Στις 12 Απρίλη του 1927 οι δυνάμεις του κόμματος Κουομιντάνγκ άρχισαν να εκτελούν και να σφάζουν Κομμουνιστές και συνδικαλιστές στη Σανγκάη. Σε συντονισμό με ντόπιες συμμορίες που για χρόνια λυμαίνονταν την πόλη επιτέθηκαν σε απεργιακές φρουρές, σε γραφεία συνδικάτων και ατομικά σε αγωνιστές. Στις αγωνιώδεις προσπάθειες αντίστασης, ανοίχτηκε πυρ με πολυβόλα κατά διαδηλώσεων. Κανείς δεν ξέρει ακριβή νούμερα, αλλά μέχρι το τέλος της χρονιάς, όταν πλέον η πόλη είχε υποταχθεί εντελώς, οι δολοφονημένοι ήταν δεκάδες χιλιάδες, ίσως και εκατοντάδες χιλιάδες σε ολόκληρη την Κίνα. Πάνω από 30 χιλιάδες φυλακίστηκαν. Το πλέον παράδοξο στη σφαγή της Σανγκάης, που ήταν η αρχή του τέλους της κινέζικης επανάστασης του 1925-1927, ήταν πως το “έγκλημα” πολλών από αυτούς που έπεσαν θύματα του Κουομιντάνγκ ήταν ότι είχαν οργανώσει κινητοποιήσεις με σύνθημα “Καλωσόρισες Κουομιντάνγκ”.
Πίσω από το παράδοξο βρίσκεται η μεγάλη τραγωδία της κινέζικης επανάστασης. Δεν υπήρχε καμιά έκπληξη στα γεγονότα του Απρίλη. Οι Κινέζοι επαναστάτες στάλθηκαν σαν πρόβατα στη σφαγή από την ηγεσία της Κομιντέρν (Κομμουνιστικής Διεθνούς) που πλέον περνούσε στα χέρια του Στάλιν. Το Κουομιντάνγκ (ΚΜΤ) είχε στηριχθεί με όπλα και με συμβούλους από την ΕΣΣΔ. Ο Στάλιν είχε αναλάβει προσωπικά την πολιτική στήριξη, φτάνοντας να λέει ότι το καθήκον της προλεταριακής επανάστασης, που στη Ρωσία έπεσε στους ώμους των Μπολσεβίκων, στην Κίνα έπεφτε στους ώμους του ΚΜΤ. Το νεαρό Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ), παρά τις αρχικές αντιρρήσεις μιας σειράς ηγετών του είχε καθοδηγηθεί να αυτοδιαλυθεί μέσα στο ΚΜΤ. Στην Κίνα, σύμφωνα με τη λογική του Στάλιν, αλλά και της δεξιάς πτέρυγας της Κομιντέρν γύρω από τον Μπουχάριν, τα καθήκοντα των επαναστατών ήταν μόνο εθνικοαπελευθερωτικά. Το ΚΜΤ εξέφραζε υποτίθεται την συμμαχία των τεσσάρων επαναστατικών τάξεων (των χωρικών, των μικροαστών της πόλης, των εργατών και της “πατριωτικής” αστικής τάξης). Οι Κομμουνιστές έπρεπε να είναι μέρος αυτής της συμμαχίας και να την καθοδηγούν “προς τα αριστερά”.
Αλλά όχι και “πολύ Αριστερά” τόνιζε η σταλινική ηγεσία. Το Δεκέμβρη του ‘26, λίγους μήνες πριν από τη σφαγή, η Κεντρική Επιτροπή του ρώσικου κόμματος υπογράμμιζε ως βασικό κίνδυνο του κινήματος στην Κίνα… τον αριστερισμό: “Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ότι το μαζικό κίνημα αναπτύσσεται προς τα αριστερά, κι έτσι οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές, βλέποντας τη γρήγορη άνοδο του μαζικού κινήματος πανικοβάλλονται και αρχίζουν να στρέφονται δεξιά. Αν συνεχίσουν αυτές οι ακραίες τάσεις να αναπτύσσονται στο μέλλον, το χάσμα ανάμεσα στις μάζες και την κυβέρνηση θα βαθύνει, και στο τέλος το Κόκκινο ενιαίο μέτωπο θα καταρρεύσει και ολόκληρο το εθνικό κίνημα θα μπει σε κίνδυνο”. Η πρόταση της Μόσχας για να μην καταρρεύσει το “κόκκινο μέτωπο” ήταν να μπει φρένο στα “παράλογα” αιτήματα των εξεγερμένων: “Πρέπει να αποφύγουμε τις αυταπάτες (τα υπερβολικά αιτήματα των τεχνιτών και των εργατών, τη συμμετοχή των εργατικών πολιτοφυλακών στη διοίκηση, την κατάληψη της γης από τους χωρικούς κλπ), ώστε να ξεριζωθεί η παιδική ασθένεια του Αριστερισμού”.
Επανάσταση
Αυτό που οι σταλινικοί ονόμαζαν Αριστερισμό, ήταν η πραγματικότητα της επανάστασης που εξελισσόταν στη Σανγκάη από το 1925. Από την αρχή, ο αντιιμπεριαλιστικός χαρακτήρας των αγώνων ήταν δεμένος με τα εργατικά αιτήματα. Στις 15 του Μάη ένας Γιαπωνέζος επιστάτης σκότωσε έναν Κινέζο εργάτη σε μια βαμβακουργία. Από την αρχή της χρονιάς είχαν αυξηθεί οι αγώνες και οι εντάσεις στους εργατικούς χώρους -και η σύγκρουση έπαιρνε και “εθνικά” χαρακτηριστικά. Η οικονομία βρισκόταν κατά κύριο λόγο σε χέρια ξένων καπιταλιστών. Η διοίκηση της πόλης γινόταν από το αποικιακό διαμέρισμα, μια ολόκληρη περιοχή όπου δεν επιτρεπόταν η είσοδος Κινέζων. Οι Άγγλοι είχαν το πάνω χέρι στην “τήρηση της τάξης”. Οι Γάλλοι είχαν το δικό τους αποικιακό διαμέρισμα και τη δική τους “ασφάλεια”, ενώ οι Ιάπωνες γίνονταν η πιο πολυπληθής αποικιακή κοινότητα. Η δολοφονία της 15ης Μάη έγινε αρχή φοιτητικών και εργατικών διαδηλώσεων και το κίνημα έγινε τελικά γνωστό ως “30η Μάη” από τη δολοφονία δέκα διαδηλωτών εκείνη τη μέρα από την αστυνομία. Την 1η του Ιούνη, 130 χιλιάδες εργάτες βγήκαν σε απεργία, μετά από κάλεσμα του Γενικού Συνδικάτου το οποίο έκανε τα πρώτα του βήματα, με μέλη του ΚΚΚ στην ηγεσία του. Αυτή η πρώτη απεργία μετατράπηκε σε ένα κύμα μαζικής δημιουργίας και ένταξης στα συνδικάτα. Η Σανγκάη, τουλάχιστον ως το Σεπτέμβρη, βρίσκεται σε κατάσταση μόνιμης απεργίας.
Μέσα σε 15 μέρες σχηματίστηκαν 80 νέα συνδικάτα σε επιχειρήσεις που έβγαιναν σε απεργία. Στα τέλη του μήνα είχαν γίνει 129. Τον Ιούλη, το Γενικό Συνδικάτο δήλωνε ότι είχε 220 χιλιάδες μέλη που πλήρωναν συνδρομή. Πάνω από τα μισά μέλη προέρχονταν από τις βαμβακουργίες, κι ακολουθούσαν οι λιμενεργάτες, οι καπνεργάτες, οι μεταλλεργάτες και οι λιθογράφοι. Η μεγαλύτερη και πιο γρήγορη ανάπτυξη του συνδικαλισμού έγινε στις επιχειρήσεις που ανήκαν σε ξένους καπιταλιστές. Όμως, καθώς η εργατική τάξη ανακαλύπτει την δύναμη της οργάνωσης και της απεργίας, οι Κινέζοι καπιταλιστές δεν γλιτώνουν όσο κι αν αυτοβαφτίζονται “πατριώτες”. Η γραμμή της ταξικής συνεργασίας που ακολουθεί το ΚΚΚ σημαίνει ότι προσπαθεί να οργανώσει την πόλη σε μια Ομοσπονδία “Εργατών, Εμπόρων και Φοιτητών”, αλλά είναι τελικά ο Εμπορικός Σύλλογος που δεν θέλει να συμμετάσχει. Στις διαδηλώσεις, οι εργάτες σε κινέζικες επιχειρήσεις μάθαιναν ίσως για πρώτη φορά από τους συναδέλφους τους ότι τα “πατριωτικά” τους αφεντικά πλήρωναν συνήθως χειρότερα από ό,τι οι αδίστακτοι αποικιοκράτες.
Το κάλεσμα να αποφευχθούν οι αγώνες ενάντια σε πατριώτες καπιταλιστές και εμπόρους έρχεται και από το ΚΜΤ (το Εθνικιστικό Κόμμα), το οποίο την ίδια περίοδο που ξεσπάει η επανάσταση στη Σανγκάη, σταθεροποιεί τον έλεγχό του στην Καντόνα, 1500 χλμ νοτιοδυτικά.
Οι εξελίξεις στην Καντόνα θα επιδράσουν δραματικά στη Σανγκάη, μέχρι τη σφαγή του Απρίλη του ‘27. Το ΚΜΤ ελέγχοντας την Καντόνα μετατρέπεται σε μια δεύτερη, εναλλακτική κυβέρνηση απέναντι στην κυβέρνηση του Πεκίνου. Το Πεκίνο ελεγχόταν από τη λεγόμενη κυβέρνηση των πολεμαρχών. Μετά από ένα προηγούμενο κίνημα, το 1911, με το οποίο είχε εγκαταλείψει την εξουσία ο Αυτοκράτορας, η Κίνα είχε μετατραπεί σε ένα παζλ με κατά τόπους στρατιωτικούς δικτατορίσκους να εξουσιάζουν, όσο τους επέτρεπε το άλλο παζλ, αυτό των αποικιακών διαμερισμάτων. Στο Νότο, με κέντρο την Καντόνα το ΚΜΤ, έχοντας συσπειρώσει έναν αξιόλογο στρατό, υπόσχεται να κινηθεί προς το Βορρά για να ενώσει και να απελευθερώσει τη χώρα.
Ελπίδες
Η “Βόρεια Εκστρατεία” ήταν μια στρατιωτική υπόθεση, αλλά για τους καταπιεσμένους στην Σανγκάη, μετατράπηκε σε κάλεσμα για νέα εξέγερση. Μια προκήρυξη ενός σχεδόν αμιγώς γυναικείου συνδικάτου, των τηλεφωνητριών, μας δίνει μια αίσθηση για τις ελπίδες της απελευθέρωσης, η οποία εμφανιζόταν ως εθνική αλλά γινόταν και ταξική και γυναικεία: “Εμείς οι γυναίκες πατριώτισσες έχουμε υποφέρει καταπίεση επί χιλιάδες χρόνια. Ποτέ δεν δόθηκε καμιά ικανοποιητική λύση στα βάσανά μας. Τώρα, όμως, τα γυναικεία δικαιώματα προωθούνται και η κραυγή για γυναικεία απελευθέρωση γίνεται δυνατότερη κάθε μέρα. Εμείς οι γυναίκες ξυπνήσαμε και ενταχθήκαμε στον κοινωνικό αγώνα. Θέλουμε και να ανατρέψουμε τον ιμπεριαλισμό και να απελευθερωθούμε από τις αλυσίδες μας, παλεύοντας για ίσα δικαιώματα αντρών και γυναικών στην εκπαίδευση, την εργασία και την πολιτική. Η ζωή των γυναικών στην τηλεφωνία της Σανγκάης συνεχίζει να είναι καταπιεσμένη, αλλά οι στρατιώτες των επαναστατικών μαζών έχουν φτάσει και θα ξεσηκωθούμε όλες μαζί για να ριχτούμε στον αγώνα τους”.
Οι “στρατιώτες” είχαν φτάσει, αλλά δεν ήταν στρατιώτες των επαναστατικών μαζών. Είχαν φτάσει για να βάλουν τέλος στις “υπερβολές” και να δείξουν στους καπιταλιστές ότι το ΚΜΤ ήταν μια υπεύθυνη δύναμη που μπορεί να πάρει την εξουσία.
Η σταλινική ηγεσία τα ήξερε όλα αυτά. Λίγο νωρίτερα, ο Τσιανγκ Καϊ-σέκ είχε καθυποτάξει το εργατικό κίνημα στην Καντόνα. Όμως ο Στάλιν επέλεξε να στείλει το εργατικό κίνημα και το ΚΚΚ στην ήττα. Οι προτεραιότητες της ανερχόμενης γραφειοκρατίας στην ΕΣΣΔ δεν ήταν ούτε η νίκη των εργατών, ούτε η εξάπλωση της επανάστασης. Αυτό που χρειαζόταν ήταν διεθνείς συμμαχίες που θα της εξασφάλιζαν χρόνο και χώρο για να συνεχίσει την αναρρίχισή της στην εξουσία. Τη γραφειοκρατία την απασχολούσε περισσότερο να μην χάσει από σύμμαχο τον Τσιανγκ Καϊ-σέκ, από το να χάσει μερικές χιλιάδες κομμουνιστές.