Ο «Πόλεμος των έξι ημερών» είναι σημείο καμπής στην ιστορία της ισραηλινής επιθετικότητας. Ήταν τότε που το Ισραήλ άρπαξε τη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη, την Ιερουσαλήμ, τη Λωρίδα της Γάζας, τα Υψώματα του Γκολάν, τα εδάφη που μέχρι σήμερα βρίσκονται είτε κάτω από ισραηλινή κατοχή, είτε υπό ασφυκτικό έλεγχο. Τυπικά μέσα σε έξι μόλις μέρες και στην ουσία μέσα σε ακόμη λιγότερες, το Ισραήλ είχε κατατροπώσει και εξευτελίσει τους στρατούς τριών αραβικών χωρών, της Αιγύπτου, της Ιορδανίας και της Συρίας.
Ο Ιούνης του ‘67 συμβολίζει την ενηλικίωση του κράτους-μαντρόσκυλου που λέγεται Ισραήλ. Το 1947-48 πατώντας πάνω στο διαμοιρασμό της Παλαιστίνης που πρότεινε ο ΟΗΕ και στο ελεύθερο που είχαν αφήσει οι μεγάλες δυνάμεις, οι σιωνιστικές παραστρατιωτικές οργανώσεις είχαν ξεχυθεί πάνω στα παλαιστινιακά χωριά, τρομοκρατώντας και σκοτώνοντας, και επέβαλαν τελικά τα πρώτα σύνορα του Ισραήλ. Πάνω από 700 χιλιάδες Παλαιστίνιοι είχαν αναγκαστεί να φύγουν και να γίνουν πρόσφυγες σε κάποια από τις γειτονικές αραβικές χώρες. Πάνω από 60% αυτών των προσφύγων κατέφυγαν σε σημεία της ιστορικής Παλαιστίνης που δεν πέρασαν στον έλεγχο του Ισραήλ. Η Δυτική Όχθη του Ιορδάνη είχε περάσει στον έλεγχο του βασιλιά της Ιορδανίας και η Λωρίδα της Γάζας στην Αίγυπτο. Με τον πόλεμο του ‘67 αυτός ο κόσμος ξαναβρέθηκε κάτω από ισραηλινή κατοχή και πολλοί αναγκάστηκαν να γίνουν για δεύτερη φορά πρόσφυγες.
Στις 4 του Ιούνη η ισραηλινή κυβέρνηση αποφάσισε να πάει σε πόλεμο. Την επόμενη μέρα εξαπέλυσε μια ξαφνική επίθεση στην αιγυπτιακή αεροπορία. Τα αεροπλάνα βρίσκονταν στο έδαφος και από την επίθεση δεν έμεινε σχεδόν τίποτα. Την ίδια μέρα εκμηδενίζεται και η συριακή αεροπορία, ενώ ξεσπάνε και μάχες με τον ιορδανικό στρατό. Στις 6 του μήνα είχε καταληφθεί η Λωρίδα της Γάζας, ενώ η Αίγυπτος κηρύσσει γενική υποχώρηση και η Ιορδανία αποσύρεται από τη Δυτική Όχθη. Στις 7 του μήνα ο ισραηλινός στρατός είχε πάρει τον έλεγχο της Ανατολικής Ιερουσαλήμ. Στις 8 του μήνα καταλαμβάνεται η Χεβρώνα και αποκόβεται τελείως η πρόσβαση του ιορδανικού στρατού στη Δυτική Όχθη. Στις 9 του μήνα ο ΟΗΕ προχωράει σε ψήφισμα που καλεί σε παύση πυρός μεταξύ Ισραήλ και Συρίας, αλλά το Ισραήλ προχωράει και καταλαμβάνει τα υψώματα του Γκολάν. Στο άλλο άκρο του μετώπου, ο ισραηλινός στρατός προχωράει δυτικά και παίρνει τον έλεγχο ολόκληρης της χερσονήσου του Σινά, φτάνοντας ως τη Διώρυγα του Σουέζ.
Κατοχή
Το Ισραήλ πλέον είχε στην κατοχή του ολόκληρη την ιστορική Παλαιστίνη και ακόμη παραπέρα. Τα όρια στην επέκταση του στρατού ήταν τα ίδια τα φυσικά σύνορα, ο ποταμός Ιορδάνης και το Σουέζ.
Ο πόλεμος του ‘67 ήταν ένα αποτέλεσμα του φόβου που είχε προκαλέσει στους ιμπεριαλιστές το κύμα του αραβικού εθνικισμού. Το Ισραήλ ανέλαβε να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, βάζοντας στη θέση τους τους Άραβες ηγέτες που είχαν τολμήσει να αμφισβητήσουν το ποιος ελέγχει την περιοχή. Το 1956, 11 χρόνια νωρίτερα, το Ισραήλ είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στον πόλεμο του Σουέζ, αλλά ηττήθηκε μαζί με τους Αγγλογάλλους. Οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί είχαν έρθει στην εξουσία το ‘52 ανατρέποντας τον βασιλιά Φαρούκ, και το ‘56 ο Νάσερ επέβαλε την εθνικοποίηση της Διώρυγας του Σουέζ, συμβολίζοντας το τέλος της βρετανικής κυριαρχίας στην Αίγυπτο μετά από πάνω από εφτά δεκαετίες.
Ο θρίαμβος του αραβικού εθνικισμού στο Σουέζ του έδωσε φτερά και σε άλλες χώρες. Στη Συρία το ‘63 παίρνει την εξουσία το κόμμα Μπάαθ που προχωράει σε ακόμη πιο γενναίο αναδασμό της γης από ό,τι στην Αίγυπτο. Τo 1962 στην άλλη άκρη του αραβικού κόσμου, οι Γάλλοι έχουν αναγκαστεί να δώσουν ανεξαρτησία στην Αλγερία. Την ίδια χρονιά στην Υεμένη ξεσπάει σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων που είχαν ανατρέψει το βασιλιά και των δυνάμεων που επιχειρούσαν την παλινόρθωση με την υποστήριξη της Βρετανίας και της Σαουδικής Αραβίας. Η Αίγυπτος στέλνει στρατό για να στηρίξει το αντιβασιλικό στρατόπεδο, ενώ οι Άγγλοι δεν θέλουν με τίποτα να χάσουν το Άντεν, στο νότο της Υεμένης, από το οποίο συνεχίζουν να προστατεύουν τα συμφέροντα των πετρελαϊκών τους εταιρειών.
Η ιστορία έμοιαζε να έχει πάρει μια πορεία δίχως γυρισμό. Οι παλιοί αποικιοκράτες έφευγαν. Οι ΗΠΑ δεν είχαν άμεση στρατιωτική παρουσία, ενώ ήδη είχαν βρεθεί παγιδευμένες στο Βιετνάμ. Και στο Βιετνάμ είχαν πάει αρχικά εξάλλου για να “συμμαζέψουν” το χάος που είχαν αφήσει πίσω τους οι Γάλλοι, τα παλιά αφεντικά της περιοχής. Ποιος θα έβαζε ένα τέλος στις εξελίξεις που φαίνονταν να οδηγούν στο χάσιμο του ελέγχου των πιο σημαντικών πετρελαϊκών αποθεμάτων;
Το “μικρό και αδύναμο” Ισραήλ λίγο πριν τον πόλεμο του ‘67 είχε μετατραπεί στη μοναδική χώρα της Μέσης Ανατολής με πυρηνικά όπλα. Οι Γάλλοι είχαν αγκαλιάσει το Ισραήλ από την εποχή του Σουέζ, τροφοδοτώντας το με όπλα και με πυρηνικό αντιδραστήρα. Αυτό του το προνόμιο το διατηρεί μέχρι σήμερα, κόντρα και στη διεθνή νομοθεσία που δεν το αναγνωρίζει ως πυρηνική χώρα. Όμως η γαλλική στήριξη δεν ήταν αρκετή. Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες του Ισραήλ ήξεραν ότι για να αντιπαλέψουν το κύμα του αραβικού εθνικισμού είχαν ανάγκη από μεγαλύτερο προστάτη. Και για να αποκτήσουν προστάτη έπρεπε να αποδείξουν ότι το αξίζουν.
Δεν πήραν εντολή από κανέναν να ξεκινήσουν τον πόλεμο, αλλά πήραν σίγουρα το πράσινο φως από τις ΗΠΑ. Ο Μέιρ Αμίτ, επικεφαλής της Μοσάντ, των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ, συναντήθηκε με τον Μακναμάρα, τον Υπουργό Άμυνας του Λίντον Τζόνσον που ήταν πρόεδρος των ΗΠΑ εκείνη την εποχή. Όπως έγραφε ο ίδιος ο Αμίτ στα 25χρονα του πολέμου, ο Μακναμάρα του είπε ότι οι ΗΠΑ ένιωθαν ηθική υποχρέωση να βοηθήσουν απέναντι στην Αίγυπτο αλλά θα προτιμούσαν να έδινε το Ισραήλ μόνο του τη μάχη, καθώς οι ΗΠΑ αφενός είχαν τους περιορισμούς λόγω Βιετνάμ και αφετέρου η CIA είχε την εκτίμηση ότι το Ισραήλ μπορεί να νικήσει τον αιγυπτιακό στρατό χωρίς εξωτερική βοήθεια. Σε κάθε περίπτωση, την άδεια για επίθεση ο Αμίτ την είχε πάρει.
Το ζήτημα όμως δεν ήταν μόνο οι ορέξεις του Ισραήλ. Ο πόλεμος του ‘67 είναι η στιγμή της μεγάλης πτώσης του αραβικού εθνικισμού, καθώς έγιναν ολοφάνερα τα όρια της στρατηγικής του. Ο Νάσερ δεν ήταν προετοιμασμένος για πόλεμο. Το Μάη είχε πάρει την πρωτοβουλία να αναπτύξει στρατό στο Σινά και τελικά να διακηρύξει ότι κόβει την πρόσβαση στα ισραηλινά πλοία στα στενά του Τιράν (μεταξύ της Αραβικής χερσονήσου και του Σινά). Η αφορμή ήταν οι απειλές που εκτόξευε το Ισραήλ κατά της Συρίας. Το αιγυπτιακό καθεστώς έπρεπε να δείξει την παρουσία του καθώς είχαν ήδη αρχίσει οι κριτικές ότι παραμένει μόνο στα λόγια. Όμως, ο Νάσερ δεν πίστευε ότι η ένταση θα μετατρεπόταν σε πόλεμο. Σε μια πρώτη φάση είχε τις αυταπάτες ότι η ΕΣΣΔ θα ενίσχυε στρατιωτικά την Αίγυπτο σε περίπτωση που δεχόταν ισραηλινή επίθεση. Αργότερα νόμιζε πως σε καμιά περίπτωση οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν θα επέτρεπαν στο Ισραήλ να κάνει ακρότητες και στην χειρότερη περίπτωση αποτέλεσμα μιας μικρής σύγκρουσης θα ήταν η μεσολάβηση των ισχυρών και μια συμφωνία από την οποία η Αίγυπτος θα έβγαινε κερδισμένη.
Τα αραβικά καθεστώτα, ριζοσπαστικά και μη, έβλεπαν το παλαιστινιακό ζήτημα σαν ευκαιρία να πουλήσουν πατριωτισμό, αλλά δεν είχαν καμιά διάθεση να ριψοκινδυνεύσουν τη σταθερότητα στο εσωτερικό των χωρών τους. Το 1956 ο πόλεμος στο Σουέζ είχε μετατραπεί σε ανταρτοπόλεμο και ο κόσμος που πολέμησε κατά της ισραηλινής επίθεσης έβλεπε τη μάχη σαν συνέχεια της μάχης ενάντια στους γαιοκτήμονες και την καταπίεση. Το 1967 δεν υπήρξε καν αυτή η σκέψη από πλευράς καθεστώτων.
Δύναμη
Ο Τόνι Κλιφ σε ένα κείμενό του λίγο μετά τον πόλεμο των έξι ημερών έκανε τη σύγκριση με το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στο Βιετνάμ: “Η δύναμη κάθε αντιιμπεριαλιστικού απελευθερωτικού κινήματος βρίσκεται στις μάζες των εργατών και των χωρικών, στην αυτενέργειά τους από τη μια μεριά, και στη σωστή επιλογή του αδύναμου κρίκου της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας από την άλλη. Γι’ αυτό και το Εθνικο Απελευθερωτικό Μέτωπο (FNL) στο Βιετνάμ έχει απόλυτο δίκιο να βασίζεται σε μαζικές αντάρτικες ομάδες και στρατούς, για να παρενοχλεί τον αμερικάνικο στρατό και τα τσιράκια του.
Η δύναμη του αραβικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος βρίσκεται στη μάζα των εργατών και των χωρικών. Οι στόχοι των επιθέσεων θα έπρεπε να είναι οι πετρελαιοπηγές, οι αγωγοί και τα διυλιστήρια. Οι χωρικοί θα έπρεπε να προχωρούν σε επαναστατικό αναδασμό, δημιουργώντας τη βάση για ανταρτοπόλεμο. Η στρατιωτική σύγκρουση του Νάσερ με το Ισραήλ είναι το ακριβές αντίθετο της πολιτικής και της τακτικής του FNL. Το Ισραήλ, όντας μοντέρνο και προνομιούχο, είναι ακόμη πιο ισχυρό προπύργιο του ιμπεριαλισμού από τη Σαϊγκόν. Οι Ρώσοι ηγέτες κάθε άλλο παρά καλοί φίλοι είναι για ένα μαζικό αντιαποικοικρατικό απελευθερωτικό κίνημα. Τα τανκς τους, τα αεροπλάνα, οι πύραυλοι και οι ειδικοί που παρείχαν στο Νάσερ δεν υπήρξαν βοήθεια για το κίνημα αλλά εμπόδιο, βοηθώντας την στρατιωτική κάστα των Νασερικών να στρέψουν το κίνημα σε λάθος δρόμο. Οι Άραβες εργάτες και οι χωρικοί που υπέφεραν καταπίεση τόσα πολλά χρόνια χρειάζονται ταυτόχρονα και κοινωνική και εθνική επαναστατική πολιτική.”
Με τον πόλεμο του ‘67 ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός αγκάλιασε εξολοκλήρου το Ισραήλ. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, δυο βδομάδες μετά τον πόλεμο έδινε συγχαρητήρια: “Το Ισραήλ έκανε πιθανώς για τις ΗΠΑ σε επίπεδο χρημάτων και προσπάθειας περισσότερα από όσα έχουν κάνει υποτιθέμενοι σύμμαχοι και φίλοι μας σε ολόκληρο τον κόσμο μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην Άπω Ανατολή, δεν μπορούμε να βρούμε σχεδόν κανέναν να μας βοηθήσει στο Βιετνάμ. Εδώ, οι Ισραηλινοί κέρδισαν τον πόλεμο μονομιάς, ξελάσπωσαν τις ΗΠΑ και υπηρέτησαν τα συμφέροντά τους, όπως και τα δικά μας”. Μετά το ‘67 αρχίζει μια πρωτοφανής οικονομική και εξοπλιστική στήριξη προς το Ισραήλ που ξεπερνάει όλες τις αμερικάνικες “βοήθειες” μαζί.
Για το Ισραήλ ωστόσο η κατάληψη ολόκληρης της ιστορικής Παλαιστίνης ήταν ένα στοίχημα. Ξαναμετέτρεψε το Παλαιστινιακό ζήτημα από ζήτημα προσφύγων σε ζήτημα κατοχής. Ο αραβικός εθνικισμός των καθεστώτων έδειξε τα όριά του. Ο Νάσερ προσπάθησε να παραιτηθεί και έζησε ηττημένος τρια χρόνια ώσπου ανέλαβε ο Σαντάτ, ο οποίος πισωγύρισε ό,τι θετικό είχε γίνει την προηγούμενη περίοδο. Στη Συρία το ίδιο, ο πατέρας του σημερινού Άσαντ ήρθε στην εξουσία με εσωτερικό πραξικόπημα καταγγέλλοντας τους “αριστερισμούς” του καθεστώτος που ηττήθηκε το ‘67.
Αλλά μέσα στους Παλαιστίνιους εμφανίστηκε για πρώτη φορά ένα κίνημα που δεν ήθελε να υποτάξει τον αγώνα στα πάνω και τα κάτω των καθεστώτων. Το 1968 οι πρώτες νίκες των ανταρτών Φενταγίν θα δημιουργήσουν μια νέα εστία έμπνευσης για τον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα στη Μέση Ανατολή.
Συνέντευξη τύπου του στρατηγού Μοσέ Νταγιάν. υπουργού “Άμυνας” του Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών
Βασική υποχρέωση της Αριστεράς η πάλη ενάντια στον αντισημιτισμό
Η δημοσιοποίηση μιας έκθεσης για τον αντισημιτισμό στην Ελλάδα από το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ και την Έδρα Εβραϊκών Σπουδών του ΑΠΘ προκάλεσε συζητήσεις (βλ. τα σχετικά δημοσιεύματα της Εφημερίδας των Συντακτών, 5/5/17, 24/5/17, 29/5/17). Το θέμα είναι ούτως ή άλλως ανοιχτό: η ελληνική κοινωνία έχει το “προνόμιο” να έχει μέσα στη Βουλή την πιο ναζιστική – οπότε και αντισημιτική – εκδοχή της ακροδεξιάς σε ολόκληρη την Ευρώπη, τη Χρυσή Αυγή.
Ο αντισημιτισμός αποτέλεσε ιστορικά την δολοφονικότερη εκδοχή βιολογικού ρατσισμού. Στοχοποίησε τις εβραϊκές κοινότητες πατώντας στις ιουδαιοφοβικές μεσαιωνικές προκαταλήψεις. Ήταν όμως κάτι παραπάνω από αυτές: ο αντισημιτισμός έκανε την προκατάληψη επιστήμη, μετέτρεψε μια θρησκευτική ιδιότητα σε βιολογική κατηγορία από την οποία το αντικείμενο-στόχος δεν μπορούσε να ξεφύγει: αν στον Σάυλοκ του Σέξπηρ ο Εβραίος είχε τη “δυνατότητα” να αλλάξει πίστη και να σώσει τη ζωή του, στη ναζιστική Γερμανία ο οποιοσδήποτε εβραϊκής καταγωγής πολίτης ήταν εξ ορισμού στιγματισμένος. Η κατάληξη ενός αντισημιτικού κόμματος που βρέθηκε επικεφαλής του ισχυρότερου ευρωπαϊκού κράτους στον 20ό αιώνα ήταν το Ολοκαύτωμα, η με βιομηχανικούς όρους εξόντωση 6 εκατομμυρίων Εβραίων στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Εργαλείο
Ο αντισημιτισμός αποτέλεσε χρήσιμο εργαλείο για τις άρχουσες τάξεις, καθώς προσέφερε μια εναλλακτική κοσμοθεωρία στις σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές ιδέες που επηρέασαν βαθιά τις εργαζόμενες τάξεις στον 20ό αιώνα. Απέναντι στην ταξική ερμηνεία του κόσμου, ο αντισημιτισμός εφευρίσκει τον αποδιοπομπαίο τράγο του “Εβραίου” που κατατρύχει τον κόσμο, είτε με τη μορφή του παρασιτικού τραπεζιτικού κεφαλαίου είτε με τη μορφή του αντεθνικού κομμουνιστικού κινήματος. Δεν είναι τυχαίο που ο αντισημιτισμός έχει χαρακτηριστεί “σοσιαλισμός των ηλιθίων”, απ' αφορμή αυτή ακριβώς την ψευδο-ριζοσπαστική ρητορεία που καταλήγει να μετατρέπει τους εργαζόμενους σε ουρά του κράτους και της κυρίαρχης τάξης.
Στην Ελλάδα του σήμερα, που η Χρυσή Αυγή εξακολουθεί να ορκίζει τα μέλη της ενάντια στον “Αιώνιο Εβραίο”, η πάλη ενάντια στον αντισημιτισμό είναι βασική υποχρέωση του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς. Μπορεί ο σύγχρονος ρατσισμός να έχει στην αιχμή του δόρατος την ισλαμοφοβία και οι μουσουλμανικές κοινότητες να είναι σήμερα στο μάτι του κυκλώνα. Ωστόσο, ο αντισημιτισμός εξακολουθεί να βρίσκεται στην καρδιά του ρατσιστικού και φασιστικού κτήνους.
Επειδή ακριβώς αυτή είναι η εικόνα της μάχης που έχουμε να δώσουμε, η σύγχυση του αντισημιτισμού με την κριτική στο κράτος του Ισραήλ και τις εθνοκαθαρτικές πρακτικές του σε βάρος των Παλαιστίνιων είναι επικίνδυνη, οποιοσδήποτε και αν την επιχειρεί. Ο αντισιωνισμός, η σύγκρουση με τον εβραϊκό εθνικισμό, αποτέλεσε πολιτική επιλογή μιας σημαντικής πτέρυγας των εβραϊκών κοινοτήτων, που πρωταγωνίστησε στο σοσιαλιστικό και κομμουνιστικό κίνημα του 20ού αιώνα. Ο αντισημιτισμός, τουναντίον, είναι το δηλητήριο των από πάνω για να αποπροσανατολίσουν και εν τέλει να τσακίσουν αυτό ακριβώς το αντικαπιταλιστικό κίνημα.
Θανάσης Καμπαγιάννης
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Συλλαλητήριο ενάντια στη Σύνοδο Κορυφής του αντιδραστικού άξονα Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ
Συλλαλητήριο καλούν στη Θεσσαλονίκη την Πέμπτη 15 Ιούνη, στις 7μμ, στο Άγαλμα Βενιζέλου, οργανώσεις, φορείς, συλλογικότητες και σωματεία ενάντια στην τριμερή Σύνοδο Κορυφής Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ - ανάμεσα τους η ΑΝΤΑΡΣΥΑ , το ΣΕΚ, το ΝΑΡ, το ΚΚΕ (μ-λ), ο Παλαιστινιακός Σύνδεσμος Βορείου Ελλάδας, η Ένωση Φίλων Παλαιστίνης, οι Φίλοι του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, η ΚΕΕΡΦΑ, η ΟΚΔΕ, το ΕΕΚ, το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα κ.α
«Ανεπιθύμητος ο Νετανιάχου, Αλληλεγγύη στον Παλαιστινιακό λαό, Να διαλυθεί ο αντιδραστικός άξονας Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ – Αιγύπτου, Έξω το ΝΑΤΟ – Μέσα οι πρόσφυγες, Να κλείσει η βάση της Σούδας» αναφέρει στον τίτλο της η προκήρυξη που διακινεί το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα ενόψει του συλλαλητηρίου. Όπως αναφέρει:
«Η συνάντηση κορυφής Ελλάδας – Ισραήλ – Κύπρου που θα πραγματοποιηθεί στις 14-15 Ιούνη στη Θεσσαλονίκη είναι μια τεράστια πρόκληση για τον κόσμο του αντιπολεμικού κινήματος… Όσο κι αν ο Τσίπρας και ο Καμμένος προσπαθούν να παρουσιάσουν τη συμμαχία της Ελλάδας και της Κύπρου με το δολοφονικό σιωνιστικό καθεστώς του Ισραήλ και τη χούντα της Αιγύπτου ως φάρο «ειρήνης και σταθερότητας» στην Ανατολική Μεσόγειο, ο άξονας που διαμορφώνεται και οι αποφάσεις που θα πάρει οξύνουν τους ανταγωνισμούς στην περιοχή και αποτελούν απειλή για την ειρήνη…Τα ευχολόγια και ο κοινός αγώνας για την «πάταξη της διεθνούς τρομοκρατίας», δεν μπορούν να κρύψουν τη βαθιά εμπλοκή της Ελλάδας στις νέες πολεμικές περιπέτειες που φέρνει η πολιτική Τραμπ μετά την Ανατολική Μεσόγειο και στον Περσικό Κόλπο.
Είναι ντροπή για μια κυβέρνηση που μιλάει στο όνομα της αριστεράς να συνεργάζεται με δικτάτορες σαν τον Σίσι και δολοφόνους σιωνιστές σαν τον Νετανιάχου. Να οργανώνει κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με το Ισραήλ και να αναβαθμίζει τη βάση της Σούδας από την οποία εφόρμησαν πρόσφατα τα αμερικάνικα πολεμικά πλοία για να βομβαρδίσουν στη Συρία. Και η ελληνική πρεσβεία να εκπροσωπεί διπλωματικά την Αίγυπτο του δικτάτορα Σίσι στο Κατάρ.
Χρειάζεται να ξαναπιάσουμε το νήμα των μαζικών διαδηλώσεων ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ και για αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη, για να βάλουμε φρένο στα πολεμοκάπηλα σχέδια και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Αυτό το κίνημα είναι η «υπερδύναμη» που μπορεί να τους σταματήσει»!.