Υπάρχει μια φράση του φιλοσόφου Τέοντορ Αντόρνο που αγαπώ πολύ, έχω αναφέρει συχνά και θα αναφέρω και τώρα ως εισηγητική της σύντομης ομιλίας μου. Γιατί συμπυκνώνει θεωρώ το πρόταγμα της «ρώσικης» και οποιασδήποτε άλλης πρωτοπορίας.
«Η τέχνη παραμένει ζωντανή μόνο χάρις στη δύναμη της κοινωνικής της αντίστασης».
Το κίνημα της «ρώσικης πρωτοπορίας» γεννήθηκε στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα στη Μόσχα και στην Πετρούπολη παράλληλα με άλλα κινήματα στην τέχνη στο Παρίσι, στη Δρέσδη, Μόναχο. Είναι οι εκρηκτικές δεκαετίες πριν από το Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο που άλλαξαν σε παγκόσμιο επίπεδο το πρόσωπο της τέχνης και το απάλλαξαν από το επίσημο, ακαδημαϊκό, νατουραλιστικό προσωπείο της.
Το κίνημα της «Ρώσικης Πρωτοπορίας» είναι άμεσα συνδεδεμένο με τα τρία επαναστατικά κινήματα που εκδηλώθηκαν στην τσαρική Ρωσία από το 1905 με κορυφαίο εκείνο της επανάστασης του Οκτώβρη του 1917. Αποτελούσε την αντίδραση στις αιματηρές καταστολές των ειρηνικών εξεγέρσεων των εργατών ενάντια στο μοναρχικό καθεστώς, την αντίδραση ενάντια στην καταπίεση της δημιουργίας μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο μιας εξωραϊσμένης αναπαράστασης μιας πραγματικότητας των ολίγων. Όσο και αν αργότερα οι εκπρόσωποι του επίσημου σοβιετικού καθεστώτος θέλησαν να τους εξοβελίσουν από το επίσημο καθεστώς της λεγόμενης προλεταριακής τέχνης που εξελίχτηκε στον προπαγανδιστικό σοσιαλιστικό ρεαλισμό, αποκαλώντας τους «ευνουχισμένους πνευματικά»(Μπουχάριν). Μια φράση που θυμίζει δυστυχώς εκείνην των ναζί για την «εκφυλισμένη τέχνη» των μοντερνιστών. Ο μόνος που, όπως χαρακτηριστικά γράφτηκε, «άκουσε» τα επαναστατικά προτάγματά τους για τον «εκδημοκρατισμό της τέχνης που είναι υπόθεση των χεριών των ίδιων των καλλιτεχνών» (Μπορίς Κούσνερ) ήταν ο Τρότσκι. Και η τύχη του είναι γνωστή.
Οι εκφραστές του βάδισαν στα χνάρια των δρόμων των σκαπανέων του μοντερνισμού της δύσης που είχε ανοίξει η τσαρική δυναστεία των Ρομανώφ και αργότερα οι εκθέσεις που οργάνωσαν εμπνευσμένοι συλλέκτες, όπως ο Σεργκέι Στσούσκιν.
Επιτεύγματα
Έφτιαξαν όμως μοναδιαία επιτεύγματα όπως τον ΚΥΒΟΦΟΥΤΟΥΡΙΣΜΟ όπου οι κυβιστικές διατυπώσεις των διαφορετικών όψεων μιας μορφής συνέπιπταν με την ενσωμάτωση της έννοιας του χρόνου στο έργο τέχνης των φουτουριστών. Που αποτύπωνε το κερματισμένο πρόσωπο της νέας εποχής της βιομηχανοποιημένης, ταχείας παραγωγής αλλά και το κερματισμένο πρόσωπο του νέου κόσμου στη Ρωσία και στη δύση.
Ήταν καλλιτέχνες που είχαν αναγκαστεί να μετοικήσουν εκεί από τα τέλη του 19ου αιώνα, όπως ο ρώσος ιδρυτής του εξπρεσιονιστικού κινήματος «Γαλάζιος Καβαλάρης» το 1911 στο Μόναχο και συν-διαμορφωτής λίγο αργότερα του μοναδιαίου επίσης εγχειρήματος του Μπάουχαους, στη Βαϊμάρη (1919), Βασίλι Καντίνσκι ή ο λυρικός, εμπνεόμενος από το εβραϊκό, αγροτικό υπόβαθρό του, Μαρκ Σαγκάλ. Που ανέδειξαν το εσωτερικό, πνευματικό περιεχόμενο της Τέχνης φέροντας μέσα τους το μυστικισμό του ρώσικου συμβολισμού. Προέβησαν σε μιαν όσμωση της μουσικής του Σένμπεργκ και της ζωγραφικής μέσα από ρυθμικά παλλόμενες, δομημένες με τον τρόπο του σκαπανέα του κυβισμού Πωλ Σεζάν, συνθέσεις γεωμετρικών σχημάτων και διαθλασμένων χώρων όπου προβάλλονται αιωρούμενες θρησκευτικές μορφές.
Έδειξαν το δρόμο στον απεγκλωβισμό της καλλιτεχνικής πράξης και του ίδιου του καλλιτέχνη από τον «εφιάλτη του ματεριαλισμού» και της πιστής αναπαράστασης του πραγματικού. Σύμφωνα με τη ρήση του νεοπριμιτιβιτιστή Σεφτσένκο «Το νήμα της ζωγραφικής δε βρίσκεται στο θέμα της αλλά στο δικό της καθαρό ζωγραφικό περιεχόμενο. Βρίσκεται στην υφή, στη σύνθεση, στο ύφος.»
Η τέχνη δεν είναι, δεν υπήρξε ποτέ, παρθενογένεση. Το εμβληματικό έργο της ρώσικης πρωτοπορίας του Καζιμίρ Μάλεβιτς, «Το μαύρο τετράγωνο», που φτιάχτηκε ανάμεσα στο 1914 και 1915, δένει το νήμα των ανατρεπτικών και επαναστατικών ιδεών, σύμφωνα με τις αρχές του σουπρεματισμού κι αργότερα του κονστρουκτιβισμού του Τάτλιν, σε ένα αφαιρετικό τοπίο του κόσμου που κάποιοι οραματίστηκαν. Και αποτέλεσε τη βάση για την εννοιολογική τέχνη της δεκαετίας του ΄’70 στην Ευρώπη που έκλεισε ξανά την τέχνη στον ελεφάντινο πύργο της. Γιατί ξέχασε το βασικό πρόταγμα των εκφραστών της ρώσικης πρωτοπορίας. Που έγραψε ο Μαγιακόφσκι το 1917 στο πρώτο φύλλο της Εφημερίδας των φουτουριστών. «Η τέχνη σε όλο το λαό».
Έλεγε τότε:
«Από σήμερα μαζί με την κατάλυση του τσαρικού καθεστώτος, καταργείται η ύπαρξη της τέχνης στις αποθήκες και τα ντοκ του ανθρώπινου πνεύματος, τα ανάκτορα, τις γκαλερί, τις εκθέσεις, τις βιβλιοθήκες, τα θέατρα. Εν ονόματι της μεγάλης πορείας προς την ισότητα στον πολιτισμό, η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΚΦΡΑΣΗ της δημιουργικής προσωπικότητας πρέπει να αναγραφεί στα σταυροδρόμια, στους τοίχους των σπιτιών, στις στέγες, στους δρόμους κάθε πόλης και χωριού, πάνω στα αυτοκίνητα, στις σκευοφόρους, στα τραμ και στα ρούχα όλων των πολιτών.»
Αποτυπώνει εν τέλει τη διάψευση των ονείρων της Οκτωβριανής Επανάστασης ως «μιας βάρκας του έρωτα που είχε συντριβεί πάνω στην καθημερινότητα της γραφειοκρατίας.»
Αποτυπώνει ένα πρόταγμα στην τέχνη και στη ζωή που είναι σήμερα επίκαιρο όσο ποτέ πυκνώνοντας το ριζοσπαστισμό με τον εκδημοκρατισμό και τον ουτοπισμό.
Λήδα Καζαντζάκη
ιστορικός τέχνης
Εισήγηση της Λ. Καζαντζάκη στις εκδηλώσεις του ΣΕΚ για τα 100χρονα του Οκτώβρη στη Νομική, 5/11