Η Αριστερά
Oι “στάχτες” του Γκράμσι: Συνέντευξη με τον Λουκά Αξελό

O Λουκάς Aξελός στην εκδήλωση του Mαρξιστικού Bιβλιοπωλείου στις 3 Aπρίλη

Κλείνουν φέτος 70 χρόνια από τον θάνατο του Γκράμσι στις φασιστικές φυλακές. Τι σηματοδοτεί αυτή η επέτειος σήμερα; 

Είναι δύσκολο σε περιόδους τέτοιας καθολικής κρίσης όπου, εν μέρει, ακόμη και στην Ιταλία ο Γκράμσι έχει ξεχαστεί, να μιλήσεις «αντικειμενικά» για την επικαιρότητα του Γκράμσι σήμερα. 

Ωστόσο εγώ, υποκειμενικά μιλώντας, πιστεύω ότι Οι Στάχτες του Γκράμσι (για να δανειστώ τον τίτλο της ποιητικής συλλογής του Π.Π.Παζολίνι) κρατάνε μέσα τους και θα κρατάνε πολλά «αναμμένα κάρβουνα». 

Αυτό σημαίνει απλά ότι για όσους σε αυτόν τον τόπο εξακολουθούν να επιμένουν αποφασιστικά στην άρνηση διαχωρισμού θεωρίας και πράξης, στην άρνηση διαχωρισμού ηθικής και πολιτικής, ο Γκράμσι θα συνεχίζει να αποτελεί ένα κατεξοχήν παράδειγμα υποδειγματικής εφαρμογής.

  Αυτό για εμένα αποτελεί τον σκληρό πυρήνα του γκραμσιανού παραδείγματος. Τα υπόλοιπα που αφορούν στην ιδιαίτερη, στην κατεξοχήν συμβολή του στα ζητήματα της κίνησης των ιδεών, δεν μπορούν να απαντηθούν ουσιαστικά στα πλαίσια μιας σύντομης συνέντευξης.

  Με επίγνωση των παραπάνω θα ήθελα να επισημάνω ότι οι απόψεις του (ενδεικτικά), για τον σχηματισμό και τον ρόλο των διανοουμένων, για το ότι η πολυπλοκότητα του σύγχρονου κόσμου επιτάσσει την διαμόρφωση ενός αντίρροπου δέους στην κυρίαρχη κουλτούρα, από ένα μπλοκ υποτελών τάξεων, που να μην είναι όμως υποτελείς και ιδεολογικά (το ζήτημα της ηγεμονίας) για το πόσο σημαντικό είναι να καταλάβεις την ιστορική κίνηση όταν πατάς στο «εθνικό έδαφος», όταν μελετάς και βγάζεις απτά και όχι υπερβατικά συμπεράσματα πάνω στο αφενός και στο αφετέρου κάθε πατριωτικού – εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος (Risorgimento)· και τέλος για την αναγκαιότητα να βρει η άμεση δημοκρατία την θέση της στην σημερινή κοινωνία του «ήπιου ολοκληρωτισμού», μέσα από τον έλεγχο των άμεσων παραγωγών πάνω στους όρους της ζωής τους, αποτελούν παρακαταθήκη που κανένα κίνημα απελευθέρωσης και κανένας σκεπτόμενος εργαζόμενος δεν μπορούν να αποφύγουν αν θέλουν πραγματικά και σοβαρά να τα αντιμετωπίσουν. 

Ποια ήταν η ιστορία της έκδοσης του έργου του Γκράμσι στα Ελληνικά; Ήταν ταυτόχρονα μια πολιτική συγκυρία της εποχής; Μπορείς να μας πεις κάποια πράγματα για την εποχή αυτή (δεκαετία ’70 και ιδεολογικοπολιτικές συζητήσεις);

Έχω και άλλες φορές αναφερθεί στην ιστορία της έκδοσης του έργου του Γκράμσι στα χρόνια της δικτατορίας. Είναι δύσκολο να αναφερθώ σε μια συνέντευξη στα γεγονότα και στους ανθρώπους χωρίς να τους αδικήσω. 

  Αξιωματικά, λοιπόν, σημειώνω πως η δικτατορία στην Ελλάδα του 1967 σηματοδοτούσε μια νέα εποχή για την αριστερά και την κίνηση των ιδεών. Η κατάρρευση της ιστορικής αριστεράς δημιούργησε ένα μεγάλο ερωτηματικό, ένα πελώριο κενό που ζητούσε την κάλυψή του.

  Έτσι, μέσα σε συνθήκες δικτατορίας ξεφύτρωσαν νέοι εκδοτικοί οίκοι, συγγραφείς, μεταφραστές, κ.λπ., νέοι άνθρωποι που, μέσα στην σύγχυση και στο χάος, έψαχναν να ανοίξουν νέους δρόμους. Κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους, αν και άγνωστοι οι περισσότεροι μεταξύ τους, άλλοι μέσα και άλλοι έξω από τις φυλακές και τις εξορίες, συναντήθηκαν στον δρόμο προς τον Γκράμσι. 

  Αρχές του 1970 ο πρώτος μεταφραστής έργων του Γκράμσι ξεκινάει στην εξορία την μετάφραση των Διανοουμένων, που θα κυκλοφορήσουν το 1972 από τον «Στοχαστή». Ο Κώστας Φιλίνης βρίσκεται στις φυλακές, όπου με πρωτοβουλία του μεταφράζει τις Σημειώσεις στον Μακιαβέλι, που θα εκδοθεί από τον «Ηριδανό». Τέλος, ο Θανάσης Αθανασίου βρίσκεται και αυτός φυλακισμένος στον Κορυδαλλό και ξεκινάει την μετάφραση του Παρελθόν και Παρόν που θα εκδοθεί από τον «Στοχαστή». 

Την ίδια περίοδο (1971-72) δύο παλαίμαχοι των γραμμάτων μας, η Φούλα Χατζιδάκη και ο Δημήτρης Ραυτόπουλος δίνουν στον «Ηριδανό» τα Γράμματα από την Φυλακή, ενώ λίγο αργότερα ο Τίτος Μυλωνόπουλος μεταφράζει τον Ιστορικό Υλισμό που θα κυκλοφορήσει το 1973 ως πρώτο βιβλίο του «Οδυσσέα». 

Έτσι, το έργο του Γκράμσι μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Ο Γκράμσι για άλλη μια φορά διαπέρασε τους τυφλούς τοίχους του φασισμού και των φυλακών του για να οπλίσει εκείνους που, κυνηγημένοι, βάδιζαν στις σκοτεινές επικράτειες των τότε συνθηκών. Πραγματικά, από μια τραγική ειρωνεία της τύχης η πλειοψηφία των Ελλήνων μεταφραστών μετέφρασε τα Τετράδια της Φυλακής, στις εγχώριες φυλακές και εξορίες. 

Είναι, φρονώ, προφανές ότι όσα παραπάνω περιγράφω ελάχιστη σχέση έχουν με το μεταπολιτευτικό φολκλόρ και τους, κατόπιν εορτής, λέκτορες, υφηγητές, καθηγητές και λοιπούς ακαδημαϊκώς φιλολογούντες της πολιτικής ή των Πανεπιστημίων, που ανέλαβαν, στα πλαίσια μιας ακαδημαϊκής καριέρας, να σχολιάσουν «αυστηρά» τα λάθη και τις παραλείψεις των τότε πρωταγωνιστών, ενταγμένων όμως στο γκραμσιανό ήθος δράσης. 

Ο «Στοχαστής» κατόρθωσε να κρατήσει την κυκλοφορία του Γκράμσι για 30 χρόνια και να προχωρήσει πρόσφατα στις επανεκδόσεις των έργων του. Πες μας λίγα πράγματα για την απήχηση στο κοινό αυτής της εκδοτικής προσπάθειας.

Από το 1972 που κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο του Γκράμσι στην Ελλάδα, Οι Διανοούμενοι, έχουν περάσει 35 χρόνια. Σε αυτό το διάστημα Οι Διανοούμενοι είχαν μια κυκλοφορία μερικών δεκάδων χιλιάδων αντιτύπων. Με την διαφορά ότι τα περισσότερα πουλήθηκαν στην δεκαετία του ’70. 

  Είναι σε όλους μας γνωστή η ένδεια των ιδεολογικοπολιτικών συζητήσεων στην Ελλάδα. Και όμως, με αφορμή τον Γκράμσι, δημιουργήθηκε στην δεκαετία του ’70 ένας δημόσιος διάλογος, που, ανεξάρτητα από τις ανεπάρκειες ή υπερβολές του, αποτελεί μιαν από τις ελάχιστες εξαιρέσεις που διαψεύδουν τον περί ένδειας κανόνα. Τόσο λοιπόν, τα στοιχεία της κυκλοφορίας των έργων του συνολικά, όσο και τα στοιχεία των συζητήσεων που προέκυψαν αποκαλύπτουν ότι οι σπορείς των ιδεών του Γκράμσι δεν έδρασαν επί ματαίω. 

Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η επίδραση των ιδεών του Γκράμσι δεν ήταν αντίστοιχη του πραγματικού τους βάρους. Η αναλυτική και κριτική ματιά του Γκράμσι ήταν δύσκολο να γίνει αποδεκτή και να λειτουργήσει ουσιαστικά από το σώμα των ιθαγενών μικροευρωπαίων μεταπρατών, που μετέφεραν σε κενό αέρος τα αλτουσεριανά, λακανικά, κ.λπ. μεταμοντέρνα καθρεφτάκια και κολιέ που οι κονκισταδόρες του σύγχρονου «σικ σοσιαλισμού» τους είχανε εγχειρίσει κατά την ανακάλυψη του «Νέου τους Κόσμου» εις Παρισίους. 

Σήμερα, με ένα καινούργιο φοιτητικό κίνημα στην Ελλάδα, όπως το είδαμε στις πρόσφατες κινητοποιήσεις για το άρθρο 16 και με μια καινούργια ριζοσπαστικοποίηση, θα συνιστούσες στον νέο κόσμο να διαβάσει Γκράμσι; Ποια νομίζεις ότι θα ήταν η μεγαλύτερη ωφέλεια από μια τέτοια παρακίνηση; 

Αν κάτι, πέραν των άλλων, διαφοροποιεί τον Γκράμσι από πολλούς σύγχρονους ριζοσπάστες πολιτικούς στοχαστές, είναι ότι ολόκληρο το έργο του διαποτίζεται από την αγωνία για τα τεκταινόμενα στην παιδεία, τον Τύπο και τον πολιτισμό. Ο Γκράμσι, ίσως είναι - τολμώ να πω – ο επιφανέστερος μαρξιστής διανοούμενος, που αντιλαμβανόταν σε βάθος την σημασία και την αξία του σοσιαλισμού με όρους πολιτιστικούς. 

Το «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» ήταν για αυτόν μια πολιτιστική πρόκληση συν τοις άλλοις ή, για να το δούμε στρατηγικά, πάνω απ’ όλα. 

Με αυτήν και μόνο την έννοια αποτελεί σταθερή πηγή έμπνευσης για όλους εκείνους που αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας εθνικολαϊκής κουλτούρας ως αντίρροπο δέος στην κυρίαρχη. Την σημασία ότι ο πολέμιος πρέπει πάνω απ’ όλα να νικηθεί ιδεολογικά.