Η μεγάλη κατακραυγή ανάγκασε την Κατρίν Ντενέβ να ζητήσει συγγνώμη από τα θύματα της σεξιστικής βίας, για το άρθρο της στη γαλλική Le Monde όπου, μαζί με άλλες 100 γυναίκες, χαρακτηρίζει «εκστρατεία κατάδοσης» το κίνημα #metoo και τις αποκαλύψεις που ακολούθησαν το σκάνδαλο Weinstein.
Το κίνημα #metoo είναι μια καμπάνια συμπαράστασης που αναπτύχθηκε μέσα στα κοινωνικά δίκτυα με σκοπό να δείξει σε γυναίκες που έχουν υποστεί παρενόχληση ή σεξουαλική επίθεση ότι δεν είναι μόνες. Μέσα από τις χιλιάδες αναδημοσιεύσεις φάνηκε ότι η σεξιστική βία είναι μια πραγματικότητα που υφίστανται οι γυναίκες σε όλους τους χώρους δουλειάς, στην καθημερινή ζωή, στις κοινωνικές επαφές.
Tο άρθρο της Ντενέβ αναφέρει: «αυτή η βιαστική δικαιοσύνη [των κοινωνικών δικτύων] μετρά ήδη θύματα, άνδρες που τιμωρήθηκαν στο χώρο δουλειάς τους και μπήκαν σε διαθεσιμότητα, όταν το μόνο έγκλημά τους ήταν να αγγίξουν ένα γόνατο, να προσπαθήσουν να κλέψουν ένα φιλί, να μιλήσουν για πιο ‘προσωπικά’ θέματα σε ένα επαγγελματικό δείπνο». Δεν υποβαθμίζει μόνο το τι σημαίνει παρενόχληση. Υπερασπίζεται την ίδια την παρενόχληση, ως «ανεκτίμητη» στη σεξουαλική ελευθερία, προσθέτοντας παρακάτω ότι απειλή για αυτή την ελευθερία είναι κυρίως οι «θρησκευτικοί εξτρεμιστές». Ουσιαστικά συνεχίζει την ισλαμοφοβική επίθεση των τελευταίων ετών, στην οποία μπάτσοι «υπερασπίζονται» τα δικαιώματα των γυναικών, αναγκάζοντάς τις να βγάλουν το μπουρκίνι!
Εξοργιστική
Η εξοργιστική ρομαντικοποίηση και υποβάθμιση της παρενόχλησης στο «κλέψιμο ενός φιλιού» και σε μια πιο «προσωπική συζήτηση» σε επαγγελματικό δείπνο, φανερώνει πόσο επίμονα κρύβεται κάτω από το χαλί η καθημερινή πραγματικότητα γυναικών που αναγκάζονται να ανεχθούν κάθε είδους συμπεριφορά προκειμένου να παραμείνουν στη δουλειά τους και να επιβιώσουν. Κρύβει πως για κάθε ένα “διάσημο” #metoo υπάρχουν χιλιάδες αφανή #metoo πίσω από τα οποία κρύβεται και η ταξικότητα της σεξουαλικής παρενόχλησης στη δουλειά.
Η απειλή για τη σεξουαλική ελευθερία βρίσκεται στο σεξισμό, όχι στις “υπερβολικές κατηγορίες” για παρενόχληση. Ο δρόμος για την ελευθερία περνάει από την εξάλειψη της σεξιστικής βίας, περνάει μέσα από το να μπορεί κάθε θύμα να μιλάει ανοιχτά χωρίς το φόβο της υποτίμησης, του εξευτελισμού και της απόλυσης.
Τα τελευταία χρόνια αναδύεται ένα νέο γυναικείο κίνημα. Ακριβώς ένα χρόνο πριν (20/1/17), με αφορμή την ορκωμοσία του Τραμπ, του πιο ανοιχτά σεξιστή και ρατσιστή προέδρου των ΗΠΑ, εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες βγήκαν στους δρόμους σε όλο τον πλανήτη. Οι διεκδικήσεις αυτού του κινήματος είναι τόσες πολλές και πλατιές που η σύνδεσή τους δείχνει ότι η μάχη ενάντια στην καταπίεση είναι η μάχη για έναν άλλο κόσμο: το γυναικείο κίνημα παλεύει για πραγματική ισότητα στους μισθούς, για την αυτοδιάθεση του σώματος, για δικαιοσύνη στα περιστατικά βιασμού. Δίνει τη μάχη ενάντια στη διάλυση της κοινωνικής πρόνοιας και των εργασιακών σχέσεων. Διάλυση που φέρνει η κρίση του καπιταλισμού και που με όχημα τον σεξισμό και τις «ρομαντικές» σεξιστικές αντιλήψεις οι συνέπειες πέφτουν πρώτα στις πλάτες των γυναικών.
Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται, όχι από άγνοια αλλά από σκοπιμότητα, να ταυτιστούν αυτές οι μεγάλες μάχες με ένα ίσως απλοϊκό επικοινωνιακό κομμάτι τους. Όμως καμπάνιες σαν το #metoo βρίσκουν μεγάλη απήχηση ακριβώς επειδή έχει προηγηθεί το κίνημα στους δρόμους και το κέρδισμα της αυτοπεποίθησης από τις γυναίκες που συμμετέχουν σε αυτό. Όταν φτάνει στο σημείο να αγγίζει την πραγματική φύση της σεξουαλικής παρενόχλησης/κακοποίησης και του ρόλου του συστήματος σε αυτή, εμφανίζονται αντιδράσεις που προσπαθούν να αντιστρέψουν την πραγματικότητα ταυτίζοντας το κίνημα με τον «πουριτανισμό».