο που έχει όταν κηνυγάει ανθρώπους για να εισπράξει φόρους. Μη ξεχνάμε ότι έτσι κι αλλιώς υπάρχει εδώ και χρόνια μία αρνητική νομολογία δικαστηρίου σε ζητήματα εργατικών απαιτήσεων, μισθών, συντάξεων κλπ. Στο θέμα της δημόσιας περιουσίας όμως υπήρχε μέχρι πρότινος, ιδίως από το ΣτΕ, μία σωρεία αποφάσεων που είχαν προστατεύσει το περιβάλλον απέναντι σε επελάσεις ιδιωτικών συμφερόντων. Αυτή η απόφαση ίσως δημιουργεί προϋποθέσεις αναστροφής.

Γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτό;

Οι μνημονιακές δεσμεύσεις επηρεάζουν αυτή την κατεύθυνση κίνησης της δικαστικής εξουσίας. Γιατί το ζητούμενο είναι να διαμορφωθεί ένα πεδίο ελευθερίας, ασυδοσίας και ασυλίας των επενδυτών και των επιχειρήσεων. Αυτή η απόφαση ανοίγει τέτοιους δρόμους, να απαλλαγούν από δικαστικά “εμπόδια”. Δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο. Δημόσια περιουσία διαχειρίστηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια οι διοικήσεις των ασφαλιστικών ταμείων που επένδυαν τα αποθεματικά τους σε χρηματιστηριακά προϊόντα φούσκες, οι διοικήσεις των τραπεζών που δάνειζαν κόμματα με ενέχυρο την κρατική τους επιχορήγηση κ.α. Κανείς δεν τιμωρήθηκε, αντίθετα ψηφίστηκαν νόμοι που τους αποποινικοποιούσαν. Αυτοί απόλαυσαν την “έννομη προστασία”.

Αυτή η κατεύθυνση, της ικανοποίησης των μνημονιακών απαιτήσεων, δεν έχει αλλάξει. Μπορεί η κυβέρνηση, διά των δημοσιογραφικών οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ, να προσποιείται ότι δυσαρεστείται από την αθωωτική απόφαση που εκδόθηκε. Στην πραγματικότητα όμως έχει διαμορφώσει μία πολιτική περιρρέουσα ατμόσφαιρα εδώ και δυο χρόνια πια, η οποία όχι μόνο δε δημιουργεί πέπλο προστασίας στη δημόσια περιουσία αλλά αντίθετα απελευθερώνει τη δικαστική εξουσία από το να μη λαμβάνει υπόψη τις αξιώσεις του λαϊκού κινήματος και της κοινωνίας για την προάσπισή της. Δεν υπάρχουν στεγανά ανάμεσα στις εξουσίες και η δικαστική εξουσία είναι ευάλωτη σε πιέσεις ανάλογα με το από ποια πλευρά ασκούνται ισχυρότερα. Προφανώς δεν υπάρχει κάποιο μήνυμα από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που να αποτρέπει εξελίξεις τέτοιου είδους και γι' αυτό η δικαστική απόφαση είχε αυτό το περιεχόμενο.

Πώς σχολιάζεις τη σκλήρυνση της καταστολής τους τελευταίους μήνες;

Το πραγματικό κράτος που είναι οι μηχανισμοί της εξουσίας, και της αστυνομικής και της δικαστικής, έχει προ πολλού ξεπεράσει μία φυσιολογική αμηχανία από τους πρώτους μήνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Βλέπει ότι είναι μια κυβέρνηση που συνεχίζει στο δρόμο των προηγούμενων, και στο νομοθετικό της έργο και στην καθημερινότητα της άσκησης της εξουσίας, και κατά συνέπεια αισθάνεται πλέον ξανά ισχυροποίηση στη δυνατότητά του να αυθαιρετεί. Από την άλλη έχουμε κοινωνικές αντιδράσεις και πολιτικές αντιδράσεις που θα συνεχίζονται όσο συνεχίζεται η βαρβαρότητα της μνημονιακής επέλασης.

Και βέβαια διαμορφώνονται αντικειμενικές προϋποθέσεις αυταρχισμού και καταστολής. Το ζούμε καθημερινά, λίγα έχουν αλλάξει στη συμπεριφορά της αστυνομίας, λίγα έχουν αλλάξει στην εξέλιξη της καταστολής όσον αφορά τις δίκες καθώς δεν υπάρχει μέρα που να μην υπάρχει δίκη απεργών, διαδηλωτών, φρονηματικές δίκες σε όλη την Ελλάδα. Είναι μια κυβέρνηση που συνεχίζει στο δρόμο των προηγούμενων και απελευθερώνει από κάθε αναστολή τους μηχανισμούς της πραγματικής εξουσίας.

Επηρεάζουν οι παραπάνω εξελίξεις τη δίκη της Χρυσής Αυγής;

Και βέβαια την επηρεάζουν, δίνουν ένα μήνυμα προς διαφορετική κατεύθυνση από εκείνη που επιδιώκουμε. Είναι προφανές ότι στη δίκη της Χρυσής Αυγής συγκρούονται δυο κόσμοι. Ο ένας είναι ο κόσμος των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, που η Πολιτική Αγωγή υπερασπίζεται μέσα από την εκπροσώπηση των θυμάτων των φασιστών. Ο άλλος είναι ο κόσμος του ναζισμού, που είναι το μακρύ χέρι της καταστολής, που είναι οι φαινομενικοί αντίπαλοι αλλά στην πραγματικότητα όπλα του συστήματος και του κατεστημένου. Όταν λοιπόν οι δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται σηματοδοτούν μία κίνηση της δικαστικής εξουσίας σε συμπόρευση με το κατεστημένο, αποπνέουν ένα μήνυμα προς όφελος της Χρυσής Αυγής.

Γι' αυτό δεν παύω να λέω κι εγώ και οι λοιποί συνήγοροι της Πολιτικής Αγωγής πάντα ότι δεν πρέπει αυτή η δίκη να πάψει να είναι στην επικαιρότητα, ο κόσμος δεν πρέπει να σταματήσει να έρχεται. Ήδη η μεταφορά της στο Εφετείο τείνει να ανατραπεί. Οι δικάσιμες που δίνονται στον Κορυδαλλό πλέον υπερέχουν κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η διοίκηση του Εφετείου, όντας πάντα εχθρική στη διεξαγωγή της δίκης εκεί, αξιοποιεί ως πρόσχημα τα επεισόδια που οι χρυσαυγίτες επιλεκτικά δημιουργούν πάντα στο Εφετείο και ποτέ στον Κορυδαλλό για να ενισχύεται η τάση περιθωριοποίησης και εξορίας της δίκης. Είναι ένα θέμα σημαντικό που πρέπει να αντιπαλέψουμε. Νομίζω ότι η ώρα της τιμωρίας και της τελικής κρίσης αρχίζει πια να πλησιάζει, αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε και να είμαστε εκεί.

Βοηθάει αυτή τη μάχη το μήνυμα της αντιρατσιστικής-αντιφασιστικής κινητοποίησης στις 18 Μάρτη;

Η 18 Μάρτη ήταν μια εκπληκτική κινητοποίηση σε όλο τον κόσμο. Υπάρχει παγκόσμια διάσταση καταρχάς, που αναδεικνύει το γεγονός ότι έχουμε μία κοινωνική αριστερά στους δρόμους, ένα ριζοσπαστικό κόσμο, μία πραγματική πλειοψηφία αγωνιζόμενη που είναι αντίθετη σε αυτά που φαινομενικά δείχνουν να επικρατούν πολιτικά είτε στις ΗΠΑ είτε στη Δυτική Ευρώπη είτε αλλού. Καθήκον δικό μας είναι αυτή την κοινωνική αριστερά να τη μετασχηματίσουμε και σε πολιτική αριστερά για να μπορέσουμε να την αντιστοιχίσουμε στην πραγματική τάση καταγραφής των πολιτικών δυνάμεων που θα δημιουργήσουν ένα ρεύμα αντικαπιταλιστικής ανατροπής. Για τα δεδομένα της Ελλάδας, εκτός του ότι ήταν μια επιτυχημένη κινητοποίηση και σε περισσότερες πόλεις από προηγούμενες αντίστοιχες κινητοποιήσεις κι αυτό ας μη λησμονείται, δεν είναι μόνο η ίδια η ημέρα. Είναι όλη η καμπάνια δυο μήνες πριν, είναι οι εκατοντάδες εκδηλώσεις που έγιναν σε όλη την Ελλάδα, είναι οι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που συμμετείχαν σε αυτές, που συνέβαλαν στο να συζητηθεί σε γενικές συνελεύσεις, διοικητικά συμβούλια και συλλογικά όργανα η κινητοποίηση και να υπάρξει ένα ρεύμα συμπαράστασης.

Θεωρώ ότι έπαιξε ένα ευεργετικό ρόλο στην ενεργοποίηση του αντιρατσιστικού-αντιφασιστικού κινήματος και του ανατρεπτικού-ριζοσπαστικού λόγου. Ανοίγει δρόμους, τους διευρύνει σε κόντρα με όσους λένε ότι δε γίνεται τίποτα. Αυτό που έγινε φέτος είναι μια πολύ μεγάλη κλιμάκωση σε σχέση με πέρσι. Δεν υποτιμώ επίσης ότι επιτεύχθη μια ενωτική εκδήλωση και πορεία. Αυτό είναι σημείο ωριμότητας όλων των δυνάμεων που συνέβαλαν και δίνει ένα μήνυμα ισχυροποίησης στον κόσμο του αγώνα. Είναι συνεπώς μια πολιτική πρωτοβουλία που κλείνει με μεγάλη επιτυχία τον απολογισμό της. Εκείνο που αρνούμαι να διανοηθώ είναι τι θα γινόταν αν δεν υπήρχε μια τέτοιου είδους στάση στην Αριστερά. Νομίζω ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η μεγαλύτερη οργανωτική δύναμη που σήκωσε το βάρος αυτής της καμπάνιας και των διαδηλώσεων κι αυτό είναι ανεξάρτητο από το ποιοι συνυπέγραψαν τα καλέσματα. Ποιας πολιτικής δύναμης ο κόσμος τα στήριξε και συμμετείχε είναι πέρα πάσης αμφιβολίας.

Πώς χρειάζεται να αξιοποιήσει αυτή την επιτυχία η ΑΝΤΑΡΣΥΑ;

Η 18 Μάρτη ήταν μια πολύ μεγάλη κινητοποίηση που έχει εγγραφεί στις παραστάσεις εκατομμυρίων ανθρώπων στην Ελλάδα, που έχει καταξιώσει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Και της δείχνει ότι πρέπει να ξεπεράσει εκείνη την αμηχανία απέναντι στο φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ και μία πικρία που υπάρχει στον κόσμο. Να συνειδητοποιήσει ότι μπορεί με αυτοπεποίθηση να υποδείξει ότι υπάρχει μια αντικαπιταλιστική εναλλακτική προοπτική γιατί ο κόσμος έχει ανάγκη να την ακούσει. Ο κόσμος δεν έχει ξεχάσει την πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Από το 2012, το ότι έκανε την επιλογή της ευκολίας που λεγόταν ΣΥΡΙΖΑ, δε σημαίνει ότι πέταξε στα σκουπίδια αυτά τα οποία λέγαμε. Τώρα ήρθε η ώρα της δικιάς μας ευκαιρίας.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ οφείλει να επανεκκινήσει παντού, να βγει σε όλες τις γειτονιές και τα συνδικάτα, να προβάλει ξανά την πολιτική της πρόταση, να τη συζητήσει, να πλαισιώσει όλες τις κινηματικές πρωτοβουλίες κοινωνικών και πολιτικών αντιστάσεων, να ενεργοποιηθεί στην πρωτοπορία του αντιφασιστικού αγώνα και της συμπαράστασης των προσφύγων και να καταφέρει να πείσει τον κόσμο ότι όλα αυτά είναι μια πολιτική πράξη που απηχεί μία συγκεκριμένη πολιτική προοπτική. Αν μπορέσουμε να πείσουμε τον κόσμο γι' αυτή την προοπτική, θα τον κερδίσουμε.

Ο Κώστας Παπαδάκης, δικηγόρος της Πολιτικής Αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής και μέλος του ΠΣΟ ΑΝΤΑΡΣΥΑ μίλησε στη Λένα Βερδέ