Συνέντευξη με τον Λευτέρη Παπαθανάση
Το “Τέρμινους” είναι το τελευταίο ογκώδες κόμικ του Boban (κατά κόσμον Λευτέρης Παπαθανάσης), που κυκλοφόρησε τον Απρίλη του 2017 από τις εκδόσεις ΚΨΜ.
“Τέρμινους” σημαίνει τελικός. Έτσι ονομάστηκε το σχέδιο του κυβερνητικού στρατού, υπό τις οδηγίες και την υλική στήριξη των ΗΠΑ, για τη διάλυση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας την άνοιξη του 1947. Το “Τέρμινους” είναι οι ιστορίες του Βασίλη, της Ουρανίας, του Μιχάλη, στα βουνά των Τζουμέρκων της Ηπείρου, μα και χιλιάδων άλλων ανθρώπων, που πλήρωσαν με τη ζωή τους ή πλήρωναν για μια ολόκληρη ζωή την απόφασή τους να σταθούν απέναντι σε κάθε τύραννο και να σηκώσουν το κόκκινο αστέρι της ελευθερίας και της δικαιοσύνης πάνω από την Ελλάδα.
Πρωτοποριακό σε θεματολογία, αφού δεν υπάρχει κάτι παρόμοιο στην ελληνική βιβλιογραφία, το “Τέρμινους”, μια συνταρακτική ιστορία, μια στρατευμένη αφήγηση χωρίς περιθώρια για διπλές αναγνώσεις, που ισορροπεί από τις σκληρές και εσωστρεφείς προσωπικές αντιφάσεις των ηρώων, στην γρήγορη σχεδόν κινηματογραφική πολεμική περιγραφή και με υποβόσκουσα μια ρομαντική απεικόνιση του τόπου, του χρόνου, των ιδεών, είναι η τρίτη έκδοση του Λευτέρη Παπαθανάση.
Έχει εκδώσει επίσης το “Άκου!” (2013, Βορειοδυτικές εκδόσεις) και το βραβευμένο “Η Πάπισσα Ιωάννα – Μεσαιωνικόν Εικονογραφημένον” (2015, Εκδόσεις ΚΨΜ).
Μάχιμος εκπαιδευτικός, συνδικαλιστής μέλος των Παρεμβάσεων, με παρουσία στα κοινωνικά κινήματα και στην αντικαπιταλιστική επαναστατική αριστερά, ο Λευτέρης Παπαθανάσης, που έχει μεγαλώσει, ζει και εργάζεται στα Γιάννενα, μίλησε για την τελευταία του δουλειά στον Κυριάκο Μπάνο.
Από το “Ακου!” και την “Πάππισα Ιωάννα” και τώρα στο “Τέρμινους” δείχνεις να επιμένεις σε ιστορικά θέματα, δύσκολα στην αποτύπωσή τους, επιλέγοντας αντισυμβατικές ιστορίες, ηρώων που προσπαθούν με τον τρόπο τους να ανατρέψουν τις κοινωνικές νόρμες της εποχής τους. Τι σε κάνει να επιλέγεις τις ιστορίες που θα σκιτσάρεις;
Πιστεύω πως οι δημιουργοί παλεύουν σ' όλη τους τη ζωή με τις -μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού- εμμονές τους. Το πώς καθορίζονται αυτές κι αν η έκφρασή τους μέσα από την τέχνη θα αγγίξει κι άλλους ανθρώπους, δεν είναι εύκολο ούτε να εξηγηθεί ούτε να προβλεφτεί. Μάλλον μια από τις δικές μου κεντρικές εμμονές είναι οι άνθρωποι μέσα στην Ιστορία, αυτοί που τη δημιουργούν “σε συνθήκες που δεν επιλέγουν οι ίδιοι”. Προσπαθώ να καταλάβω ποια ήταν τα κίνητρά τους, οι ελπίδες τους, οι αμφιβολίες τους, οι θεμελιώδεις αποφάσεις τους. Η διαδικασία αυτή μπορεί να αποκρυσταλλώνεται σε έργα διαφορετικού ύφους, από το σκοτεινό “Άκου!”, στην κωμική/κομιξική εκδοχή της Πάπισσας και σήμερα στο Τέρμινους, μα στην πραγματικότητα αποκαλύπτει εύκολα τη συνέχειά της. Στο κάτω-κάτω, και την ίδια μας τη ζωή αυτές οι αντιθέσεις τη φτιάχνουν: η σκοτεινιά μπορεί να σβήσει ένα γέλιο, η ελπίδα ξαναγεννιέται εκεί που δεν την περιμένεις σε κάποια στιγμή απογοήτευσης.
Η Ήπειρος, η περιοχή που έχεις μεγαλώσει, ζεις και εργάζεσαι, ήταν το πεδίο κάποιων από τις πιο σκληρές ιστορίες του εμφύλιου. Η ιστορία σου έχει βάση σε αληθινά γεγονότα και πώς συνέλεξες τις αναγκαίες πληροφορίες για την ολοκληρωση του σεναρίου;
Ο τόπος μου έζησε από την αρχή την ανάδυση της εμφύλιας σύγκρουσης μέσα στο πλαίσιο της αντίστασης στους ναζί, τόσο στην αντιπαράθεση των αντιστασιακών ομάδων με τους συνεργάτες των ναζί, όσο και με την κεντρική σύγκρουση των πολιτικών προγραμμάτων της απελευθέρωσης, που εκφράστηκε με τον -πολλές φορές ανοιχτά πολεμικό- ανταγωνισμό μεταξύ ΕΑΜ και ΕΔΕΣ. Έτσι, πρακτικά δεν υπάρχει ηπειρώτικο χωριό, και ειδικά τζουμερκιώτικο, που να μην καθορίζεται ακόμη και σήμερα απ'αυτά τα γεγονότα, κι ας μας χωρίζουν πια εφτά δεκαετίες. Το αφήγημα του Τέρμινους βασίζεται σε πραγματικές ιστορίες ανθρώπων που ένιωσαν οι ίδιοι τη φλόγα της επανάστασης. Οι προσωπικές ιστορίες δεν είναι “ιστορία”, βέβαια, αλλά μέσα απ' αυτές μπορείς να νιώσεις πολλά. Εδώ πρέπει να πούμε ότι για την οικονομία της αφήγησης οι ιστορίες ξαναδουλεύτηκαν και συγχωνεύτηκαν ώστε στο κόμικ τελικά εντοπίζονται σε μερικούς μόνο κεντρικούς ήρωες. Μέσα σ'αυτή τη διαδικασία ήμουν πολύ προσεκτικός ώστε να αποφύγω τόσο ιστορικές αυθαιρεσίες όσο και την ανασκευή των χαρακτήρων σύμφωνα με τη δική μου πολιτική κριτική για τα χαρακτηριστικά του μεγαλειώδους αγώνα τους.
Στο Τέρμινους μιλάς για μια επαναστατική κατάσταση. Μιλάς για τις ελπίδες, για την βάναυση επίθεση της δεξιάς και των ξένων συμμάχων της, για τις προδοσίες της ηγεσίας, για τις απογοητεύσεις, την ήττα, το θάνατο. Αφήνεις όμως μια χαραμάδα ελπίδας για την εφικτή αναγκαιότητα της επανάστασης στις μελλοντικές γενιές. Θα μπορούσε κανείς να σε κατατάξει στους στρατευμένους δημιουργούς;
Αποδεικνύεται στις μέρες μας, που όλα τα κυρίαρχα σήματα αναβοσβήνουν στο ρυθμό του “ΤΙΝΑ”, πως η υπεράσπιση της ελπίδας, της πεποίθησης ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε αλλιώς είναι πράξη κεντρικής σημασίας. Στο Τέρμινους βλέπουμε την Ιστορία μέσα από τα μάτια εκείνων που απέρριψαν τους μονόδρομους της εποχής τους, της βυθισμένης στην απόλυτη βαρβαρότητα. Δεν ξέρω τι πραγματική βάση έχει ο όρος “στρατευμένη τέχνη”, αλλά δεν έχω πρόβλημα να με πει κάποιος “στρατευμένο”, ούτε θεωρώ ότι αυτό υποβιβάζει την όποια αξία των έργων μου. Όταν η αντιδραστική αναθεώρηση της ιστορίας της δεκαετίας του '40 παρουσιάζεται με το μανδύα του αντικειμενικού, υπερασπίζομαι χωρίς αναστολές την υποκειμενικότητα του αγώνα των δικών μου ανθρώπων.
Δεδομένης της πολιτικής σου ταυτότητας, ποια ήταν η αντιμετώπιση του Τέρμινους;
Το Τέρμινους είχε μέχρι τώρα μια ανταπόκριση θετική, που δεν την περίμενα σε τέτοιο βαθμό. Φαίνεται ότι πολλοί άνθρωποι βρήκαν μέσα του στοιχεία των ιστοριών που έζησαν ή άκουσαν, ιστοριών που τους διαμόρφωσαν και που σήμερα επιχειρείται με μανία η αποδόμηση και ο εξευτελισμός τους. Μέσα από τη μικρή μέχρι τώρα πορεία του (δεν έχει 5 μήνες που κυκλοφόρησε) ήρθα σε επαφή με μια συλλογική περηφάνια, μια άσβηστη μνήμη της “προηγούμενης μεγάλης φοράς”. Μπορεί το θέμα του να είναι δύσκολο, απωθημένο κάποτε, αλλά προσπάθησα να το αντιμετωπίσω με ειλικρίνεια και αλήθεια κι αυτό είναι κάτι που αναγνωρίζεται. Την ίδια στάση άλλωστε έχουν οι αγωνιστές της αντικαπιταλιστικής αριστεράς σε όλα τα θέματα, δημόσια και καθαρή, και είναι ένα από τα στοιχεία για τα οποία κερδίζουν την εκτίμηση ενός ευρύτερου κύκλου ανθρώπων.
Συχνά αναφερόμαστε στην τέχνη ως κοινωνικό προϊόν και εξηγούμε πως ακολουθεί ελεύθερα τους δικούς της κανόνες. Σήμερα με όλες τις μορφές δημιουργικής έκφρασης να βρίσκονται σε αφθονία, ποιοι τελικά είναι οι λόγοι που οδηγούν έναν δημιουργό να προσπαθήσει να φτιάξει κάτι καινούριο;
Νομίζω ότι χρειάζεται να καίγεσαι να πεις την ιστορία σου. Δεν μπορώ να φανταστώ άνθρωπο που ξοδεύει χρόνια ολόκληρα από τη ζωή του σε ένα έργο, να το κάνει για άλλο λόγο. Σίγουρα αυτό συμβαίνει στον χώρο των κόμικ, όπου η σχετική περιθωριοποίησή του λειτουργεί κάπως και σαν ασφάλεια. Δεν υιοθετώ μια απλοϊκή διαχωριστική του στυλ “εμπορικό/μη εμπορικό”, μα για πολλούς λόγους είμαι εξαιρετικά καχύποπτος απέναντι σε κάθε διάχυση της καλλιτεχνικής δημιουργίας στην εμπορευματική αλυσίδα. Από την άλλη, αν ένας δημιουργός πρέπει σε κάθε περίπτωση να πολεμά αυτό που κάποτε λέγαμε “ξεπούλημα”, το ίδιο πρέπει να πολεμά και τη διάθεση “να πει τα σωστά πράγματα”, να μετατραπεί σε προπαγανδιστή. Έχουμε δει τα τελευταία χρόνια δημιουργίες που θέλουν να μιλήσουν για όσα συμβαίνουν γύρω μας, μα είναι πολύ φτωχές και άνευρες. Η ανεξάρτητη τέχνη σήμερα μπορεί να είναι μια πλάνη, μα οι δημιουργοί οφείλουν να πολεμούν κάθε εξάρτηση. Να ζούμε την πραγματικότητα, να προσπαθούμε να την αλλάξουμε, να λέμε με θάρρος την αλήθεια μας. Είμαι κατά των συνταγών, ας ξεκινήσουμε απ'αυτό.