Η Ελλάδα παραδοσιακά ήταν η χώρα που η δημοφιλία της ΕΕ ήταν υψηλή. Για χρόνια ολόκληρα η Αριστερά είχε να αντιμετωπίσει μια κατάσταση, όπου κάθε πολιτικός της δεξιάς ή του ΠΑΣΟΚ έντυνε αντιδραστικά μέτρα, λέγοντας ότι έτσι θα «συγκλίνουμε με την Ευρώπη». Και αυτό ήταν πιστευτό.
Και τώρα, μέσα από αυτήν την κρίση, η εικόνα αυτή έχει συντριβεί. Δεν είμαστε σε μια πορεία σύγκλισης προς το καλύτερο, αλλά σε μια διαδικασία όπου το να παραμείνουμε μέλος της ΕΕ και να συνεχίσουμε να αποδεχόμαστε το ευρώ σαν νόμισμα σημαίνει ότι πρέπει να υποστούμε μια εσωτερική υποτίμηση των μισθών επιπέδου 25-30%, πρέπει να θυσιάσουμε τις συντάξεις, τα σχολεία, τα νοσοκομεία. Να αποδεχτούμε ότι για να παραμείνουμε στη ζώνη του ευρώ θα έχουμε επ’ αόριστον λιτότητα.
Με αυτές τις εμπειρίες έχουμε μια τεράστια μεταστροφή. Οι αγώνες που έχουμε δεν είναι απλά συνδικαλιστικοί - αν και το «απλά» είναι υποτίμηση, οι πανεργατικές απεργίες δεν είναι απλά γεγονότα, είναι συγκλονιστικά γεγονότα. Ομως πέρα από αυτό έχουμε αλλαγές στη συνείδηση της εργατικής τάξης και αυτό εκφράζεται με το γεγονός ότι πλέον εκατοντάδες χιλιάδες αμφισβητούν την ΕΕ. Είναι χρέος της Αριστεράς, να μπορέσει να δώσει προοπτική και εναλλακτική απάντηση τι σημαίνει σύγκρουση με την ΕΕ. Ολης της Αριστεράς και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ιδιαίτερα, γιατί είναι μια πολιτική δύναμη η οποία έχει τοποθετήσει το ζήτημα ως εξής, ότι απαιτείται μια αντικαπιταλιστική ρήξη με την ΕΕ.
Αυτή η τοποθέτηση έχει δύο σκέλη στα οποία χρειάζεται να σταθούμε. Το πρώτο είναι ότι πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι για την ταξική φύση της ΕΕ. Ενας κόσμος οργισμένος απέναντι στην ΕΕ μπορεί εύκολα να αποδεχθεί κριτικές οι οποίες δεν έχουν ταξική αφετηρία. Οι «εθνικές» κριτικές, η χρησιμοποίηση του έθνους κράτους σαν αφετηρία για να κριτικάρει κανείς την ΕΕ, μπορεί να είναι πιο εύληπτες ή πιο αποδεκτές σε σχέση με τις ταξικές ερμηνείες, πχ, ότι «η ΕΕ είναι φιλιπινέζα των αμερικάνων» ή είναι «το γερμανικό τέταρτο ράιχ». Τοποθετήσεις που μπορεί να έχουν πλευρές της αλήθειας, αλλά δεν έχουν ολόκληρη την αλήθεια. Πρόκειται για στρεβλές απλουστεύσεις. Η ΕΕ είναι ένας υπερεθνικός οργανισμός που η δυναμική του καθορίζεται από τις ανάγκες του μεγάλου κεφάλαιου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δηλαδή από τις πολυεθνικές της Ευρώπης.
Τι απορρέει από αυτό; Διαφορετικές στρατηγικές στην αντιμετώπιση της ΕΕ. Το πόσο μπορεί να μεταρρυθμιστεί, να αλλάξει. Τα ζητήματα της μεταρρύθμισης της ΕΕ είναι από τα πιο θεμελιακά που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε, είναι ένας οργανισμός που δεν είναι δυνατόν να μεταρρυθμιστεί. Υπάρχουν πολλές απόψεις στην Αριστερά που λένε ότι είναι δυνατόν να αλλάξει. Εχουν πρόβλημα.
Ανάγκες
Είμαστε σε μια περίοδο που κομμάτια της εργατικής τάξης χάνουν τις αυταπάτες τους σε σχέση με τους θεσμούς του ελληνικού καπιταλισμού, και φωνάζουν «να καεί το μπουρδέλο η Βουλή», γιατί το κοινοβούλιο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των εργαζομένων. Το ίδιο για την αστική δικαιοσύνη. Οταν είμαστε σε μια τέτοια διαδικασία, είναι πρόβλημα κάποιοι να λένε ότι το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο θα μπορέσει να κάνει τις αλλαγές που δεν κάνει το ελληνικό. Αντίστοιχα τo ευρωπαϊκό δικαστήριο. Στον κόσμο που αμφισβητεί τους ντόπιους θεσμούς δεν έχουμε να προσφέρουμε ένα ψεύτικο ευρωπαϊκό όραμα.
Δείτε το ρόλο που παίζει η ΕΕ στο ζήτημα του ρατσισμού. Ο ΓΑΠ και οι υπουργοί του, είναι η ελληνική εκδοχή μιας ρατσιστικής καμπάνιας που έχει αφετηρία την ΕΕ. «Δεν χωράει η Ευρώπη πολιτισμικές αξίες πέρα από τις ευρωπαϊκές» είπε πρώτη η Μέρκελ. Είναι ρατσιστική η τοποθέτηση για «ευρωπαϊκές αξίες» από τη ρίζα της, αυτές οι αξίες δεν χωράγανε τους τούρκους, τώρα δεν χωράνε τους πρόσφυγες και τους μετανάστες.
Το μεγαλύτερο όμως επιχείρημα είναι αυτό της «καταστροφολογίας», ότι αν φύγουμε από την ΕΕ και το ευρώ θα επέλθει η συντέλεια του κόσμου. Η δραχμή θα υποτιμηθεί και θα γίνει «κουρελόχαρτο». Θα επέλθει πληθωρισμός. «Το βιοτικό επίπεδο θα καταστραφεί…»
Υπάρχουν απαντήσεις. Η ρήξη με την ΕΕ ασφαλώς θα σημάνει σκληρές μάχες, δεν είναι μια «θαυματουργή» κίνηση που θα ακολουθήσει ένα ρόδινο σενάριο «εθνικής ανάπτυξης» - κάποιοι τα λένε αυτά τα πράγματα, αλλά είναι εξωπραγματικά. Η ρήξη πρέπει να είναι αντικαπιταλιστική για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτές τις επιθέσεις με τα όπλα της εργατικής τάξης, όπλα που είναι ισχυρά:
Αν φύγουμε από το ευρώ και η Τράπεζα της Ελλάδας πάψει να είναι υποκατάστημα της Φρανκφούρτης, ανοίγει το ζήτημα ποιος ελέγχει. Ποιος ελέγχει τις τράπεζες; Ποιος ελέγχει το εξαγωγικό και εισαγωγικό εμπόριο; Γιατί για να υπάρξουν κερδοσκοπικές επιθέσεις στο εθνικό νόμισμα πρέπει να λειτουργούν ελεύθερα όλα αυτά τα κυκλώματα. Θα τα αφήσουμε να λειτουργούν ελεύθερα; Όχι βέβαια. Κρατικοποίηση των τραπεζών χωρίς αποζημίωση στους μετόχους και εργατικό έλεγχο, κρατικοποίηση του εμπορίου, με εργατικό έλεγχο. Το χωρίς αποζημίωση σημαίνει ότι δεν θα κοστίσει τίποτα, τα έχουμε ήδη πληρωμένα. Για να πάρουμε πίσω την τράπεζα του Κωστόπουλου, δεν χρειάζεται να αποζημιώσουμε κανένα, ούτε τους Λάτσηδες, τη Eurobank και πάει λέγοντας.
Με τον εργατικό έλεγχο μπορούμε να αντιμετωπίσουμε και τις άλλες κινδυνολογίες. Τι θα κάνουμε με τα ομόλογα του δημοσίου που θα αχρηστευθούν; «Πως θα πληρώνουν τα ασφαλιστικά ταμεία συντάξεις αν εσείς εθνικοποιήσετε την Εθνική Τράπεζα» μας λένε. Και εδώ υπάρχουν απαντήσεις. Οι πληρωμές των ασφαλιστικών ταμείων θα ενταχθούν στο δημόσιο προϋπολογισμό, θα πληρώνει το δημόσιο τις συντάξεις, όπως πληρώνει των δημοσίων θα πληρώνει και τα άλλα ασφαλιστικά ταμεία. Είναι έσχατη κινδυνολογία να λένε ότι αν υπάρξει αντικαπιταλιστική ρήξη με την ΕΕ, ο συνταξιούχος θα μείνει απλήρωτος.
Το να υπάρξει ο εργατικός έλεγχος έχει να κάνει με τη δύναμη του εργατικού κινήματος στους χώρους δουλειάς. Η προοπτική για να φτάσουμε να μπορούμε να κάνουμε τέτοια πράγματα, σημαίνει οι τραπεζοϋπάλληλοι να είναι οργανωμένοι, όχι μόνο για να κάνουν απεργία διαρκείας περιφρουρημένη, αλλά να μπορέσουν να πάρουν τον έλεγχο στις τράπεζες. Το ίδιο στις συγκοινωνίες. Στους χώρους δουλειάς κρίνονται αυτές οι μάχες. Εκεί είναι η Ταχρίρ, όχι στο Σύνταγμα. Το καίριο ζήτημα δεν είναι ποιος θα ελέγχει το Σύνταγμα, είναι ποιος θα ελέγχει τις τράπεζες, τα αμαξοστάσια, τη ΔΕΗ, τα μεγάλα εργοστάσια και πάει λέγοντας.