«Η απεργία της ΕΑΣ ήταν ένα ορόσημο που θα μείνει στην ιστορία. Δεν ξανάγινε ποτέ κάτι τέτοιο στην Ελλάδα. Πήραν ένα γερό μάθημα…»
«Το ΠΑΣΟΚ σαν κόμμα από άποψη προγράμματος δεν είναι ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις. Το ότι ήρθε στο χώρο της ΕΑΣ να ανατρέψει μια ιδιωτικοποίηση ήταν αποτέλεσμα της μαχητικότητας της απεργίας μας…»
«Φτάσαμε στη νίκη με τους αγώνες μας. ¨Όχι μόνο τους δικούς μας αλλά και των άλλων εργαζομένων. Η συνδικαλιστική ηγεσία της ΓΣΕΕ και των εργατικών κέντρων σταθήκανε σε απόσταση και φοβόντουσαν την απεργία Ένα μικρό κομμάτι μάς στήριξε συνειδητά μέσα από το εργατικό κίνημα. Ήταν η εργατική αλληλεγγύη, μια οργάνωση που στάθηκε και τους 17 μήνες συνειδητά στο πλευρό μας…»
Τα παραπάνω κομμάτια είναι αποσπάσματα από τη συνέντευξη που είχαν δώσει στο δέκατο τεύχος του περιοδικού Σοσιαλισμός από τα Κάτω οι απεργοί της ΕΑΣ, Σπύρος Παπασπύρου, Στράτος Μανίκης και Παναγιώτης Καραχάλιος. Ήταν Μάρτης του 1994, μόλις μερικές βδομάδες μετά τη νικηφόρα επιστροφή στη δουλειά των απεργών της ΕΑΣ (της σημερινής ΕΘΕΛ) ύστερα από μια σκληρή απεργία διαρκείας και ένα πολύμηνο ανυποχώρητο αγώνα στους δρόμους της Αθήνας. Σε μια εποχή που οι ιδιωτικοποιήσεις και το άνοιγμα στην αγορά κυριαρχούσαν σε όλο τον κόσμο, στην Ελλάδα γινόταν επανακρατικοποίηση και επιστροφή των απολυμένων εργατών στη δουλειά.
Κι όμως, λίγα χρόνια πριν μια τέτοια εξέλιξη φαινόταν εξωπραγματική. Και τότε, η φιλολογία για «αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων» ήταν στο φόρτε της: Η κατρακύλα του ΠΑΣΟΚ στη λιτότητα και στα σκάνδαλα είχε απογοητεύσει ένα κομμάτι της εργατικής τάξης, που όπως και σήμερα με το ΣΥΡΙΖΑ, πίστευε ότι κάτι θα άλλαζε ριζικά με τους σοσιαλιστές στην κυβέρνηση. Ο Συνασπισμός και το ΚΚΕ (που μόλις είχαν διασπαστεί) ήταν σε ακόμα χειρότερη κατάσταση, μετά από τη συμμετοχή τους στο πλάι του Μητσοτάκη στην κυβέρνηση Τζανετάκη και στη συνέχεια με τη συμμετοχή τους στην Οικουμενική κυβέρνηση. Μετά την κατάρρευση των καθεστώτων του κρατικού καπιταλισμού, η κυρίαρχη αντίληψη συνολικά στην αριστερά ήταν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα «μακρύ νέο-συντηρητικό χειμώνα».
Αψιμαχίες
Σε αυτές τις συνθήκες, το Νοέμβριο του 1990, λίγους μήνες μετά την εκλογή της στην εξουσία με ένα 46,2%, η Νέα Δημοκρατία ψηφίζει ένα νόμο για ιδιωτικοποιήσεις σε όλες τις ΔΕΚΟ. Στα λεωφορεία ξεκινάνε αψιμαχίες.
Τον Φλεβάρη του 1991 οι εργαζόμενοι της ΕΑΣ προχωρούν σε συμβολική κατάληψη της διοίκησης της εταιρίας με αίτημα αυξήσεις. Η κυβέρνηση τους απειλεί με άμεση ιδιωτικοποίηση και τότε οι οδηγοί της ΕΑΣ ξεκινούν απεργία. Ο νόμος που προβλέπει 20% προσωπικό ασφαλείας καταργείται στην πράξη. Την τρίτη μέρα, από τα 540 επιστρατευμένα λεωφορεία δεν κυκλοφορεί κανένα. Στις 21 Μάρτη του ‘91 έξω από το υπουργείο Συγκοινωνίας, η κυβέρνηση κατεβάζει τα ΜΑΤ που τρώνε το ξύλο της χρονιάς τους από τους απεργούς. Η απεργία λήγει, με την κυβέρνηση να υποχωρεί και να δίνει αυξήσεις. Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Κανελλόπουλος δηλώνει ότι σε αυτή τη σύγκρουση «δεν πρέπει να υπάρξει κανείς ηττημένος».
Το Σεπτέμβρη του 1991, η κυβέρνηση επανέρχεται απαιτώντας περικοπές προσωπικού ή ιδιωτικοποίηση. Η απάντηση του συνδικάτου το χειμώνα του 1992 είναι νέες κινητοποιήσεις για αυξήσεις, με την κυβέρνηση να «υποχωρεί» υπό την απειλή απεργίας διαρκείας που τελικά αναστέλλεται. Όμως τον Ιούλη, το υπουργείο ανακοινώνει την απόφασή του για 1200 απολύσεις στην ΕΑΣ με την προοπτική να φτάσουν τις 3.400 το 1996.
Στις 23 Ιούλη σε μια συγκλονιστική γενική συνέλευση στο γήπεδο του Σπόρτινγκ οι εργαζόμενοι στην ΕΑΣ ξεκινάνε απεργία διαρκείας. Η απάντηση της κυβέρνησης είναι ότι θα προχωρήσει σε άμεση ιδιωτικοποίηση των λεωφορείων της Αθήνας. Το πιο καυτό καλοκαίρι της δεκαετίας του ’90 έχει ξεκινήσει.
Από την πρώτη μέρα ξεκινάει περιφρούρηση στα αμαξοστάσια, που αναδεικνύεται σε ένα από τα πιο βασικά ατού της απεργίας. Στις πύλες η συμμετοχή είναι μαζική και δεν βγαίνει έξω ούτε ένα λεωφορείο. Η κυβέρνηση περιμένει ως τις 2 Αυγούστου για να φύγει ο κόσμος για διακοπές, οπότε με νυχτερινή έφοδο καταλαμβάνει τα αμαξοστάσια που από εκείνη τη στιγμή και μετά φρουρούνται καθημερινά από τα ΜΑΤ. Οι απεργοί περικυκλώνουν τα αμαξοστάσια. Στις 7 Αυγούστου ψηφίζεται ο νόμος της ιδιωτικοποίησης.
Πεδίο μάχης
Στις 20 Αυγούστου, παρότι η Αθήνα είναι άδεια, 60.000 εργαζόμενοι πλημμυρίζουν την Ομόνοια στο Παναττικό συλλαλητήριο συμπαράστασης. Την επόμενη μέρα, η κυβέρνηση επιχειρεί να βγάλει λεωφορεία από το αμαξοστάσιο του Βοτανικού. Ολόκληρος ο Βοτανικός μετατρέπεται για ώρες σε πεδίο μάχης. Στις 28 Αυγούστου, τα ΜΑΤ χτυπούν στο Ελληνικό, όπου συλλαμβάνουν, ανάμεσα σε άλλους πέντε, τον πρόεδρο του Συνδικάτου Α.Κολλά. Χιλιάδες διαδηλωτές καταφθάνουν στην ΓΑΔΑ με δύο πορείες και πετυχαίνουν την άμεση απελευθέρωση.
Στις 12 Σεπτέμβρη, οι απεργοί της ΕΑΣ επιχειρούν να διαδηλώσουν στη ΔΕΘ. Στη Θεσσαλονίκη, η προπαγάνδα της ΝΔ για την «ιερότητα της ΔΕΘ και την εθνική ενότητα για το σκοπιανό», μαζί με την απαγόρευση πορειών πιάνει τόπο και το ΕΚΘ αναστέλλει τη συγκέντρωση υποδοχής των απεργών. Ο Παπανδρέου ζητάει «σύνεση» και η ΓΣΕΕ να «μην οξυνθούν τα πνεύματα». Παρόλα αυτά, 2000 συμπαραστάτες διαδηλώνουν κάτω από τα πανώ 6 φοιτητικών καταλήψεων και της ΟΣΕ. (Οι απεργοί της ΕΑΣ, όχι μόνο συγκρούστηκαν με την «εθνική συναίνεση», αλλά συμμετείχαν ενεργά στο κίνημα συμπαράστασης ενάντια στις διώξεις που άσκησε η Νέα Δημοκρατία μαζί με τον φασίστα Πλεύρη στους «5 της ΟΣΕ» για το βιβλίο για το Μακεδονικό).
Εν τω μεταξύ τα πούλμαν των απεργών σταματάνε στη Λάρισα. Στην ιστορική συγκέντρωση στην Λάρισα, κόντρα στην διοίκηση του συνδικάτου, οι απεργοί ψηφίζουν «όλοι τώρα στη Θεσσαλονίκη» και ξεκινάνε ξανά. Λίγο έξω από τη Θεσσαλονίκη τους περιμένουν τα ΜΑΤ. Η διοίκηση του συνδικάτου αποφασίζει την επιστροφή τους στην Αθήνα. Τρεις μέρες αργότερα, γίνεται στη Θεσσαλονίκη ένα ογκώδες συλλαλητήριο συμπαράστασης στους απεργούς της ΕΑΣ.
Οι μήνες που θα ακολουθήσουν θα είναι σκληροί για τους απολυμένους. Ανταρτοπόλεμος στις γειτονιές της Αθήνας ενάντια στους ΣΕΠίτες, τους ιδιώτες που πήραν τα λεωφορεία και δειλά δειλά άρχισαν να τα κυκλοφορούν στους δρόμους. Ανεργία, έλλειψη χρημάτων και αλλεπάλληλες δίκες, αλλά και συμπαράσταση και απεργιακό ταμείο. Τον Οκτώβρη του ‘92, 40 χιλιάδες άνθρωποι συμμετέχουν στην συναυλία αλληλεγγύης (που οργανώνει το ραδιόφωνο του Σκάι!) στο γήπεδο της ΑΕΚ. Στις 16 Ιούνη του 1993, χιλιάδες διαδηλώνουν έξω από τις φυλακές Κορυδαλλού όπου βρίσκονταν φυλακισμένοι επί μήνες απεργοί της ΕΑΣ.
Ο Μητσοτάκης προκηρύσσει εκλογές και στις 14 Σεπτέμβρη του 1993, οι ΕΑΣίτες αποφασίζουν στη γενική τους συνέλευση να επιστρέψουν στα αμαξοστάσια το ίδιο το βράδυ των εκλογών που ο Μητσοτάκης διαφαινόταν, όπως και συνέβη, ότι θα χάσει. Τελικά επιστρέφουν δύο μήνες αργότερα, στις 23 Δεκέμβρη ‘93, διαδηλώνοντας στο αμαξοστάσιο στην Π. Ράλλη απ’ όπου με τις γροθιές ψηλά βγάζουν στους δρόμους τα πρώτα λεωφορεία.
Το πανό των φοιτητών των ΕΣΟΦ πάντα στο πλευρό των απεργών
Το πρωτοσέλιδο της ΕΑ 26 Αυγούστου 1992
Δυνατή παράδοση
«Είχαμε πάρα πολύ δύσκολες τομές να κάνουμε… Δυσκολότερη τομή από την ιδιωτικοποίηση των αστικών συγκοινωνιών στην Αθήνα δεν υπήρχε. Έπρεπε να απολύσεις 7.500 ανθρώπους οι οποίοι είχαν συνδικαλιστικά στηρίγματα και οι οποίοι θυμάστε τι προβλήματα είχαν δημιουργήσει…”
Στο φιλμάκι που μαγνητοσκόπησε για να παιχθεί σαν το τελευταίο μετά θάνατον πολιτικό του μήνυμα, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν σταμάτησε μέχρι τις τελευταίες του στιγμές να αποδίδει όλα τα σημερινά δεινά των μνημονίων στην ανατροπή της κυβέρνησής του το 1993. Ο Μητσοτάκης δεν ξέχασε ποτέ τους απεργούς της ΕΑΣ.
Εκπροσωπώντας μια ολόκληρη τάξη προσπάθησε τότε με μια κίνηση αλά Ρήγκαν (όταν το 1981 απάντησε στην απειλή απεργίας των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας των ΗΠΑ με την απόλυση όλων) αφενός να τσακίσει ένα από τα πιο μαχητικά συνδικαλιστικά κομμάτια και αφετέρου να ανοίξει το δρόμο για τις άμεσες μαζικές ιδιωτικοποιήσεις που είχε στο πρόγραμμά του. Ήθελε η εργατική τάξη στην Ελλάδα να ηττηθεί με ένα συντριπτικό τρόπο, όπως συνέβη στη Βρετανία της Θάτσερ με την ήττα της πολύμηνης απεργίας των ανθρακωρύχων ή στις ΗΠΑ με τη νίκη του Ρήγκαν στους ελεγκτές. Τελικά έγινε το αντίστροφο.
H επανακρατικοποίηση των λεωφορείων της ΕΑΣ ήταν μια πρωτοφανής σε πανευρωπαϊκό επίπεδο νίκη του εργατικού κινήματος που φρέναρε τα σχέδια της άρχουσας τάξης. Η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου αναγκάστηκε να προχωρήσει στην πλήρη επανακρατικοποίηση της ΕΑΣ, με το όνομα ΕΘΕΛ - παρά το γεγονός ότι στη διάρκεια της απεργίας οι λύσεις που προωθούνταν από αντιπολίτευση και συνδικαλιστικές ηγεσίες ήταν λύσεις «εξυγίανσης» μέσα από το πέρασμα των λεωφορείων στους δήμους με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Συνολικά χρειαστήκαν τρία σχεδόν χρόνια, ώστε, με πρωθυπουργό πλέον τον Σημίτη, το ΠΑΣΟΚ να ξαναβάλει στην ημερήσια διάταξη τη συνέχιση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων που δεν κατάφερε να υλοποιήσει η Νέα Δημοκρατία. Αλλά και αυτές προχώρησαν αργά, με συμβιβασμούς.
Συμπερασματικά, μια απεργία που ξεκίνησε ενάντια σε απολύσεις εξελίχθηκε σε μια πολιτική απεργία που άμεσα άνοιξε το δρόμο για να γκρεμιστεί μια κυβέρνηση και σταμάτησε την πρώτη μεγάλη νεοφιλελεύθερη έφοδο της άρχουσας τάξης ενώ μακροπρόθεσμα επέβαλε μια λιγοτερο επιθετική πολιτική της άρχουσας τάξης μέχρι το 2010 οπότε και μπαίνουμε στην εποχή της μετωπικής επίθεσης των μνημονίων.
Παρακαταθήκη
Η παράδοση της απεργίας της ΕΑΣ είναι τόσο δυνατή ώστε ακόμη και σήμερα, η ΕΘΕΛ συνεχίζει να εξαιρείται από τα μέχρι στιγμής προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων. Αλλά η μεγαλύτερη παρακαταθήκη που αφήνει είναι ότι εξακολουθεί να δείχνει το δρόμο στην εργατική τάξη ότι τίποτε δεν έχει τελειώσει. Ότι μπορεί να πάρει πίσω όλα αυτά που έχασε τα τελευταία οκτώ χρόνια με τον ίδιο και καλύτερο τρόπο, αν συνεχίσει μέχρι το τέλος.
Σήμερα, η οικονομική κρίση, η ταξική πόλωση, είναι πολύ πιο βαθιές από τις αρχές του 1990. Η εναλλακτική του Κυριάκου δεν μπορεί να συσπειρώσει ούτε το μισό από αυτό που συσπείρωνε ο Κ. Μητσοτάκης. Οι «αριστερές» κυβερνητικές εναλλακτικές λύσεις από τα πάνω στερεύουν με τον Τσίπρα να ακολουθεί με ταχύ ρυθμό τα βήματα του ΓΑΠ και του ΠΑΣΟΚ. Η εμπιστοσύνη στις συνδικαλιστικές ηγεσίες και τους συμβιβασμούς τους είναι επίσης μικρότερη.
Αντίθετα η οργάνωση και ο συντονισμός των αγώνων από τα κάτω έχει κάνει βήματα μέσα στο εργατικό κίνημα. Η επιρροή της αντικαπιταλιστικής αριστεράς είναι σήμερα πιο υπαρκτή σε μια σειρά από χώρους εργασίας και μπορεί να παίξει πολύ μεγαλύτερο και καθοριστικότερο ρόλο, υποστηρίζοντας τις μάχες που ανοίγουν. Ό,τι πέτυχαν οι εργαζόμενοι της ΕΑΣ παλεύοντας για να μην χάσουν τη δουλειά τους μπορεί να το πετύχουν σήμερα οι εργαζόμενοι από τους ΟΤΑ και τα νοσοκομεία μέχρι τα ΜΜΕ και τις τράπεζες
25 χρόνια μετά η «ΕΑΣ» είναι εδώ και στοιχειώνει τους εφιάλτες των καπιταλιστών.
Οι απεργίες διαρκείας μπορούν να νικάνε
Η πρόσφατη εντεκαήμερη απεργία των εργαζομένων στους δήμους, με κέντρο τους συμβασιούχους στην καθαριότητα ανάγκασε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σε αναδιπλώσεις και συμβιβασμούς. Η απεργία μπορεί να έληξε, προς το παρόν, αλλά ήδη έχει ταράξει τα νερά, από τη μια καταρρίπτοντας τους μύθους ότι η εργατική τάξη «κοιμάται» ή «υποστηρίζει παθητικά» την κυβέρνηση και από την άλλη ανοίγοντας τη συζήτηση μέσα στο εργατικό κίνημα.
Μπορεί μια απεργία διαρκείας ενός μόνο χώρου όπως είναι οι ΟΤΑ να κερδίσει όντας αντιμέτωπη με μια ολόκληρη κυβέρνηση, την αξιωματική αντιπολίτευση, τους θεσμούς και τα μνημόνια; Μπορεί να υπάρξει ενότητα ανάμεσα στους συμβασιούχους και τους μόνιμους μέσα στο δημόσιο; Θα έχουν την υποστήριξη της υπόλοιπης εργατικής τάξης στον ιδιωτικό τομέα, τη συμπαράσταση των ανέργων;
Η απεργία των εργαζομένων στα λεωφορεία της ΕΑΣ, παρότι έχουν περάσει 25 ολόκληρα χρόνια, εξακολουθεί να μας εξοπλίζει με εμπειρίες και κρίσιμα διαχρονικά συμπεράσματα. Ξεκινώντας από το πρώτο ερώτημα, η απάντηση που δίνει η εμπειρία της απεργίας διαρκείας των 8000 απεργών της ΕΑΣ είναι ότι ΝΑΙ, μπορούμε. Το 1992, 8.000 εργαζόμενοι πάλεψαν επί δεκαοκτώ μήνες και πέτυχαν να γυρίσουν στη δουλειά νικητές και να σταματήσουν μια ολόκληρη ιδιωτικοποίηση.
Ένα πρώτο πράγμα που χρειάζεται να είναι ξεκάθαρο είναι ότι δεν το πέτυχε αυτό το ΠΑΣΟΚ. Όχι μόνο επειδή, όπως αναφέρθηκε στην αρχή (και αποδείχτηκε περίτρανα με τις κυβερνήσεις Σημίτη που ακολούθησαν), το ΠΑΣΟΚ ήταν απολύτως ανοιχτό στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων. Αλλά και επειδή, η γραμμή του απέναντι στη λαίλαπα των επιθέσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη, όπως ήταν διατυπωμένη από τον ηγέτη του Ανδρέα Παπανδρέου τότε, ήταν να την αφήσουν να πέσει σαν «ώριμο φρούτο».
Ήταν η αποφασιστικότητα και η δυναμική των ίδιων των εργαζομένων από τα κάτω που ανάγκασε τότε τις ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και της αριστεράς του ΣΥΝ και του ΚΚΕ (που μόλις είχαν διασπαστεί) να υποστηρίξουν την απεργία, χωρίς όμως να κάνουν και πολλά για να τη βοηθήσουν απλώνοντάς την σε περισσότερους χώρους. Οι ηγεσίες στην ΓΣΕΕ και στην ΑΔΕΔΥ, ελάχιστα έκαναν τον πρώτο κρίσιμο μήνα για να στηρίξουν τον αγώνα πέρα από ανακοινώσεις συμπαράστασης. Δεν κάλεσαν ούτε μια 24ωρη γενική απεργία, παρά μόνο ένα συλλαλητήριο συμπαράστασης στα τέλη Αυγούστου όταν τα ΜΑΤ καταλαμβάνανε τα αμαξοστάσια.
Η ηγεσία των εργαζομένων, οι «σταμουλοκολλάδες» όπως τους χαρακτήριζαν τότε οι δεξιές εφημερίδες από τα ονόματα των δύο βασικών συνδικαλιστών (Α.Κολλάς του ΠΑΣΟΚ και Χ.Σταμούλος του ΚΚΕ), συγκρούστηκε μετωπικά με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, οδηγήθηκε με χειροπέδες σε κρατητήρια - και θα έκανε τις περισσότερες από τις σημερινές ηγεσίες συνδικάτων και ομοσπονδιών να ωχριούν. Αλλά η νίκη δεν ήρθε χάρη στους έξυπνους χειρισμούς της ηγεσίας του συνδικάτου. Αρχικά ο στόχος απέναντι σε μια κυβέρνηση που είχε δηλώσει εξαρχής ότι θα πάει για ιδιωτικοποίηση ήταν η προκήρυξη συμβολικών κινητοποιήσεων. Όταν το χειμώνα του 1990-91 η κυβέρνηση συγκλονιζόταν από τις μαθητικές και φοιτητικές καταλήψεις και τη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα, η ηγεσία του συνδικάτου προχωρούσε σε συμβιβασμούς. Έπρεπε να φτάσει Ιούλης του 1992 για να προχωρήσει στην υλοποίηση της απόφασης για απεργία διαρκείας.
Το 1992-93 οι εργαζόμενοι της ΕΑΣ αναδείχτηκαν στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Και πρωτοπορία δεν τους έκανε το τι κόμμα ψήφιζαν (οι περισσότεροι το ΠΑΣΟΚ) αλλά η μαχητικότητα και η αποφασιστικότητα που έδειξαν στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων της τάξης τους και απέναντι στις επιθέσεις και τις βασικές επιλογές της κυρίαρχης τάξης. Οι απεργοί της ΕΑΣ έκαναν στην πράξη και όχι στα λόγια το «χωρίς εσένα γρανάζι δεν γυρνά» ακινητοποιώντας για πολλούς μήνες την αστική συγκοινωνία σε μια πόλη 4 εκατομμυρίων.
Ανυποχώρητα
Η αποφασιστική απεργία διαρκείας και οι μαζικές απεργιακές φρουρές σήμαναν 100% ενεργή συμμετοχή των εργαζομένων -που μεταφράστηκε σε τεράστια συνοχή όταν τους απέλυσαν. Οι εργαζόμενοι συνέχισαν ανυποχώρητα ένα 17μηνο αγώνα αντιμέτωποι με διώξεις σε τουλάχιστον 200 απεργούς, με 8 φυλακισμένους για μήνες στις φυλακές του Κορυδαλλού, με τριάντα τουλάχιστον απολυμένους νεκρούς, κάτω από την πίεση που έφερε η ανεργία και το κυνηγητό της κυβέρνησης. Ταυτόχρονα, η ενότητα και η αλληλεγγύη των εργαζομένων της ΕΑΣ έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της απεργίας.
Οι εργαζόμενοι είχαν μαζί τους στην πρώτη γραμμή τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Άντεξαν γιατί είχαν τη συμπαράσταση όλης της εργατικής τάξης. Εκατομμύρια δραχμές μαζεύτηκαν για τη στήριξη των απεργών και του αγώνα. Αδιόριστοι εκπαιδευτικοί προσφέρθηκαν δωρεάν να κάνουν μαθήματα στα παιδιά των απεργών. Πέρα από την οργανωμένη συμπαράσταση των συνδικάτων, η αλληλεγγύη εκδηλώνονταν αυθόρμητα και με ενέργειες όπως η μη πληρωμή του εισιτηρίου στους ιδιώτες που πήραν τα λεωφορεία. Επιτροπές συμπαράστασης στους απεργούς φτιάχτηκαν σε πολλά σημεία.
Αυτό όμως που έκρινε την έκβαση του αγώνα ήταν ότι πλέον τη σκυτάλη είχαν πάρει κι άλλοι χώροι: Από τις συγκλονιστικές απεργίες το φθινόπωρο του ‘92 ενάντια στο δεύτερο ασφαλιστικό μέχρι τις απεργίες διαρκείας ενάντια στην ιδιωτικοποίηση στον ΟΤΕ και στη ΔΕΗ το καλοκαίρι του 1993, το μικρόβιο της ΕΑΣ είχε απλωθεί σε ολόκληρη την εργατική τάξη. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατέρρευσε ανήμπορη να εφαρμόσει τα μέτρα και σπαρασσόμενη από εσωτερικές συγκρούσεις.