Διακόσια χρόνια πριν, τον Μάρτη του 1807, το βρετανικό κοινοβούλιο πέρασε ένα νόμο με τον οποίο απαγόρευσε το δουλεμπόριο. Θα περνούσαν ακόμα περίπου τριάντα χρόνια μέχρι την κατάργηση του βάρβαρου θεσμού της δουλείας στις κτήσεις της βρετανικής αυτοκρατορίας και ακόμα περισσότερα για να λευτερωθούν οι μαύροι σκλάβοι στις ΗΠΑ στην Κούβα ή τη Βραζιλία.
Οι επίσημες εκδηλώσεις που έγιναν στη Βρετανία, οι ομιλίες τύπων σαν τον Μπλερ επαναλαμβάνουν την ίδια ιστορία: το δουλεμπόριο ήταν μια ηθικά καταδικαστέα δραστηριότητα που «κληρονόμησε» ο καπιταλισμός και που την κατάργησαν οι «φωτισμένοι» εκπρόσωποί του. Η αλήθεια είναι ότι το δουλεμπόριο ήταν προϊόν της εμφάνισης του καπιταλισμού και με τη σειρά του έδωσε τεράστια ώθηση στην ανάπτυξη του συστήματος. Η κατάργησή του, όπως και της δουλείας, ήταν αποτέλεσμα των μεγάλων εξεγέρσεων των ίδιων των σκλάβων και μαζικών κινημάτων στις «μητροπόλεις» όπως στη Βρετανία.
Το δουλεμπόριο ερήμωσε κυριολεκτικά την αφρικάνικη ήπειρο. Διάφοροι ιστορικοί υπολογίζουν ότι ανάμεσα στο 1532 και το 1850 τουλάχιστον 20 εκατομμύρια Αφρικανοί μεταφέρθηκαν αλυσοδεμένοι στην αμερικάνικη ήπειρο για να πουληθούν σαν σκλάβοι. Αλλοι μελετητές έχουν υπολογίσει ότι κανονικά στα μέσα του 19ου αιώνα ο πληθυσμός της Αφρικής θα έπρεπε να είχε φτάσει τα 200 εκατομμύρια. Ηταν όμως ο μισός από αυτόν τον αριθμό και η αιτία ήταν η αιμορραγία που προκάλεσε το δουλεμπόριο.
Ολες οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής συμμετείχαν σε αυτό το εμπόριο. Ομως, τη μερίδα του λέοντος την είχε η Βρετανία. Οι Αφρικανοί αρπάζονταν στα χωριά τους ύστερα από κανονικές εκστρατείες ανθρωποκυνηγών, φυλακίζονταν σε φρούρια κοντά στις ακτές και από κει φορτώνονταν σε πλοία για να διασχίσουν τον Ατλαντικό. Τα βρετανικά καράβια είχαν τη μερίδα του λέοντος: υπολογίζεται ότι μετέφεραν 80.000 σκλάβους κάθε χρόνο, περισσότερους δηλαδή από όλους μαζί τους ανταγωνιστές τους.
Οι συνθήκες της μεταφοράς ήταν φρικτές. Οι σκλάβοι στιβάζονταν κυριολεκτικά ο ένας πάνω στον άλλο αλυσοδεμένοι για ένα ταξίδι που διαρκούσε εννιά με δέκα μήνες. Ενας στους έξι σκλάβους πέθαινε στη διάρκεια του ταξιδιού, από ασφυξία, ασθένειες, υποσιτισμό ή από τις εφιαλτικές τιμωρίες που επιβάλλονταν σε όποιον αντιστεκόταν. Οποτε το πλοίο συναντούσε μεγάλες φουρτούνες ή όποτε έπρεπε να αναπτύξει ταχύτητα, ο καπετάνιος απλά έδινε τη διαταγή να πεταχτεί στη θάλασσα ένα μέρος του ανθρώπινου φορτίου. Υπήρχαν και περιπτώσεις που εκατοντάδες άνθρωποι ρίχτηκαν στη θάλασσα. Ασφαλιστικές εταιρείες ασφάλιζαν το «εμπόρευμα» και όταν χάνονταν η αποζημίωση δίνονταν κανονικά.
Οι σκλάβοι κατέληγαν στις βρετανικές αποικίες στην Καραϊβική και τη βόρειο Αμερική, στη μεγάλη τους πλειοψηφία. Εκεί πουλιούνταν σε δημοπρασίες και μετά δούλευαν μέχρι θανάτου στις φυτείες. Εκεί επιζούσαν το πολύ για τέσσερα πέντε χρόνια. Οι ιδιοκτήτες δεν νοιάζονταν και πολύ γι’ αυτό, τα σκλαβοπάζαρα ήταν πάντοτε γεμάτα.
Το δουλεμπόριο ήταν το «σήμα κατατεθέν» αυτού που θα λέγαμε σήμερα πρώτο κύμα της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Οι φυτείες της Αμερικής και της Καραϊβικής ήταν η πηγή πολύτιμων πρώτων υλών για τις αναπτυσσόμενες βιομηχανίες της Ευρώπης και ιδιαίτερα της Βρετανίας. Ηταν επίσης και μια αγορά για τα προϊόντα αυτών των βιομηχανιών. Αρχικά οι ιδιοκτήτες αυτών των φυτειών προσπάθησαν να προσελκύσουν ελεύθερους εργάτες να δουλέψουν εκεί. Ομως, η ανταπόκριση ήταν μικρή. Το επόμενο βήμα ήταν να χρησιμοποιήσουν κατάδικους που προμήθευαν οι μητροπόλεις από τις φυλακές τους. Αλλά και πάλι η «ζήτηση» ήταν πολύ μεγαλύτερη από την «προσφορά». Γι’ αυτό στράφηκαν στην αφρικάνικη ήπειρο.
Eφοπλιστές
Μ’ αυτόν τον τρόπο ξεκίνησε το «τριγωνικό εμπόριο». Εταιρείες έκαναν μεγάλα κέρδη αρπάζοντας και πουλώντας σκλάβους. Στα λιμάνια της Αμερικής και της Καραϊβικής τα καράβια άδειαζαν από το ανθρώπινο φορτίο και γέμιζαν με τα προϊόντα των φυτειών –καπνά, βαμβάκι, καφέ, ζαχαροκάλαμο κι ότι παραγόνταν από την επεξεργασία του. Από κει έφταναν στα λιμάνια της Βρετανίας στο Λίβερπουλ για παράδειγμα ή της Γαλλίας –οι εφοπλιστές του Μπορντό ήταν υπέρμαχοι της δουλείας γιατί εξασφάλιζαν τεράστια κέρδη.
Οι έμποροι, οι ναυτιλιακές εταιρείες, οι τράπεζες επένδυαν αυτά τα κέρδη στις νέες βιομηχανίες. Δρόμοι, εργοστάσια, κανάλια, λιμάνια, αργότερα σιδηρόδρομοι κατασκευάζονταν με κεφάλαια που είχαν αντληθεί από το δουλεμπόριο. Που και που οι ευσεβείς επιχειρηματίες χρηματοδοτούσαν και την κατασκευή ενός καθεδρικού ναού ή πολυτελών κτιρίων στα κέντρα των πόλεών τους. Εχει υπολογιστεί ότι γύρω στο 1770 περίπου το ένα τέταρτο των επενδύσεων που έκαναν οι αστοί της Βρετανίας είχε σαν πηγή του το δουλεμπόριο. Χωρίς το δουλεμπόριο δεν θα υπήρχε η Βιομηχανική Επανάσταση. Η εταιρεία Βατ –του εφευρέτη της ατμομηχανής- από κει ξεκίνησε. Το ίδιο η τράπεζα Μπάρκλεϋς. Και πολλές άλλες εταιρείες που είναι και σήμερα μεγάλα ονόματα της αγοράς.
Ο Μαρξ είχε επισημάνει ότι «η καλυμένη σκλαβιά των μισθωτών στην Ευρώπη είχε την ανάγκη, την φανερή και χωρίς φτιασιδώματα σκλαβιά στον Νέο Κόσμο ως βάθρο της». Τα κέρδη από τις βαμβακοφυτείες των σκλάβων τροφοδοτούσαν τη δημιουργία των μεγάλων υφαντουργείων στη Βρετανία για παράδειγμα. Οι βιομήχανοι χρησιμοποιούσαν αυτές τις φυτείες σαν το «μοντέλο» τους. Οπως και στις φυτείες στα εργοστάσια της Βιομηχανικής Επανάστασης εκατοντάδες μικρά παιδιά δούλευαν σε ανήλιαγες αίθουσες από το πρωί μέχρι το βράδυ. Αστεγοι και άνεργοι, ανάμεσά τους και μικρά παιδιά, κλείνονταν σε ιδρύματα και μετά με μια διαταγή στέλνονταν στα εργοστάσια.
Για παράδειγμα το 1842 μια επίσημη έκθεση περιέγραφε πως «αυτά τα παιδιά στέλνονται ομαδικά (στα εργοστάσια) και είναι χαμένα για τους γονείς τους όπως σαν να είχαν σταλεί στις Δυτικές Ινδίες.» Οταν ξέσπασαν οι πρώτοι εργατικοί αγώνες και οι εργάτες άρχισαν να οργανώνονται σε συνδικάτα κατάγγελναν τις «συνθήκες σκλαβιάς». Και δεν ήταν σχήμα λόγου. Στα νησιά Μπαρμπάντος οι σκλάβοι των φυτειών ζούσαν το πολύ μέχρι τα 20 χρόνια τους. Στο Μάντσεστερ του 1840 ο μέσος όρος ζωής ενός εργάτη ήταν τα ....17 χρόνια! Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, το εργατικό κίνημα βρέθηκε από την αρχή στην πρώτη γραμμή για την κατάργηση του δουλεμπόριου και της δουλείας.
Aνεξαρτησία
Οι εξεγέρσεις των σκλάβων έπαιξαν έναν ακόμα πιο αποφασιστικό ρόλο. Η πιο σημαντική ξέσπασε το 1791, στον Αγιο Δομίνικο, τη σημερινή Αϊτή. Τότε ήταν γαλλική αποικία και ένα από τα πιο πλούσια μέρη στη γη. Το 1791 οι σκλάβοι ξεσηκώθηκαν, έκαψαν τις επαύλεις των αφεντάδων και για χρόνια απέκρουαν τις εκστρατείες των Γάλλων, των Ισπανών, των Βρετανών που ήθελαν να κρατήσουν το νησί και τα πλούτη του για λογαριασμό τους. Με ηγέτη τους τον Τουσέν Λ’ Οβουρτύρ, ταπείνωσαν τις μεγαλύτερες υπερδυνάμεις του κόσμου. Η Αϊτή κέρδισε τελικά την ανεξαρτησία της το 1804.
Λιγότερο από τριάντα χρόνια μετά, το 1831 μια μεγάλη εξέγερση σάρωσε την Τζαμάϊκα. Περισσότεροι από 60.000 σκλάβοι ξεσηκώθηκαν το Δεκέμβρη εκείνης της χρονιάς, έβαλαν φωτιά στις φυτείες και ανέβηκαν στα βουνά, ξεκινώντας έναν ανταρτοπόλεμο που καθήλωσε χιλιάδες βρετανούς στρατιώτες.
Η εξέγερση της Τζαμάϊκα «έπεισε» τη βρετανική αστική τάξη ότι είχε φτάσει η ώρα να καταργηθεί ο θεσμός της δουλείας στις κτήσεις της. Μέχρι τότε και παρά την απαγόρευση του δουλεμπόριου του 1807, η δουλεία ήταν νόμιμη (και το δουλεμπόριο συνεχίζονταν παράνομα) και ακόμα και πολλοί πολέμιοί της θεωρούσαν ως μόνη ρεαλιστική προοπτική την σταδιακή κατάργηση της δουλείας.
Ο Μαρξ είχε γράψει ότι ο καπιταλισμός από τα πρώτα του βήματα είναι βουτηγμένος «από το κεφάλι μέχρι τα νύχια στο αίμα και τη βρομιά...που πίνει νέκταρ από τα κρανία των νεκρών». Διακόσια χρόνια μετά, αυτό το σύστημα στα γηρατιά του συνεχίζει να το κάνει. Η Αφρική για παράδειγμα, μετά τη δουλεία γνώρισε την λεηλασία της αποικιοκρατίας και τώρα τη λεηλασία των χρεών στις μεγάλες τράπεζες και τη λεηλασία των πολυεθνικών. Πρέπει να θυμόμαστε τα εγκλήματά του για να δυναμώσει ακόμα περισσότερο η αποφασιστικότητά μας να τον ανατρέψουμε.